Eteron: Τι συζητήθηκε στην εκδήλωση “The Roof is on fire – Ενοίκια, Κατοικία, Πολιτικές”

Eteron: Τι συζητήθηκε στην εκδήλωση “The Roof is on fire – Ενοίκια, Κατοικία, Πολιτικές”
Εκδήλωση του Eteron Eteron

Οι δύο κύκλοι συζητήσεων της εκδήλωσης του Eteron - Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή με θέμα τα ενοίκια, την κατοικία και τις πολιτικές.

Το Eteron – Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή πραγματοποίησε την Τετάρτη (15/12), εκδήλωση με θέμα «The Roof is on fire |  Ενοίκια – Κατοικία – Πολιτικές», η οποία περιελάμβανε δύο κύκλους συζητήσεων.

Στο πρώτο μέρος συμμετείχαν ο Θεόδωρος Μητράκος, διευθυντής-σύμβουλος και πρώην υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας και ο Βλάσης Μισσός, ερευνητής στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών. Στο δεύτερο μέρος συμμετείχαν ο Θωμάς Μαλούτας, ομότιμος καθηγητής στο τμήμα Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, η Εύα Μπεταβατζή, μέλος της ομάδας συντονισμού του Ευρωπαϊκού Συνασπισμού Δράσης για τα δικαιώματα στη στέγαση και την πόλη – EAC και η  Δήμητρα Σιατίτσα, δρ. αρχιτεκτονικής – πολεοδομίας, ερευνήτρια σε θέματα κατοικίας και πόλης. Τον συντονισμό και των δύο συζητήσεων έκανε ο Γιώργος Λιάλιος, δημοσιογράφος στην εφημερίδα Καθημερινή με ειδίκευση σε περιβαλλοντικά, πολεοδομικά και χωροταξικά ζητήματα. Χαιρετισμό απηύθυνε ο διευθυντής του Eteron, Γαβριήλ Σακελλαρίδης.

Κατά τον πρώτο κύκλο, με τίτλο «Αγορά ακινήτων και κοινωνικές επιπτώσεις», συζητήθηκαν τα οικονομικά δεδομένα και οι τάσεις της κτηματαγοράς στην Ελλάδα, οι αλλαγές που παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια και οι επιπτώσεις τους στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και το βιοτικό τους επίπεδο. Ο Θεόδωρος Μητράκος ξεκίνησε την τοποθέτηση του παρουσιάζοντας ορισμένα δεδομένα γύρω από την κατοικία στην Ελλάδα, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι τα 4/5 του πλούτου των ελληνικών νοικοκυριών είναι σε ακίνητα, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στη χώρα προσεγγίζει το 75% και το 23% των ιδιοκτητών κατοικίας έχει οικονομικές υποχρεώσεις (δάνειο ή υποθήκη). Ο ίδιος υπογράμμισε ακόμη ότι υπάρχει χαμηλή κινητικότητα με ισχυρή μεταβίβαση μεταξύ γενεών, ενώ εστιάζοντας στα χαρακτηριστικά των κατοικιών σημείωσε πως το απόθεμα των 6,5 περίπου εκατ. ακινήτων είναι χαμηλής ενεργειακής κλάσης και μεγάλης ηλικίας (το 95% των κατοικιών είναι άνω των 15 ετών και το 85% άνω των 20 ετών).

«Η άνοδος των τιμών της ενέργειας και των πρώτων υλών επηρεάζει αρνητικά την κατασκευαστική δραστηριότητα και την προσφορά νέων κατοικιών. Οι ανατιμήσεις αυτές περνούν σταδιακά στις τιμές των ακινήτων» πρόσθεσε ο κ. Μητράκος. Παράλληλα τόνισε ότι η κτηματομεσιτική αγορά στην Ελλάδα δεν επηρεάστηκε ιδιαίτερα από την υγειονομική κρίση καθώς η χώρα μας δεν ακολούθησε το ράλι τιμών που υπήρξε όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως. Κατά τον ίδιο, αυτό που η πανδημία μετέβαλε σε έναν βαθμό είναι τα χαρακτηριστικά της ζήτησης, καθώς πλέον αναζητείται μεγαλύτερη κατοικία και όχι κατ’ ανάγκη κοντά στην εργασία (τηλεργασία, ευέλικτοι χώροι κ.λπ.). Ο κ. Μητράκος παρατήρησε ακόμη ότι η μείωση του ποσοστού ιδιοκατοίκησης για τους νέους και τις νέες, αποτελεί μία σαφή μακροχρόνια τάση για την Ελλάδα και άλλες ανεπτυγμένες χώρες, με την εργασιακή επισφάλεια και τα χαμηλά εισοδήματα να είναι η κύρια αιτία που συμβαίνει κάτι τέτοιο.

Ο διευθυντής-σύμβουλος και πρώην υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας χαιρέτισε το γεγονός ότι το στεγαστικό πρόβλημα έχει αναγνωριστεί και πλέον κατατίθενται συγκεκριμένες προτάσεις στον δημόσιο διάλογο. Ωστόσο, σε ερώτηση του δημοσιογράφου Γιώργου Λιάλιου για το πώς μπορεί να διορθωθεί η ανισορροπία στο ζήτημα της στέγασης, σχολίασε πως η χώρα δεν εχει στεγαστική πολιτική και το κράτος θα έπρεπε να παρέμβει στην αγορά ενοικίου και τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, να παίξει δηλαδή τον ρυθμιστικό του ρόλο. Τέλος σημείωσε πως η Ελλάδα δεν διαθέτει κοινωνική κατοικία και δυστυχώς είναι πρωταθλήτρια αμέλειας ως προς την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.

Με τη σειρά του ο Βλάσης Μισσός αναφέρθηκε στις αντοχές της αγοράς, την ώρα που οι πολίτες βλέπουν τα εισοδήματά τους να συρρικνώνονται. Όπως τόνισε ο πολυκλάδος των FIRE – δηλαδή Finance, Insurance και Real Estate – είναι ένας παράγοντας που ενισχύει την οικονομική ανισότητα στην Ελλάδα. «Μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., η Ελλάδα έχει πλέον το υψηλότερο ποσοστό του FIRE και μέσα στην κρίση είχε την υψηλότερη αύξηση αυτού του πολυκλάδου» είπε χαρακτηριστικά, συμπληρώνοντας ότι το ζήτημα του FIRE είναι σημαντικό γιατί συνδέεται με το ζήτημα της χρηματιστικοποίησης της κατοικίας, δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο η κατοικία μετατρέπεται σε επενδυτικό προϊόν. 

Ο ερευνητής στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών πρόσθεσε ακόμη ότι από το 2008 οι μισές δαπάνες του πιο φτωχού νοικοκυριού κατευθύνονται στη στέγαση, υπογραμμίζοντας πως έκτοτε την μεγαλύτερη πίεση δέχονται τα νοικοκυριά που βρίσκονται χαμηλά στην εισοδηματική κλίμακα. Στην ανάλυσή του αναφέρθηκε επίσης στην οικονομική κρίση, τονίζοντας πως η Ελλάδα στην προηγούμενη φάση μπήκε πιο αργά στην κρίση διότι δεν είχε συντελεστεί πλήρως η νεοφιλελεύθερη μεταβολή που είχε συμβεί σε άλλες χώρες. Αυτή η μεταβολή ωστόσο είναι παρούσα πλέον, επιταχύνεται και στη φάση της επόμενης κρίσης θα μας αφήσει ανοχύρωτους/ες. «Η επόμενη κρίση θα είναι άμεση και δεν υπάρχει ουσιαστική προστασία στον πληθυσμό» είπε χαρακτηριστικά. Συμπλήρωσε ακόμη ότι, σε επίπεδο λύσεων, θα πρέπει να υπάρξουν πραγματικές παρεμβάσεις που θα στέλνουν το σωστό μήνυμα, ότι δηλαδή η κατοικία είναι κοινωνικό αγαθό.

Εκδήλωση του Eteron Eteron

 

Κατά τον δεύτερο κύκλο της συζήτησης, με θέμα «Αναζητώντας απαντήσεις στη στεγαστική κρίση», ο Θωμάς Μαλούτας εξήγησε πως δεν είναι εύκολο να ορίσουμε τον συνολικό αριθμό των ανθρώπων που αναζητούν και δυσκολεύονται να βρουν αξιοπρεπή και οικονομικά προσιτή κατοικία (στο ενοίκιο). Σημείωσε πως έχει μεγάλη σημασία το γεγονός ότι το στεγαστικό ζήτημα έχει μπει ενεργά στον δημόσιο διάλογο και αναφερόμενος στο σχέδιο νόμου της κυβέρνησης για τη στέγαση, υποστήριξε πως δημιουργεί κάποιες διεξόδους αλλά συνολικά πρόκειται για έναν προχειροφτιαγμένο νόμο που προσπαθεί την τελευταία στιγμή να απαντήσει σε ορισμένα ζητήματα.

Ειδικότερα, η κριτική του ομότιμου καθηγητή του Χαροκοπείου επικεντρώθηκε στην μικρή κάλυψη που έχει το νομοσχέδιο, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στην περίπτωση του προγράμματος «Σπίτι μου», το οποίο δεν καλύπτει ούτε το 10% των ανθρώπων που ψάχνουν σπίτι.

Ακολούθως, η Δήμητρα Σιατίτσα επισήμανε πως το στεγαστικό αναδεικνύεται πλέον και στην Ευρώπη ως σημαντικό ζήτημα, ειδικά σε μια χρονική συγκυρία που παρατηρείται μεγάλη αύξηση του κόστους διαβίωσης. Αναφερόμενη στις κυβερνητικές πρωτοβουλίες και το νομοσχέδιο, σχολίασε πως οι απαντήσεις που δίνονται από τις κυβερνήσεις προκύπτουν από την πολιτική τοποθέτηση και τις προτεραιότητές τους, ενώ εξήγησε πως το βασικό πρόβλημα είναι ότι δεν δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για μια μακροχρόνια δημόσια παρέμβαση.

Επίσης η ερευνήτρια σε θέματα κατοικίας και πόλης, επικαλούμενη την ευρωπαϊκή εμπειρία, εξήγησε ότι στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. υπάρχει μεγαλύτερη διαθεσιμότητα και πόροι συνολικά για κοινωνική πολιτική. Μάλιστα, συχνά οι πόροι αυτοί δίνονται και στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης. «Είναι όμως οι πόροι αυτοί αποτελεσματικοί; Το θέμα είναι να διαμοιράζονται με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και βιωσιμότητας,» τόνισε.

Σε ερώτηση του κοινού σχετικά με το αν μπορεί να εφαρμοστεί το πλαφόν στα ενοίκια, η κ. Σιατίτσα απάντησε πως στην Ελλάδα υπάρχει σχετικό προηγούμενο, το ενοικιοστάσιο. Όπως τόνισε, «έχει στιγματιστεί πολύ στην Ελλάδα, διότι καταγράφηκε ιστορικά ως ένα ανάχωμα στην ανάπτυξη της αγοράς, ωστόσο θα πρέπει να το σκεφτούμε. Επίσης υπάρχουν πολλά, διαφορετικά μοντέλα ελέγχου των ενοικίων.».

Τέλος, η Εύα Μπεταβατζή αναφέρθηκε στη σύγκρουση ανάμεσα στο δικαίωμα στη στέγαση και την ελευθερία του επιχειρείν. «Υπάρχει μια σύγκρουση ανάμεσα στο δικαίωμα μας να ζούμε και στο δικαίωμα των επενδυτών να παράγουν κέρδος» είπε χαρακτηριστικά. Η ίδια αναφέρθηκε σε μια σειρά κινημάτων διαμαρτυρίας στην Ευρώπη, για παράδειγμα ενάντια στους πλειστηριασμούς και τις εξώσεις αλλά και την αύξηση της χρηματιστικοποίησης της κατοικίας και έκανε ειδική μνεία στην περίπτωση του Βερολίνου, όπου οι κάτοικοι κατάφεραν να παγώσουν την αύξηση των ενοικίων μέχρι το δικαστήριο να τους ακυρώσει την απόφαση. Όπως τόνισε η κ. Μπεταβατζή, μια μεγάλη νίκη ήταν και το δημοψήφισμα στο Βερολίνο (2019) για την απαλλοτρίωση χιλιάδων κατοικιών από τις μεγαλύτερες εταιρείες ακινήτων. Ως προς αυτό, αναμένεται η τελική απόφαση των αρμόδιων γερμανικών Αρχών.

Επισήμανε ακόμη, αναφερόμενη στην κοινωνικοποιημένη κατοικία (socialized housing), πως με αυτόν τον τρόπο υπάρχει μια πιο συμπεριληπτική κατοικία χωρίς ρατσισμό ή περιθωριοποίηση. «Οι χώρες που έχουν κοινωνική κατοικία και όχι μια αγορά ελεγχόμενη από λίγους παίκτες, δημιουργούν καλύτερες συνθήκες για το κοινωνικό σύνολο,» πρόσθεσε.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα