Οι προβλέψεις ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οι αναβαθμίσεις και στο βάθος η επενδυτική βαθμίδα

Διαβάζεται σε 6'
Οι προβλέψεις ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οι αναβαθμίσεις και στο βάθος η επενδυτική βαθμίδα
UNSPLASH

Αναβάθμιση. Μια λέξη που, την τελευταία εντεκαετία, έμοιαζε για την ελληνική οικονομία με πλοίο που όχι μόνο έχει σαλπάρει, αλλά που έχει αρχίσει πια να γίνεται ένα με τον ορίζοντα. Πλέον η επανεμφάνιση του πλοίου είναι επιβεβαιωμένη.

Το ποθητό σκαρί που όλοι ελπίζουν να αγκυροβολήσει είναι ορατό από λιμένος. Η ελληνική οικονομία, η κυβέρνηση, η πολιτική σκηνή στο σύνολό της, ο επενδυτικός κόσμος έχουν συγκεντρωθεί και παρατηρούν με μάτια ορθάνοιχτα από την αγωνία αυτό που όλοι επιθυμούν να αποδειχθεί ένας ασφαλής κατάπλους. Η ελληνική κοινωνία, από την άλλη, ίσως θα ήταν ασφαλέστερο να πούμε πως ελπίζει να μη χρειαστεί να συμβάλει, αναστενάζοντας κάτω από το πρόσθετο βάρος , σε μία ακόμα ρυμούλκηση.

Ας ξεκινήσουμε με το αισιόδοξο δελτίο καιρού. Οι προβλέψεις και οι οιωνοί μοιάζουν να είναι με το μέρος της χώρας μας, καθώς η αναβάθμιση των ελληνικών ομολόγων και η συνεπαγόμενη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας δείχνει να έχει γίνει αποδεκτή περισσότερο ως απτή πραγματικότητα και λιγότερο ως πιθανή εξέλιξη στο διεθνές οικονομικό στερέωμα.

UNSPLASH

Ήδη η αναβάθμιση της DBRS, του πρώτου οίκου που έδωσε την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα, αν και ήσσονος σημασίας σε σχέση με αυτή των «Big Three» (S&P, Fitch και Moody’s) φαίνεται να «βαραίνει» στη ζυγαριά της ΕΚΤ, η οποία εξέφρασε, μέσω της Κριστίν Λαγκάρντ, την πρόθεση για παύση των αυξήσεων στα επιτόκια- για πρώτη φορά μετά από σχεδόν ενάμιση χρόνο. Αντίστοιχα, η πολύ πρόσφατη αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου από την Standard and Poor’s έγινε δεκτή με ενθουσιασμό, με τον Πρωθυπουργό να χαρακτηρίζει την εξέλιξη «ορόσημο» και να σημειώνει πως «είμαστε» αποφασισμένοι να συνεχίσουμε το μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα, μια πορεία που προσελκύει επενδύσεις, δημιουργεί θέσεις εργασίας και επιτυγχάνει ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς».

Τωόντι, μια μέση βαθμολογία «investment grade» θα καταστεί ποικίλως ευεργετική για την ευεξία της ελληνικής οικονομίας. Οι θετικές επιπτώσεις, που εκτιμάται ότι θα γίνουν αισθητές από το 2024, περιλαμβάνουν άντληση περισσότερων κεφαλαίων από την ΕΚΤ με αντίτιμο την ίδια ποσότητα ομολόγων με την τωρινή από τις ελληνικές τράπεζες, περισσότερες και ταχύτερες, μακροπρόθεσμες επενδύσεις υψηλής ποιότητας από ισχυρούς «παίκτες» της διεθνούς οικονομικής σκηνής, αλλά και πτώση του country risk της χώρας. Οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στους διεθνείς δείκτες είναι ικανή να επιφέρει εισροές της τάξης των 6-10 δις. ευρώ.

UNSPLASH

Το μέλλον φαίνεται να διαγράφεται αν όχι λαμπρό, τουλάχιστον φωτεινότερο. Ποιες είναι λοιπόν οι πιθανές νεφώσεις που μπορεί να απειλήσουν την ηλιοφάνεια της παραπάνω δήλωσης;

Θα μπορούσαμε να τις ταξινομήσουμε σε τρεις κατηγορίες, διαφοροποιούμενες ως προς την πιθανότητα εμφάνισής τους αφενός, και ως προς την ένταση του καιρικού φαινομένου που προμηνύουν αφετέρου. Οι πρώτες «αραιές» νεφώσεις αφορούν τις προϋποθέσεις που υπολείπονται ακόμα, ώστε να χαρακτηριστεί η Ελλάδα επισήμως «επενδύσιμη». Για να συγκινήσει η ελληνική οικονομική σκηνή πρωταγωνιστές που μπορούν να προσφέρουν επενδύσεις με τα επιθυμητά χαρακτηριστικά, δηλαδή μακροπρόθεσμες και ποιοτικές, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ένας ο απαιτούμενος μέσος όρος από τους τρεις οίκους- κλειδιά, οι οποίοι αθροιστικά κατέχουν περίπου το 95% της παγκόσμιας αγοράς. Για να μπορούμε μεν να προσβλέπουμε σε αίθριο καιρό (δείκτες Bloomberg Barclays, FTSE’s Eurozone Government Broad IG) χρειαζόμαστε αξιολόγηση investment grade από δύο τουλάχιστον εξ αυτών, για να κατακτήσουμε πιο απαιτητικούς δείκτες δε, πρέπει να πληρούμε ακόμα πιο αυστηρά κριτήρια, είτε παίρνοντας ψήφο εμπιστοσύνης ομόφωνα και από τους τρεις οίκους (δείκτης iBoxx), είτε λαμβάνοντας βαθμολογίες αρκετά υψηλότερες από τις τρέχουσες για τη χώρα (δείκτης FTSE Rusell).

Οι δεύτερες, πιο πυκνές νεφώσεις που ίσως φέρουν την πρώτη υποψία ψιχάλας, αφορούν τη σημασία της δημοσιονομικής σύνεσης. Μια αυστηρή δημοσιονομική πολιτική, ικανή να αποτελέσει εχέγγυο σταθερότητας, φαίνεται να νοείται ως απαραβίαστος όρος και ως συμψηφιζόμενος παράγοντας, από κοινού με την αξιολόγηση, για τη θετική αποτίμηση των οικονομικών προοπτικών της χώρας από τους επενδυτές.

UNSPLASH

Αυτό άλλωστε υπήρξε και το κεντρικό σημείο στο οποίο διαφοροποιήθηκαν οι τρεις μεσογειακές χώρες Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία σε σχέση με τη γείτονα Ιταλία- αλλά και ο βασικός λόγος που οι εν λόγω χώρες είναι οι μόνες στην Ευρωζώνη που σχεδιάζουν να μειώσουν σημαντικά τους δείκτες χρέους προς ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με όσα δήλωσε ο οικονομολόγος της Oxford Economics, Ντάνιελ Κραλ τονίζοντας ακριβώς τη μεγάλη επίδραση του κυβερνητικού δημοσιονομικού προγραμματισμού για τις αγορές ομολόγων. Και μπορεί ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κώστας Χατζηδάκης, να μη φείδεται διαβεβαιώσεων για την υλοποίηση των δεσμεύσεων της Ελλάδας, ωστόσο ταυτόχρονα δεν αποκρύπτει τη δυσκολία που παρουσιάζει το εγχείρημα, το οποίο προϋποθέτει τη σταθερότητα σε μια περιόδο που η ΕΕ επαναδιαπραγματεύεται τους κανονισμούς που διέπουν τη δημοσιονομική πολιτική, αναζητώντας την απαιτούμενη για την οικονομική ανάπτυξη ισορροπία μεταξύ πειθαρχίας και ευελιξίας.

Η τρίτη κατηγορία νεφώσεων που εμφανίζεται στους αιθέρες (που θα τους θέλαμε καθαρούς και με ιδανικές συνθήκες για… εκτόξευση) είναι και η πιο δυσοίωνη και αφορά τις συνθήκες απόλυτης αβεβαιότητας που κυριαρχούν αυτή τη στιγμή σε ολόκληρο τον πλανήτη. Εδώ δε χρειάζεται να αναμένουμε βροχές και καταιγίδες, διότι απλούστατα έχουν ήδη ξεσπάσει. Τα πρόσφατα γεγονότα στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη, πέρα από ένα δεύτερο πολεμικό μέτωπο και μια ακόμα εστία εγκλημάτων πολέμου και κατάφωρης παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συνεπάγονται νέα δεδομένα, ραγδαίες και απρόβλεπτες μεταβολές και μια σειρά βασανιστικών ερωτημάτων. Το ύψος του πληθωρισμού και ο κίνδυνος μονιμοποίησής του, το εμπορικό έλλειμμα, η πορεία των βασικών πυλώνων κερδοφορίας για την ελληνική οικονομία όπως ο τουρισμός- κοινώς, όλα όσα πρέπει να ληφθούν υπόψιν για τον επερχόμενο προϋπολογισμό, μοιάζουν να βρίσκονται στον αέρα.

Αν στην εξίσωση της γεωπολιτικής αστάθειας και του ενεργειακού ντόμινο που αυτή συνεπάγεται προσθέσουμε τη μείωση του ΑΕΠ μετά την πρόσφατη επανεκτίμηση από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, καθώς και τον (ανεδαφικό;) στόχο για αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος σε πάνω από 2% σε μια χώρα που ακόμα προσπαθεί να αντιληφθεί τι της έχουν κοστίσει πλημμύρες και πυρκαγιές, θα καταλάβουμε πως τα σύννεφα ήρθαν μάλλον για να μείνουν.

Ίσως το επόμενο βήμα για την ελληνική οικονομία να μοιάζει χρονικά προγραμματισμένο για την 1η Δεκεμβρίου, μαζί με την αναμενόμενη αναβάθμιση από τη Fitch Ratings. Όποιο κι αν είναι όμως το αποτέλεσμα, το βέβαιο είναι πως η χώρα θα πρέπει να τρέξει (έναν ακόμα) μαραθώνιο.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα