Ο χαμηλός βαθμός διείσδυσης της ιδιωτικής ασφάλισης έναντι κινδύνων και οι προοπτικές
Διαβάζεται σε 6'«Όσα φέρνει η ώρα, δεν τα φέρνει ο χρόνος».
- 31 Οκτωβρίου 2023 09:36
Αν η φράση αυτή μοιάζει ικανή να περικλείσει τις ακραίες συγκυρίες και τα πρωτοφανούς έντασης φαινόμενα με τα οποία έχει έρθει αντιμέτωπη η χώρα μας κατά τα τελευταία χρόνια, άλλο τόσο κατάλληλη φαντάζει για να περιγράψει τις προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπος ο ασφαλιστικός κλάδος- τόσο σε εθνικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο. Σε ένα ήδη έντονα ανταγωνιστικό σκηνικό, στο οποίο η λαίλαπα της πανδημίας επέβαλλε νέες συνθήκες επιταχύνοντας παράλληλα τον (αναγκαίο) ψηφιακό μετασχηματισμό, ήρθαν να προστεθούν (α) ο πληθωρισμός- που όχι απλά φαίνεται να μην έχει ταβάνι, αλλά να αποτελεί πια σχεδόν αναπόσπαστο μέρος της τρέχουσας οικονομικής πραγματικότητας- (β) οι πρόσφατες γεωπολιτικές εντάσεις, οι οποίες δείχνουν ικανές να αποσταθεροποιήσουν κυριολεκτικά τα πάντα.
Ο ασφαλιστικός κλάδος στην Ελλάδα πρόσφατα μετασχηματίστηκε μέσα από μια σειρά σημαντικών εξαγορών και συγχωνεύσεων. Με βάση τα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν στην Ετήσια Έκθεση του 2022 για την Ελληνική Ασφαλιστική Αγορά της KPMG, ως αποτέλεσμα ποσοστό μεγαλύτερο του 75% της αγοράς συγκεντρώνεται πλέον σε πέντε μεγάλες εταιρείες. Σημαντική κινητικότητα καταγράφεται επίσης κυρίως από ξένους επενδυτές, οι οποίοι εκφράζουν ενδιαφέρον για να αποκτήσουν μερίδια σε μια αγορά η οποία εμφανίζει προοπτικές ανάπτυξης.
Οι καιροί που διανύουμε δεν παραχωρούν την πολυτέλεια του μακροπρόθεσμου σχεδιασμού, αφού επιδεικνύουν μια άνευ προηγουμένου εφευρετικότητα στην εμφάνιση νέων κινδύνων και μοιράζουν απλόχερα, με ένα κακόβουλο σχεδόν ταλέντο, μπόλικη αβεβαιότητα προς πάσα κατεύθυνση. Έχοντας μόλις διανύσει τα (ουκ ολίγα) χιλιόμετρα της πανδημίας σε ένα τοπίο διάσπαρτο από αρνητικά επιτόκια και αυξημένη ζήτηση για ιατρικές υπηρεσίες, η εγχώρια ασφαλιστική αγορά βρίσκεται αντιμέτωπη με την εκτίναξη του κόστους ενέργειας, τις υφιστάμενες πολεμικές συρράξεις αλλά και τις φυσικές καταστροφές που έχουν πλήξει το εσωτερικό της χώρας κατά το πρόσφατο χρονικό διάστημα.
Αν κάτι είναι απολύτως βέβαιο, είναι ότι οι ελλείψεις στον σχεδιασμό διαχείρισης κρίσεων και οι ανεπάρκειες του κρατικού μηχανισμού που διαρκώς αποδεικνύονται (με τα πλέον δυσάρεστα αποτελέσματα για τις ζωές εκατοντάδων Ελλήνων πολιτών, οι οποίοι βλέπουν τις ζωές τους να συμπαρασύρονται στο πέρασμα της φωτιάς ή του χειμάρρου) αποκαλύπτουν ταυτόχρονα πρόσφορο έδαφος για τις ασφαλίσεις ζημιών και τις ασφαλίσεις έναντι κινδύνων. Είναι όμως σε θέση ο ασφαλιζόμενος να καλύψει το κόστος των ασφαλίστρων της εν λόγω ιδιωτικής ασφάλισης; Και είναι, αντίστοιχα, οι ασφαλιστικές, στο συγκεκριμένο χρονικό σημείο, με τον πολύ συγκεκριμένο υφιστάμενο πληθωρισμό και τα τρέχοντα επιτόκια, να προσφέρουν πραγματικά ανταγωνιστικά πακέτα τα οποία θα εξασφαλίσουν και τη δική τους κερδοφορία;
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία της ΕΑΕΕ και αν λάβουμε υπόψη τις εκτιμήσεις του ΑΕΠ για το 2023, καθώς και την υψηλή συσχέτιση με την ασφαλιστική παραγωγή, η απάντηση και στα δύο παραπάνω ερωτήματα παραμένει αβέβαιη.
Υπάρχει σχεδιασμός από πλευράς των Ασφαλιστικών Εταιριών για την ασφάλιση έναντι κινδύνων και φυσικών καταστροφών;
Στην Ετήσια Έκθεσή της για το 2022 , η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδος (ΕΑΕΕ) σημείωνε: «Η καθολική ασφάλιση των κατοικιών έναντι φυσικών καταστροφών απασχολεί την ασφαλιστική αγορά επί σειρά ετών. Στην καθιέρωσή της συνηγορούν και τα εντεινόμενα φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής. Σε συνέχεια απόσυρσης του άρθρου 23 από τον Εθνικό Κλιματικό Νόμο, η ΕΑΕΕ καθόρισε τα επόμενα βήματα για τη διαμόρφωση συνολικής πρότασης και τις ανάγκες διαλόγου με την Κυβέρνηση. Στόχος της ΕΑΕΕ είναι η καθιέρωση ασφάλισης κατοικιών έναντι των κινδύνων σεισμού για όλη την χώρα, δασικής πυρκαγιάς, πλημμύρας, θύελλας, καταιγίδας για τις περιοχές εκείνες που θα οριστούν βάσει μελέτης και ειδικότερης απόφασης».
Υπό το πρίσμα όσων αντιμετώπισε ο πληθυσμός της χώρας κατά τη διάρκεια του 2023, το ζήτημα της ιδιωτικής ασφάλισης έναντι κινδύνων αποκτά ακόμα πιο επίκαιρο – και επείγοντα- χαρακτήρα. Όταν η ερευνητική ομάδα του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (Ι.Ο.Β.Ε.) προχωρούσε, τον Φεβρουάριο του 2023, στη δημοσίευση «Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή: Προκλήσεις και προοπτικές για την ελληνική οικονομία», απαριθμούσε τους πιο ευπαθείς τομείς της ελληνικής οικονομίας απέναντι στην κλιματική αλλαγή και υπογράμμιζε, σχεδόν προφητικά, πως «Οι επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής είναι πολυδιάστατες και το κόστος τους δεν είναι δυνατόν να καλυφθεί αποκλειστικά από κρατικούς πόρους. Ο ιδιωτικός τομέας καλείται να δημιουργήσει τις απαραίτητες δομές και ενδεχομένως να προσαρμόσει τις ήδη υπάρχουσες μονάδες για την προστασία των αλυσίδων αξίας του, αλλά και για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας της παραγωγής στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Σημαντικός ωστόσο παράγοντας για τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην υλοποίηση επενδύσεων προσαρμογής είναι η κατανόηση του κινδύνου και η ενσωμάτωσή του στην αξιολόγηση σχετικών επενδύσεων».
Κακά τα ψέματα. Ακραία κλιματικά φαινόμενα σε συνδυασμό με άκριτες παρεμβάσεις στο φυσικό τοπίο, όπως αυτές που είχαν προηγηθεί στον Θεσσαλικό κάμπο, οδηγούν, εκτός από απώλειες ανθρώπινων ζωών, σε καταστροφικές οικονομικές απώλειες για τους πληττόμενους οι οποίοι χάνουν όχι μόνο περιουσίες, αλλά και τα μέσα βιοπορισμού τους, ειδικά όταν εξασκούν επαγγέλματα που ανήκουν στον πρωτογενή τομέα. Εδώ ακριβώς έρχεται ο ρόλος του ασφαλιστή, ο οποίος ουσιαστικά αναλαμβάνει να απορροφήσει μέρος του αντίκτυπου, αλλά και να καλύψει τις μελλοντικές οικονομικές απώλειες- ανάλογα, πάντα, με τους όρους και τις προϋποθέσεις του ασφαλιστηρίου συμβολαίου.
Ωστόσο, η απόσταση ως προς τον βαθμό διείσδυσης της ιδιωτικής ασφάλισης που χωρίζει την Ελλάδα από άλλες χώρες εξακολουθεί να είναι μεγάλη. Με συνολικό μέγεθος ασφαλιστικής αγοράς που αντιστοιχεί σε κατά κεφαλή ασφάλιστρα ύψους €368 (στοιχεία 2017), η Ελλάδα καταλαμβάνει μία από τις χαμηλότερες θέσεις στην Ευρώπη. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν η απόσταση αυτή θα καλυφθεί, το βέβαιο είναι όμως πως, στον απόηχο των τελευταίων γεγονότων (και των πρόσφατων δηλώσεων του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ , μπορεί κανείς να διακρίνει μια προοπτική ενίσχυσης της διείσδυσης της ιδιωτικής ασφάλισης στην ελληνική οικονομία, είτε με την παροχή κινήτρων(φορολογικών και άλλων) για μακροχρόνια αποταμίευση, συντάξεις και υγεία, είτε με την εισαγωγή σχημάτων υποχρεωτικών ασφαλίσεων, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά φυσικές καταστροφές και άλλους μεγάλης κλίμακας κινδύνους.