Με μόρια οι μεταθέσεις των ένστολων
Με γνωμοδότηση των Συμβουλίων Μεταθέσεων θα γίνονται πλέον οι μεταθέσεις και αποσπάσεις στρατιωτικών. Σε θέσεις που σχετίζονται µε προµήθειες όπλων ή στρατιωτικά έργα δεν µπορεί να παραµείνει κάποιος περισσότερο από τρία χρόνια. Οι πίνακες μεταθέσεων καταρτίζονται με βάση υπηρεσιακά και κοινωνικά κριτήρια
- 04 Απριλίου 2011 10:19
Με µοριοδότηση που προκύπτει από σαφή και προσδιορισµένα υπηρεσιακά και κοινωνικά κριτήρια και υποχρεωτικά πλήρως αιτιολογηµένες, θα είναι στο εξής όλες οι αποφάσεις για τις µεταθέσεις και τοποθετήσεις αξιωµατικών και υπαξιωµατικών των Ενόπλων Δυνάµεων, σύμφωνα με απόφαση του υπουργού Άμυνας, Ευάγγελου Βενιζέλου.
Όποιος ένστολος αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης, έχει δικαίωμα άσκησης προσφυγής, προκειμένου να την ακυρώσει με έφεση.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας “Τα Νέα”, με την απόφαση του υπουργού Άμυνας εξειδικεύονται τα κριτήρια και οι γενικές διατάξεις για τις μεταθέσεις, αποσπάσεις κ.λπ. που καθόρισε ο νέος νόµος που ψηφίστηκε το καλοκαίρι για τις προαγωγές και την εξέλιξη των στελεχών των Ενόπλων Δυνάµεων.
Έτσι, για πρώτη φορά καθιερώνεται ότι οι µετακινήσεις του συνόλου των στρατιωτικών θα γίνονται ύστερα από γνωµοδότηση των Συµβουλίων Μεταθέσεων που συγκροτούνται κατά κλάδο και κατηγορία στελεχών και τα µέλη των οποίων µετέχουν σε αυτά όχι µε διορισµό.
Ιδιαίτερη σηµασία έχει λόγω επικαιρότητας η διάταξη που ορίζει πλέον ρητώς ότι σε θέσεις που σχετίζονται µε προµήθειες όπλων ή στρατιωτικά έργα δεν µπορεί να παραµείνει κάποιος περισσότερο από τρία συνεχή χρόνια, ενώ για να επανατοποθετηθεί σε τέτοια θέση θα πρέπει να µεσολαβεί χρονικό διάστηµα έξι ετών.
Οι πίνακες καταρτίζονται με βάση υπηρεσιακά, κοινωνικά και αντικειμενικά κριτήρια, τα οποία δίνουν συγκεκριμένα μόρια το καθένα και περιέχονται σε απόρρητο έγγραφο.
Τα βασικά μόρια προκύπτουν από την υπηρεσιακή τους αξιολόγηση, την επίδοση στα στρατιωτικά σχολεία, την προϋπηρεσία σε θέσεις ευθύνης, επιχειρησιακά βαρύτερες μονάδες και Επιτελεία, τις ποινές και ηθικές αμοιβές, την ύπαρξη παιδιών στη Β’ και Γ’ Λυκείου, την πιστοποιημένη επάρκεια ξένης γλώσσας όπου απαιτείται από τη θέση, τη διάθεση στέγης κλπ.