ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΟΛΛΑΡΟΣ/ 24MEDIA LAB

Η “47ΑΡΑ ΨΗΛΗ ΡΩΣΙΔΑ” ΚΑΙ Ο “ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΣ ΠΑΠΠΟΥΣ”

Περισσότερα από 60 άτομα, μεταξύ αυτών πέντε αστυνομικοί, κατηγορούνται για συμμετοχή σε δίκτυο που έστηνε απάτες, έκανε εκβιασμούς και τοκογλυφίες στην Αθήνα.

Οι αρχηγοί του δικτύου εμφανίζονταν ως συνεργάτες των καζίνο στο Λουτράκι και τη Θεσσαλονίκη. Πλησίαζαν VIP πελάτες και τους αποσπούσαν μεγάλα χρηματικά ποσά με την υπόσχεση κερδοφόρων επενδύσεων. Όσοι καταλάβαιναν την απάτη και ζητούσαν τα χρήματά τους πίσω, δέχονταν επισκέψεις από μπράβους. Σύμφωνα με την Αστυνομία, τα μέλη του ίδιου δικτύου έκαναν επίσης τοκογλυφίες και παράνομο εμπόριο όπλων.

Οι ίδιοι χρησιμοποιούσαν ευφάνταστες λέξεις στις κωδικοποιημένες συνομιλίες τους, που είχαν παγιδευτεί όμως από τις Αρχές εδώ και καιρό. Μεταξύ των 60 και πλέον κατηγορούμενων, βρίσκονται πέντε αστυνομικοί, που εμφανίζονται να διευκόλυναν με αναζητήσεις στις βάσεις δεδομένων των υπηρεσιών τους. Η δικογραφία του Τμήματος Εκβιαστών της Ασφάλειας Αττικής για το κύκλωμα που φέρεται να έκανε απάτες και εκβιασμούς, είναι αποκαλυπτική.

Σύμφωνα με την εκδοχή της Αστυνομίας, η ιστορία ξενικά πριν από δυόμιση χρόνια στα Γιάννενα. Η τοπική υποδιεύθυνση Ασφάλειας είχε ολοκλήρωσε τον Σεπτέμβριο του 2019 μία έρευνα σε βάρος 26 προσώπων, η συνέχεια της οποίας ανατέθηκε στο Εκβιαστών στην Αθήνα. Ζητήθηκε άρση απορρήτου αρχικά για τρία άτομα κι έτσι φέρεται να ξετυλίχθηκε το κουβάρι.

ΤΟ ΤΖΟΚΕΡ

Στο διαβιβαστικό που υποβλήθηκε στην Εισαγγελία σημειώνεται ότι ο πρώτος εκ των τριών παρουσιαζόταν ως άτομο που συνεργάζεται με τα καζίνο Λουτρακίου και Hyatt στη Θεσσαλονίκη. «Δάνειζε χρήματα σε VIP πελάτες των καζίνο, προτρέποντας να επενδύσουν σε αυτόν και διαβεβαιώνοντας για το κέρδος που θα είχαν», αναφέρεται. Οι συντονιστές του δικτύου φέρεται να μιλούσαν για αγοραπωλησίες λιρών, πλακών χρυσού και ακριβών ρολογιών, ενώ έδιναν ως εγγύηση πλαστές επιταγές και άλλα πολύτιμα αντικείμενα.

Ωστόσο, όπως καταγγέλλεται, όταν έπαιρναν τα χρήματα, εξαφανιζόταν για να πάρουν τη σκυτάλη οι μπράβοι, οι οποίοι εμφανίζονται να παίρνουν σταθερό μηνιάτικο. Σύμφωνα πάντα με την Αστυνομία, κάποιοι από τους κατηγορούμενους κατά καιρούς αυτονομούνταν, κάνοντας μικρότερες «δουλειές», χωρίς όμως να χάνουν επαφή με το μητρικό δίκτυο.

Στη δικογραφία υπάρχουν τουλάχιστον 20 καταγγελίες πολιτών που λένε ότι εξαπατήθηκαν. Ένας από αυτούς με καταγωγή από τη Σύρο, είχε κερδίσει μεγάλο ποσό στο Τζόκερ. Ο ίδιος βρισκόταν σε δικαστική διαμάχη με τον ΟΠΑΠ για τη διαφάνεια της κλήρωσης και την ύπαρξη άλλων προσώπων που έλεγαν ότι επίσης κέρδισαν. Οι κατηγορούμενοι παρουσιάστηκαν ως εφοπλιστής και συνεργάτες του καζίνο της Θεσσαλονίκης και προσέγγισαν το θύμα με το πρόσχημα της αγοράς ακινήτων στο νησί. «Βάλε τα λεφτά σου και σε έξι μήνες θα πάρεις τα τριπλάσια», φέρεται να του είπαν. Ο ίδιος λέει ότι το δίκτυο τού απέσπασε συνολικά 885.000 ευρώ.

«ΜΗ ΓΙΝΕΙ ΜΠΕΡΔΕΜΑ»

Σε μια άλλη περίπτωση, κατηγορούμενος εμφανίστηκε ως υπάλληλος της ΕΥΠ και υποσχέθηκε σε έναν άνθρωπο που τού είχαν διαρρήξει το σπίτι, ότι θα έπιανε τους κλέφτες κι επίσης ότι μπορούσε να του εξασφαλίσει αγορά 50 χρυσών λιρών από το καζίνο Λουτρακίου έναντι 15.000 ευρώ. Το θύμα καταγγέλλει ότι έδωσε 11.000 ευρώ χωρίς να παραλάβει τίποτα, αντίθετα φέρεται να δέχτηκε απειλές από μπράβους. Οι τελευταίοι, όπως ακούγεται σε συνομιλίες που υπέκλεψε η Αστυνομία, έμπαιναν στη «δουλειά» για να «μη γίνει μπέρδεμα». Κατηγορούμενος ακούγεται να λέει για μπράβο: «Και του δίνει και καλ… Και του δίνει καλό πράμα. Τώρα, του ‘δωσε τις προάλλες τριάντα; Ή τριάντα ή σαράντα».

Σε μία τρίτη περίπτωση απάτης που αναφέρεται στη δικογραφία, ένας πελάτης στο καζίνο του Λουτρακίου γνώρισε κάποιον από τους κατηγορούμενος. Καταγγέλλει ότι τού απέσπασε αρχικά 6.000 ευρώ με το πρόσχημα της πραγματοποίησης των εκδηλώσεων του γάμου του, το καλοκαίρι του επόμενου έτους, στο καζίνο Λουτρακίου, ενώ συνολικά το θύμα φέρεται να έχασε 83.000 ευρώ με απειλές. Κάποια θύματα αναφέρονται στις συνομιλίες κωδικοποιημένα – για παράδειγμα ο «Αμερικάνος παππούς» που έχασε περίπου 10.000 ευρώ.

«ΝΑ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙ ΕΝΑ ΤΣΕΚ ΙΝ»

Αναφορικά με τον ρόλο των πέντε αστυνομικών, τρεις εκ των οποίων είναι αδέρφια, στα δικόγραφα σημειώνεται ότι έκαναν διευκολύνσεις στο δίκτυο, κυρίως αναζητώντας στοιχεία στα τερματικά των υπηρεσιών τους. «Έχουμε κανέναν να μας κάνει ένα τσεκ ιν, ένα εμένα και ένα του […] γιατί δε μου έχει έρθει καμιά απόφαση, να πάω να δώσω αύριο “παρών”;» ρωτάει κατηγορούμενος έναν αστυνομικό. Σε άλλη συνομιλία: «Τι ώρα πιάνεις; Να σου στείλω να βαρέσεις τον φίλο […] – Ε, κάτσε πρέπει να το’ χω, το’ χω σε παλιό μέιλ δικό σου νομίζω για κάτσε να δω, θα το δω, έλα και θα σου στείλω, αλλά θα σου στείλω πιο αργά λίγο».

Στην ενότητα για το ξέπλυμα χρημάτων, η Αστυνομία λέει ότι κατηγορούμενοι είχαν τραπεζικούς λογαριασμούς με στοιχεία άλλων προσώπων και επίσης λογαριασμούς σε στοιχηματικές εταιρείες για να δηλώνουν κέρδη. Κάποια στιγμή, βασικός κατηγορούμενος μιλά με υπάλληλο στοιχηματικής εταιρείας και ρωτά αν τα χρήματα που κατέθετε ήταν εμφανή στην Εφορία, για να πάρει θετική απάντηση εφόσον η κατάθεση γινόταν μέσω τράπεζας. Υπήρχε λύση: Οι κάρτες Paysafe, όπως τελικά έγινε. Ο ίδιος κατηγορούμενος λέει ότι τον ενδιέφερε να μην υπερέβαινε το όριο καταθέσεων του λογαριασμού, όπως είχε συμβεί παλιότερα, με αποτέλεσμα να του μπλοκάρει η εταιρία των λογαριασμό.

ΟΙ «ΜΠΡΑΣΕΛΕΔΕΣ»

Ειδική ενότητα , τέλος, υπάρχει για τα όπλα. Κατηγορούμενοι χρησιμοποιούν λέξεις όπως «σίδερα», «47αρα ψηλή Ρωσίδα» για τα Καλάσνικοφ, «μπρασελέδες», «ανταλλακτικά», «κουτιά», «τακούνια», «ρούχα» και «παπούτσια» (για τα περιφερειακά τμήματα των όπλων), «γκρα», «μπε», δηλαδή αποκομμένες επωνυμίες από κατασκευάστριες εταιρείες πυροβόλων (GRAND POWER και BERETTA). Κατηγορούμενος ακούγεται να λέει: «Αυτό μωρέ τα σίδερα που’ χω αφήσει… Κάτι σίδερα. Κατάλαβες, που είναι σκεπασμένα να μη σκουριάσουνε». To «ρολόι ήταν επιχρυσωμένο με διπλό μπρασελέ», δηλαδή το όπλο ήταν επιχρυσωμένο πιστόλι μάρκας «Glock» με δύο γεμιστήρες.

Οι κατηγορούμενοι προανακριτικά αρνήθηκαν τις κατηγορίες. Μέσω των δικηγόρων τους, χαρακτηρίζουν τις απομαγνητοφωνήσεις ως «συρραφή» των επικοινωνιών τους και υποστηρίζουν ότι έκαναν επενδύσεις «που είχαν ρίσκο, όπως όλες οι επενδύσεις».

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα