Έρευνα: Στο μυαλό του μακελάρη
Νιουτάουν, Ορόρα, Βίνεντεν: Δράστες σε κατάσταση αμόκ εισβάλλουν σε σχολεία και πανεπιστήμια αφήνοντας πίσω τους θύματα. Το γερμανικό ερευνητικό πρόγραμμα "Target" προσπαθεί να δώσει απαντήσεις
- 23 Απριλίου 2013 16:19
Ψυχολόγοι, εγκληματολόγοι, κοινωνιολόγοι, ιατροδικαστές και παιδαγωγοί συμμετέχουν στο ερευνητικό πρόγραμμα “Target” με στόχο την σκιαγράφηση της προσωπικότητας των ατόμων που ανοίγουν “πυρ” σε σχολεία στη Γερμανία υπό καθεστώς αμόκ. “Αναλύουμε όλα τα περιστατικά που έχουν συμβεί ως τώρα.
Στόχος μας είναι να πάρουμε συνεντεύξεις από τους δράστες και τους συγγενείς τους, ώστε να βρούμε στοιχεία που θα μα βοηθήσουν να καταλήξουμε σε συμπεράσματα” επισημαίνει ο καθηγητής Χέρμπερτ Σεϊτχάουερ. Μέρος των ερευνών εστιάζει στο πότε και γιατί ένας άνθρωπος μπορεί να μετατραπεί σε δολοφόνο που σκοτώνει εν ψυχρώ σε κατάσταση πανικού.
Η Γερμανία βρίσκεται στη δεύτερη θέση παγκοσμίως, μετά τις ΗΠΑ, σε ό,τι αφορά τα περιστατικά αιματηρών επιθέσεων σε σχολεία από νεαρά κυρίως άτομα που βρίσκονται σε κατάσταση αμόκ.
“Οι δράστες είναι συνήθως νέοι, οι περισσότεροι άνδρες που δεν έχουν αληθινούς φίλους, σεξουαλική ζωή αλλά μόνο επιθυμίες, τις οποίες δεν μπορούν να εξωτερικεύσουν. Αυτό ενισχύει το μίσος τους για τους άλλους” τονίζει η Μπρίτα Μπάνεμπεργκ, εγκληματολόγος από το πανεπιστήμιο του Γκίσεν.
Αποκωδικοποιώντας την προσωπικότητα των δραστών – Βασικά χαρακτηριστικά
Τις περισσότερες φορές ο δράστης δρα μόνος του, εξηγεί η Μπάνεμπεργκ. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρόκειται για εντελώς αντικοινωνικά άτομα που δεν μιλούν σε κανέναν και είναι πάντα μόνα. Πρόκειται για άτομα που δεν κάνουν βαθιές φιλίες. Ακόμη και η σχέση με τους γονείς τους είναι ιδιόρρυθμη. Η πλειοψηφία των ατόμων αυτών προέρχεται από μικρομεσαία οικονομικά στρώματα. Συχνότερα δε τα περιστατικά αυτά παρατηρούνται σε μικρές πόλεις.
Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια από μόνα τους δεν δικαιολογούν τη βία
Πολλοί από τους δράστες εκδηλώνουν από νωρίς πάθος για τα όπλα και περνούν πολύ χρόνο παίζοντας βίαια ηλεκτρονικά παιχνίδια, όπου δε μπορούν να ξεχωρίσουν την πραγματικότητα από το παιχνίδι.
“Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια από μόνα τους δεν δικαιολογούν τη βία. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες παίζονται είναι προβληματικές” επισημαίνει ο κοινωνιοψυχολόγος Αντρέας Τσικ από το πανεπιστήμιο του Μπίλεφελντ, σημειώνοντας πως συχνά οι δράστες έχουν δυσκολία να ξεχωρίσουν την πραγματική ζωή από τις προσομοιώσεις των βιντεοπαιχνιδιών.
Οι δράστες συχνά κλείνονται ολοένα περισσότερο στον κόσμο τους διότι δεν αισθάνονται αποδεκτοί από τον κοινωνικό περίγυρο ενώ συχνά το αίσθημα της απόρριψης είναι έντονο.
Μεταξύ εικονικής πραγματικότητας και ψυχικής διαταραχής
Οι δράστες που βρίσκονται σε κατάσταση αμόκ πάσχουν συνήθως από ψυχικές αρρώστιες και σχιζοφρένεια. Δεν μπορούν να ξεχωρίσουν την πραγματικότητα από την φαντασία, όπως ο Σούνγκ Χου Τσο που σκότωσε 32 ανθρώπους στο τεχνολογικό πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια και στη συνέχεια αυτοκτόνησε.
“Κάθε δράστης που βρίσκεται σε κατάσταση αμόκ, πάσχει από διαταραχές προσωπικότητας. Αυτό είναι ξεκάθαρο. Το γεγονός αυτό όμως εξηγεί μόνο σε ένα βαθμό την πράξη του” τονίζει ο Τσικ.
Πολλοί δράστες που βρίσκονται σε κατάσταση αμόκ πάσχουν από μια “ναρκισσιστική διαταραχή της προσωπικότητας τους”. Βλέπουν τις επιθέσεις αυτές ως έναν τρόπο αυτοεπιβεβαίωσης.
Πολλά από τα νεαρά άτομα που πραγματοποιούν ένοπλες επιθέσεις σε σχολεία σε κατάσταση αμόκ σχεδιάζουν τις δράσεις τους για χρόνια. Οι πράξεις τους δεν είναι αυθόρμητες. Θεωρούν πως με τις πράξεις τους αυτές, η κοινωνία θα τους θυμάται για πάντα, ακόμα και όταν είναι νεκροί.
Πηγή: Deutsche Welle