Γιατί οι ΗΠΑ δίνουν F-35 στην Ελλάδα και F-16 στην Τουρκία
Διαβάζεται σε 9'Επιβεβαιώθηκε το δούναι και λαβείν μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας μετά την έγκριση πώλησης F-16. Πώς σχετίζεται με το ελληνικό αίτημα για F-35 και γιατί η Αθήνα δεν πρέπει να πανηγυρίζει.
- 29 Ιανουαρίου 2024 08:01
Η «ισορροπία δυνάμεων» στο Αιγαίο αποτελεί ένα πάλαι ποτέ κλισέ, που παραπέμπει στην περίοδο που οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν Ελλάδα και Τουρκία υπό το πρίσμα του «7 προς 10», της αναλογίας δηλαδή ενίσχυσης κάθε χώρας με αμερικανικά όπλα.
Ωστόσο, η μεγάλη αλλαγή των συσχετισμών ανάμεσα στις δύο πλευρές του Αιγαίου οδήγησε τα τελευταία 27 χρόνια στη διαφοροποίηση των δεδομένων, ενώ από το 2009 κι έπειτα η σχέση αυτή επιδεινώθηκε αφενός λόγω των περιορισμών στις εξοπλιστικές δαπάνες ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης, αφετέρου διότι η Τουρκία έχει αναπτύξει την εγχώρια αμυντική βιομηχανία, απ’ όπου και προέρχεται η συντριπτική πλειονότητα προμηθειών της.
Τα τελευταία χρόνια, στη χώρα μας καταβάλλεται προσπάθεια ανάταξης των δυνατοτήτων των Ενόπλων Δυνάμεων. Η αρχή έγινε το 2022 με την άφιξη έξι αεροσκαφών τύπου Rafale, που σηματοδότησε την πρώτη ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων από το 2005. Σημειωτέον, πως έχουμε παραλάβει μέχρι στιγμής 18 Rafale, ενώ αναμένεται η παραλαβή ακόμη έξι, στο πλαίσιο της δεύτερης παραγγελίας η οποία θα ξεκινήσει να υλοποιείται την άνοιξη του τρέχοντος έτους. Όταν ολοκληρωθεί, η Ελλάδα θα διαθέτει 24 σύγχρονα μαχητικά πολλαπλών ρόλων, ικανά να εκτελέσουν αποστολές εναέριας μάχης, χερσαίου και ναυτικού πλήγματος.
Η στρατιωτική ενίσχυση της Ελλάδας
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η πρόθεση για αγορά πέμπτης γενιάς μαχητικών, F-35. Η προχθεσινή ανακοίνωση από την αμερικανική Υπηρεσία Ασφάλειας και Συνεργασίας (DSCA) σημαίνει ότι έχει ολοκληρωθεί η προβλεπόμενη από τον αμερικανικό νόμο διαδικασία εγκρίσεων από διάφορα επίπεδα εξουσίας των ΗΠΑ, που οποία έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι η αποδέσμευση που αιτούνται χώρες – υποψήφιοι πελάτες δεν θα αντιστρατεύεται σε οποιοδήποτε επίπεδο το εθνικό συμφέρον των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τις αμερικανικές Αρχές, η Ελλάδα έχει εκδηλώσει την πρόθεση αγοράς μαχητικών μαχητικών αεροσκαφών F-35 -ο αριθμός των οποίων μπορεί να φτάσει μέχρι τα 40- μαζί με την υλικοτεχνική υποστήριξή τους, με το πρόγραμμα να αγγίζει τα 8,6 δισεκατομμύρια δολάρια. Όπως υπογραμμίζεται, το τελικό κόστος αφορά την υψηλότερη εκτιμώμενη ποσότητα με βάση τις αρχικές απαιτήσεις, και σημειώνεται ότι «η πραγματική αξία θα είναι χαμηλότερη ανάλογα µε τις τελικές απαιτήσεις και την υπογεγραμμένη συμφωνία πώλησης, εάν και εφόσον συναφθεί».
Το αρχικό πλάνο της Αθήνας ήταν η αγορά 20 μαχητικών F-35 με μελλοντική option αγοράς ακόμη 20. Ωστόσο, πληροφορίες αναφέρουν ότι ο τελικός αριθμός των F-35 που θα ενισχύσουν την Πολεμική Αεροπορία θα είναι πιθανότατα μικρότερος των 20.
Το επίσημο έγγραφο της Επιστολής Προσφοράς προς Αποδοχή αναμένεται να έρθει στην Αθήνα σε περίπου 15 ημέρες. Εν συνεχεία, θα ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας με εκπροσώπους της Αμερικανικής για τον καθορισμό των όρων, καθώς και τον χρόνο της προμήθειας. Το συμβόλαιο που θα αναλάβει η αμερικανική Αεροπορία θα το αναθέσει, με τη σειρά της, στην κατασκευάστρια εταιρεία Lockheed Martin.
Τα F-35 πρόκειται να αντικαταστήσουν τα F-4 Phantom που συμπληρώνουν 50 χρόνια σε ελληνική υπηρεσία, αναλαμβάνοντας, όμως, νέους ρόλους και «ξεκλειδώνοντας» νέες επιχειρησιακές δυνατότητες που μέχρι σήμερα δεν διέθεταν οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το Κογκρέσο έχει ήδη ειδοποιηθεί, επίσης, για τις παρακάτω προτεινόμενες δωρεάν παραχωρήσεις στην Ελλάδα, με το πρόγραμμα του Πλεονάζοντος Αμυντικού Υλικού (Excess Defense Articles, EDA):
- Δύο αεροσκάφη C-130H, Πλεονάζοντα Αμυντικά Υλικά,
- Δέκα κινητήρες για αεροσκάφη P-3, Πλεονάζοντα Αμυντικά Υλικά και
- 60 τεθωρακισμένα οχήματα μάχης Bradley, ως Πλεονάζοντα Αμυντικά Υλικά
Ειδική μνεία γίνεται, δε, στην επιστολή του Άντονι Μπλίνκεν προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη για την παραχώρηση ιπτάμενου τάνκερ KC-135 στην Πολεμική Αεροπορία, γεγονός που θα αυξήσει τις επιχειρησιακές δυνατότητες των ελληνικών μαχητικών.
Η στρατιωτική ενίσχυση της Τουρκίας
Ταυτόχρονα με την έγκριση του ελληνικού αιτήματος, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ άναψε το πράσινο «φως» και για τα F-16 στην Τουρκία.
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη σχετική επιστολή, η γειτονική χώρα θα προμηθευτεί 40 F-16 Block 70 και κιτ εξοπλισμών ώστε ακόμη 79 αεροσκάφη (Block 40 και Block 50+) να αναβαθμιστούν στο επίπεδο Viper. Με την ολοκλήρωση του προγράμματος η τουρκική Αεροπορία θα διαθέτει 119 F-16V έναντι 121 ελληνικών F-16V, υπό την προϋπόθεση ότι θα προχωρήσει το πρόγραμμα αναβάθμισης των ελληνικών F-16 Block 50.
Ωστόσο, και αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά σε σχέση με την Ελλάδα, στο πακέτο ύψους περίπου 23 δισεκατομμυρίων δολαρίων περιλαμβάνεται μεγάλος αριθμός όπλων για τα τουρκικά μαχητικά. Όπως αναφέρει το έγγραφο, η προτεινόμενη πώληση θα επιτρέψει στην Τουρκία να επεκτείνει και να εκσυγχρονίσει τον στόλο των αεροσκαφών F-16, καθώς τα παλαιότερα αεροσκάφη F-16 πλησιάζουν στο τέλος της διάρκειας ζωής τους.
Μήνυμα ισορροπιών Ελλάδας – Τουρκίας
Η ταυτόχρονη έγκριση πώλησης μαχητικών σε Ελλάδα και Τουρκία στέλνει μήνυμα ισορροπιών και αποδεικνύει ότι τα δύο αιτήματα ήταν εξαρχής διπλωματικά απόλυτα συνδεδεμένα. Κι εξηγούμαστε: Οι ΗΠΑ δεν θα έδιναν το «πράσινο φως» προτού καμφθεί η αντίσταση της Τουρκίας για ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Το τουρκικό κοινοβούλιο επικύρωσε την Τρίτη την ένταξη της Σουηδίας μετά από καθυστέρηση ενός και πλέον έτους, που δημιούργησε προβλήματα τις προσπάθειες της Δύσης να επιδείξει αποφασιστικότητα απέναντι στον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ο Ερντογάν είχε αρχικά αντιταχθεί στην υποψηφιότητα της Σουηδίας λόγω της αποδοχής από τη Στοκχόλμη κουρδικών ομάδων που η Άγκυρα θεωρεί “τρομοκρατικές” οργανώσεις. Η Σουηδία προχώρησε σε αυστηροποίηση της νομοθεσίας και έλαβε μέτρα ασφαλείας που απαίτησε ο Ερντογάν.
Ωστόσο, ο Τούρκος πρόεδρος στράφηκε στη συνέχεια στην ανεκπλήρωτη -μέχρι πρότινος- δέσμευση των ΗΠΑ να παραδώσουν στην Τουρκία μαχητικά αεροσκάφη F-16, ζήτημα που συνάντησε αντίσταση στο Κογκρέσο λόγω της οπισθοχώρησης της Τουρκίας σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αντιπαραθέσεων με την Ελλάδα.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, ηγήθηκε μιας έντονης διπλωματικής προσπάθειας για την επίτευξη συμφωνίας, διαμηνύοντας στον Τούρκο πρόεδρο τρεις φορές κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στην Άγκυρα, αμέσως μετά τον σεισμό του Φεβρουαρίου του 2023, ότι δεν θα δίνονταν αεροπλάνα εάν η Τουρκία εμπόδιζε την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Μήνυμα που φέρεται να εξέπεμψε και κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Τουρκία. Εκεί, ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας φέρεται να διαμήνυσε στον Τούρκο πρόεδρο πως, αν δεν προωθούσε άμεσα την έγκριση του πρωτοκόλλου της Σουηδίας, τότε όχι μόνο το αίτημα για την πώληση των F-16 στην Τουρκία θα αφαιρούνταν από την κοινοποίηση προς το Κογκρέσο, αλλά θα προχωρούσε, ανεξάρτητα πλέον, η πώληση των F-35 στην Ελλάδα.
Υπενθυμίζεται πως μετά την εν λόγω συνάντηση, ο Μπλίνκεν -έχοντας ίσως στις βαλίτσες του τις σχετικές διαβεβαιώσεις από τον Ερντογάν- προσγειώθηκε στη Σούδα, όπου είχε συνάντηση με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, με το στρατιωτικό πακέτο πώλησης των F-35 και της επιπρόσθετης βοήθειας να απασχολεί τη συζήτηση.
Επί της ουσίας, δηλαδή, φάνηκε ότι η καθυστέρηση στην έναρξη των επίσημων διαπραγματεύσεων πώλησης των F-35 στην Ελλάδα οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην Τουρκία και μόνο όταν η Ουάσιγκτον «απελευθέρωσε» τα F-16 για την Άγκυρα, έδωσε τυπικά την έγκριση για τα F-35.
Επιβεβαιώθηκε, δε, το δούναι και λαβείν μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας: οι πρώτες έπαιξαν το χαρτί των πολεμικών αεροσκαφών και η δεύτερη της έγκρισης ή μη της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ.
Κανένας λόγος για πανηγυρισμούς
Πάντως, στην Αθήνα δεν πρέπει να συντρέχει ο παραμικρός λόγος για πανηγυρισμούς, ιδίως όταν μιλάμε για υπέρογκες δαπάνες για στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Κι αυτό, διότι:
α) Ναι μεν ζούμε σε μια δύσκολη γειτονιά με ένα επιθετικό γείτονα, συνεπώς οι αυξημένες δαπάνες για την άμυνα σε ένα βαθμό είναι δικαιολογημένες, αλλά την ίδια στιγμή οι πόροι για το κοινωνικό κράτος και τη βελτίωση των εισοδημάτων περιορίζονται ακόμη περισσότερο.
β) Η Ελλάδα πρωταγωνιστεί στις αμυντικές δαπάνες σε ποσοστό ΑΕΠ, ξεπερνώντας το 2022 ακόμα και τις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΝΑΤΟ.
γ) Το δόγμα της «γαλάζιας πατρίδας» και το σύνολο των τουρκικών διεκδικήσεων δεν έχουν φύγει από το τραπέζι και οι εκτιμήσεις στην Αθήνα για τα επόμενα βήματα είναι πολύ συγκρατημένες.
Ας έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας ότι ο Ερντογάν, προς επίτευξη του στόχου του να καθιερώσει την Τουρκία ως παγκόσμια δύναμη, παραμένει απρόβλεπτος. Σε αυτό, άλλωστε, το χαρακτηριστικό του γνώρισμα οφείλεται, ενδεχομένως, η ελληνική κυβίστηση σε ό,τι αφορά την πώληση μαχητικών στην Τουρκία.
Τον Μάιο του 2022, ο Κυριάκος Μητσοτάκης -απευθυνόμενος στην κοινή σύνοδο της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων, στο Κογκρέσο των ΗΠΑ- ζητούσε «να λάβετε υπόψιν σας τον κίνδυνο αστάθειας στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ όταν λαμβάνετε αποφάσεις για την προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού στην περιοχή». Τώρα, κυβερνητικές πηγές τόνιζαν σχετικά με τα F-16: «Η Ελλάδα ασχολείται με τη θωράκιση και ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεών της. Δεν μπορεί να υπαγορεύσει την πολιτική των ΗΠΑ σε αμυντικά προγράμματα προς τρίτες χώρες. Ούτε μπορεί να συνδέονται αμυντικές προμήθειες προς την Ελλάδα, ενός αξιόπιστου εταίρου και συμμάχου, με εξοπλιστικά προγράμματα άλλων χωρών…».