Τα οικονομικά εγκλήματα και τα σκάνδαλα της Χούντας
Τα ακροδεξιά παραμύθια λένε πολλά για το “οικονομικό θαύμα” της χούντας αποσιωπώντας τα σκάνδαλα, από το “Τάμα του Έθνους” μέχρι τα “μαύρα κρέατα” από τη Ροδεσία. Το NEWS 247 ανοίγει τον φάκελο των οικονομικών εγκλημάτων, που οι εχθροί της δημοκρατίας θα ήθελαν να ξεχαστούν
- 21 Απριλίου 2017 06:41
(Κεντρική φωτογραφία: AP/Saris)
Είναι παράδοξο, καθώς δεν στηρίζεται σε στοιχεία και δεν συγκροτεί ένα πειστικό ακροδεξιό αφήγημα, αλλά η αλήθεια είναι ότι εξακολουθούν -προφανώς λόγω της μεγάλης και παρατεταμένης πολλαπλής κρίσης- να υπάρχουν άνθρωποι, που αναμασούν τα φληναφήματα για το “οικονομικό θαύμα” της επταετίας.
Βέβαια, εδώ και δεκαετίες ακόμα και οι συστημικοί οικονομολόγοι έχουν χωρίσει την ήρα από το στάρι υπογραμμίζοντας όπως ο Ξενοφών Ζολώτας ότι “η οικονομική πολιτική της δικτατορίας ήταν πολιτική οικονομικής μεγεθύνσεως και όχι οικονομικής αναπτύξεως” και έχουν βάλει τα πράγματα στη θέση τους ξεκαθαρίζοντας όπως ο Γιάγκος Πεσματζόγλου ότι “η αντιμετώπιση της φτώχειας εξαντλήθηκε στη διαγραφή των αγροτικών χρεών”, αλλά οι ακροδεξιοί παπαγάλοι επιμένουν επιβεβαιώνοντας την αρχαία ρήση “εκ στόματος κόρακος κρα εξελεύσεται”.
Γιατί όσοι αναφέρονται στην περιβόητη διαγραφή χρεών των αγροτών από τους πραξικοπηματίες, που προσπαθούσαν να αποκτήσουν λαϊκό έρεισμα και να περιορίσουν τις αντιδράσεις κατά της δικτατορίας, “ξεχνούν”, επειδή έτσι τους βολεύει, ότι στη χουντική επταετία αποδιοργανώθηκε η αγροτική παραγωγή και έπεσε το κατά κεφαλήν αγροτικό εισόδημα, κάτι που οδήγησε στον εκπατρισμό εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων, γεγονός που είχε ως συνέπεια την αναζήτηση από τη χούντα φτηνού εργατικού δυναμικού στην Αφρική και την άνευ προηγουμένου εισαγωγή αγροτικών προϊόντων.
Άλλωστε η μετανάστευση περίπου μισού εκατομμυρίου Ελλήνων πολιτών την πενταετία 1968-1972 ήταν αυτή που “επέτρεψε” την μείωση της ανεργίας για την οποία κόμπαζαν οι χουντικοί εξοβελίζοντας κάθε άλλο παράγοντα από την συζήτηση. Ας θυμηθούμε μερικούς από αυτούς:
Το δημόσιο χρέος υπερδιπλασιάστηκε φτάνοντας τα 87,5 δισεκατομμύρια δραχμές στις αρχές του 1973 ενώ ήταν 37,8 δισεκατομμύρια τον Δεκέμβριο του 1967 ενώ παράλληλα:
Το εμπορικό έλλειμμα την αντίστοιχη περίοδο πενταπλασιάστηκε.
Η αγροτική οικονομία αναπτύχτηκε μόλις 1,8% την επταετία, ενώ το 1968 το καθεστώς είχε προβλέψει ανάπτυξη 5,2% με χρονικό ορίζοντα πενταετίας, ενώ οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων μειώθηκαν κατά 25%.
Ο πληθωρισμός κάλπαζε, παρ’ ότι όλη την δεκαετία του ’60 η χώρα μας είχε το χαμηλότερο ποσοστό πληθωρισμού από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ. Χάρη στην χούντα και το οικονομικό της “θαύμα”, ο δείκτης τιμών καταναλωτή αυξήθηκε 15,3% από το 1972 στο 1973 και κατά 37,8% την επόμενη χρονιά, και μάλιστα στα είδη πρώτης ανάγκης και την υγεία. Σε αυτό το πλαίσιο το “θαύμα” ήταν ότι οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν μόνο κατά 4%!
Οι φόροι που βάρυναν τα νοικοκυριά έφταναν το 91% του συνόλου των φορλογικών εσόδων του καθεστώτος, ενώ οι φόροι των επιχειρήσεων μειώνονταν και η “δικαιότερη κατανομή” που επαγγέλθηκαν οι πραξικοπηματίες αποδείχτηκε αφόρητη επιβάρυνση των απλών εργαζομένων.
Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών οκταπλασιάστηκε μεταξύ 1967 και 1972: το ισοζύγιο πληρωμών που εμφάνιζε μέσο πλεόνασμα 14,6 εκατ. δολαρίων την περίοδο 1960-1966 βρέθηκε την επταετία να εμφανίζει μέσο έλλειμμα ύψους 117 εκατομμυρίων δολαρίων.
Οι δαπάνες για την εκπαίδευση όπως θα ανέμενε κάθε αμερόληπτος παρατηρητής μειώθηκαν από 11,6% σε 10% του συνόλου των κρατικών δαπανών όπου βέβαια πολλαπλασιάστηκαν οι δαπάνες για την “άμυνα” και την “δημόσια ασφάλεια” και ιδίως την δεύτερη καθώς όσοι έζησαν την μεταπολίτευση θυμούνται τα χουντικά ρεζιλίκια της επιστράτευσης, με τα κιβώτια που αντί για οπλισμό περιείχαν… πέτρες!
Οι κοινωνικές δαπάνες, ως ποσοστό του ΑΕΠ, στην αρχή της χουντικής επταετίας αυξήθηκαν, κάτι που οι νεοφασίστες νοσταλγοί των Απριλιανών συχνά μνημονεύουν. Αυτό που λησμονούν όμως επιτηδείως είναι ότι, στη συνέχεια, οι χουντικοί περιόριζαν κάθε χρόνο τις κοινωνικές δαπάνες, με αποτέλεσμα το 1974 το ποσοστό των κοινωνικών δαπανών στο ΑΕΠ να έχει συρρικνωθεί στα επίπεδα του… 1965.
Το περίγραμμα της κατάστασης άλλωστε το έχει δώσει με πολύ λακωνικό τρόπο ο Σπύρος Μαρκεζίνης που υπήρξε “πρωθυπουργός” με εντολή Παπαδόπουλου για… 47 ημέρες, καθώς μετά την Εξέγερση του Πολυτεχνείου τα ηνία της χούντας ανέλαβε η ομάδα Ιωαννίδη:
“Η οικονομική κατάστασις έβαινε σταθερώς επιδεινούμενη… Η προσπάθεια αστυνομικής καθηλώσεως των τιμών οδήγησε εις πλήρη εξάρθρωσιν της αγοράς”.
Χουντική “δημιουργική λογιστική”
Στην προσπάθεια της χούντας να κρατηθεί χαμηλά ο εξωτερικός δανεισμός υπερτετραπλασιάστηκε ο εσωτερικός, τόσο με την έκδοση ομολόγων όσο και με… δημιουργικές πατέντες στα δημοσιονομικά.
Έτσι, για να μπορούν να γίνονται τα τεχνικά έργα, για τα οποία οι πρωτεργάτες της χούντας είχαν άμεσο ενδιαφέρον, όπως ο Παττακός με το μυστρί και τον γαμπρό που χωνόταν σε όλα, οι εργοληπτικές εταιρείες έπαιρναν δάνεια από τράπεζες του εξωτερικού με την εγγύηση βέβαια του ελληνικού Δημοσίου.
Στη συνέχεια το βάρος των δανείων περνούσε μεν στο κράτος αλλά με την τριγωνική διαδρομή Τράπεζες – Εργολήπτες – Κράτος ο χαρακτήρας του δανεισμού “άλλαζε” και το χρέος χρακτηριζόταν “εσωτερικό”.
Το μεγάλο “τάμα”: Να γεμίσουν τις τσέπες τους
Μπορεί οι κάθε λογής Μιχαλολιάκοι να ισχυρίζονται ότι οι δικτάτορες ήταν… άμεμπτοι και ότι την επταετία της στρατιωτικής χούντας (1967-1974) η οικονομία πήγαινε από επιτυχία σε επιτυχία αλλά τα στοιχεία δεν δείχνουν να υπάρχει έστω και ίχνος αληθείας σε αυτούς τους ισχυρισμούς. Αντίθετα τα πάντα οδηγούν με ασφάλεια στο συμπέρασμα ότι οι συνταγματάρχες, οι συγγενείς και οι φίλοι τους έφαγαν ποικιλοτρόπως με χρυσά κουτάλια.
Εν αρχή βέβαια, τουλάχιστον σε αυτά που έβλεπαν οι πολλοί, ήταν το περίφημο “Τάμα του Έθνους”: η “υπόσχεση” που έδωσαν τα μέλη της Δ’ Εθνοσυνέλευσης που πραγματοποιήθηκε το… 1829 στο Άργος για την ανέγερση ναού του Σωτήρος και την οποία θυμήθηκε ο επικεφαλής της Χούντας Γεώργιος Παπαδόπουλος σχεδόν 90 χρόνια μετά, το 1968.
Ο μεγαλοπρεπής ναός που οραματίστηκαν οι δικτάτορες να στηθεί στα Τουρκοβούνια ώστε να αποτελέσει “το τρίτο αρχιτεκτονικό οικοδόμημα των Αθηνών μετά τον κλασικό Παρθενώνα και τον βυζαντινό Λυκαβηττό” μπορεί να μην χτίστηκε ποτέ αλλά το χρυσοφόρο για ορισμένους σχέδιο μπήκε για τα καλά μπροστά.
Φτιάχτηκε Ανώτατη Επιτροπή για την υλοποίηση του σχεδίου, με πρόεδρο τον ίδιο τον Παπαδόπουλο και τη συμμετοχή των άλλων δύο της χουντικής τριανδρίας, του Παττακού και του Μακαρέζου, αλλά και του χουντικού αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, δημιουργήθηκε Γνωμοδοτικό Συμβούλιο στο οποίο συμμετείχαν προθύμως ένα σωρό μεγαλόσχημοι παράγοντες, ακαδημαϊκοί και πρυτάνεις, και άρχισε η συγκέντρωση χρημάτων.
Το “Τάμα” μπορεί να διαφημιζόταν, χρήματα μπορεί να συγκεντρώνονταν αλλά τα χρόνια περνούσαν και το “έργο’ στα… μακέτα καθώς ποτέ δεν μπήκε ούτε ένα τούβλο, έστω για τα μάτια του κόσμου που δικαιολογημένα “ψιθύριζε” για το μεγάλο φαγοπότι των αθεόφοβων. Όταν λοιπόν, οι ενδοχουντικές αντιθέσεις, τον Ιανουάριο του 1974 υποχρέωσαν τους υπεύθυνους του “Ειδικού Ταμείου” σε απολογισμό δεν ήταν πολλοί αυτοί που εξεπλάγησαν.
Τα στοιχεία επιβεβαίωσαν αυτό που ο κόσμος είχε τούμπανο και οι εμπλεκόμενοι… κρυφό καμάρι: Από τα 453,3 εκατομμύρια δραχμές που είχαν συγκεντρωθεί, από εισφορές κυρίως κρατικών φορέων αλλά και ιδιωτικών, “επιχορηγήσεις” από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά και… δάνεια, στο Ταμείο υπήρχαν μόνο 47,3 εκατ. Τα υπόλοιπα 406 εκατ. είχαν “ταξιδέψει” σε άλλη γη και άλλα μέρη! Και βέβαια ουδείς ποτέ τιμωρήθηκε για αυτές τις λοβιτούρες.
“Αμάρτησαν” για τους συγγενείς τους!
Όταν ήταν να στοχοποιήσουν τους πολιτικούς οι χουντικοί είχαν εύκολα τα λόγια, δεν φείδονταν χαρακτηρισμών για την “φαυλοκρατία”, τα ρουσφέτια και τον νεποτισμό, την οικογενειοκρατία. Όταν βέβαια ο λόγος ερχόταν στα δικά τους, τους γαμπρούς, τα αδέλφια, τα ξαδέλφια και τυος λοιπούς συγγενείς οι συνταγματάρχες γίνονταν φειδωλοί και έκρυβαν λόγια. Αλλά μερικά γεγονότα δεν μπορούν να κρυφτούν.
Όπως φαίνεται λοιπόν, τα στελέχη της χούντας που κοίταζαν με μισό μάτι όλους τους άλλους, αλλά και -μεταξύ τους- ο ένας παρακολουθούσε τις κινήσεις του άλλου για να προστατεύσουν εξουσίες και “προνόμια”, ένιωθαν εμπιστοσύνη μόνο εν μέσω ημετέρων.!
Αρχίζοντας από τον Παπαδόπουλο και καταλήγοντας στον Λαδά, οι “αδιάφθοροι” φαίνεται ότι έκτός από το ¨Τάμα του Έθνους” είχαν και το τάμα της… οικογένειας, οπότε πολύ “φυσιολογικά” διόριζαν παντού φίλους, γνωστούς και συγγενείς, για να μένουν οι θέσεις και το χρήμα στο σόι!
Ο επικεφαλής της Χούντας για παράδειγμα, στήριξε την καριέρα του αδελφού του Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου διορίζοντάς τον στρατιωτικό ακόλουθο για αρχή και στη συνέχεια γενικό γραμματέα του κορυφαίου υπουργείου Προεδρίας, Περιφερειακό Διοικητή Αττικής αλλά και Υπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ ώστε να αξιοποιηθούν όλα τα ταλέντα του.
Ο άλλος αδελφός του δικτάτορα ο Χαράλαμπος ήταν πιο απλός άνθρωπος τις… ημέρες, οπότε απλώς πήρε κάποιες προαγωγές για να καταλήξει Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως φυλώντας τα νώτα του αδελφού του. Τις… νύχτες όμως έπαιρνε κι αυτός τα πάνω του και κόλλαγε “ένσημα” σε διάφορα νυχτερινά κέντρα αποκτώντας το προσωνύμιο “μπον φιλέ”!
Αλλά και ο Παττακός ήταν άνθρωπος της οικογένειας. Ως γνωστόν μάλιστα, αυτός είχε αδυναμία στα έργα, για αυτό και έγινε διάσημος για το… μυστρί του, καθώς ό,τι και να εγκαινίαζε έβρισκε την ευκαιρία να το βγάλει στη μόστρα και να τοποθετήσει ένα δυο τούβλα για να τον πάρουν οι κάμερες της εποχής, ώστε να πρωταγωνιστήσει στα “Επίκαιρα” προπαγανδιστικά φιλμάκια που προβάλλονταν πριν από την ταινία στους κινηματογράφους. Αυτός κανόνισε να αναλάβει ο γαμπρός του Ανδρέας Μεϊντάσης διάφορες μελέτες και τεχνικά έργα (τι άλλο;) κυρίως στον Δήμο Αθηναίων, όπως την κατασκευή του υπόγειου γκαράζ στην Πλατεία Κλαυθμώνος.
Και είναι ενδεικτικό της σημασίας που έχουν οι… συγγένειες ειδικά με χουντικούς αξιωματικούς που δεν σήκωναν μύγα στο σπαθί τους, ότι ο Μεϊντάσης για μια τεχνική μελέτη “αξιοποίησης δημοτικού ακινήτου” πληρώθηκε το ποσόν του 1.109.000 δραχμών. Ναι, τόσα ακριβώς: ένα ζεστό εκατομμυριάκι και εκατό χιλιαρικάκια για να… μελετήσει ο γαμπρός του Παττακού πώς θα “αξιοποιηθεί” το ακίνητο.
Καλός αδελφός ήταν και ο Νικόλαος Μακαρέζος που προφανώς ανάλογα με τα… έργα, διόριζε τον κουνιάδο του Αλ. Ματθαίου, πότε υπουργό Γεωργίας και πότε Βορείου Ελλάδος και καλός… ξάδελφος ο Ιωαν. Λαδάς που εξυπηρέτησε πολλούς συγγενείς του , διορίζοντας άλλον στην ΑΣΔΕΝ για να κρατάει τα μπόσικα και άλλον γενικό γραμματέα του υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, προφανώς γιατί και τότε γινόταν πάρτι με τα φάρμακα και τα εμβόλια και τα παραϊατρικά υλικά.
Οι μίζες έπεφταν σαν το χαλάζι
Ο οικονομικός εγκέφαλος της χούντας Ν. Μακαρέζος το 1969, με τυμπανοκρουσίες και πανηγυρικούς, υπέγραψε σύμβαση για την κατασκευή της Εγνατίας Οδού! Καθώς γνωρίζουμε ότι η (πραγματική) κατασκευή της οδού άρχισε το 1994 και ολοκληρώθηκε το 2009 με τμήματά της να παραδίδονται μέχρι και το 2014, όλοι μπορούμε να καταλάβουμε τι σήμαινε το “έργο” που συμφωνήθηκε από την χούντα και ποιοι πραγματικά ωφελήθηκαν.
Άλλωστε οι αριθμοί, κυριολεκτικά, μιλούν! Ο Αμερικανός “ενδιάμεσος” Ρόμπερτ Μακντόναλντ πήρε την δουλειά και άρχισε να κερδίζει πριν ακόμα δείξει έστω μία μακέτα: Του αναγνωρίζονταν έξοδα (και όχι φραγκοδίφραγκα!) ενώ αυτός αναζητούσε -έχοντας την εγγυήση της χούντας- δάνεια για την υλοποίηση του έργου που είχε κοστολογηθεί στα 150 εκατομμύρια δολάρια από τα οποία τα 50 εκ. θα τα έβαζε το ελληνικό κράτος.
Κανείς δεν γνωρίζει εάν ο Μακντόναλντ αναζήτησε όντως δάνεια ή απλώς ροκάνισε τον χρόνο συσσωρεύοντας… έξοδα. Το βέβαιο είναι ότι η Εγνατία δεν κατασκευάστηκε και ο Μακντόναλντ αποχώρησε ενθυλακώνοντας όμως μια προκαταβολή 4,5 εκατομμυρίων δολαρίων έναντι της αμοιβής του και περίπου 33 εκατομμύρια δραχμές σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου έναντι των εξόδων του.
Δεν ήταν ο μόνος! Είχαν προηγηθεί οι “επενδυτές” μιας άλλης αμερικανικής εταιρείας, της Litton Industries , στους οποίους, μόλις 24 ημέρες μετά από το πραξικόπημα, στις 15 Μαΐου 1967, το ελληνικό δημόσιο ανέθεσε την… “οργάνωσιν και διεκπεραίωσιν της οικονομικής αναπτύξεως” στην Κρήτη και την Δυτική Πελοπόννησο.
Η Litton πήρε 1,2 εκατ. δολάρια προκαταβολή για να βρει αυτούς που θα… επένδυαν 840 εκατ. δολάρια τα προσεχή 12 χρόνια. Το κέρδος της συμφωνήθηκε στο 11% των όποιων… εξόδων της, ενώ θα έπαιρνε και προμήθεια 2% επί της αξίας όποιας επένδυσης γινόταν. Όπως ήταν λογικό και αναμενόμενο οι υπεύθυνοι της αμερικανικής εταιρείας κάθισαν αναπαυτικά στις πολυθρόνες τους και έβλεπαν τον καιρό να περνάει έχοντας βέβαια φροντίσει να αυγαταίνουν τα “έξοδα” της πολύ κουραστικής και ιδιαίτερα δαπανηρής αναζήτησης επενδυτών.
Δυόμισι χρόνια μετά, και επειδή η μπίζνα προφανώς είχε παρατραβήξει και αυτοί που δεν είχαν διάφορο τσινούσαν, η χούντα -προς δόξαν του… αδιάφθορου των μελών της- σταμάτησε το “έργο” αφού βέβαια εκπλήρωσε όλες τις συμβατικές υποχρεώσεις του Δημοσίου καταβάλλοντας το 11% των εξόδων που παρουσίασε η Litton.
Ούτε αυτοί ήταν οι μόνοι! Ένας άλλος επιχειρηματίας, που είχε πολύ στενές παρτίδες με τους χουντικούς, ο Ελληνοαμερικανός Τομ Πάπας έστηνε τις δικές του επιχειρήσεις: διυλιστήριο της ESSO στη Θεσσαλονίκη και εργοστάσιο εμφιάλωσης. Για να πάρει την σχετική άδεια, το 1968, είχε αναλάβει την αντισταθμιστική υποχρέωση να στήσει έξι αγροτοβιομηχανικές μονάδες σε διάφορες περιοχές της χώρας.
Καθώς όμως η δουλειά του είχε γίνει, ο Ελληνοαμερικανός υποστηρικτής της “πατρίδας και της οικογένειας” δεν είχε καμιά όρεξη να τηρήσει τις υποχρεώσεις του. Τι πιο εύκολο από το απευθυνθεί (και αυτός!) στους χουντικούς φίλους του και να ζητήσει την βοήθειά τους: Το 1972, η χούντα αποφάσισε και διέταξε την “απαλλαγή” του. Ο Τομ Πάπας μπορούσε να συνεχίσει να κερδίζει χωρίς να καταβάλει ούτε μία δραχμή για αντισταθμιστικά.
Είναι δυνατόν όλα αυτά να έγιναν επειδή απλώς κάποιοι ήταν αδαείς και… οικονομικά αστοιχείωτοι; Κομμάτι δύσκολο. Αντίθετα, όλα αυτά μάλλον μυρίζουν πολύ καλή οικονομική “οργάνωση”. ‘Αλλωστε, επιχειρηματίες σαν τον Τομ Πάπας και πραξικοπηματίες σαν τους χουντικούς συνδέονται με ποικίλους δεσμούς ώστε τίποτε από αυτά που συμφωνούν να μην είναι τυχαίο.
Ο Πάπας λόγου χάριν ήταν ο “γεφυροποιός” μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον, της γνωστής και μη εξαιρετέας για τις σχέσεις της με το πραξικόπημα στην Ελλάδα, CIA και των χουντικών που είχαν “στενούς δεσμούς” με την ΚΥΠ αλλά και με την αμερικανική οργάνωση. Ο Τομ Πάπας λοιπόν μεσολάβησε για την οικονομική ενίσχυση της ΚΥΠ από την CIA. Στη συνέχεια, ο τότε διοικητής της ΚΥΠ Ρουφογάλης κατ’ εντολή Παπαδόπουλου κανόνισε τμήμα αυτών των κονδυλίων να “επιστραφεί” στις ΗΠΑ, ως “ελληνική” συνεισφορά στην προεκλογική εκστρατεία του Νίξον που δεν ήταν βέβαια δυνατόν να χρηματοδοτηθεί απευθείας από τη CIA!
Τώρα, εάν σε αυτές τις δαιδαλώδεις και σκοτεινές διαδρομές κάποια κονδύλια ξέμειναν σε ορισμένες “τσέπες”, το γεγονός θα πρέπει να θεωρηθεί… φυσιολογικό, μια ακόμα παράπλευρη απώλεια από αυτές που συμβαίνουν και στις μέρες μας, με τους φύλαρχους της Λιβύης, τους Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν και τους συμμορίτες του ISIS.
Το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το πρόσωπο
Οι διάφοροι νοσταλγοί της επταετίας, χρυσαυγίτες, βασιλοχουντικοί και λοιποί παρεπιδημούντες στη σκοτεινή νεοφασιστική πλευρά του υποκόσμου, συχνά ισχυρίζονται ότι οι πραξικοπηματίες είχαν “καθαρά χέρια”.
Ας προσπεράσουμε το γεγονός ότι ο αρχιπραξικοπηματίας Ιωάννης Λαδάς που διεκδίκησε αυτήν την… καθαρότητα για τον εαυτό του “έδειξε” σαφώς ως βρώμικα τα χέρια των… συναγωνιστών του, ας αφήσουμε για αργότερα την εμπλοκή του “καθαρού” Λαδά στα χαριστικά δάνεια σε ημέτερους και ας μείνουμε σε αυτό που περιγράφουν οι νόμοι και οι αποφάσεις των χουντικών για πάρτη τους!
Μια από τις πρώτες αποφάσεις των “αδιάφθορων” που έκαναν το πραξικόπημα για να ανατρέψουν την “φαυλοκρατία”, να αποτρέψουν την “οχλοκρατία” και να αποσοβήσουν τον “κομμουνιστικό κίνδυνο” ήταν να πολλαπλασιάσουν αυτά που έμπαιναν στις τσέπες τους: ο μισθός του πρωθυπουργού διπλασιάστηκε (από 23.600 σε 45.000 δρχ), των υπουργών και υφυπουργών αυξήθηκε από 22.400 σε 35.000 δρχ, ενώ -για πρώτη φορά- θεσπίστηκαν ημερήσιες αποζημιώσεις «εκτός έδρας» 1.000 και 850 δρχ αντίστοιχα, κάτι που εξηγεί τις συνεχείς περιοδείες των χουντικών για να… αφουγκραστούν τον παλμό του λαού.
Οι πραξικοπηματίες πάντως ήταν σε όλα… παραδοσιακοί. Μπορεί να αύξησαν τους μισθούς τους, μπορεί να είχαν τα “τυχερά” τους (“φρέσκα ψάρια από τα νησιά και το καλύτερο χαβιάρι της Περσίας”, όπως ανέφερε σε βιβλίο της η Ντέλλα Ρουφογάλη, σύζυγος του τότε αρχηγού της ΚΥΠ), μπορεί χάρη στις “υπηρεσίες τους στο έθνος” να γνώριζαν διευκολύνσεις, όπως ο Παπαδόπουλος που ζούσε σε βίλες παραχωρημένες από “γνωστή οικογένεια εφοπλιστών” στο Ψυχικό ή από τον Ωνάση στο Λαγονήσι, αλλά ήθελαν να έχουν και ένα δικό “κεραμίδι”.
Με ειδική ρύθμιση λοιπόν, το 1970, φρόντισαν την «τακτοποίηση» και αυτού του θέματος που μόνο αυτούς αφορούσε, θεσμοθετώντας την στεγαστική αποκατάσταση «αξιωματικών διαδραματισάντων εξέχοντα ρόλον» στο πραξικόπημα.
Και επειδή των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν σχεδίαζαν να θεσμοθετήσουν και την ασυλία τους, αλλά δεν πρόκαμαν καθώς η εξέγερση του Πολυτεχνείου τίναξε στον αέρα την “φιλελευθεροποίηση” που σχεδίαζε ο Παπαδόπουλος δια του Μαρκεζίνη και οι σχετικές διατάξεις κατέληξαν στον σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.
Χαριστικές ρυθμίσεις, θαλασσοδάνεια και “μαύρα κρέατα”
Οι χουντικοί φρόντιζαν ιδιαιτέρως αυτούς που ανέπτυσσαν “ειδικές σχέσεις” μαζί τους. Έτσι, έσπευσαν να νομοθετήσουν την απαλλαγή από δασμούς στη ναυτιλία, την βιομηχανία, σε εμπορικά και τουριστικά εγχειρήματα “ιδίως αυτά που ελέγχονταν από ξένες επιχειρήσεις”, όπως σημειώνει ο Βασίλης Καφίρης στη μελέτη του “Η ελληνική οικονομία κατά τη διάρκεια της δικτατορίας”.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, “τα φορολογικά έσοδα από τις ναυτιλιακές εταιρείες μειώθηκαν από 109 εκατομμύρια το 1968 σε 29 εκατομμύρια το 1972, περίοδο κατά την οποία ο ελληνικός στόλος αυξήθηκε κατά 16,7 εκατομμύρια τόνους”. Με αυτά τα δεδομένα δεν είναι διόλου περίεργο ότι οι εφοπλιστές τίμησαν τον Γεώργιο Παπαδόπουλο που τόσο τους “τίμησε”, ανακηρύσσοντάς τον, το 1972, “ισόβιο πρόεδρο” τους!
Οι “επενδύσεις” πάντως χρειάζονται κατάλληλο “επενδυτικό περιβάλλον” και “τραπεζική στήριξη”. Οι πρωτοκλασάτοι της χούντας τα γνώριζαν αυτά απέξω κι ανακατωτά και φρόντισαν από την πρώτη στιγμή που ανέλαβαν να δανειοδοτούνται και να φορολογούνται “όπως έπρεπε” αυτοί που… έπρεπε. Έτσι, στα 1971, “οι φοροπαλλαγές των 464 μεγαλύτερων επιχειρήσεων ήταν τρεις φορές υψηλότερες από τους φόρους που είχαν καταβάλει”.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι, ενώ οι χουντικοί ισχυρίζονταν ότι κατάφεραν να μοιράσουν καλύτερα τα φορολογικά βάρη σε σχέση με ό,τι ίσχυε πριν το 1967, το 55% των φορολογικών εσόδων του κράτους προερχόταν από έμμεσους φόρους, που πάντοτε πλήττουν τους ασθενέστερους, και το 36% από την φορολόγηση των νοικοκυριών.
Οι χουντικοί διέπρεψαν και στα θαλασσοδάνεια που δίνονταν κυριολεκτικά με ονοματεπώνυμο! Πρώτος και καλύτερος μάλιστα στις επιλεκτικές δανειδοτήσεις ήταν ο Ι. Λαδάς, ο χουντικός αστέρας που διατεινόταν ότι “αυτός έχει καθαρά χέρια”. Μάλιστα, σε έγγραφα της ΚΥΠ που δημοσιοποιήθηκαν μετά από την μεταπολίτευση του 1974, αναφέρονταν χορηγήσεις δανείων περί το 1,5 δισεκατομμύριο δραχμές και δάνεια “υπό έγκρισιν” αντίστοιχου ύψους, ενώ πλάι στα ποσά και τους δικαιούχους αναφερόταν ο “παράγοντας” που “υποστήριζε” την δανειοδότηση.
Σε τέτοιες συνθήκες κανείς δεν παραξενεύτηκε όταν, λόγω των ενδοχουντικών αντιθέσεων, βρέθηκε στο εδώλιο ο Μπαλόπουλος, ένας χουντικός στρατιωτικός που είχε τοποθετηθεί υφυπουργός Εμπορίου, κατηγορούμενος για δωροληψία “κατά συρροήν” καθώς, κατά το κοινώς λεγόμενον, τα έπιανε από μεγαλέμπορους της Ροδεσίας για να σπρώχνει στην αγορά τα δικά τους κρέατα.
Ενδεικτικό των διασυνδέσεων του Μπαλόπουλου και της λειτουργίας της χούντας ως συμμορίας είναι διαταγή του Παττακού που αναγνώστηκε στο δικαστήριο και με την οποία απαγορευόταν η διάθεση… ντόπιου κρέατος για να απορροφηθούν τα εισαγόμενα που είχαν αρχίσει να “μαυρίζουν” και να “μυρίζουν”.
Ο Μπαλόπουλος καταδικάστηκε τελικά σε κάθειρξη τρεισήμισι ετών για τα σάπια κρέατα και βρέθηκε στον Κορυδαλλό, πριν καταδικαστεί σε ισόβια ως ένας από τους πρωταίτιους της δικτατορίας. Για τις δραστηριότητές του στον τουρισμό πάντως, όπου όταν ήταν επικεφαλής του ΕΟΤ αποκαλείτο “κύριος 10%” για την προμήθεια που έπαιρνε από τις επενδύσεις που ενέκρινε, δεν δικάστηκε και δεν καταδικάστηκε ποτέ.
Για να έχουν οφέλη βέβαια οι χουντικοί διέπρεψαν στις αναθέσεις έργων και τις προμήθειες χωρίς διαγωνισμό. Και είναι χαρακτηριστική για τον διαχρονικό της συμβολισμό η πρόταση του στρατηγού Καρδαμάκη, αρχηγού ΓΕΣ την περίοδο 1959-1962, που επί δικτατορίας είχε αναλάβει τη διοίκηση της ΔΕΗ, να αγοράσει η επιχείρηση “απευθείας από τη Siemens και την AEG χωρίς διαγωνισμό, μηχανήματα για να μπορέσει να ανταποκριθεί στο πρόγραμμά της”. Ο αποδέκτης της εισήγησης “πρωθυπουργός” Παπαδόπουλος ήταν ακόμα πιο… αποφασιστικός: Αποδέχτηκε την αγορά χωρίς διαγωνισμό και επέλεξε την Siemens, τιμώντας και αυτός την ποιότητα επαφών της συγκεκριμένης γερμανικής εταιρείας.
Για όλα αυτά τα σκοτεινά χουντικά αλισβερίσια ο Ευάγγελος Αβέρωφ, ήδη από το 1968, σε επιστολή του προς τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ανέφερε: «Κυκλοφορούσαι φήμαι περί μεγάλων ή μικρών σκανδάλων (δημοπρασίαι τηλεοράσεως, ΟΛΠ, σύμβασις Reynold’s, βέβαιοι μικρολοβιτούραι Ματθαίου και άλλα”.
Ενώ πέντε χρόνια αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1973, ο βασικός προπαγανδιστής της δικτατορίας, εκδότης του “Ελεύθερου Κόσμου” Σάββας Κωνσταντόπουλος, σε επιστολή του επίσης στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, έγραφε: “Εδημιουργήθη μία αποπνικτική ατμόσφαιρα σκανδάλων δια την οποίαν δεν δυνάμεθα ακόμη να γνωρίζωμεν μέχρι ποίου σημείου ανταπεκρίνετο εις την πραγματικότητα. Πάντως, αντιστοιχία υπήρχε οπωσδήποτε”.