Πρόσβαση στα αγαθά της υγείας: Μια συζήτηση που δε θα γίνει πριν να είναι (ξανά) πολύ αργά
Διαβάζεται σε 6'Την εβδομάδα που μας πέρασε διεξήχθη στο Κάλι της Κολομβίας η «Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιοποικιλότητα (COP16)”1. Ένα από τα σημαντικά και ακανθώδη ζητήματα που συζητήθηκαν ήταν ο διαμοιρασμός των κερδών που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση των αλληλουχιών πληροφοριών (digital sequence information – DSI).
- 08 Νοεμβρίου 2024 07:36
Το γενετικό υλικό των ζωντανών οργανισμών χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη προϊόντων, όπως τρόφιμα και εμβόλια. Συχνά οι βιολογικοί αυτοί πόροι βρίσκονται σε αναπτυσσόμενες χώρες, και εξάγονταν μέχρι πρόσφατα από αναπτυγμένες χώρες χωρίς οι τελευταίες να μοιράζονται τα οφέλη από την εκμετάλλευσή τους με τις πρώτες. Αυτό άλλαξε το 2010, με τη Σύμβαση για τη Βιολογική Ποικιλότητα να απαιτεί τη συναίνεση των χωρών που κατέχουν τους πόρους στην όποια εκμετάλλευσή τους2.
Η ψηφιοποίηση των αλληλουχιών γενετικού υλικού μέσω των νέων τεχνολογιών και η διατήρησή τους σε δημόσιες βάσεις δεδομένων κατέστησε πλέον τη φυσική πρόσβαση στα δείγματα μη αναγκαία. Τουτέστιν, υπήρχε κίνδυνος να παρακαμφθούν οι ισχύοντες όροι που συμφωνήθησαν το 2010. Για να αντιμετωπιστεί αυτός ο κίνδυνος, προτάθηκε στην COP26 η εφαρμογή ενός παγκόσμιου φόρου 1% στα κέρδη που προκύπτουν από χρήση DSI. Σύμφωνα με τον Guardian3, εκπρόσωπος της βρετανικής φαρμακευτικής AstraZeneca αντέδρασε σε μια τέτοια προοπτική, μιλώντας για πιθανές απώλειες θέσεων εργασίας στην εταιρία αν κάτι τέτοιο εφαρμοστεί. Η λογική είναι πως το επιπλέον κόστος θα οδηγήσει σε περικοπές στην έρευνα και θα δημιουργήσει εμπόδια στην καινοτομία, με συνέπεια τη μειωμένη ανταγωνιστικότητα, καθώς χώρες όπως η ΗΠΑ δε θα δεχτούν ποτέ να επιβαλλουν έναν τέτοιο φόρο στις εταιρίες τους. Για να αντισταθμιστεί λοιπόν ο κίνδυνος και να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα, πρέπει να γίνουν απολύσεις.
Η συζήτηση περί “διαμοιρασμού του οφέλους” είναι συχνή στην ανάπτυξη φαρμάκων και εμβολίων. Στα εμβόλια, για παράδειγμα, μεγάλο μέρος της βασικής έρευνας που οδηγεί στην ανάπτυξη ενός εμβολίου γίνεται στα πανεπιστήμια, άρα με δημόσιους πόρους. Οι κλινικές δοκιμές των πρώτων σταδίων χρηματοδοτούνται κυρίως από δημόσιους φορείς και φιλανθρωπικές πρωτοβουλίες. Κατά κανόνα, μόνον αφού το ρίσκο αποτυχίας έχει μειωθεί αισθητά θα επενδύσουν οι φαρμακευτικές προκειμένου να παραχθεί το προιόν.
Συχνά λοιπόν, δεδομένων των σημαντικών δημόσιων επενδύσεων στα πρώιμα στάδια ανάπτυξης, οι κυβερνήσεις ή οι οργανισμοί θα ζητήσουν να εφαρμοστούν «ρήτρες πρόσβασης», δηλαδή όροι που θα διέπουν την πρόσβαση στο προιόν όταν αυτό τελικά έρθει στην αγορά, όπως για παράδειγμα περιορισμούς στη μέγιστη τιμή του. Η αδυναμία εισαγωγής και εφαρμογής τέτοιων ρητρών είναι συχνή, και μπορεί να έχει σοβαρές συνέπεις για την παγκόσμια υγεία. Ας δούμε ένα τέτοιο παράδειγμα4.
Αρχές του 1980, ο Αμερικανικός Στρατός συνεργάστηκε με τη φαρμακευτική εταιρεία SmithKline Beckman (σήμερα GSK) για την ανάπτυξη ενός εμβολίου κατά της ελονοσίας, παρέχοντας τεχνογνωσία, προσωπικό και υποδομές. Το αποτέλεσμα ήταν η ανακάλυψη ενός ανοσοενισχυτικού, ενός συστατικού που ενισχύει την αποτελεσματικότητα των εμβολίων.
Η GSK απέκτησε το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για το ανοσοενισχυτικό, διατηρώντας τον έλεγχο της προμήθειάς του. Δέχτηκε επίσης χρηματοδότηση από την κυβέρνηση και κάποιους ΜΚΟ για την ανάπτυξη εμβολίου κατά της φυματίωσης που θα χρησιμοποιούσε στη σύνθεσή του το ανοσοενισχυτικό. Ενώ όμως η ανάπτυξη του εμβολίου κατά της φυματίωσης καθυστερούσε, η εταιρία ξεκίνησε να δοκιμάζει το αυτοενισχυτικό σε άλλα εμβόλια. Ένα από αυτά, το εμβόλιο για τον έρπητα ζωστήρα έχει από το 2017 αποφέρει περισσότερα από 14 δις δολλάρια στην εταιρία. Σπάνια πεθαίνει κάποιος από έρπητα ζωστήρα (λιγότεροι από 100 θάνατοι καταγράφονται ετησίως στην Αμερική5). Περίπου 1,500,000 άνθρωποι πεθαίνουν από φυματίωση κάθε χρόνο6.
Η τιμή για μια δόση εμβολίου κατά του έρπητα ζωστήρα, το οποίο διανέμεται μόνο σε αναπτυγμένες χώρες, είναι περίπου 150 δολλάρια. Η φυματίωση αφορά κυρίως πληθυσμούς στον Παγκόσμιο Νότο, και η τιμή του εμβολίου είναι αγνωστη, γιατί δεν έχει αναπτυχθεί ακόμα. Τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά αν η Αμερικανικη κυβέρνηση είχε τότε θέσει όρους στη συνεργασία με τη φαρμακευτική, αποκτώντας, για παράδειγμα, δικαιώματα πάνω στο ανοσοενισχυτικό.
Πίσω στην AstraZeneca και την υποτιθέμενη δήλωση. Το αν έγινε ή όχι, λίγη σημασία έχει. Το σκεπτικό ισχύει, διέπει τον τρόπο λειτουργίας της βιομηχανίας, και έχει λογική. Χώρες όπως η ΗΠΑ, που δεν έχουν συνυπογράψει τη Σύμβαση του 2010, δεν θα εφαρμόσουν ρήτρες. Σε μια ανταγωνιστική βιομηχανία όπως η φαρμακευτική, αυτό θα έχει άμεσο αντίκτυπο στις βιομηχανίες χωρών που θα εφαρμόσουν, πλήττοντας τα κέρδη των μετόχων τους. Και για αυτό δε θα το επιτρέψουν.
Το πρόβλημα εδώ είναι η έλλειψη ενός διεθνούς δεσμευτικού πλαισίου, που θα εφαρμόζεται απαρέγκλιτα και θα διέπει τη χρήση και εκμετάλλευση κοινών αγαθών που σχετίζονται με τομείς όπως η υγεία. Για να ψηφιστεί ένα τέτοιο πλαίσιο θα πρέπει οι δυτικές χώρες να τολμήσουν να διανοηθούν ένα διαφορετικό οικονομικό μοντέλο που θα ορίζει αυτό το υποσύνολο των συναλλαγών που αφορούν κοινά και δημόσια αγαθά.
Η ανάγκη αυτή έγινε αντιληπτή κυρίως μετά την πανδημία COVID-19, και διάφορες προτάσεις κατατέθηκαν7,8, με αποκορύφωμα τις συζητήσεις για τη «Συμφωνία Πανδημίας» που έλαβαν χώρα νωρίτερα φέτος στη Γενεύη. Συμφωνία δεν επετεύχθη λόγω των γνωστών ζητημάτων: πνευματικά δικαιώματα, διαφάνεια τιμών, διαμοιρασμός γενετικής πληροφορίας9.
Δε φαίνεται, λοιπόν, να είμαστε κοντά σε ένα νέο μοντέλο, ακόμα και όταν διακυβεύεται η ασφάλειά μας απέναντι σε παγκόσμιες απειλές. Το μόνο για το οποίο μπορούμε να ελπίζουμε στο άμεσο μέλλον είναι περισσότερες πρωτοβουλίες στην επιβολή ρητρών, τουλάχιστον σε εθνικό επίπεδο, και περισσότερες φωνές αμφισβήτισης της διαιώνισης του αποικιοκρατικού μοντέλου που συνεχίζει να διέπει της σχέσης Παγκόσμιου Βορρά και Παγκόσμιου Νότου ακόμα και σε τομείς όπως η υγεία.
Ο Γιώργος Σταθόπουλος εργάζεται στα κεντρικά γραφεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στη Γενεύη, όπου εξειδικεύεται στις αγορές εμβολίων και στη βελτίωση της πρόσβασης σε αυτά. Στις αρχές του 2022 διετέλεσε συν- επικεφαλής της επιχειρησιακής ομάδας διανομής εμβολίων Covid-19. Οι απόψεις που διατυπώνονται στο άρθρο είναι προσωπικές και δεν αντιπροσωπεύουν την επίσημη θέση του Οργανισμού.
Πηγές:
- https://www.cbd.int/conferences/2024
- https://dialogue.earth/en/justice/a-deal-on-the-benefits-of-genetic-resources-is-key-to-cop16s-success/
- https://www.theguardian.com/environment/2024/oct/25/astrazeneca-uk-jobs-biodiversity-drug-levy
- https://www.propublica.org/article/how-big-pharma-company-stalled-tuberculosis-vaccine-to-pursue-bigger-profits
- https://www.cdc.gov/shingles/data-research/index.html
- https://www.gavi.org/vaccineswork/routine-vaccines-tuberculosis
- https://reliefweb.int/report/world/open-letter-uniting-behind-people-s-vaccine-against-covid-19
- https://www.socialeurope.eu/access-to-vaccines-and-medicines-a-new-paradigm
- https://www.thinkglobalhealth.org/article/why-pandemic-agreement-negotiations-failed-land