Νικόλας Άσιμος: 5 πράγματα που πρέπει να ξέρεις για τον “κροκάνθρωπο” των Εξαρχείων
Σαν σήμερα, 17 Μαρτίου, ο Νικόλας Άσιμος έβαλε τέλος στη ζωή του. Θυμόμαστε την προσωπικότητα και το έργο του μέσα από πέντε σημεία.
- 17 Μαρτίου 2019 16:57
Ο Νικόλας Άσιμος υπήρξε ένας ιδιαίτερος καλλιτέχνης και μια αντισυμβατική προσωπικότητα, που έγραψε τη δική του παράξενη ιστορία στο πέρασμα των χρόνων. Τόσο η καλλιτεχνική του διάσταση, όσο και ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας του, τον κατέστησαν σύμβολο της απροσάρμοστης φύσης, της επαναστατικής μουσικής, αλλά και της περιοχής των Εξαρχείων.
Μεγαλούργησε στους δρόμους, τραγουδούσε και χόρευε στις πλατείες, ανέβαζε τα θεατρικά του δρώμενα στα πεζοδρόμια, “αναζητώντας κροκανθρώπους”. Δέχτηκε τον εμπαιγμό, την κατακραυγή και βρήκε μπροστά του το τείχος της λογοκρισίας. Τον αποκάλεσαν “τρελό” και τον θεωρούσαν ενοχλητικό. Απογυμνωμένος από στερεότυπα και “ταμπέλες” ζούσε κι εκφραζόταν όπως ήθελε, αν και αυτό μεταφράστηκε ως διατάραξη της έννομης τάξης.
Σαν σήμερα, 17 Μαρτίου, έβαλε τέλος στη ζωή του. Θυμόμαστε την προσωπικότητα και το έργο του μέσα από πέντε σημεία:
1. Ποιος ήταν και γιατί “Άσιμος”
“Ονομάζομαι Νικόλας Άσιμος. Ουχί Νίκος ουδέ Νικόλαος. Νικόλας και το “Άσιμος” με γιώτα. Ουχί Ασίμος, ουδεμίαν σχέσιν έχω με τον Ισαάκ Ασίμωφ. Τώρα θα μου πεις, γιατί το “Άσιμος” με γιώτα. Γιατί, όταν λέμε “ο τάδε είναι άσημος τραγουδιστής”, η λέξη “άσημος” παίζει το ρόλο επιθετικού προσδιορισμού στη λέξη “τραγουδιστής” και γράφεται με ήτα. Ενώ το “Άσιμος” είναι όνομα ή καλύτερα επώνυμο και ουχί επιθετικός προσδιορισμός του εαυτού μου”.
Κάπως έτσι παρουσίαζε τον εαυτό του ο Νικόλας Άσιμος, με αυτοσαρκασμό και με έναν ιδιαίτερο τρόπο που ενέπιπτε στη συνολική θεώρησή του για τον ίδιο, αλλά και για τα πράγματα γύρω του. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 20 Αυγούστου 1949 και μεγάλωσε στην Κοζάνη. Μπήκε στη Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης, στο Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών, αλλά το 1973 αποφάσισε να παρατήσει τις σπουδές του και να κατέβει στην Αθήνα, παρέα με την κιθάρα του, την οποία έμαθε μόνος του να παίζει ως αυτοδίδακτος, και έχοντας ξεκινήσει ήδη κάποιες συνεργασίες.
2. Ο ασυμβίβαστος των Εξαρχείων
Στην Αθήνα, ο Νικόλας Άσιμος ξεκίνησε να εμφανίζεται σε διάφορες μπουάτ και να ασχολείται ολοένα και περισσότερο με τη μουσική. Συνεργάστηκε με καλλιτέχνες όπως ο Πάνος Τζαβέλας, ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας, ο Γιάννης Ζουγανέλης, ο Σάκης Μπουλάς, ο Θάνος Αδριανός, ο Περικλής Χαρβάς, η Μαριάννα Τόλη και το ντουέτο Λήδα-Σπύρος, ενώ παρουσίαζε ένα ιδιαίτερο πρόγραμμα που περιελάμβανε στίχους, θέατρο, σκετς, μουσική, ενώ έκανε κάποια περάσματα από ταινίες.
Σιγά σιγά έγινε μια από τις πιο γνωστές μορφές των Εξαρχείων, περιοχής που τότε συγκέντρωνε καλλιτέχνες, ποιητές και, κυρίως, ανθρώπους που εναντιώνονταν με κάθε τρόπο στο σύστημα. Ο ίδιος ήταν γνωστός για την ασυμβίβαστη του φύση, τον απροσάρμοστο χαρακτήρα του, την ιδιόρρυθμη προσωπικότητά του και την επαναστατική του συμπεριφορά, αφού ο ίδιος αγνοούσε κάθε είδους λογοκρισία και ήταν κυρίαρχος των πεποιθήσεών του, πολεμώντας την εξουσία με τον δικό του – καλλιτεχνικό και μη – τρόπο.
Τον αποκάλεσαν “Άγιο των Εξαρχείων”, “Ποιητή των Εξαρχείων” ή ακόμα και “Τρελό των Εξαρχείων”, ακριβώς λόγω της έντονης δράσης του στην περιοχή, που ήταν και εξακολουθεί να είναι σήμα κατατεθέν. Θα μπορούσε κανείς να τον πετύχει να περπατά στην Πλατεία, να στήνει τις αυτοσχέδιες παραστάσεις του στους δρόμους ή στο σπίτι του, στην οδό Αραχώβης 41 στα Εξάρχεια, την περίφημη “υπόγα”. Ένα ημιυπόγειο του οποίου το παράθυρο ήταν πάντα ανοιχτό, ώστε να πηδούν και να μπαίνουν μέσα οι φίλοι του. Διέμεινε εκεί από το φθινόπωρο του 1978 έως την άνοιξη του 1983.
3. Η ποιητική και μουσική του παρακαταθήκη
Ο Νικόλας Άσιμος έγραφε στιχάκια από νεαρή ηλικία έως και τις τελευταίες μέρες της ζωής του. Στους στίχους του είναι διάχυτη η διάθεση για εναντίωση στο σύστημα και στην όποια μορφή εξουσίας, είναι έντονο το αριστερό παρελθόν του και η υιοθέτηση της αναρχικής ιδεολογίας, ενώ είναι εμφανής ο αυτοσαρκασμός του. Η περιθωριοποίηση, η αντίσταση και η αλλιώτικη μα βαθιά ευαισθησία του, κυριαρχούν στα τραγούδια του. Πέρα από στίχους, ο Νικόλας Άσιμος έγραψε το βιβλίο “Αναζητώντας Κροκανθρώπους” που χαρακτηρίζεται ως η αυτοβιογραφία του.
Ο αντισυμβατικός του χαρακτήρας “καθρεφτιζόταν” και στον τρόπο που “δούλευε” τα καλλιτεχνικά του. Ο Νικόλας Άσιμος δεν ήθελε να “μπλέξει” με δισκογραφικές εταιρείες και ανθρώπους “του χώρου”, θεωρώντας πως θα εκμεταλλεύονταν τις συνθέσεις του. Το 1975 κυκλοφόρησε τα πρώτα του τραγούδια σ’ ένα δισκάκι 45 στροφών (Ρωμιός- Μηχανισμός, ενώ ξεκίνησε την έκδοση των “παράνομων κασετών” του, όπως τις χαρακτήριζε ο ίδιος, τις οποίες ηχογραφούσε σε σπίτια ή άλλους κατάλληλους και μη τόπους χώρους.
Τις κασέτες τις διακινούσε κυρίως ο ίδιος, αλλά και φίλοι του, στα κάγκελα του Πολυτεχνείου στην οδό Πατησίων, στον Λυκαβηττό, στο Μοναστηράκι, σε μαγαζιά, νυχτερινά κέντρα ή στα “μαγαζόσπιτα” όπου ζούσε κατά καιρούς. Ηχογράφησε συνολικά 9 κασέτες, ενώ, όσο βρισκόταν εν ζωή ηχογράφησε ένα single με 2 τραγούδια, έναν προσωπικό δίσκο 33 στροφών με τίτλο “Ο Ξαναπές” (με συμμετοχές των Χάρις Αλεξίου, Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Αθηναΐκής Κομπανίας) και συμμετείχε ως δημιουργός στον δίσκο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου “Χαιρετίσματα”. Ακολούθησαν μεταθανάτιες εκδόσεις τραγουδιών του και διασκευές.
4. Τα ψυχιατρεία και η κατηγορία για βιασμό
Από το 1981 δρομολογείται η επώδυνη σχέση του με τα ψυχιατρεία, στα οποία νοσηλεύτηκε αρκετές φορές. Το μεγάλο “χτύπημα”, όμως, ήρθε το 1987. Ο Νικόλας Άσιμος οδηγήθηκε βιαίως σε ψυχοθεραπευτική κλινική και λίγο αργότερα στις φυλακές Κορυδαλλού, με την κατηγορία του βιασμού από μία κοπέλα. Αποφυλακίστηκε με χρηματική εγγύηση, αλλά δεν κατάφερε να ξεπεράσει τη μεγάλη του πίκρα γι’ αυτή την αβάσιμη κατηγορία, που δεν τεκμηριώθηκε ποτέ.
5. Η αυτοκτονία
“Κάποτε θα με διαβάσεις ίσως, θ’ ακούσεις τα τραγούδια μου, θα με κατανοήσεις. Αλλά δε θάμαι πια εγώ. Θαναι αυτή η μάσκα που φορούν στους πεθαμένους. Όσους τους χρησιμοποιούν μετά τον θάνατό τους, όταν οι ίδιοι δεν υπάρχουν. Όσο υπήρχα με φοβόσουν. Όσο υπήρχα δε με άντεχες. Δεν είχες καν τη δύναμη να μείνεις ένα δευτερόλεπτο κοντά, άμα σου το ζητούσα. Θα προτιμούσα να μη με διάβαζες ποτέ. Είναι καλύτερο ν’ αγοράσεις ή να κλέψεις ένα μπλουζάκι με τη φάτσα μου επάνω τυπωμένη. Κι ας σου φαίνεται γέλιο. Κι ας μου φαίνονταν γελοίο”.
“Όταν πλακώσει ο θάνατος αρχίζει η καταγραφή της ζωής. Κι έτσι κυκλοφορούν τα βιβλία. Το καλό με μένα αλλά και το ζόρι είναι που ξέρω συνειδητά το θάνατό μου και μαζί με την καταγραφή της πεθαμένης ζωής μπορώ να καταγράφω και το θάνατο. Ενώ οι πιο πολλοί, που καταγράφουν τη ζωή στο θάνατό της, δεν το ξέρουν και τον νομίζουν αυτό ζωή”. (Και τα δύο αποσπάσματα προέρχονται από το βιβλίο του με τίτλο “Αναζητώντας Κροκανθρώπους” – Τυπώθηκε από τον ίδιο για πρώτη φορά το 1980, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βιβλιοπέλαγος το 2000)
Ο Νικόλας Άσιμος όντας σε δύσκολη ψυχολογική κατάσταση και παλεύοντας διαρκώς με τους δαίμονές του, αποφάσισε να δώσει τέλος στη ζωή του. Στις 17 Μαρτίου του 1988, έπειτα από δύο αποτυχημένες απόπειρες αυτοκτονίας, βρέθηκε κρεμασμένος από σωλήνα ύδρευσης στο «Χώρο Προετοιμασίας», όπως αποκαλούσε το τελευταίο μαγαζόσπιτό του στην οδό Καλλιδρομίου 55, στα Εξάρχεια. Ήταν 39 ετών.