Τρόφιμα: Με “σπασμένα φρένα” οι τιμές
Με βάση τα προσωρινά στοιχεία της Eurostat για τον πληθωρισμό των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, για άλλον ένα μήνα οι αυξήσεις στα τρόφιμα είναι μεγάλες.
- 01 Ιουλίου 2023 07:55
Συνεχίζεται η η πτώση του πληθωρισμού και ειδικότερα του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, όπως αναμένεται να καταφανεί και στα στοιχεία που θα δημοσιοποιήσει η ΕΛΣΤΑΤ στις 7/7 για τον εθνικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Ωστόσο ζητούμενο παραμένει η αποκλιμάκωση των τιμών των τροφίμων και άλλων βασικών ειδών, που σε ένα περίπου χρόνο έχουν καταγράψει ένα πρωτοφανές “ράλι” έχοντας ήδη “κατοχυρώσει” επίπεδα τιμών, που σε σε σχέση με τα προπανδημικά επίπεδα είναι αυξημένα ακόμη και κατά 60%.
Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις των τυριών, των γαλακτοκομικών ή των παγωτών, που πλέον πωλούνται ακριβότερα, ανάλογα το προϊόν, από 30% έως και 60% ή ακόμη και παραπάνω.
Στο μεταξύ, με βάση τα προσωρινά στοιχεία της Eurostat, για τον πληθωρισμό των κρατών μελών της Ευρωζώνης, για άλλον ένα μήνα, οι αυξήσεις στα τρόφιμα είναι με μεγάλες. Συγκεκριμένα, σε ετήσια βάση σημείωσαν άνοδο της τάξεως του 11,7%. Αξίζει να σημειωθεί, ότι τον Ιούνιο οι τιμές της ενέργειας κατέγραψαν αρνητικό ρυθμό μεταβολής (-5,6%), όταν αυτές των βιομηχανικών προϊόντων (εξαιρείται η ενέργεια) αυξήθηκαν κατά 5,5% και των υπηρεσιών κατά 5,4%.
Παράλληλα, ο δομικός πληθωρισμός, από τον οποίο εξαιρούνται οι ευμετάβλητες τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, σημειώνει οριακή άνοδο στο 5,4%, σε ετήσια βάση από 5,5% ένα μήνα νωρίτερα. Σε μηνιαία βάση, καταγράφηκε αυξητικός ρυθμός της τάξεως του 0,3% από 0,2%, κάτι που υποδηλώνει ότι η αύξηση τιμών έχει περάσει οριζόντια στην οικονομία.
Πάντως, με βάση τη Eurostat, στην Ελλάδα, τον Ιούνιο οι τιμές καταναλωτή υποχώρησαν στο 2,7%, από 4,1%, ενώ σε μηνιαία βάση αυξήθηκαν κατά 0,9%. Παράλληλα, ο πληθωρισμός “φρέναρε” σε ετήσια βάση και στην Ευρωζώνη, πέφτοντας στο 5,5%, από 6,1% τον Μάιο, ενώ σε μηνιαία βάση ενισχύθηκε κατά 0,3%.
Καμπανάκι της ΤτΕ
Στο μεταξύ, “καμπανάκι” για την πορεία των τιμών των τροφίμων κρούει στην έκθεσή της για τη νομισματική πολιτική που έδωσε στη δημοσιότητα την Παρασκευή, η Τράπεζα της Ελλάδος. Όπως αναφέρεται, “ο πληθωρισμός, βάσει του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, προβλέπεται να διαμορφωθεί στο 4,3%, δηλαδή σε αρκετά χαμηλότερο επίπεδο από εκείνο του 2022 (9,3%), κυρίως λόγω της καθοδικής πορείας των τιμών των ενεργειακών αγαθών. Αντιθέτως, τα είδη διατροφής, τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά και οι υπηρεσίες αναμένεται ότι θα συμβάλουν αυξητικά στη δυναμική του πληθωρισμού, λόγω της ανελαστικότητας που εμφανίζουν οι τιμές σε αυτές οι κατηγορίες.
Ο πληθωρισμός εκτός των τροφίμων και της ενέργειας προβλέπεται στο 6,1% το 2023 και εκτιμάται ότι θα παραμείνει υψηλός και το 2024, λόγω της ενσωμάτωσης έντονων πληθωριστικών πιέσεων από τις συνιστώσες των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών και των υπηρεσιών. O πληθωρισμός το 2024 αναμένεται στο 3,8% και για το 2025 στο 2,3%”
Μάλιστα, ως μια από τις βασικές προκλήσεις που θέτει για το μέλλον η ΤτΕ, είναι η διατηρήσιμη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Όπως σημειώνεται στην Έκθεση, “σε αντίθετη περίπτωση, θα μπορούσε να καταστεί αναγκαία περαιτέρω αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής, με αρνητικές προεκτάσεις στη διάρκεια και την έκταση των αρνητικών συνεπειών της νομισματικής συστολής στην οικονομική δραστηριότητα. Παράλληλα, τόσο οι αυξήσεις των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών όσο και οι μισθολογικές αυξήσεις θα πρέπει να είναι συνεπείς με το μεσοπρόθεσμο στόχο του πληθωρισμού (2%), λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι τα περιθώρια κέρδους των εταιριών παραμένουν υψηλά.”
Μέτρα
Με δεδομένη την πίεση στα νοικοκυριά, ήδη από τις Βρυξέλλες όπου βρέθηκε για τη Σύνοδο Κορυφής ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προανήγγειλε δράσεις για την ενίσχυση των νοικοκυριών έναντι του κύματος ακρίβειας που συνεχίζει να σαρώνει. Δράσεις που θα ανακοινώσει στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης. Τις επόμενες μέρες, μάλιστα, αναμένεται να δοθεί σε διαβούλευση το νομοσχέδιο του Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, όπου θα αποτυπώνονται οι προεκλογικές εξαγγελίες για φοροελαφρύνσεις και εισοδηματικές ενισχύσεις, για το 2024, ύψους 700-800 εκατ. ευρώ.
Στο μεταξύ το Υπουργείο Ανάπτυξης, με ανακοίνωσή του, ενημέρωσε το καταναλωτικό κοινό και τις επιχειρήσεις ότι η πρωτοβουλία «Καλάθι του νοικοκυριού» θα συνεχιστεί μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 2023.
Παράλληλα, επεκτείνεται μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2023 το μέτρο του μεγίστου περιθωρίου κέρδους για τις επιχειρήσεις που εμπορεύονται βασικά καταναλωτικά προϊόντα και καύσιμα προκειμένου να αντιμετωπιστούν φαινόμενα αθέμιτης κερδοφορίας εις βάρος των καταναλωτών.
Ταυτόχρονα και για τον Ιούλιο, το Υπ. Περιβάλλοντος κι Ενέργειας ανακοίνωσε επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος που φτάνουν τα 15 ευρώ/MWh.
Λιανικό εμπόριο: Πτώση στη ζήτηση
Ενδεικτικό, πάντως, των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά είναι τα στοιχεία για τη μείωση της ζήτησης σε καταστήματα του λιανικού εμπορίου. Χαρακτηριστικά, μείωση 5,2% σημείωσε ο όγκος των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο της χώρας τον Απρίλιο εφέτος, καθώς ο τζίρος κινήθηκε πτωτικά σε όλες τις επιμέρους κατηγορίες των καταστημάτων, εκτός από τα καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων.
Όπως ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ, ο γενικός δείκτης όγκου (κύκλος εργασιών σε σταθερές τιμές) παρουσίασε μείωση 5,2% τον Απρίλιο 2023 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2022, ενώ σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Μαρτίου 2023 σημείωσε αύξηση 9%. Ο εποχικά διορθωμένος γενικός δείκτης παρουσίασε αύξηση 2,1% τον Απρίλιο 2023 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Μαρτίου 2023.
Ο γενικός δείκτης κύκλου εργασιών (κύκλος εργασιών σε τρέχουσες τιμές) παρουσίασε αύξηση 1,5% τον Απρίλιο 2023 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2022, ενώ σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Μαρτίου 2023 σημείωσε αύξηση 9,8%. Ο εποχικά διορθωμένος γενικός δείκτης παρουσίασε αύξηση 1,9% τον Απρίλιο 2023 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Μαρτίου 2023.
Υπενθυμίζεται, ότι με βάση όσα αναφέρονταν πέρυσι, ο συνδυασμός αύξησης των τιμών κυρίως σε βασικά αγαθά, όπως είναι η ενέργεια και τα τρόφιμα, και τα πολύ χαμηλά εισοδήματα εκτίναξε την απώλεια αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών με μηνιαίο εισόδημα χαμηλότερο των 750 ευρώ έως και 40%. Στο αμέσως επόμενο εισοδηματικό κλιμάκιο (751-1.100 ευρώ) η απώλεια αγοραστικής δύναμης ήταν υψηλή (9% έως 14%) αλλά σημαντικά πιο περιορισμένη σε σχέση με το φτωχότερο εισοδηματικό κλιμάκιο, παρ’ ότι η μέση κατανάλωση είναι αρκετά υψηλότερη.
Ακολουθήστε το News 24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις