ΤΟ ΒΕΛΓΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ΠΗΓΑΙΝΕ ΤΟΥΣ ΧΟΥΛΙΓΚΑΝ ΓΙΑ ΟΡΕΙΒΑΣΙΑ
Ο Άλκης Καμπανός ήταν θύμα μιας τυφλής επίθεσης χούλιγκαν. Το ελληνικό κράτος διαχρονικά αδιαφορεί για τους οπαδικούς στρατούς. Δύο ειδικοί εξηγούν πώς έλυσαν το πρόβλημα οι Βέλγοι και οι Άγγλοι, μετά τις τραγωδίες σε Χέιζελ και Χίλσμπορο.
Η δολοφονία του Άλκη Καμπανού δεν ήταν ραντεβού μεταξύ χούλιγκαν ούτε οπαδική συμπλοκή. Δώδεκα οπλισμένοι επιτέθηκαν τυχαία σε πέντε άοπλους, επειδή υποστήριζαν άλλη ομάδα. Σύμφωνα με τη δικογραφία, οι κατηγορούμενοι συγκεντρώθηκαν σε έναν σύνδεσμο οργανωμένων, πήραν μαχαίρια, στειλιάρια κι ένα δρεπάνι, έκλεισαν τα κινητά τους τηλέφωνα και επιτέθηκαν στα τυφλά. Ο Άλκης είναι θύμα μιας τυφλής επίθεσης χούλιγκαν.
Λίγες μέρες μετά, η κυβέρνηση ανακοίνωσε τέσσερα μέτρα για την αντιμετώπιση της αθλητικής βίας. Κανένα από αυτά δεν εφαρμόστηκε απόλυτα: Οι περισσότεροι σύνδεσμοι των οργανωμένων οπαδών έκλεισαν στη Θεσσαλονίκη, όμως δεν συμβαίνει το ίδιο στην Αθήνα. Τα συστήματα καμερών στα γήπεδα δεν αναβαθμίστηκαν. Αστυνομικοί κάνουν εκπαιδεύσεις και κατά καιρούς συλλαμβάνουν χούλιγκαν, όμως κανείς ενδιαφέρεται να μάθει με ποιους μιλούν όλοι αυτοί και ποιος τους δίνει την αίσθηση ασυλίας. Τέλος, η νομοθεσία για την αθλητική βία αυστηροποιήθηκε. Το ίδιο είχε συμβεί και στο παρελθόν, όπως προκύπτει χωρίς αποτέλεσμα.
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ
Η Αναστασία Τσουκαλά, ομότιμη Καθηγήτρια Εγκληματολογίας του Université Paris-Saclay, η οποία μελετά για χρόνια το φαινόμενο του χουλιγκανισμού στην Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη, εξηγεί στο Magazine ότι σε όλες τις χώρες υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής- η αναζήτηση ταυτότητας όσων συμμετέχουν στα επεισόδια. «Η πρώτη ταυτότητα είναι η ένταξη στις λεγόμενες νεανικές υποκουλτούρες και, κατ’ επέκταση, η χειραφέτηση από την εξουσία των γονιών τους και η διαμόρφωση κοινωνικής ταυτότητας. Η δεύτερη ταυτότητα είναι η έμφυλη. Το βλέπουμε μέσα από την κανονικοποίηση στα γήπεδα των ομοφοβικών συνθημάτων και των χειρονομιών προς τους ποδοσφαιριστές και τους αντίπαλους οπαδούς».
«Μία τρίτη ταυτότητα είναι πολιτική, είτε προς την ακροδεξιά είτε προς την άκρα Αριστερά. Τα γήπεδα λειτουργούν ως πλατφόρμες αναμετάδοσης πολιτικών απόψεων. Εδώ θα πρέπει να προσέξουμε, γιατί η πολιτική ταυτότητα που εκδηλώνεται στην κερκίδα μπορεί να είναι υπαρκτή ή απλώς ένα φαντασιακό», εξηγεί η κυρία Τσουκαλά. Η ίδια προσθέτει κάτι ακόμη σημαντικό: «Η τελευταία ταυτότητα είναι η παραβατική. Πολλές φορές έχουμε οπαδούς που εμπλέκονται σε παράνομες δραστηριότητες. Στην Ελλάδα είναι κυρίως η διακίνηση ναρκωτικών. Οπότε, συμπλοκές υπό τον μανδύα της οπαδικής αντιπαλότητας, στην πραγματικότητα ενδέχεται να είναι ξεκαθαρίσματα λογαριασμών».
Οργανωμένοι οπαδοί, κάποιοι ενεργοί και άλλοι που έχουν απομακρυνθεί, περιγράφουν στο Magazine την ιδιότυπη ώσμωση μεταξύ χούλιγκαν και ΠΑΕ. «Διακεκριμένα μέλη της κερκίδας αναλαμβάνουν θέσεις σεκιούριτι στο γήπεδο. Αυτό τους εξασφαλίζει ένα καλό μεροκάματο και έχει κάποια νόημα, γιατί ο λόγος τους μετράει, επομένως θεωρητικά μπορούν να αποτρέψουν επεισόδια», είπε οργανωμένος σε σύνδεσμο που έκλεισε μετά τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού. «Το μεγάλο πρόβλημα ξεκινά όταν οι καλύτεροι μεταξύ των οργανωμένων προσλαμβάνονται σε ανώτερες θέσεις στις ΠΑΕ. Τα χρήματα είναι περισσότερα και όλοι πιστεύουν ότι μπορούν να τους μοιάσουν».
ΟΙ ΧΟΥΛΙΓΚΑΝ ΚΑΝΟΥΝ ΚΑΓΙΑΚ
Η καθηγήτρια Τσουκαλά αποδίδει τη διαχρονική αδιαφορία του ελληνικού κράτους να εμπνευστεί από επιτυχημένες πολιτικές διαχείρισης στο εξωτερικό, στο γεγονός ότι για τη σοβαρή αντιμετώπιση του χουλιγκανισμού απαιτείται συστηματική εφαρμογή μακροπρόθεσμων προληπτικών πολιτικών που ενδέχεται να χρειαστούν 15-20 χρόνια για να αποφέρουν καρπούς. Καμία ελληνική κυβέρνηση δεν θα έμπαινε στον κόπο να κάνει «δώρο» το θετικό αποτέλεσμα σε εκείνους που θα βρίσκονται στα πράγματα μετά από δύο δεκαετίες.
«Η πλέον επιτυχημένη περίπτωση διαχείρισης είναι το Βέλγιο, όπου η τραγωδία του Χέιζελ το 1985 ήταν κομβική», εξηγεί η κυρία Τσουκαλά. Οι Βέλγοι ξεκίνησαν το 1988 μια πρωτοβουλία πρωτογενούς πρόληψης, χρηματοδοτούμενη από το κράτος. Σχημάτισαν ομάδες, που απαρτίζονταν πρωτίστως από κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους και πανεπιστημιακούς. Σκοπός τους ήταν να μη δοθεί η σκυτάλη της βίας στις επόμενες γενιές και το πέτυχαν. Το 1999, οι κατευθυντήριες γραμμές αυτής της πρωτοβουλίας υιοθετήθηκαν στις σχετικές συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης.
«Οι Βέλγοι πλαισίωσαν τους οπαδούς, βοηθώντας τους στο επίπεδο του επαγγελματικού προσανατολισμού και των δικαιωμάτων που είχαν ως πολίτες. Για παράδειγμα, αγνοούσαν τον τρόπο με τον οποίο μπορούσαν να αιτηθούν ένα κοινωνικό επίδομα ή την παρακολούθηση επιμορφωτικών σεμιναρίων. Πιο απλά, τους βοήθησαν να ενταχθούν θετικά στην κοινωνία», περιγράφει η κυρία Τσουκαλά.
«Ένα άλλο σταθερό σημείο ήταν ότι οι ειδικοί στο Βέλγιο αποδόμησαν τη βία, εξηγώντας ότι δεν είναι δύναμη, αλλά αδυναμία. Την ίδια στιγμή, γνωρίζοντας ότι αυτά τα παιδιά έχουν ανάγκη από διεγερτικές εμπειρίες, τους τις πρόσφεραν μέσα από ριψοκίνδυνα σπορ. Τους συνόδευαν σε εκδρομές για ορειβασία και καγιάκ, ακόμη και σε πτώσεις με αλεξίπτωτο. Αυτό λειτουργούσε και υπόγεια. Τα ίδια παιδιά, ανάμεσά τους οι πιο σκληροί χούλιγκαν, οικειοθελώς αποδέχονταν πλαισίωση και πειθαρχία. Για να πέσεις με αλεξίπτωτο, πρέπει να ακούσεις τι θα σου πει ο εκπαιδευτής».
Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΩΣ «ΛΥΣΗ»
Πριν από λίγες μέρες η βρετανική αστυνομία ζήτησε «συγγνώμη» για τα αμέτρητα ψέματα που είχε πει στις οικογένειες των 97 ανθρώπων, οι οποίοι έχασαν τη ζωή τους το 1989 στην τραγωδία του Χίλσμπορο. Χρειάστηκαν περισσότερο από τρεις δεκαετίες για να ειπωθούν επίσημα όσα χρειάζονται για την επούλωση αυτού που περιγράφεται ως ανοιχτή πληγή στο θυμικό των οπαδών στην Αγγλία.
«Μετά την τραγωδία στο Χίλσμπορο, βελτιώσαμε τα γήπεδα. Με καλύτερα αστυνομικά κέντρα ελέγχου στις εγκαταστάσεις τους και καλύτερα συστήματα καμερών. Ξεφορτωθήκαμε, επίσης, τις προβληματικές περιοχές γύρω από τα γήπεδα, όπου οι οπαδοί έρχονταν σε σύγκρουση», λέει στο Magazine σε κλήση μέσω Zoom ο Τζεφ Πίρσον, καθηγητής Νομικής στο πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ και πρώην σύμβουλος της UEFΑ σε θέματα χουλιγκανισμού. «Πρέπει να κάνεις ένα βήμα πίσω. Να σκεφτείς τη νομοθεσία, την αστυνόμευση, τα γήπεδα κι επιπλέον ότι η πολιτική που ακολουθείς γίνεται αποδεκτή από τους οπαδούς – διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος της κατάστασης “εμείς” και “αυτοί”».
Ο Πίρσον θεωρεί κλειδί τις μεθόδους αστυνόμευσης του πλήθους που μπορεί να προκαλέσει ταραχές. «Στην Αγγλία περάσαμε από την αντιδραστική επίδειξη δύναμης της Αστυνομίας στην αστυνόμευση που ξεκινούσε από συλλογή πληροφοριών από τις υπηρεσίες (“intelligence-led policing)”», εξηγεί. «Αυτό βασίστηκε στην προσπάθεια εντοπισμού όσων προκαλούσαν προβλήματα και τη διασφάλιση ότι οι υπόλοιποι θα αντιμετωπίζονταν όπως οι πελάτες σε οποιαδήποτε άλλη εκδήλωση αναψυχής».
Μετά την τραγωδία του Χέιζελ, το 1985, οι αγγλικές ομάδες έμειναν για πέντε χρόνια εκτός ευρωπαϊκών κυπέλλων. Κατά τη διάρκεια αυτής της πενταετίας έγιναν κοσμογονικές αλλαγές στο βρετανικό ποδόσφαιρο. Τα περισσότερα γήπεδα, που ήταν χτισμένα τον 19ου αιώνα, γκρεμίστηκαν για να ξαναχτιστούν ή να ανακαινιστούν ριζικά. «Οι ομάδες έπρεπε να αποσβέσουν την επένδυση. Ένα από τα βασικά κριτήρια ήταν να αλλάξει εντελώς η σύνθεση του κοινού που θα πήγαινε πλέον στο γήπεδο και που μέχρι τότε ήταν πρωτίστως εργατικής καταγωγής», εξηγεί στο Magazine η ομότιμη Καθηγήτρια Εγκληματολογίας στο Université Paris-Saclay, Αναστασία Τσουκαλά.
Αυτό συνέβη με την αύξηση του κόστος του εισιτηρίου και τη σταδιακή εδραίωση των καρτών διαρκείας. «Με καπιταλιστικούς όρους, αποκλείστηκε η εργατική τάξη. Αντίθετα, οι σύλλογοι προσέλκυσαν ένα μεσοαστικό κοινό, για το οποίο έκαναν τα πάντα ώστε να μετατραπεί σε καταναλωτή και το πέτυχαν. Η κατανάλωση εντός των γηπέδων αυξήθηκε κατακόρυφα. Το κοινό αυτό είχε άλλη συμπεριφορά» σημειώνει η κυρία Τσουκαλά, τονίζοντας μια αθέατη πτυχή της διαχείρισης του χουλιγκανισμού στην Αγγλία.
Το πρόβλημα μεταφέρθηκε στις παμπ που αναμετέδιδαν τους αγώνες και στα πρωταθλήματα μικρότερων κατηγοριών, που δεν ενδιέφεραν, στην αρχή τουλάχιστον, την UEFA και παράλληλα δεν είχαν εθνική τηλεοπτική ή άλλη μηντιακή κάλυψη. Εδραιώθηκε, έτσι, η λανθασμένη άποψη ότι η αστυνομική καταστολή έλυσε το πρόβλημα στην Αγγλία, ενώ στην πραγματικότητα αυτό μετατοπίστηκε και κατέστη εν πολλοίς «αόρατο».
Ο ΒΟΛΟΣ
Οι παραπάνω σειρές γράφονται ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη στον Βόλο η δίκη 36 οπαδών της ΑΕΚ και του ΠΑΟΚ για τα σοβαρά επεισόδια στον τελικό Κυπέλλου Ελλάδας το 2017. Ο αγώνας θα μείνει στην ιστορία για τις συγκρούσεις μεταξύ χούλιγκαν στην περίφημη αφύλακτη πεζογέφυρα που ενώνει τα δύο πέταλα του γηπέδου, σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση. Τραυματίστηκαν περισσότερα από 50 άτομα, προκλήθηκαν ζημιές δεκάδων χιλιάδων ευρώ και το άθλημα δυσφημίστηκε.
Υπήρχε κάτι χειρότερο. Από τον φάκελο της υπόθεσης που αποκάλυψε το Magazine προκύπτει ότι γήπεδο του Βόλου δεν είχε την απαιτούμενη άδεια λειτουργίας έως και λίγα 24ωρα πριν από την έναρξη του τελικού. Ο τοπικός αστυνομικός διευθυντής προειδοποίησε δύο φορές την ΕΠΟ και το Υπουργείο Αθλητισμού. Τη μέρα του αγώνα το προσωπικό ασφαλείας δεν ήταν στη θέση του, μάλιστα καταγγέλθηκε ότι απασχολήθηκαν υπάλληλοι χωρίς την απαιτούμενη πιστοποίηση, πολλοί εκ των οποίων φέρεται να εργάστηκαν ανασφάλιστοι. Όταν ξεκίνησαν τα επεισόδια, κανείς δεν γνώριζε ποιος είχε τα κλειδιά των μεταλλικών χωρισμάτων μεταξύ των κερκίδων, που εντέλει ξηλώθηκαν.
Στις εισόδους του γηπέδου του Βόλου ελέγχθηκαν εκείνη τη μέρα τα εισιτήρια 7.000 ανθρώπων από τους συνολικά 22.000 που παρακολούθησαν τον αγώνα.