H πανδημία γέρασε κατά τουλάχιστον 3 χρόνια τους εγκεφάλους των εφήβων
Μελέτη που έκανε το Stanford αποκάλυψε πως η πανδημία είχε συνέπειες στους εγκεφάλους των εφήβων, όμοιες με εκείνες που παρατηρούνται σε παιδιά που βιώνουν βία και παραμέληση.
- 06 Δεκεμβρίου 2022 13:54
Η πανδημία είχε οδήγησε τους εγκεφάλους των εφήβων σε πρόωρη γήρανση, κατά τουλάχιστον 3 χρόνια και είχε συνέπειες όμοιες με εκείνες που παρατηρούνται σε παιδιά που βιώνουν βία και παραμέληση.
Aυτό έδειξε μελέτη που έκανε το Stanford University. Ξεκίνησε πριν οκτώ χρόνια, με αρχικό στόχο την κατανόηση του λόγου που τα έφηβα κορίτσια έχουν υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης από τα αγόρια της ίδιας ηλικίας.
Το πλάνο ήταν να εξεταστούν -με μαγνητικές τομογραφίες εγκεφάλων– οι επιπτώσεις του στρες της πρώιμης ζωής στους νεότερους εγκεφάλους και κλινικά αποτελέσματα όπως το άγχος και ο αυτοκτονικός ιδεασμός.
Οι 163 συμμετέχοντες υποβάλλονταν στην ίδια εξέταση κάθε δυο χρόνια -τέσσερις διαφορετικές φορές.
Όταν ξέσπασε η πανδημία η μελέτη σταμάτησε, στα μέσα του τρίτου γύρου, για 10 μήνες.
Στην επιστροφή, οι επιστήμονες αποφάσισαν να εξετάσουν αν οι συμμετέχοντες ήταν ίδιοι, όπως πριν την εμφάνιση του Covid. Δεν ήταν.
Όπως αναφέρεται στη δημοσίευση της μελέτης, οι μισές μαγνητικές τομογραφίες εγκεφάλων έγιναν πριν την πανδημία και άλλες μισές μετά.
Η ομάδα του ‘μετά’ εμφάνισε πρόωρη γήρανση, κατά τουλάχιστον 3 με τέσσερα χρόνια.
Ο εγκέφαλος ενός 16χρονου κοριτσιού έγινε ισοδύναμος με αυτόν ενός 19χρονου ή 20χρονου κοριτσιού, στην προ COVID εποχή. Παρατηρήθηκε διεύρυνση του ιππόκαμπου, που θεωρείται το κέντρο της μνήμης και της μάθησης και της αμυγδαλής, η οποία επεξεργάζεται τα συναισθήματα.
Οι ίδιοι νέοι ήταν επίσης, πιο πιθανό να αναφέρουν σοβαρό άγχος, κατάθλιψη και εσωτερικευμένα προβλήματα ψυχικής υγείας.
Οι συγγραφείς της μελέτης σημειώνουν πως η επιταχυνόμενη γήρανση του εγκεφάλου δεν είναι απαραίτητα κάτι κακό, εν τούτοις δημιουργεί ανησυχητικές προκλήσεις συμπεριφοράς για την υγεία.
Για αυτό και οι καθ’ ύλην αρμόδιοι θα παρακολουθήσουν ξανά τους συμμετέχοντες σε δύο χρόνια, ώστε να δουν εάν η γήρανση συνεχίζει να επιταχύνεται ή εάν το φαινόμενο επιβραδύνεται με λιγότερους παράγοντες άγχους πανδημίας.
Όπως δήλωσε στο Axios ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, καθηγητής ψυχολογίας στη Σχολή Ανθρωπιστικών και Επιστημών και διευθυντής του Εργαστηρίου Νευροανάπτυξης, Επιρροής και Ψυχοπαθολογίας του Stanford, Ian Gotlib “πρόκειται για παιδιά 16, 18 χρόνων. Δεν ατροφούν με την ανησυχητική έννοια του όρου. Για μένα, αιτία ανησυχίας είναι τα υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης και άγχους και θλίψης. Αυτά κάνουν ακόμα πιο σημαντικό το να βρούμε τρόπο να τα αντιμετωπίσουμε”.
Ο εγκέφαλος δεν διαγράφει ποτέ τις τραυματικές εμπειρίες
Το κλείσιμο των σχολείων και ο αποχωρισμός από τους συνομηλίκους, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, δημιούργησε μια μορφή τοξικού στρες στους εφήβους, όπως είπε στο Axios ο John Richardson-Lauve, διευθυντής ψυχικής υγείας στο ChildSavers (μη κερδοσκοπική εταιρεία που επικεντρώνεται στη θεραπεία των τραυμάτων, παιδιών που ζουν σε περιοχές χαμηλού εισοδήματος).
Αυτό είναι κάτι που μπορεί να οδηγήσει στο να έχει ένα άτομο λιγότερο έλεγχο της αμυγδαλής του, κάτι που προκαλεί αντίδραση μάχης ή φυγής σε τραυματικές καταστάσεις.
Όσο για τον ιππόκαμπο, το να βιώνεις αντιξοότητες μπορεί να σημαίνει πως επεξεργάζεσαι τις αναμνήσεις με διαφορετικό τρόπο και με μη γραμμικό τρόπο, ως μια μορφή αντιμετώπισης.
Ενώ ο εγκέφαλος έχει την ικανότητα να θεραπεύεται και να ανακάμπτει “δεν μπορούμε ποτέ να διαγράψουμε τα γεγονότα του τραύματος της εμπειρίας” τονίζει ο Richardson-Lauve. Δηλαδή, “τα πράγματα δεν επιστρέφουν ποτέ στο φυσιολογικό, έπειτα από άσχημα πράγματα. Αυτός είναι ένας μύθος”.
Οι επιπτώσεις είναι δεδομένες
Ο Gotlib πρόσθεσε ότι οι ερευνητές προσπαθούν να συγκρίνουν σαρώσεις εγκεφάλου εφήβων που είχαν ασθενήσει με COVID με εκείνες εφήβων που δεν μολύνθηκαν με τον ιό.
Οι σαρώσεις 10 ατόμων που προσβλήθηκαν από κορονοϊό φάνηκαν να είναι χειρότερες από αυτές των μη μολυσμένων ατόμων.
Ακόμη και όταν αυτοί οι νέοι αποκλείστηκαν από τη μελέτη, η φυσιολογική γήρανση που παρατηρήθηκε στους εφήβους που μελετήθηκαν δεν άλλαξε.
Ο καθηγητής ψυχολογίας του Stanford κατέληξε στο ότι δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν οι αλλαγές είναι μόνιμες και πως “δεν ξέρω πόσο μακριά θα φτάσουν αυτές οι επιπτώσεις, αλλά σίγουρα είναι εδώ, τώρα”.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις