ΤΑ ΙΜΙΑ ΑΛΛΑΞΑΝ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΤΙΣ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ – 27 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΥΧΤΑ ΤΗΣ 31ΗΣ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ
Συμπληρώνονται 27 χρόνια από την κρίση των Ιμίων, όπου Ελλάδα και Τουρκία βρέθηκαν πολύ κοντά σε πολεμική σύρραξη. Γιατί η περίοδος αυτή αποτέλεσε σημείο καμπής για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Τέλη Ιανουαρίου 1996. Ελλάδα και Τουρκία βρίσκονται ”ξαφνικά” στα πρόθυρα πολεμικού επεισοδίου. Έλληνες και Τούρκοι κομάντος αποβιβάζονται στις δύο βραχονησίδες των Ιμίων, αμφότεροι µε το δάχτυλο στη σκανδάλη.
Σημαίες ανεβοκατεβαίνουν και ένα ελικόπτερο του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού πέφτει, οδηγώντας στον θάνατο τρεις στρατιωτικούς. Η ένταση χτυπά ”κόκκινο” και το ενδεχόμενο γενικευμένης σύρραξης φαντάζει, πλέον, ορατό.
Ο υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Χόλµπρουκ, παρεμβαίνει µε τη φράση ”no ships, no troops, no flags” (μτφ. ”όχι πλοία, όχι στρατιώτες, όχι σημαίες”). Οι σημαίες υποστέλλονται και οι δυνάμεις αποσύρονται.
Όμως, ο επίλογος δεν μπαίνει εδώ. Η τουρκική θεωρία των ”γκρίζων ζωνών”, που αποτελεί την πιο ακραία μορφή αμφισβήτησης της ελληνικής εδαφικής κυριαρχίας, έχει έρθει για να μείνει.
Η Ελλάδα προσπαθεί, έκτοτε, να δώσει απαντήσεις σε μια υπόθεση που οι πρωταγωνιστές της αλληλοκατηγορούνται και όλες οι διαστάσεις της αγνοούνται. Δίπλα στα σοβαρά ερωτήματα, η συνωμοσιολογία παίζει τον δικό της ρόλο.
Η πτώση του ελικοπτέρου με τους τρεις έλληνες αξιωματικούς τα ξημερώματα της 31ης Ιανουαρίου, αν και η πιο δραματική εξέλιξη, δεν είναι αυτή που κατά πολλούς χαρακτηρίζει την υπόθεση. Η κρυφή διπλωματία, η ιδεοληψία κάποιων πρωταγωνιστών, η αδυναμία αντίληψης της κρισιμότητας άλλων και οι αντεγκλήσεις μεταξύ πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας στιγματίζουν μία ακόμη περίοδο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.
Το χρονικό της κρίσης
H Κρίση των Ιμίων που κορυφώθηκε μεν εκείνη τη νύχτα, αλλά είχε ξεκινήσει ημέρες νωρίτερα, ήταν η εκδήλωση της σφοδρής επιδίωξης της Τουρκίας να δημιουργήσει ”γκρίζες ζώνες” στο Αιγαίο.
Οι προεκτάσεις που θα λάμβανε για τις ισορροπίες στο Αιγαίο το επεισόδιο αυτό φαίνονται και από την αντίδραση των ΗΠΑ τη νύχτα εκείνη.
”Τα τηλεφωνήματα του προέδρου έδειξαν πολύ γρήγορα την ανησυχία των ΗΠΑ στο ανώτατο επίπεδο…” αναφέρει στο βιβλίο του ο Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ και συμπληρώνει:
”… συντονίσαμε έναν οκτάωρο τηλεφωνικό μαραθώνιο (…) καθώς ο ήλιος ανέτελλε στην Ανατολική Μεσόγειο και οι τουρκικές δυνάμεις είχαν ήδη καταλάβει ένα άλλο μικρό νησί δίπλα στα Ιμια / Καρντάκ. Oι Ελληνες αποχώρησαν, υπό συνθήκες και περιστάσεις που δεν ήταν εντελώς σαφείς. Η κρίση είχε τελειώσει αλλά ο απόηχός της θα επηρέαζε, άμεσα και έμμεσα, τόσο τη Βοσνία όσο και την Ανατολική Μεσόγειο”.
Η γενίκευση της σύρραξης τελικά αποσοβήθηκε, όμως η κρίση έχει αφήσει πίσω της νεκρούς. Τρεις έλληνες αξιωματικοί, ο Χριστόδουλος Καραθανάσης, ο Παναγιώτης Βλαχάκος και ο Έκτορας Γιαλοψός, χάνουν τη ζωή τους όταν το ελικόπτερό τους πέφτει κατά τη διάρκεια αναγνωριστικής πτήσης πάνω από τη βραχονησίδα Δυτική Ίμια, στην οποία διακρίνουν τούρκους κομάντος, σε έμπρακτη αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας της.
Έχει προηγηθεί, το βράδυ της 28ης Ιανουαρίου, η αποβίβαση από το ελληνικό περιπολικό «Πυρπολητής» επτά βατραχανθρώπων στη βραχονησίδα Ανατολική Ίμια με αποστολή τη φύλαξη της σημαίας.
Αιτία της συντριβής θεωρείται, με βάση την πραγματογνωμοσύνη, το ανθρώπινο λάθος. Οι τρεις έλληνες αξιωματικοί ανασύρονται μετά από αρκετές ημέρες νεκροί. Η πτώση του ελικοπτέρου επί χρόνια δημιουργεί διάφορες θεωρίες για τις αιτίες της, κυρίως εκείνη της κατάρριψης, ενώ το περιεχόμενο της έρευνας χαρακτηρίζεται ως απόρρητο.
27 ”γκρίζα” χρόνια
Το επεισόδιο των Ιμίων υπήρξε η πρώτη έμπρακτη αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας από την Τουρκία και σηματοδότησε την αφετηρία μιας νέας εποχής στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με το ξεδίπλωμα της θεωρίας των ”γκρίζων ζωνών” για ανατροπή του status quo στο Αιγαίο και καθορισμό προς όφελος της Τουρκίας των θαλασσίων ζωνών στην περιοχή.
Η θεωρία αυτή, σε συνδυασμό με τη μη αποδοχή από την Τουρκία της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, αποτελούν τους βασικούς άξονες στους οποίους στηρίζει την αναθεωρητική πολιτική της.
Η επιδίωξή της, το 1996, ήταν προφανές ότι δεν αφορούσε το έδαφος της μίας εκ των δύο βραχονησίδων, αλλά την επιβολή ενός status quo το οποίο πλέον δεν θα μπορούσε να αλλάξει χωρίς τη δική της συναίνεση.
”Τη στιγμή των Ιμίων έχουμε μια κορύφωση του καθεστώτος αμφισβήτησης βραχονησίδων και νησιών στο Αιγαίο, τα οποία η Τουρκία αμφισβητούσε ήδη από τη δεκαετία του 1950. Στην Κύπρο, τόσο τη δεκαετία του 1960 όσο και το 1974, ήταν σαν να χτυπούν ηχηρά καμπάνες για το τι μέλλει γενέσθαι. Μετά την Κύπρο οι πάντες ανέμεναν εξελίξεις στο Αιγαίο” λέει στο Magazine ο Δημήτρης Σταθακόπουλος, δρ. Παντείου Πανεπιστημίου (τουρκολόγος – οθωμανολόγος) και δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω.
Οπως εξηγεί, η τουρκάλα τότε πρωθυπουργός, Τανσού Τσιλέρ, ήταν θιασώτης αυτής της λίστας αμφισβήτησης και η κίνηση των τούρκων δημοσιογράφων -κατόπιν αντίστοιχης Ελλήνων- να υποστείλουν ελληνική σημαία από την Ανατολική Ίμια και να υψώσουν την τουρκική -είτε σκόπιμη είτε τυχαία- τής έδωσε την αφορμή. ”Φάνηκε αμέσως πως οι Τούρκοι ήταν έτοιμοι για κάτι τέτοιο. Δεν το σχεδίασαν επί τόπου, έψαχναν την αφορμή για να εφαρμόσουν ένα ευρύτερο σχέδιό τους. Τα Ίμια ήταν το εναρκτήριο λάκτισμα”.
O Σονέρ Τσαγαπτάι, διευθυντής του τουρκικού ερευνητικού προγράμματος στο Washington Institute και ιστορικός που ειδικεύεται στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αφού υπενθυμίζει πως Ελλάδα και Τουρκία είχαν άριστες σχέσεις από το 1930 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950, υπογραμμίζει στο Magazine πως το κυπριακό ζήτημα ήταν αυτό που συνέβαλε -και τελικώς έπαιξε καθοριστικό ρόλο- στην μετέπειτα προοδευτική επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
”Οι διαφωνίες σχετικά με τον εναέριο και θαλάσσιο χώρο στο Αιγαίο, απόρροια των οποίων ήταν και η κρίση των Ιμίων, σχετίζονται με την επιδείνωση των διμερών σχέσεων από τα μέσα της δεκαετίας του 1950”.
Η συμφωνία της Μαδρίτης
Ενάμιση χρόνο μετά τα Ίμια, και πιο συγκεκριμένα στις 6 Ιουλίου 1997, η ελληνική αντιπροσωπεία φτάνει στη Μαδρίτη για τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ με επικεφαλής τον τότε πρωθυπουργό, Κώστα Σημίτη. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Ρέππας, διαβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει προγραμματισμένη συνάντηση με τον τότε πρόεδρο της Τουρκίας, Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, όμως το ραντεβού έχει κανονιστεί με παρέμβαση των Αμερικανών.
Οι τελευταίοι ξεκίνησαν να λειτουργούν παρασκηνιακά από την επόμενη κιόλας του επεισοδίου στα Ίμια, και το «προμαγειρεμένο» κείμενο (σ.σ. όπως οι ίδιοι οι Αμερικανοί το χαρακτήρισαν και αποκαλύπτεται μέσα από το βιβλίο ”Η συμφωνία που γκρίζαρε το Αιγαίο: Από τα Ιµια στη Μαδρίτη”) που υπέγραψαν στις 8 Ιουλίου οι δύο ηγέτες είχε συμφωνηθεί αρκετές ημέρες προτού πέσουν οι τελικές υπογραφές.
Η συμφωνία της Μαδρίτης ουσιαστικά ενσωμάτωσε, έναντι έωλων ”δεσμεύσεων” της Τουρκίας, το ίδιο το casus belli, καθώς η Ελλάδα δεσμεύτηκε για αποφυγή ”μονομερών ενεργειών”, όπως θεωρούσε η Τουρκία την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων, και συγχρόνως, λίγους μήνες μετά τα Ίμια και την προβολή της θεωρίας των ”γκρίζων ζωνών”, η ελληνική κυβέρνηση δήλωνε ότι αναγνωρίζει τα ”νόμιμα και ζωτικά” δικαιώματα της Τουρκίας στο Αιγαίο.
Εκτοτε, σύμφωνα με τον κ. Σταθακόπουλο, η Τουρκία είναι πλήρως αναθεωρητική δύναμη. ”Μας το έδειχνε και το δείχνει, πλέον παρενοχλεί και απαιτεί επί του πεδίου, ενώ ψάχνει και νομικά ερείσματα ούτως ώστε τάχα μου οι απαιτήσεις της να εδράζονται στο Διεθνές Δίκαιο, σε μια υποκειμενική ερμηνεία”.
Όπως σπεύδει να επισημάνει ”η γείτονα βλέπει ότι η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να συγκρουστεί. Κι αυτό μπορεί να είναι σωστό μεν στο πλαίσιο του σύγχρονου κόσμου και του Διεθνούς Δικαίου, πλην όμως κράτη σαν την Τουρκία με αναθεωρητικό πρόσημο και επιθετική ψυχολογία το αντιλαμβάνονται ως αδυναμία, υπό τη λογική ότι όποιος δεν μπορεί επικαλείται το Διεθνές Δίκαιο, και όποιος μπορεί πράττει”.
”Οι παγιωμένες διαφωνίες για το Αιγαίο” σύμφωνα με τον κ. Τσαγαπτάι ”έχουν πλέον επεκταθεί και στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου προκύπτουν ζητήματα ενεργειακής εκμετάλλευσης και κυριαρχίας. Από το κάδρο δεν πρέπει να βγει η Λιβύη, καθώς και η απομόνωση της Τουρκίας από το κουαρτέτο Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ – Αιγύπτου”.
Το αφήγημα της ”Γαλάζιας Πατρίδας”
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, από την κρίση των Ιμίων κι έπειτα ήρθε το σταδιακό ξεδίπλωμα του αφηγήματος της ”Γαλάζιας Πατρίδας”, στο οποίο εντάσσεται το τουρκολιβυκό μνημόνιο και η προσπάθεια αμφισβήτησης ελληνικής κυριαρχίας σε νησιά του ανατολικού Αιγαίου.
Στην Άγκυρα, η επίκληση της ”Γαλάζιας Πατρίδας” σημαίνει την προσπάθεια της Τουρκίας να γίνει θαλάσσια δύναμη αλλά με όρους και προθέσεις κατάκτησης ζωτικού χώρου. Σε αυτή τη βάση, η κυβέρνηση Ερντογάν επιμένει να δηλώνει ότι ”αν η Ελλάδα δεν αλλάξει στάση” ως προς την ”στρατιωτικοποίηση”, θα τεθεί υπό αμφισβήτηση η ελληνική κυριαρχία των νησιών του ανατολικού Αιγαίου.
Με άλλα λόγια, η Τουρκία επιχειρεί τώρα να ”γκριζάρει” όχι πια περιοχές και βραχονησίδες όπως τα Ίμια, αλλά μεγάλα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου. Με στόχο να αφεθούν χωρίς άμυνα ώστε στην κατάλληλη συγκυρία η τουρκική αποβατική δύναμη απέναντι να επιχειρήσει την κατάληψη ενός νησιού και να ακολουθήσει διαπραγμάτευση, με την Ελλάδα όμως σε μειονεκτική θέση.
Πάντως, σύμφωνα με τον κ. Τσαγαπτάι, ένα τέτοιο σενάριο συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες, καθώς η ένοπλη σύγκρουση θα αποδεκάτιζε τις οικονομίες και των δύο πλευρών. ”Νομίζω ότι θα δούμε κλιμάκωση της ρητορικής το επόμενο διάστημα, από τη στιγμή που οι εκλογές στις δύο όχθες του Αιγαίου θα συμπέσουν, ωστόσο ο πόλεμος φαντάζει αδύνατος”.
Απέναντι σε αυτή την αναθεωρητική δύναμη, η Αθήνα -χωρίς να διολισθαίνει στο πεδίο του παραλογισμού και της επιθετικότητας- διαμηνύει ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας μπορούν να αποκατασταθούν μόνο σε περίπτωση που η πρώτη εγκαταλείψει την αναθεωρητική ατζέντα. Τα τελευταία χρόνια, δε, έχει συνάψει μια σειρά από σημαντικές συμφωνίες (ΗΠΑ, Γαλλία, Αίγυπτος), που ενισχύουν το γεωπολιτικό αποτύπωμα της χώρας και αναγνωρίζουν το αυτονόητο της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδος. Είναι, όμως, ικανές να αποτελέσουν «ασπίδα» έναντι ενδεχόμενης τουρκικής απειλής;