TED LASSO: ΠΟΣΗ ΚΑΛΟΣΥΝΗ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΑΝΤΕΞΕΙΣ;
Η επιτυχημένη σειρά του Apple TV+ επιστρέφει για 3η σεζόν. Κι είναι πιο καλή από ποτέ. Καλοσυνάτη δηλαδή, καταλάβατε.
Ανάμεσα στους πολλούς λόγους της επιτυχίας του Ted Lasso, οπωσδήποτε εκείνη που δε μπορούμε να αγνοήσουμε έχει να κάνει με έναν τεράστιο, εξωτερικό παράγοντα: Ο κόσμος που ζούμε είναι σε μια κάπως ζοφερή κατάσταση.
Η σειρά έκανε πρεμιέρα μαζί με την πανδημία και συνέχισε να προβάλλεται καθώς σε όλο τον πλανήτη οι συνθήκες μας έφεραν σε μια ακόμα πολυεπίπεδη κρίση– οικονομική, κοινωνική, πολιτική. Σίγουρα δεν είναι λοιπόν και κάποιο τρομερό μυστήριο το γιατί πέτυχε το Ted Lasso: Έχεις εκεί μια σειρά με ήρωα έναν αφελή, καλόκαρδο, συμπαθή χαρακτήρα που κινείται σε ένα περιβάλλον άρρηκτα συνδεδεμένο με τη διαφορά και το κυνήγι του κέρδους, αλλά να το κάνει με μια αγνότητα τόσο παράλογη και ακραία, που δεν γίνεται να μη σε συμπαρασύρει.
Όπως ο Τρεντ Κριμ (τότε του Independent, τώρα μελλοντικό συγγραφέα) σε εκείνη τη συνάντηση με τον Τεντ Λάσο, είχε θελήσει να τον παγιδεύσει, να τον ξεσκεπάσει, να τον ξεφτιλίσει τελοσπάντων. Αλλά μέχρι το τέλος της συνάντησής του, είχε πειστεί για την καλοσύνη και την αγνότητα του νέου κόουτς, καταλήγοντας παρά την θέλησή του και τους σκοπούς του, να τον εκτιμά. Κάπως έτσι κι εμείς, βυθισμένοι σε ένα ευρύτερο σκοτάδι που ακόμα και θέλοντας να απομυθοποιήσουμε την ξακουστή πια αυτή καλοσύνη της σειράς, καταλήγουμε πάντα να νιώθουμε ζεστασιά βλέποντας ένα τυχαίο επεισόδιο.
Το Ted Lasso βασίζεται στη μεταφορά ενός διαφημιστικού κόνσεπτ, του αφελούς κόουτς αμερικάνικου φούτμπολ Τεντ Λάσο, που χρησιμοποιήθηκε από το NBC όταν το κανάλι διαφήμιζε τα δικαιώματα της Πρέμιερ Λιγκ στο πρόγραμμά του πριν κάμποσα χρόνια. Ο Τζέισον Σουντέικις πήρε αυτή την περσόνα και γύρω της, μαζί με τον βετεράνο Μπιλ Λόρενς (Scrubs) έχτισε ένα ολόκληρο σύμπαν που όμως είναι απολαυστικά δομημένο. Καθώς κάθε χαρακτήρας και κατάσταση μοιάζει να πηγάζει από κάποιο ερώτημα σχετικό με τον Τεντ. Πώς θα αντιδρούσε ο Τεντ; Τι θα ήταν διασκεδαστικό να πάθει ο Τεντ; Γιατί έχει βρεθεί στην Αγγλία ο Τεντ; Τι βλέπουν οι άλλοι στον Τεντ;
Η καλοσύνη έρχεται εδώ σαν δομικό στοιχείο αυτής της σύνθεσης που ανέπτυξαν οι δημιουργοί της σειράς. Στην εποχή του Paddington 2, φαίνεται πως ο Τεντ και το Lasso δεν είναι η μόνη έκφραση αυτής της ανάγκης για μεγαλύτερη γλυκύτητα και ιστορίες με καλή καρδιά. (Όπως αναλύουμε και με την Ιωσηφίνα Γριβέα στο πόντκαστ POP για τις Δύσκολες Ώρες αυτής της εβδομάδας.) Το Paddington 2 ήταν ίσως μια ξεκάθαρη τέτοια έκφραση, με την επιτυχία-έκπληξη εκείνης της ταινίας να οδηγεί τους κριτικούς του εξωτερικού να μιλήσουν για ολόκληρο κίνημα, το λεγόμενο «nicecore».
Όποιος κι αν είναι ο λόγος (η πανδημία; η ακρίβεια; η κούραση του κοινού απέναντι στην meta αποστασιοποίηση των 10s;) η ουσία είναι πως ένα σωρό τέτοιες ιστορίες άρχισαν σταδιακά να κυριαρχούν στο ποπ πεδίο. Οι μεγάλοι σταρς πλέον εκφράζονται πρωτίστως υποστηρικτικά μεταξύ τους. Το Τα Πάντα Όλα, με μότο «be kind, be kind, be kind» κερδίζει 7 Όσκαρ. Η αμερικάνικη ριάλιτι τηλεόραση κάνει στροφή, από το RuPaul’s Drag Race και την απουσία μαχαιρωμάτων και αιχμής, μέχρι τη νέα εποχή του Survivor όπου απουσιάζουν οι δυσάρεστοι διαγωνιζόμενοι, η αφήγηση δίνει έμφαση σχεδόν αποκλειστικά στις φιλίες και τις συμπάθειες που σχηματίζονται στο νησί κι ο παρουσιαστής επευφημεί σχεδόν εντονότερα τις ομάδες που χάνουν παρά εκείνες που κερδίζουν.
Στην μυθοπλασία, έχουμε σειρά σαν το Better Call Saul να εκπροσωπούν το τηλεοπτικό αρχέτυπο του αντι-ήρωα, ένας πραγματικά ευαίσθητος και ανθρώπινος χαρακτήρας σε σχέση με προκατόχους του σαν τον Βικ Μάκι ή τον Γουόλτερ Γουάιτ. Και μιλώντας για villains, ενδιαφέρον έχει να αναλογιστούμε και τη δομή των ιστοριών στις πιο πρόσφατες παραγωγές του ντισνεϊκού animation, σαν το Luca, το Encanto, το Soul ή το Onward: Είναι ιστορίες δίχως αληθινό κακό– ακόμα κι αν υπάρχει εχθρός, είναι περισσότερο μια παρεξηγημένη οντότητα ή κάτι το χαριτωμένα περιστασιακό, και σίγουρα όχι κάτι στη λογική των ξεκάθαρων, οπερατικών villains του παρελθόντος.
Δεν ξέρουμε τι σχέση έχουν όλα αυτά με το Ted Lasso, πάντως βλέπουμε πως ο κόουτς της καρδιάς μας δεν είναι παρά μια ακόμα έκφραση μιας γενικότερης τάσης που βρίσκει ανταπόκριση και σύνδεση με το σήμερα.
Εξάλλου, αν ο Τεντ (ο οποίος ξεκαρδιστικά συνεχίζει να μην έχει την παραμικρή επαφή με το σπορ ακόμα και μετά από δύο σεζόν προπονητικής) έχει ένα αληθινά χαρακτηριστικό στυλ στο κοουτσάρισμά του, αυτό δεν έχει να κάνει με συστήματα. Έχει να κάνει με την καλοσύνη. Όπως θα έλεγε κι η Μισέλ Ομπάμα, όταν οι άλλοι πάνε χαμηλά, εμείς πάμε με καλοσύνη.
Στο ξεκίνημα της 3ης σεζόν, αυτό ακριβώς είναι και το δίλημμα που αντιμετωπίζει ο Τεντ καθώς όλος ο αθλητικός τύπος της Αγγλίας τοποθετεί την Ρίτσμοντ ως πρώτο φαβορί για υποβιβασμό κι η ιδιοκτήτρια της ομάδας θέλει να δει μεγαλύτερη επιθετικότητα κι ανταγωνιστικότητα από τους ανθρώπους της ομάδας της. Αντ’αυτού, θα δει την ομάδα να επισκέπτεται έναν υπόνομο (κομμάτι μιας «Κύκλος των Χαμένων Ποιητών» φιλοσοφίας του Τεντ που θέλει να αφυπνίσει έτσι τους παίχτες του) και θα ακούσει τον προπονητή της αντίπαλης Γουέστ Χαμ (της οποίας ιδιοκτήτης είναι πλέον ο αντιπαθητικός πρώην της) να μειώνει την Ρίτσμοντ κερδίζοντας τα γέλια των δημοσιογράφων.
Αντί όμως ο Τεντ να αντεπιτεθεί, κάνει αυτό που έκανε πάντα. Αυτό που βαθιά μέσα του είναι, τελικά. Αυτοσαρκάζεται, κερδίζοντας ξανά τους δημοσιογράφους και το κοινό (και την Ρεμπέκα) με το μέρος του. Απλά επειδή είναι τόσο αγνός και αδύνατον να του αντισταθείς. Αυτή η «πνίξτε τους με καλοσύνη» τακτική, που δεν είναι τελικά τακτική αλλά απλή υπαρξιακή κατάσταση, δίνει επιπλέον χρόνο στον Τεντ, όμως ό,τι κι αν γίνει εντός του γηπέδου φέτος, έχει ήδη κερδίσει.
Γιατί η σειρά στην πορεία των 2 πρώτων σεζόν της μας έχει βάλει μέσα από μια διαδικασία παρακολούθησης ενός γκρουπ περίεργων, ασύμβατων χαρακτήρων, καθώς όχι μόνο μαθαίνουν να είναι ομάδα και να έρχονται μαζί, αλλά καταφέρνουν –ακόμα και ασυνείδητα– να ξεκλειδώσουν ένα κρυφό κομμάτι των δυνατοτήτων και του εαυτού τους, που δεν ήξεραν πως ήταν εκεί. Κάτι που έχει καταφέρει ο Τεντ με αυτή την κουλτούρα καλοσύνης.
Αυτή θα είναι τελικά κι η κληρονομιά του, μιας και όπως υπονοεί ξεκάθαρα η σειρά σε αυτό το σημείο (κι όπως ο Σουντέικις λέει εξαρχής) αυτό το ταξίδι του Τεντ Λάσο είναι ένα πλάνο 3 χρόνων– τι θα γίνει μετά δεν ξέρουμε, πάντως είναι εξαιρετικά πιθανό ένα σενάριο κατά το οποίο ο Τεντ αποχωρεί από την Ρίτσμοντ για να επιστρέψει πίσω στο σπίτι και στον γιο του, δίχως απαραιτήτως να έχει κερδίσει κάτι. Αλλά πιο σημαντικά, έχοντας δημιουργήσει μια κουλτούρα στην οποία έπειτα θα μπορεί η ομάδα να ανθίσει, κάτι που αναμφίβολα οι πάντες θα αναγνωρίσουν. (Κι εμείς θα συγκινηθούμε βλέποντάς το.)
Κάτι τέτοιο θα είναι ταιριαστός επίλογος για αυτού του τύπου την ιστορία. Κατά τη διάρκεια της 2ης σεζόν, μετά από εκείνο το ζαχαρένιο Χριστουγεννιάτικο επεισόδιο, γράφαμε πως στην ουσία κάθε επεισόδιο του Ted Lasso είναι σαν Χριστουγεννιάτικο. «Είναι προφανώς παραμυθένια αφελές, παρακάμπτοντας κάθε ενδιάμεσο στάδιο πρακτικής περιπλοκότητας μιας τέτοιας απόφασης. Όμως είναι σημαντική μια λεπτομέρεια: Δεν παρουσιάζει τις πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις λέγοντας πως, τελικά, η ηθική απόφαση μπορεί να επικρατήσει. Παρά αγνοεί τα πάντα, παρουσιάζοντας μια αγνά θετική στάση», γράφαμε τότε με αφορμή εκείνο το storyline με τον κακό χορηγό της φανέλας.
Πράγματι, ο ρεαλισμός δεν έχει καμία θέση σε αυτό το σόου, στο οποίο κάθε τι έστω στοιχειωδώς περίπλοκο (από το να αλλάξει ο χορηγός στη φανέλα μέχρι το να κλείσει η μεταγραφή του μεγαλύτερου ελεύθερου σούπερ σταρ) είναι καθαρά θέμα συναισθηματικής κατάστασης και ποτέ πρακτικής. Κι εδώ ο Τεντ κι οι γύρω του κερδίζουν επειδή (ή μάλλον όταν) επιλέγουν με γνώμονα την καρδιά (όπως συμβαίνει για παράδειγμα στο αναπάντεχο γλυκό storyline της σχέσης της ιδιοκτήτριας Ρεμπέκα με τον ανερχόμενο ποδοσφαιριστή Σαμ).
«Όπως κι ο Τζορτζ Μπέιλι στο It’s a Wonderful Life, έτσι κι o Τεντ Λάσο αναδεικνύεται ως παράγοντας καλοσύνης επειδή, έχοντας την όποια ισχύ στα χέρια του, επιλέγει πάντοτε το καλό- κι αυτό αποδεικνύεται μεταδοτικό».
Πώς όμως δημιουργείς κάτι αληθινά ενδιαφέρον μέσα σε ένα περιβάλλον τόσο λείο, με τόσο έντονη απουσία οποιασδήποτε αιχμής; Πολύ συχνά, είναι πρόβλημα. Ακόμα και κατά τη διάρκεια της 2ης σεζόν, η σειρά ακολουθούσε μια φόρμουλα, με πολύ αποτελεσματικό μεν τρόπο, αλλά φόρμουλα δε. Ακόμα κι όταν η δομή ενός επεισοδίου ξέφευγε (όπως εκείνο το υπέροχο Beard After Hours επεισόδιο, homage στο αριστούργημα του Σκορσέζε), η συναισθηματική διαδρομή και κατάληξη είναι τόσο αυστηρά οριοθετημένη από αυτή την καλοσυνάτη ακινδυνότητα, που εν τέλει γνωρίζεις πώς θα εξελιχθούν όλα. Σε ποιο σημείο το γνώριμο γίνεται ασφαλές, και το ακίνδυνο γίνεται ανούσιο;
Είναι μια λεπτή ισορροπία, που πολλά δείγματα αυτού του «καλοσυνάτου» κύματος δεν μπορούν να πετύχουν– και φυσικά σε καμία περίπτωση δεν λείπουν σε κανέναν οι τοξικοί χαρακτήρες από το κάθε Survivor, όμως κάθε ιστορία χρειάζεται πάντα κάποια αίσθηση σκοταδιού, κινδύνου, αιχμής. Αλλιώς γιατί συμβαίνουν όλα;
Το Ted Lasso φλέρταρε πέρυσι με κάποιες ιδέες όπως τα ψυχολογικό τραύμα του ίδιου του Τεντ και το σύμπλεγμα του Νέιτ, που ακριβώς λόγω της ομοιότητας στο μοτίβο της υπόλοιπης αφήγησης, κατέληξαν με ευκολία να ξεχωρίζουν και να καθορίζουν το στόρι εκείνης της σεζόν. Φέτος, η σειρά έχει στήσει ήδη δύο μακροπρόθεσμες ιστορίες βασισμένες σε οριακά αντι-ηρωικές φιγούρες του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου: Ο Νέιτ πλασάρεται σαν ένας Μουρίνιο, γεννημένος ποδοσφαιρικά στα σπλάχνα μιας ομάδας που δεν αναγνώρισε την συνεισφορά και την ιδιοφυία του και που τώρα μοιάζει αποφασισμένος να χρησιμοποιήσει το ταλέντο του καταστροφικά, αλλού. Κι ο Ζάβα είναι ένας απολαυστικά εκκεντρικός douchebag τύπου Ζλάταν, που θα έρθει σε μια ομάδα φτιαγμένη από τη στόφα της σύμπνοιας και της αλληλοκατανόησης, δηλαδή το ακριβές αντίθετο από τα όσα πρεσβεύει ο ίδιος.
Θα έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε πώς εν τέλει θα τα διαχειριστεί όλα, ή μάλλον κατά πόσο θα υπάρξουν παρεκκλίσεις από τη δομή που τόσο καλά έχει προηγουμένως λειτουργήσει. Έχουμε δει να τιθασεύεται ένας σταρ με θέματα συμπεριφοράς (ο Τζέιμι Ταρτ) και έχουμε απολαύσει και το μακράν πιο όμορφο και ικανοποιητικό arc χαρακτήρα της σειράς, του Ρόι Κεντ– ο οποίος βάσει των δύο πρώτων επεισοδίων της 3ης σεζόν, μοιάζει με κάποιο τρόπο να εξελίσσεται σιωπηλά σε ουσιαστικό πρωταγωνιστή της ιστορίας.
Ως ένα λοιπόν από τα κατεξοχήν, από τα δομικά θα λέγαμε, δείγματα αυτού του κυρίαρχου σήμερα είδους ιστοριών που πρωταρχικός τους στόχος είναι να σε πάρουν μια ζεστή αγκαλιά και να σε καθησυχάσουν, τα βλέμματα είναι στραμμένα σε αυτή την 3η σεζόν του Ted Lasso– και πιθανώς τελευταία, αν όχι της ίδιας της σειράς, τότε αυτής της τρέχουσας εκδοχής της. Σημασία έχει το πώς θα φτάσουμε σε αυτό το τέλος. Γιατί εκεί ξέρουμε ήδη: Στο τέλος, το καλό θα κερδίσει.