ΤΙ ΗΧΟΥΣ ΠΑΡΑΓΕΙ ΕΝΑ ΚΟΙΝΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΜΙΑΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ;
Ο Ορέστης Παπαϊωάννου και ο Αλέκος Λούντζης μιλούν στο NEWS 24/7 με αφορμή τη σύγχρονη όπερα η "Πτώση του οίκου των Κοινών" που θα παρουσιαστεί στις 29 και 30 Ιουνίου στην Πειραιώς 260.
Ο Ορέστης Παπαϊωάννου (μουσική σύνθεση) και ο Αλέκος Λούντζης (σύλληψη – δραματουργία – λιμπρέτο) δημιουργούν την “Πτώση του οίκου των Κοινών”, μια σύγχρονη όπερα για το «ραγισμένο οικοσύστημα των μεταμοντέρνων πόλεων», όπως τη βλέπουν οι δημιουργοί της. Θυμίζοντας όλο και περισσότερο αντανάκλαση σε σβηστή οθόνη υψηλής ευκρίνειας, το εσωτερικό των σύγχρονων διαμερισμάτων φιλοξενεί μια μυστήρια συνύπαρξη ανθρώπινης και τεχνητής νοημοσύνης. Όλα τα αγαθά παραδίδονται κατ’ οίκον, οι σχέσεις πλέκονται και ξεσπούν εντός, οι φαντασιώσεις ακούγονται σαν ringtone.
Συνομιλώντας με το αρχετυπικό διήγημα του Edgar Allan Poe «Η Πτώση του Οίκου των Άσερ», όπου οίκος και ένοικοι συγχωνεύονται σ’ ένα κλειστό κύκλωμα, το έργο ιχνογραφεί τους ήχους που παράγει η ζωή εντός και εκτός των τειχών του πιο κοινού διαμερίσματος του σήμερα. Το αυτοαναφορικό σύμπαν του ζευγαριού που το κατοικεί, αποπνέει μια φασματική ισορροπία. Δεσπόζει η ανθρωπόμορφη επόπτρια, Έρικα_7, πάντα διαθέσιμη να ξαναγράψει τη μνήμη του οίκου και να δώσει λύσεις στο σταυρόλεξο της συμβίωσης.
Η “Πτώση του οίκου των Κοινών” θα παρουσιαστεί στην Πειραιώς 260 στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.
Η αρχική ιδέα
Ο Αλέκος Λούντζης εξηγεί στο NEWS 24/7 τι ήταν αυτό που τον ενέπνευσε στη δημιουργία αυτής της σύγχρονης όπερας: “Πηγές έμπνευσής μου στάθηκαν ένα αρχετυπικό διήγημα τρόμου του 19ου αιώνα, στίχοι και αποσπάσματα πρόζας από τον 20ο αιώνα και μια παρατήρηση του δικού μας ρευστού παρόντος. Όλα αυτά τα στοιχεία με ανάμεικτη σειρά προτεραιότητας. Επρόκειτο περισσότερο για μία σταδιακή εσωτερική μου κινητοποίηση, η οποία κάποια στιγμή έφτασε στο “σημείο βρασμού”, παρά για μία κάθετη έμπνευση».
“Το φάσμα της Τεχνητής Νοημοσύνης, και ο νέος κόσμος που θα προκύψει εν τη βασιλεία της, ταξίδεψε στη φαντασία και στη λογοτεχνία του 20ου αιώνα ως ένας μύθος πασπαρτού, αλλά και ως μια πολυκάναλη ηχογράφηση που κανείς δεν είχε ακούσει ολόκληρη. Τώρα, εμείς, βαδίζουμε τα πρώτα μέτρα του κοινού κουλουάρ στον καινούργιο στίβο. Αυτός είναι ο πυρήνας του έργου και ενδεχομένως και το υπέδαφος κάθε επιφάνειας στα χρόνια που μόλις ξεκίνησαν” συνεχίζει.
Ο Ορέστης Παπαϊωάννου σημειώνει για τη διαδικασία της μουσικής του σύνθεσης: “Η μουσική γράφτηκε κατά την περίοδο της πανδημίας (2020- 2022), με την τέχνη στον γύψο και χωρίς κάποια άμεση προοπτική ανεβάσματος. Μέσα όμως σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση υπήρχε το μεγάλο πλεονέκτημα έλλειψης κάποιου πιεστικού deadline. Είχα λοιπόν όλο τον απαραίτητο χρόνο να μπω μέσα στο κείμενο και να αναπτύξω μία στενή συνεργασία με τους λιμπρετίστες Αλέκο Λούντζη και Ορφέα Απέργη. Παράλληλα διεύρυνα τις γνώσεις και τα ακούσματά μου γύρω από το μουσικό θέατρο, που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργική διαδικασία και οδήγησαν στη διδακτορική μου έρευνα σχετικά με τις υβριδικές φωνητικές τεχνικές.
Βασικές θεματικές του έργου είναι η πάλη μεταξύ αντιθετικών στοιχείων, όπως τεχνητού και ανθρώπινου, κιτς και υψηλού, πρωτότυπου και αντιγράφου. Τα παραπάνω προσπάθησα να αποδώσω μουσικά με την εναλλαγή διαφορετικών μουσικών ιδιωμάτων και αρμονικών συστημάτων, που κάποιες φορές φορές μάλιστα συντρέχουν. Μία από τους τρεις χαρακτήρες της Όπερας είναι η Έρικα_7, οικιακή βοηθός τεχνητής νοημοσύνης. Στην Έρικα απέδωσα την ικανότητα δημιουργίας τραγουδιών σε real time, που επάνω σε συγκεκριμένα μουσικά στιλ ή στη μίξη τους. Αυτή η σκοπιά μου έδωσε μια ιδιαίτερη ελευθερία στη χρήση μουσικών στοιχείων που παραπέμπουν περισσότερο στο μουσικό θέατρο. Η επιρροή από αυτόν τον χώρο φαίνεται και στην επιλεγμένη ενορχήστρωση (εξαμελές “τζαζ” σύνολο), που κάνει νύξη σε έργα κατ’εξοχήν θεατρικά, όπως την Όπερα της Πεντάρας».
Το ραγισμένο οικοσύστημα των μεταμοντέρνων πόλεων
“Η σύγχρονη αυτή όπερα είναι μια αφήγηση ασφυκτικού εσωτερικού χώρου για τη δοκιμασία συνύπαρξης της ανθρώπινης ιστορικής/συναισθηματικής και της τεχνητής νοημοσύνης, όπου διαρκώς εισβάλλουν οι προϋποθέσεις που τη συγκροτούν” εξηγεί ο Αλέκος Λούντζης.
Και συνεχίζει: “το έργο αναπτύσσεται σε 5 Σκηνές-Επεισόδια, μέσα και γύρω από τα τείχη του πιο κοινού διαμερίσματος και χαρτογραφεί μια ευ/δυστοπία με πρώτες ύλες από την εγγύτατη πραγματικότητα. Η μοντέρνα διαβίωση χωράει σ’ ένα σπιρτόκουτο. Όλα τα αγαθά παραδίδονται κατ’ οίκον, όλες οι σχέσεις δημιουργούνται και εκρήγνυνται εντός, όλες οι φαντασιώσεις ακούγονται σαν ringtone.
Το αυτοαναφορικό σύμπαν του ζευγαριού του έργου δημιουργεί την αίσθηση πως στο εσωτερικό της κοινής εστίας έχει επιτευχθεί μια ισορροπία. Όταν αυτή διαταράσσεται, η δεσπόζουσα μορφή της ανθρωπόμορφης επόπτριας τεχνητής νοημοσύνης, Έρικα_7, είναι πάντα διαθέσιμη, ώστε να ξαναγράψει τη μνήμη του οίκου, να απορροφήσει τη μήνη των ενοίκων και να σκηνοθετήσει το συμβιωτικό σταυρόλεξο.”.
Ο Edgar Allan Poe και «Η Πτώση του Οίκου των Άσερ»
Η σύγχρονη αυτή όπερα συνομιλεί δραματουργικά με το αρχετυπικό διήγημα του Edgar Allan Poe «Η Πτώση του Οίκου των Άσερ». Ο Αλέκος Λούντζης αναφέρει πως “η όπερα Η πτώση του οίκου των Κοινών είναι μία συνειδητά διερευνητική σύνθεση: τόσο ως προς το υβριδικό τοπίο της μουσικής και της γλώσσας της, όσο και προς το μονοπάτι που διαγράφεται εντός, πέρα και γύρω από τις ομολογημένες οφειλές της. Κυρίως εντός, στο εσωτερικό κάθε εντυπωσιακά ίδιου διαμερίσματος, σε κάθε μονότονη εσοχή, κάθε μουντή, άηχη περίοδο της ζωής των ενοίκων, στον μακρύ διάδρομο που βγάζει είτε στον εμβληματικά μελαγχολικό Οίκο των Άσερ είτε στη διπλανή πόρτα.
Η ρητή αναφορά, λοιπόν, βρίσκεται στο αρχετυπικό διήγημα ενός μέγιστου τεχνίτη, το οποίο ούτως ή άλλως αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για πολυάριθμα πεζά που γράφτηκαν από επιγόνους του Πόε, όπως για παράδειγμα το δικό μου αγαπημένο του Ray Bradbury («ΑΣΕΡ Β» στο Η πτώση του οίκου των Άσερ και παραλλαγές, μτφρ Γ. Βαλούρδος και Δ. Κερεβάντη, εκδ. Απόπειρα, Αθήνα, 2001), το οποίο ίσως συμπυκνώνεται στην εξής καταπληκτική φράση:
Υπήρχε μια μειοψηφία που φοβόταν κάτι και μία μεγάλη πλειοψηφία που φοβόταν τα πάντα, το σκοτάδι και το μέλλον, το παρελθόν και το παρόν, τον εαυτό τους και τη σκιά του εαυτού τους.
Οι Άσερ του Πόε έχουν γνωρίσει, επίσης, αρκετές μεταγραφές στην όπερα με γνωστότερες την ημιτελή εκδοχή του Claude Debussy το 1917 —σε libretto του συνθέτη βασισμένο στη μετάφραση του Charles Baudelaire— και εκείνη του Phillip Glass το 1988 — σε libretto Arthur Yorinks. Πρόκειται για ένα έργο «ξεψαχνισμένο», μεταστατικό, χαρτογραφημένο μέχρι τελευταίας χαραμάδας, ακόμη και εκείνης η οποία εκ των υστέρων αποδεικνύεται μοιραία. Ο γοτθικός Οίκος που διαφυλάττει, βαφτίζει και καταβροχθίζει τους ενοίκους του, καθώς μετράει τους σφυγμούς τους, δημιούργησε τη δική του γενεαλογία που πηγαίνει πολύ μακρύτερα από τον τελευταίο των Άσερ· άφησε το ίχνος του σε ό,τι γράφτηκε μετέπειτα για τις φοβίες δωματίου.
Στο δικό μας πρωτότυπο έργο The Fall of the House of Commons / Η πτώση του οίκου των Κοινών, η συνομιλία με το διήγημα του Πόε είναι ευθεία αλλά συνειρμική, κυρίως όσον αφορά τη συνθήκη όπου οίκος και ένοικοι συγχωνεύονται σ’ ένα κλειστό κύκλωμα. Από το σύμπαν του αντλείται το περιβάλλον ασφυξίας και κάποια βασικά μοτίβα (π.χ. το διπλό, ο σωσίας, η ιστορία μέσα στην ιστορία), αλλά η μυθοπλασία μεταφέρεται από έναν εμβληματικό πύργο στην πιο κοινή εστία της σύγχρονης μητρόπολης, σε ένα τυποποιημένο διαμέρισμα, και η δραματουργία αναπτύσσεται με πρωταγωνιστές μια ανθρωπόμορφη μηχανή τεχνητής νοημοσύνης, ένα ραγισμένο ζευγάρι Κοινών (Commons) ενοίκων και μία απρόσμενη καλεσμένη από τον κόσμο των Τυχαίων (Randoms).
Με αυτή την παραδοχή, η μουσική σύνθεση και το λιμπρέτο ακολουθούν τη δική τους έκκεντρη διαδρομή και ξανοίγονται σε ύδατα πολύ πέραν των αρχικών αναφορών, σε τοπία τόσο γειτονικά και ανέπαφα όσο η απέναντι μεσοτοιχία ή ο ανεπαίσθητος ήχος του πιο οικείου άλλου που μπορεί και να είναι απλώς η δική μας ηχώ στον διάδρομο.
Ο Ορέστης Παπαϊωάννου αναφέρει για τη σύνδεση των δύο αυτών έργων: “Ο τίτλος συνομιλεί με το διήγημα του Πόε “Η Πτώση του Οίκου των Άσερ”, που μου βγάζει κάτι το βαρύ, αλλά και ντεκαντάνς. Ιδιαίτερα μέσω της λέξης “Πτώση”, υπάρχει η αίσθηση ενός αρχετυπικού δράματος, με ένα γκραντ-φινάλε που προοικονομείται, καθώς εμπεριέχεται στον τίτλο.
Αντιμετώπισα τις παραπάνω αναγνώσεις με χιουμοριστική διάθεση. Το μοτίβο της Πτώσης για παράδειγμα (leit motiv), που εμφανίζεται σε καίρια σημεία του έργου, είναι εμπνευσμένο από τα σύντομα μουσικά θέματα “Game Over” που παίζουν στα βιντεοπαιχνίδια. Το μουσικό θέμα του Οίκου των Άσερ, πάνω στο οποίο δουλεύει ο ανδρικός χαρακτήρας της Όπερας, μετατρέπεται από φτηνό DIY μπιτάκι έως θεατρικό νούμερο”.
Ένα κοινό… διαμέρισμα της Αθήνας
Ποιοι, όμως, είναι οι ήχοι που παράγονται σε ένα κοινό διαμέρισμα μιας πολυκατοικίας της Αθήνας;: “Σίγουρα υπάρχει μεγάλη ποικιλία. Στο πρότυπο που είχα στο μυαλό μου κατά τη διάρκεια της σύνθεσης, είναι ένα διαμέρισμα ενός κατακερματισμένου υπερκαταναλωτισμού. Η τηλεόραση είναι μόνιμα ανοιχτή σε ζάπινγκ, παίζοντας αποσπάσματα από διαλόγους και τζινγκλάκια διαφημίσεων. Ταυτόχρονα, καθισμένοι στον καναπέ, κάνουμε σκρολ ντάουν στο κινητό reels και stories, ενίοτε παίζουμε παιχνίδια ή βλέπουμε βιντεάκια στο youtube. Οικιακές συσκευές εντός και μηχανάκια με “πειραγμένη” εξάτμιση εκτός, σπάνε το σούσουρο των οθονών με σφορντσάντο ατάκες.
Στις ηχητικές πηγές του διαμερίσματος των Κοινών, προστίθεται η τεχνητή νοημοσύνη, η οποία διεκδικεί τον έλεγχο του σπιτιού. Δίπλα στο εξαμελές σύνολο, οθόνες, ηλεκτρονικοί ήχοι, κολλάζ, συσκευές, αντικείμενα και φωνητικές τεχνικές συνθέτουν ένα πολυδιάστατο οπτικοακουστικό σύμπαν. Υπάρχουν στιγμές που η τεχνητή νοημοσύνη σχεδόν καταλαμβάνει το διαμέρισμα – ένας υπερ-όγκος αφιλτράριστων πληροφοριών χάνει την εννοιολογία του και γίνεται αντιληπτός ως ατμόσφαιρα”, αναφέρει ο Ορέστης Παπαϊωάννου.
Τελικά ένα σύγχρονο διαμέρισμα είναι ένα μικρό σύμπαν;
Ο Αλέκος Λούντζης απαντά: “Αν μηρυκάσουμε την εγγύτατη πραγματικότητα όλων των ζώων θα τη βρούμε διαρκώς παρούσα και εντούτοις άπιαστη στην πλήρη συνειδητοποίηση της, όπως κάθε παρόν. Ας δοκιμάσουμε, λοιπόν, έναν ακόμη συνειρμό, που πριν λίγο μπορεί να έμοιαζε χτυπητή φαντασία και μόλις τώρα μοιάζει μάλλον οικουμενικό βίωμα, για να σκεφτούμε την ανθεκτικότητα κάθε σύμπαντος που δείχνει στεγανό ή και αυτάρκες.
Ο εγκιβωτισμός σε έναν χώρο όπου όλες οι ανάγκες και οι απολαύσεις μπορούν να ικανοποιηθούν εικονικά —από τους μονωμένους πύργους περασμένων αιώνων έως τις κοινόχρηστες ψηφιοποιημένες υπηρεσίες του δικού μας— φαντάζει όλο και περισσότερο με αντανάκλαση σε σβηστή οθόνη υψηλής ευκρίνειας· κάποτε αγγίζει το όριο τελείωσης και κάποτε το όριο (αυτό)καταστροφής του. Ενίοτε αρκεί η έλευση ενός τρίτου/ξένου για να αποκαλυφθούν οι ρωγμές και όλα τα φίλτρα να μοιάζουν διάτρητα. Αίφνης όλοι οι εντός νοσταλγούν και όλοι οι εκτός θέλουν να διεισδύσουν· οι Commons έχουν αφήσει ένα κρίσιμο κομμάτι ελευθερίας στους Randoms και οι δεύτεροι θα το επέστρεφαν ευχαρίστως για να ζήσουν τη ζωή των πρώτων. Ή όλοι έτσι νομίζουν…”
Of Commons and Randoms / Για Κοινούς και Τυχαίους
Of mice and men / για ανθρώπους και ποντίκια
There is no comparison / δεν υπάρχει σύγκριση
There was never past tense; / δεν υπήρχε ποτέ πριν.
There is only the present / Υπάρχει μόνο το τώρα,
Only us and them / μόνο εμείς κι αυτοί
Η «ιδιωτικότητα» είναι ίσως το τελευταίο απόθεμα αυταπάτης του δυτικού κόσμου όσο στριφογυρίζουμε νευρικά στο σύμπαν κλειστοφοβίας του δικού μας Οίκου. Η αντίστροφη μέτρηση δεν αφορά πλέον κάποιον τροπικό παραπόταμο, αλλά την κεντρική κοίτη. Δεν είναι ντοκιμαντέρ για ηπείρους στις όποιες ράβονται τα ρούχα μας, αλλά παγωμένο πλάνο από παραλίες που εμείς βρέξαμε τα πόδια μας και άλλοι ξεβράστηκαν απ’ το κύμα. Οι κοινωνίες «πολυτελούς ενυδάτωσης» ασχολούνται αποκλειστικά με το δικό τους παρόν και την απώθηση των ρημαγμένων. Η ελευθερία και οι ελευθερίες, οι επιλεκτικοί ενικοί και ο βολικός πληθυντικός, φαντάζουν όλο και πιο ανεπαρκείς — ενίοτε διακρίνεται η ετικέτα με την τιμή των εκπτώσεων. Το σύγχρονο μοντέλο ευτυχίας κοιτάζει ήδη λοξά έξω από το παράθυρο του διαμερίσματος και ονειρεύεται το διάστημα”.