Pentagon Papers: Τα ψέμματα των ΗΠΑ για το Βιετνάμ πριν το Watergate

Pentagon Papers: Τα ψέμματα των ΗΠΑ για το Βιετνάμ πριν το Watergate

Η ταινία "The Post" του Steven Spielberg αφορά τη μεγαλύτερη στιγμή της δημοσιογραφικής ιστορίας των ΗΠΑ, πολλά χρόνια πριν τα Paradise Papers, και σε ρωτά για την άποψη σου... επί του αγγελιοφόρου

Ο Steven Spielberg αποφάσισε να ασχοληθεί με ένα από τα θέματα που “πληγώνουν” το prestige της Αμερικής -στο επίπεδο του “land of the free”. Το “The Post” θα “βγει” στις κινηματογραφικές αίθουσες στις 11/1 του 2018 και θα σε προβληματίσει.

Για τους πρωταγωνιστικούς ρόλους, ο Spielberg επέλεξε ηθοποιούς που δεν συμπαθούν ιδιαίτερα τον Donald Trump. Για την ακρίβεια, έχουν εκφραστεί πολλάκις εναντίον του. Η Meryl Streep και ο Τom Hanks υποδύονται την εκδότρια και τον διευθυντή της “Washington Post” (αντίστοιχα), την εποχή που έπρεπε να αποφασίσουν αν θα δημοσιεύσουν κυβερνητικά έγγραφα, τα οποία αποκάλυπταν τα ψέματα των κυβερνήσεων στα χρόνια του πολέμου στο Vietnam.

Στην εν λόγω ταινία ο Spielberg υποκινεί debate, για το ρόλο των media ως επιτηρητή και αν ανάλογη διαρροή, τη σήμερον ημέρα, θα επιβίωνε των εκτεταμένων προσπαθειών για δυσφήμιση του “αγγελιοφόρου”. Τι πραγματεύεται το “The Post”; Τα “Pentagon Papers” που κατά τον Lloyd Gardner, ιστορικό του Rutgers University και συγγραφέα του “Τhe War on Leakers” “θεωρούνται ως το σημείο “κλειδί” για τη διαφάνεια, τους πληροφοριοδότες και του να αναλαμβάνει η κυβέρνηση τις ευθύνες των πράξεων της. Επαναβεβαίωσε την παράδοση των ΗΠΑ ενάντια στην απαγόρευση στη δημοσίευση ντοκουμέντων. Αν η κυβέρνηση μπορούσε να το κάνει αυτό, τότε θα μιλούσαμε για μια πραγματικά σκοτεινή σκιά πάνω από τη δημοσιογραφία“.

Αν συνέβαινε κάτι αντίστοιχο σήμερα (εποχή που πολλοί συγκρίνουν τον Donald Trump με τον Nixon) ” θα υπήρχαν πολύ πιο ισχυρές αντιδράσεις“, εξήγησε ο ειδικός, ο οποίος τόνισε και ότι ” υπάρχει συγκεκριμένο τμήμα του πληθυσμού που υποστηρίζει όταν τα media είναι επί της ουσίας fake news και προσπαθούν να τα βάλουν με τον Πλανητάρχη “.

Τι μπορεί να αλλάξει αυτήν τη νοοτροπία; ” Κατ’ αρχάς η διάθεση των μέσων να βρίσκουν και να δημοσιεύουν αποδείξεις για σκάνδαλα και μετά, να υπάρχουν έγγραφα πρόχειρα. Όχι συνομιλίες on και off the record, αλλά χαρτιά που αποτελούν αδιάσειστα στοιχεία. Αυτά αυξάνουν κατακόρυφα την αξιοπιστία“.

Η έρευνα που ζήτησε το Υπουργείο Αμύνης

Ως “Pentagon Papers” είχε ονομαστεί η άκρως απόρρητη έρευνα του Υπουργείου Αμύνης των ΗΠΑ (έγινε κατ’ εντολή του Υπουργού, Robert McNamara) για τη στρατιωτική εμπλοκή στο Vietnam, από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (1945) έως το 1967, όταν και τέθηκε το αίτημα.

Ο επίσημος τίτλος της έρευνας ήταν “Αναφορά του Γραφείου του Υπουργείου Αμύνης, για τις δυνάμεις υπεράσπισης του Vietnam”. Κατά τη διάρκειά της, οι αναλυτές άντλησαν απόρρητο υλικό από τα αρχεία του Υπουργείου Αμύνης, του Yπουργείου Εξωτερικών και του CIA. Ολοκληρώθηκε το 1969 και αφορούσε 47 τόμους, που περιείχαν 3.000 σελίδες αφήγησης και 4.000 σελίδες αποδεικτικών στοιχείων. 

Ενόσω ο πόλεμος διαρκούσε πολλά χρόνια, με περισσότερους από 500.000 Αμερικανούς στρατιώτες να βρίσκονται στο Vietnam, μέχρι το 1968, ο πρώην πεζοναύτης και τότε στρατιωτικός αναλυτής Daniel Ellsberg -ο οποίος δούλεψε στην έρευνα-, εξέφρασε την αντίθεση του στον πόλεμο. Σημείωση: είχε υπάρξει  υπέρμαχος της εμπλοκής των ΗΠΑ στην Ινδοκίνα. Δεύτερη σημείωση: υπήρξε σύμβουλος του Spielberg όπως εξελισσόταν το σενάριο (έχει την υπογραφή της Liz Hannah) και η ταινία.

Αυτός ο πόλεμος δεν θα κερδηθεί ποτέ

Ο Ellsberg είχε καταλήξει το 1969, πως ο πόλεμος στο Vietnam δεν επρόκειτο να κερδηθεί ποτέ. Επίσης, είχε πει ότι η πληροφορία που υπήρχε στα Pentagon Papers, για τον τρόπο που αποφάσιζαν οι ΗΠΑ όσα αφορούσαν το Vietnam, θα έπρεπε να είναι προς διάθεση του κοινού. Προφανώς και δεν συμφώνησαν πολλοί μαζί του. ” Το πατριωτικό καθήκον που προκύπτει από τον όρκο που δίνουμε, ως υπηρέτες του λαού, δεν σημαίνει να κρατάμε μυστικά ή να υπακούμε τυφλά στον Πρόεδρο, αλλά να σεβόμαστε το Σύνταγμα” δήλωσε πολύ αργότερα, στους “New York Times”.

Ένα από τα στοιχεία που είχε διαβάσει, αποδείκνυε την ενεργή βοήθεια της κυβέρνησης του John F. Kennedy στην εξέγερση και τη δολοφονία του Ngo Dinh Diem, προέδρου του Νοτίου Vietnam, το 1963. Ένα άλλο, ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με όσα είχε υποστηρίξει η αμερικανική κυβέρνηση, ως λόγο για τον εντατικό βομβαρδισμό του Βορείου Vietnam. Στην έκθεση αναφερόταν πως οι βομβαρδισμοί δεν είχαν πραγματική επιρροή στη βούληση του εχθρού να πολεμήσει.

Το Ανώτατο Δικαστήριο εξέθεσε την κυβέρνηση

Το Μάρτιο του 1970, όταν ο Ellsberg εργαζόταν στη RAND Corporation, ινστιτούτο ερευνών, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Το βράδυ της 1ης Οκτωβρίου, άνοιξε το χρηματοκιβώτιο που είχε στο γραφείο του και αναζήτησε ένα μέρος της έκθεσης των 7000 σελίδων που είχε κρύψει εκεί. Κάθε βράδυ έβγαζε αντίγραφα, σελίδα προς σελίδα.

Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του 1970, προσπαθώντας να πείσει νομοθέτες να δημοσιεύσουν την έκθεση, για το καλό του λαού. Δεν οδηγήθηκε κάπου. Στις αρχές του 1971 αποφάσισε να τα δώσει σε ΜΜΕ. Αποτάθηκε στους New York Times (“ήταν αυτή που είχε το prestige να προχωρήσει στη δημοσίευση”) και για την ακρίβεια, στο δημοσιογράφο Neil Sheehan ” στον οποίον είχα δώσει απόρρητα στοιχεία και το 1968. Του τηλεφώνησα και του είπα πως θέλω ένα μέρος να μείνω, για κάποιες ημέρες. Με κάλεσε σπίτι του. Όλο το βράδυ μιλούσαμε για τα Pentagon Papers“.

Έχε υπ’ όψιν σου ότι έως τότε αυτή η εφημερίδα, όπως και η Washington Post, αλλά και μεγάλα τηλεοπτικά δίκτυα, θεωρούνταν από το λαό ως “φωνές της εξουσίας”. Παρ’ όλα αυτά, οι New York Times προχώρησαν στη δημοσίευση σειράς καυστικών άρθρων, τα οποία στηρίχθηκαν στα πιο ενοχοποιητικών στοιχείων, αρχής γενομένης από τις 13 Ιουνίου του 1971. Το σκάνδαλο έπιανε το μεγαλύτερο μέρος στο πρωτοσέλιδο. Δίπλα υπήρχαν ειδήσεις για το γάμο της κόρης του Nixon, ένα άλλο για την ένταση μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν και ένα ακόμα για το budget της Νέας Υόρκης.

Τρεις ρεπόρτερ ζούσαν σε δωμάτια του New York Hilton Hotel, για το διάστημα που χρειάστηκαν να τσεκάρουν τα στοιχεία του Ellsberg και να προχωρήσουν στη συγγραφή των άρθρων. Μετά αυτά δόθηκαν σε δικηγορικό γραφείο, το οποίο μόλις έμαθε πως επρόκειτο για απόρρητα στοιχεία, προειδοποίησε τους Times να μην προχωρήσει. Διαφορετικά, δεν θα τους αναλάμβανε στα δικαστήρια. Έκανε και κάτι άλλο: ειδοποίησε το Υπουργείο Δικαιοσύνης για αυτό που θα ερχόταν. Η Boston Globe είχε τονίσει ότι οι λίγοι που είχαν διαβάσει το πλήρες κείμενο της έρευνας, είχαν ταχθεί υπέρ της απόσυρσης από τον πόλεμο.

Ο τότε διευθυντής, AM Rosenthal έδωσε την εντολή της δημοσίευσης. Προηγήθηκε η πληροφορία πως αν δεν έκαναν την αποκάλυψη οι Times, θα την έκανε η Vineyard Gazette -επίσης ιδιοκτησίας του Arthur Ochs Sulzberger. Το υλικό αναδημοσιεύτηκε στην Washington Post, με την αναφορά “σύμφωνα με πηγές των New York Times”.

Μετά το τρίτο άρθρο, το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ εξασφάλισε προσωρινή εντολή απαγόρευσης περαιτέρω δημοσίευσης του υλικού διότι, όπως υποστηρίχθηκε, ήταν επιζήμια για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Οι New York Times απάντησαν με καταγγελία για λογοκρισία (πλήγμα στην ελευθερία του λόγου).

Όσο οι Νew York Times δεν μπορούσαν να δημοσιεύσουν (δια δικαστικής απόφασης), το έκανε η Washington Post, καθώς ο δημοσιογράφος της Ben Bagdikian έλαβε αντίγραφα των ίδιων εγγράφων από τον Ellsberg, τα οποία και παρέδωσε στο διευθυντή του. Aνήμερα της απόφασης για δημοσίευση, η Katharine Graham -εκδότρια της Post- έκανε πάρτι, με προσκεκλημένους πολλούς εκπροσώπους της κυβέρνησης!

Το μέσο ήλθε σε άμεση σύγκρουση με τον Λευκό Οίκο που ζήτησε πάλι, απαγόρευση -μέσω ασφαλιστικών μέτρων. Το δικαστήριο όμως, την αρνήθηκε και η Post συνέχισε τις αποκαλύψεις. Μετά τα Μέσα κινήθηκαν μαζί εναντίον της κυβέρνησης -έως τότε 17 άλλες εφημερίδες είχαν λάβει τα αντίγραφα της έκθεσης.

Στις 30/6 το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάσισε (με 6-3 ψήφους) πως το υλικό δεν συνιστούσε απειλή για την εθνική ασφάλεια. Επιπροσθέτως, ενημέρωσε ότι η δημοσίευση της έκθεσης δικαιολογείτο από την προστασία της ελευθερίας του Τύπου, όπως αναφερόταν στο First Amendment (Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ).

Ο Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Potter Stewart επισήμανε ότι  “ελλείψει κυβερνητικών ελέγχων και ισορροπιών που υπάρχουν σε άλλους τομείς της εθνικής μας ζωής, ο μόνος αποτελεσματικός περιορισμός της εκτελεστικής πολιτικής και της εξουσίας στους τομείς της εθνικής άμυνας και των διεθνών σχέσεων, μπορεί να βρίσκεται σε ένα φωτισμένο πολίτη -στην ενημερωμένη και κριτική κοινή γνώμη, που μπορεί να προστατεύσει τις αξίες της δημοκρατικής κυβέρνησης”.

Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ

Όσα διάβασαν οι αναγνώστες των New York Times, Washington Post, Boston Globe κλπ, έκαναν ξεκάθαρο το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις των Harry S. Truman, Dwight D. Eisenhower, John F. Kennedy και Lyndon B. Johnson είχαν παραπλανήσει το κοινό, για το βαθμό εμπλοκής των ΗΠΑ στο Vietnam.

Η παραπλάνηση είχε ξεκινήσει από την απόφαση του Truman να δώσει στρατιωτική βοήθεια στη Γαλλία, κατά τη διάρκεια του αγώνα της εναντίον των Viet Minh που καθοδηγούνταν από κομμουνιστές και διήρκεσε έως τα πλάνα ανάπτυξης του Johnson, για κλιμάκωση του πολέμου στις αρχές του 1964 -μολονότι στην προεκλογική εκστρατεία έλεγε ακριβώς το αντίθετο. Η έρευνα δεν κάλυπτε τις πολιτικές του Richard M. Nixon, οι αποκαλύψεις ήταν ενοχλητικές, δεδομένου ότι ο Nixon ήταν έτοιμος (το 1972) για επανεκλογή.

Η σύλληψη του Ellsberg για κατασκοπεία

Μετά την ετυμηγορία του Ανώτατου Δικαστηρίου, η κυβέρνηση του Nixon εξέδωσε ένταλμα σύλληψης του Ellsberg (ήταν ο πρώτος που διώχθηκε υπό το 1917 Espionage Act) και του φερόμενου ως συνεργάτη του, Anthony Russo. Ήλθαν αντιμέτωποι με ποινή φυλάκισης 115 χρόνων. Οι κατηγορίες αφορούσαν συνωμοσία, κατασκοπεία και κλοπή κρατικής περιουσίας. Ήταν όλα ποινικά αδικήματα. Ο Ellsberg είχε δηλώσει πως διατίθεται να πάει στη φυλακή, προκειμένου να σταματήσει ένας αδικαιολόγητος πόλεμος.

Η δίκη άρχισε το 1973. Ολοκληρώθηκε σύντομα, για κακοδικία, με απόρριψη όλων των κατηγοριών. Τι είχε συμβεί; Οι εισαγγελείς ανακάλυψαν πως μια μυστική ομάδα του Λευκού Οίκου (“Οι Υδραυλικοί”), είχε διαρρήξει το γραφείου του ψυχιάτρου του Ellsberg, τον Σεπτέμβριο του 1971, ώστε να βρει πληροφορίες που θα τον δυσφημούσαν.

Οι “υδραυλικοί”, E. Howard Hunt και G. Gordon Liddy αργότερα ενεπλάκησαν σε άλλη διάρρηξη, για το Watergate (το 1972). Ο Πρόεδρος Nixon είχε εγκρίνει μυστική επιχείρηση κλοπής εγγράφων από τα κεντρικά γραφεία των Δημοκρατικών -την οποία εκτέλεσαν οι “υδραυλικοί”- που ήταν σε ξενοδοχείο της Washington, με το όνομα “Wastergate”.

Μια στάση εδώ: στόχος του Προέδρου ήταν να αμαυρώσει την προεκλογική εκστρατεία των… άλλων. Αργότερα, επιχείρησε να συγκαλύψει τις ανήθικες και παράνομες επιχειρήσεις που είχε εγκρίνει και κάπως έτσι προέκυψε ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά σκάνδαλα στην ιστορία της Αμερικής. Ήταν τέτοιο που ο Nixon υποχρεώθηκε να παραιτηθεί (το 1974).

 

Για την ιστορία, στην αποκάλυψη προέβησαν δυο δημοσιογράφοι της Washington Post, Bob Woodward και Carl Bernstein, με τη βοήθεια πληροφοριοδότη από το FBI, με το κωδικό όνομα “βαθύ λαρύγγι”. Δεκαετίες αργότερα, αποκαλύφθηκε πως ο πληροφοριοδότης ήταν ο αναπληρωτής διευθυντής του FBI. Και αυτό το σκάνδαλο έγινε ταινία, με τίτλο “All the President’s Men” και πρωταγωνιστές τους Robert Redford και Dustin Hoffman.

Μια ημιτελής εκδοχή των Pentagon Papers είχε δημοσιευτεί -σε βιβλίο-, στα τέλη του 1971. Ολόκληρη η έρευνα έμεινε -επισήμως- απόρρητη έως τις 13 Ιουνίου του 2011, όταν η κυβέρνηση έβγαλε στη δημοσιότητα και τις 7000 σελίδες, για τον εορτασμό της 40ης επετείου από τη διαρροή της έρευνας στον Τύπο.

Πίσω στην ταινία

Η Meryl Streep υποδύεται την Katharine Graham, τότε νέα εκδότη της “Washington Post”. Πέρασε στα χέρια της του συζύγου της, Philip (“εκείνες τις ημέρες ο μόνος πιθανός κληρονόμος ήταν άνδρας”, έγραψε στη βιογραφία της με τίτλο “Personal History” που κέρδισε Pulitzer), από τον πατέρα της Eugene -είχε αγοράσει το μέσο το 1933.

Η μητέρα της Katharina, Agnes ήταν λάτρης των τεχνών, διανοούμενη και είχε στην παρέα της ανθρώπους όπως η Marie Curie, Albert Einstein και Eleanor Roosevelt. O Philip αυτοκτόνησε το 1963 (είχε νοσηλευτεί σε ψυχιατρική κλινική, με νευρικό κλονισμό). Το αυτό έκανε και στις 20/12 του 2017 ο γιος της Katharine, Willian W. Graham. Ήταν 69 χρόνων.

Πίσω στη δεκαετία του ’70, μετά την αυτοκτονία του Philip η εφημερίδα στα χέρια της Katharine. Έγινε η πρώτη γυναίκα εκδότης, της ιστορίας -και αυτή που ενίσχυσε το ρόλο των γυναικών δημοσιογράφων. Έως τότε, δεν είχε δουλέψει έστω μια μέρα. Για να “σώσει” την “Washington Post” είχε αρχίσει τη διαδικασία της εισαγωγής του εντύπου στο χρηματιστήριο.

Πριν ολοκληρωθεί αυτή (“είχαμε ανακοινώσει τα πλάνα μας, αλλά δεν είχαμε βγάλει τις μετοχές προς πώληση και το τελευταίο που χρειαζόμασταν ήταν να μας “κυνηγήσει” η κυβέρνηση”), η “Kay” -όπως τη φώναζαν οι φίλοι- συναίνεσε με τη δημοσίευση ντοκουμέντων, για τον πόλεμο στο Vietnam, μολονότι οι δικηγόροι της, οι υπάλληλοι της και η κυβέρνηση επέμεναν περί του αντιθέτου. Τη σήμερον ημέρα, εκδότης της “Washington Post” είναι ο πρωτότοκος (72χρονος) γιος της Katharine, Donald Graham.

Ο Τom Hanks “παίζει” τον Ben Bradlee, τότε διευθυντή του εντύπου, ο οποίος είχε θέσει ως στόχο να τη βάλει στην ίδια “λίγκα” με τους “New York Times”. Μετά τα “Pentagon Papers” συμφώνησε και στη δημοσίευση στοιχείων του “Watergate”. Πέθανε τον Οκτώβρη του 2014. Ιδού οι πρωταγωνιστές της ζωής.

FILE - In this June 21, 1971 file photo, Washington Post Executive Director Ben Bradlee and Post Publisher Katharine Graham leave U.S. District Court in Washington. Bradlee died Tuesday, Oct. 21, 2014, according to the Washington Post. (AP Photo, File) AP

 

Πριν σας αφήσουμε να συνεχίσετε την ημέρα σας, να θυμίσουμε πως ο Trump έχει κατηγοριοποιήσει τους δημοσιογράφους σε α) αναθεματισμένους ανέντιμους, β) φίλα προσκείμενους στην αντιπολίτευση και γ) εχθρούς του λαού. Έχει ενισχύσει sites που έχουν ως στόχο τη δυσφήμηση Μέσων, τα οποία δημοσιεύουν άρθρα και συνεντεύξεις που τον κατηγορούν για διάφορα παραπτώματα -ή αδικήματα.

Παρότρυνε και το γενικό εισαγγελέα, Jeff Sessions να βρει και να τιμωρήσει τους κυβερνητικούς που προβαίνουν σε διαρροές. Στις αρχές του μήνα, ο Sessions είπε πως το τμήμα δικαιοσύνης διεξήγαγε 27 έρευνες, επί “επιδημίας” διαρροής απόρρητων πληροφοριών, συγκριτικά με τις τρεις, ανά χρόνο της τελευταίας τριετίας του Obama. Τον Αύγουστο, ο Sessions είπε πως θα αναθεωρήσει τις πολιτικές που αφορούν στα εντάλματα προς τα media.

ΠΗΓΕΣ: history.com, deadline.com, theguardian.com, Fox News, New York Times, Washington Post, Daily Mail.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα