Το Μάτι ξεγύμνωσε την προχειρότητα
Η πυρκαγιά στο Μάτι ήταν αδιαμφισβήτητα το γεγονός που σημάδεψε την Ελλάδα το 2018. Το News 24/7 επιχειρεί μια προσέγγιση στα αίτια της καταστροφής, με τη βοήθεια του πρώην γενικού γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, Δημήτρη Παπανικολάου, αλλά και μέσα από μια έρευνα που έχει καταγράψει εντυπωσιακά ευρήματα για την ετοιμότητα της τοπικής αυτοδιοίκησης στην αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών.
- 19 Δεκεμβρίου 2018 09:21
Όταν στις 16:41 της 23ης Ιουλίου, μερικές μικρές φλόγες ξεπήδησαν σε υπαίθριο χώρο στο Νταού Πεντέλης, άρχιζε η αντίστροφη μέτρηση για την μεγαλύτερη τραγωδία που έζησε η χώρα τις τελευταίες δεκαετίες. Ακριβώς 145 ημέρες αργότερα, ο 73χρονος Σπύρος Σπυρίδης άφηνε την τελευταία του πνοή στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Ευαγγελισμού, όπου νοσηλευόταν για όλο αυτό το διάστημα, φτάνοντας τον αριθμό των νεκρών από την πυρκαγιά στην Ανατολική Αττική στους 100.
Το πρώτο φως της 24ης Ιουλίου, βρήκε τους διασώστες του Ερυθρού Σταυρού μπροστά στο αποτρόπαιο θέαμα των 26 ανθρώπων που εγκλωβίστηκαν στο περιφραγμένο οικόπεδο πάνω από το Κόκκινο Λιμανάκι. Παράλληλα με τους θανάτους που διαπιστώνονταν εκείνες τις ημέρες ο ένας μετά τον άλλον, διαμορφώνοντας μια τεράστια λίστα, άρχισε να αναδεικνύεται και μια σειρά παραλείψεων, λανθασμένων αποφάσεων, αμελειών, παραβάσεων και συγκυριών που δημιούργησαν ένα εγκληματικό μείγμα.
Η καταγραφή
Στα νοσοκομεία της Αττικής, νοσηλεύτηκαν περισσότεροι από 80 άνθρωποι. Από αυτούς, τουλάχιστον 60, χρειάστηκε να παραμείνουν στα νοσοκομεία για πάνω από 2 ημέρες, ενώ μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, μια 65χρονη γυναίκα βρίσκεται ακόμη σε νοσηλεία. Περίπου 250 πυρόπληκτοι μήνες μετά την πυρκαγιά μένουν στις γειτονικές κατασκηνώσεις του Στρατού, της Αεροπορίας και του Δήμου Μαραθώνα, ενώ αρκετοί άλλοι φιλοξενούνται σε φίλους και συγγενείς ή νοίκιασαν διαμερίσματα σε άλλες περιοχές. Είναι αυτοί, των οποίων τα σπίτια τους στο Μάτι και στον Νέο Βουτζά είναι μη κατοικήσιμα.
Στην λεπτομερή αποτύπωση της καταστροφής, προχώρησε το Κέντρο Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών BEYOND του Ινστιτούτου Αστρονομίας, Αστροφυσικής, Διαστημικών Εφαρμογών & Τηλεπισκόπησης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών. Στον χάρτη του, καταγράφηκαν τα σημεία που έχουν καταστραφεί σε επίπεδο οικοδομικού τετραγώνου στην περιοχή, με συστήματα Drones/UAV υπερυψηλής χωρικής ανάλυσης (3,5 εκατοστά). Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, από την καλυφθείσα έκταση ποσοστό επιφανείας 70% αντιστοιχεί σε πλήρως καμένες εκτάσεις, και 30% αντιστοιχεί σε μερικώς ή μη καμένες εκτάσεις. Στο Μάτι και τον Νέο Βουτζά, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό πληροφοριακό σύστημα για τις δασικές πυρκαγιές, κάηκαν συνολικά 12.759 στρέματα εκ των οποίων 6.934 είναι οικιστικές περιοχές και 5.825 είναι δάση και δασικές εκτάσεις.
Παραιτήσεις, αποπομπές και εισαγγελική έρευνα
Λίγες ημέρες μετά την πυρκαγιά, η διαμορφωμένη εικόνα για την διαχείρισή της ήταν πλέον αναπόφευκτο να οδηγήσει σε παραιτήσεις, παρά την αρχική προσπάθεια για μια διαφορετική επικοινωνιακή διαχείριση. Ο υπουργός προστασίας του Πολίτη, Νίκος Τόσκας, αποχώρησε από την θέση του στις 3 Αυγούστου, δηλώνοντας πως «Η φυσική καταστροφή και οι απώλειες τόσων συνανθρώπων μας στο Μάτι ξεπερνάει τη βούλησή μου να συνεχίσω, κάτι το οποίο είχα δηλώσει και δημοσίως από την πρώτη στιγμή. Προσπάθησα σε όλη μου τη ζωή να προσφέρω στην υπεράσπιση και στην προστασία αυτού του τόπου και των πολιτών».Δύο ημέρες αργότερα αποπέμφθηκαν από τα καθήκοντά τους ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας, Κωνσταντίνος Τσουβάλας και ο Αρχηγός της Πυροσβεστικής, Σωτήρης Τερζούδης, ενώ την επομένη υπέβαλε την παραίτησή του και ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, Γιάννης Καπάκης.
Οι ευθύνες για την ανταπόκριση του κρατικού μηχανισμού απλώθηκαν τόσο στην κεντρική διοίκηση όσο και στην τοπική αυτοδιοίκηση, με τον δήμαρχο Μαραθώνα, Ηλία Ψινάκη να μετατρέπεται σε κόκκινο πανί και τους δημότες να περιγράφουν πλήρη ανυπαρξία του ίδιου και συνολικά του Δήμου την ώρα της πυρκαγιάς αλλά και τις επόμενες ημέρες. Στο στόχαστρο μπήκε και η Ρένα Δούρου, για τις ευθύνες της Περιφέρειας Αττικής στην αντιμετώπιση της πυρκαγιάς.
Η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ξένη Δημητρίου, διέταξε εισαγγελική έρευνα, ήδη από την επομένη της καταστροφής, αναζητώντας τους ποινικά υπεύθυνους, καλώντας ως ύποπτους τέλεσης αξιόποινων πράξεων, τη Ρένα Δούρου, τον Ηλία Ψινάκη, τον δήμαρχο Ραφήνας, Ευάγγελο Μπουρνούς, τον πρώην Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, τους πρώην αρχηγούς της Πυροσβεστικής και της Αστυνομίας, καθώς και 15 ακόμη στελέχη της ΕΛΑΣ, της Πυροσβεστικής και του Λιμενικού και της Πολιτικής Προστασίας.
«Συνδυασμός περιστατικών»
Ένας από τους ανθρώπους που έχει διατελέσει γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, είναι ο Ομότιμος Καθηγητής Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Δημήτρης Παπανικολάου ο οποίος γνωρίζει λεπτομερώς την περιοχή τη Ανατολικής Αττικής και από τις μελέτες που έχουν πραγματοποιήσει οι φοιτητές του. Βρέθηκε στη θέση του γενικού γραμματέα την περίοδο 2000-2002 και επεξεργάστηκε τον νόμο 3013/2002 που αναβάθμισε την Πολιτική Προστασία. Όπως εξηγεί, μιλώντας στο News 24/7 τα επίπεδα των παραλείψεων και των λαθών που οδήγησαν στην 23η Ιουλίου είναι μάλλον πολλαπλά και τα προβλήματα δομικά. «Η εξέλιξη της πυρκαγιάς στο Μάτι, οφείλεται σε έναν συνδυασμό ατυχών περιστατικών» λέει και εξηγεί πως σε πρώτο επίπεδο, από τη στιγμή που έχει εκδοθεί προειδοποίηση για υψηλό δείκτη επικινδυνότητας για πυρκαγιά, οι δυνάμεις της Ανατολικής Αττικής κλήθηκαν να συμβάλλουν στις προσπάθειες κατάσβεσης της πυρκαγιάς στην Κινέτα, αποδυναμώνοντας την περιοχή πριν το μεσημέρι. «Οι φωτιές ξεσπούν συνήθως μεσημέρι προς απόγευμα. Μεγάλο μέρος των δυνάμεων έφυγε. Αποδυναμώνεται λοιπόν η Ανατολική Αττική». Στη συνέχεια, θεωρεί, υπήρξε υποβάθμιση του κινδύνου, καθώς στο παρελθόν η περιοχή μέχρι τη Μαραθώνος έχει καεί κατ’ επανάληψη. Η βασική διαφορά όμως ήταν πως ο άνεμος στις προηγούμενες πυρκαγιές ήταν βόρειος. «Η φωτιά ξεκίνησε και κινούταν αργά καθώς έκαιγε περιοχές που είχαν ήδη καεί στο παρελθόν. Όταν έφτασε στον Νέο Βουτζά και μπήκε στην μεικτή ζώνη, χάθηκε ο έλεγχος».
Οι μεικτές ζώνες και η δασοπυρόσβεση
Οι μεικτές ζώνες, δηλαδή οι περιοχές στις οποίες συνυπάρχουν δασικές εκτάσεις ή δάση μαζί με σπίτια, είναι ίσως το κρισιμότερο ζήτημα σε ολόκληρο τον κόσμο όσον αφορά την κατάσβεση πυρκαγιών. «Κανονικά θα έπρεπε να μην επιτρέπεται τέτοια δόμηση, ή να υπάρχουν πολύ αυστηρά μέτρα γι αυτήν» εκτιμά ο κ. Παπανικολάου, καθώς σε αυτές τις περιοχές δεν είναι δυνατό να εφαρμοστεί ούτε ο τρόπος κατάσβεσης πυρκαγιάς με τα εναέρια και τα επίγεια μέσα όπως γίνεται στις καθαρές δασικές εκτάσεις, ούτε το σχέδιο μιας αστικής φωτιάς. «Υπάρχει περιορισμός στον τρόπο δράσης και συνεπώς πρέπει να έχεις έτοιμο ένα πλήρες ειδικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης».
Όταν το 1998, η κυβέρνηση έκρινε πως η δράση των δασαρχείων ήταν αποτυχημένη, η αρμοδιότητα για την κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών πέρασε στην Πυροσβεστική. Οι πυροσβέστες όμως, ήταν εκπαιδευμένοι να επιχειρούν σε αστικές πυρκαγιές. «Οι δασικές υπηρεσίες κατέρρευσαν και η Πυροσβεστική Υπηρεσία, ακόμα και σήμερα, 20 χρόνια μετά, δεν έχει προσαρμόσει το πρόγραμμα σπουδών των πυροσβεστών και των αξιωματικών, στις νέες απαιτήσεις» λέει ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών. «Δεν εκπαιδεύονται ώστε να μπορούν να διαβάζουν τους χάρτες, να γνωρίζουν κατηγορίες δασών κ.α. Αυτή έπρεπε να είναι η καρδιά της γνώσης που λαμβάνουν και αντί αυτού, ενημερώνονται υποτυπωδώς. Από την άλλη πλευρά είναι εγκληματικό να περιφέρουν τους αξιωματικούς ανά την Ελλάδα. Είναι δυνατόν να παίρνεις τον αξιωματικό από το Μάτι, την Πεντέλη, τον Μαραθώνα, που ξέρει την περιοχή, ξέρει, πού είναι οι δρόμοι, πού είναι τα δάση, πού υπάρχει κίνδυνος, και μόλις τα μαθαίνει να τον μεταφέρεις στην Καλαμάτα και στην Κορινθία; Την ώρα της φυσικής καταστροφής έχει τεράστια σημασία να ξέρεις καλά τον τόπο».
Έλλειψη συνολικού σχεδιασμού
Αφού η φωτιά πέρασε την πρώτη μικτή ζώνη, βρέθηκε στην λεωφόρο Μαραθώνος. Το ερώτημα που δημιουργήθηκε ήταν γιατί δεν πέτυχε το σχέδιο να τεθεί υπό έλεγχο σε εκείνο το σημείο. Ο κύριος Παπανικολάου εκτιμά πως η αποτυχία ήταν καθοριστική. «Το μεγάλο έγκλημα ήταν πως δεν κατάφεραν να την οριοθετήσουν στη λεωφόρο Μαραθώνος. Δεν ήταν σε θέση, γιατί χρειάζονταν μεγάλες δυνάμεις και εναέρια μέσα, τα οποία όπως είπαμε νωρίτερα δεν υπήρχαν. Φυσικά είναι μεγάλος ο βαθμός δυσκολίας όταν η πυρκαγιά κατεβαίνει το βουνό, γιατί όσο προχωράει, παίρνει τη δική της δυναμική και αυξάνει ταχύτητα. Επίσης, δεν ήταν έρπουσα, αλλά πέρασε από κόμη σε κόμη στα δέντρα. Είδαμε λοιπόν διώροφα και τριώροφα σπίτια με καμένους τους πάνω ορόφους και τα ισόγεια ανέγγιχτα. Από τη στιγμή που δεν κόπηκε πριν τον Βουτζά ή στη Λεωφόρο Μαραθώνος, μπήκε για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες στην παράκτια ζώνη».
Από την άλλη πλευρά, η λεωφόρος Μαραθώνος ήταν το σημείο που έγινε ακόμη πιο εμφανής η έλλειψη κεντρικού συντονισμού, σύμφωνα με τον πρώην γενικό γραμματέα Πολιτικής Προστασίας. «Η ζώνη της Μαραθώνος δεν λειτουργεί μεν σαν αντιπυρική ζώνη αλλά δεν λειτουργεί και σαν διαφυγή. Εκεί έχει τεράστιες ευθύνες η τροχαία που δεν αποφασίζει σωστά για να μπορεί να φύγει ο κόσμος. Οι μαρτυρίες το δείχνουν ξεκάθαρα. Θα μπορούσαν να είχαν σωθεί πολλοί περισσότεροι».
Η σπασμένη αλυσίδα της Πολιτικής Προστασίας
Το επόμενο χαμένο στοίχημα ήταν η εκκένωση που δεν έγινε ποτέ. Οι άνθρωποι που μίλησαν στο Νews 24/7 εκείνες τις ημέρες, εξήγησαν πως δεν ειδοποιήθηκαν από κανέναν για την πυρκαγιά που πλησίαζε, ενώ δεν δόθηκε ποτέ εντολή εκκένωσης ούτε από την Περιφέρεια Αττικής, ούτε από τους Δήμους ή την γενική γραμματεία Πολιτικής Προστασίας. Για τον κ. Δημήτρη Παπανικολάου, η Πολιτική Προστασία είναι μια αλυσίδα της οποίας κανένα κομμάτι δεν λειτούργησε σωστά. Η υποβάθμιση του ρόλου της γενικής γραμματείας τα τελευταία χρόνια, και ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Πυροσβεστικής στην διαχείριση τέτοιων καταστροφών, είναι το πρώτο πρόβλημα. Αυτό, σηματοδοτήθηκε με την κατάργηση του Κέντρου Επιχειρήσεων της Πολιτικής Προστασίας στο οποίο υπήρχαν εκπρόσωποι όλων των εμπλεκόμενων σωμάτων, δηλαδή της Πυροσβεστικής, της Αστυνομίας, της Αεροπορίας, του Ναυτικού, μαζί με τεχνικούς που χειρίζονταν τα γεωγραφικά συστήματα πληροφοριών και την υποκατάστασή του από το Κέντρο Επιχειρήσεων της Πυροσβεστικής.
«Υπήρχαν άνθρωποι που δέχονταν όλη την πληροφορία σε 24ωρη βάση. Έτσι, σε συνεργασία με τους δήμους και τις Περιφέρειες μπορούσαν να λειτουργήσουν και να συντονίσουν. Αυτό καταργήθηκε επί Φούρλα. Πλέον έχει υποκατασταθεί από το Κέντρο Επιχειρήσεων της Πυροσβεστικής στο Χαλάνδρι. Δεν επιτρέπεται να μπαίνουν όλοι κάτω από τον συντονισμό της Πυροσβεστικής. Η Πυροσβεστική είναι μια από τις υπηρεσίες» λέει ο καθηγητής και συμπληρώνει πως η ευθύνη για τη μη εκκένωση ανήκει στον γγ. Πολιτικής Προστασίας,κ. Καπάκη, στην υπηρεσία πολιτικής προστασίας της Περιφέρειας Αττικής και την υπηρεσία πολιτικής προστασίας των δήμων Ραφήνας και Μαραθωνα. «Είναι μια αλυσίδα . Η γενική γραμματεία Πολιτικής Προστασίας έπρεπε να έχει την επίβλεψη και να έχει δώσει την εντολή. Η Πολιτική Προστασία της Περιφέρειας Αττικής επίσης απέτυχε. Επικοινωνούσε την ώρα της πυρκαγιάς η υπεύθυνη που έχει ορίσει η κυρία Δούρου με τους υπεύθυνους Πολιτικής Προστασίας των δύο δήμων; Είχε ζητήσει πριν το γεγονός, τα σχέδια των όλων των δήμων για έκτακτη ανάγκη;».
Η αποκαλυπτική έρευνα για την Πολιτική Προστασία στην τοπική Aυτοδιοίκηση
Τα επίπεδα ετοιμότητας της Πολιτικής Προστασίας σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης, έχουν καταγραφεί για τελευταία φορά, σε έρευνα που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, σε συνεργασία με την Περιφερειακή Ένωση Δήμων Αττικής, το 2013, δύο χρόνια μετά την εφαρμογή του Καλλικράτη και την καθιέρωση των 13 Περιφερειών και των 325 Δήμων. Η έρευνα είχε τίτλο «Καταγραφή του Ρόλου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης εντός του Υφιστάμενου Θεσμικού και Οργανωτικού Πλαισίου για την Πρόληψη των Δασικών Πυρκαγιών» και αποτελεί την µμεγαλύτερη έρευνα σε θέµατα πολιτικής προστασίας και τοπικής αυτοδιοίκησης που έχει πραγµατοποιηθεί στη χώρα, καθώς πήρε δείγμα από 134 Καλλικρατικούς Δήμους.
Τα συμπεράσματα, έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον καθώς προκύπτει πως παρά το γεγονός ότι ο νόμος του 2002 προβλέπει υποχρεωτική ύπαρξη γραφείου Πολιτικής Προστασίας σε κάθε δήμο, ένα ποσοστό 19,3% δεν είχε καν δημιουργήσει τέτοιο. Το 24.1% των Δήµων απάντησε ότι δεν διαθέτει σχέδιο δράσης, ενώ όπου απαντήθηκε ότι υπάρχει, έχει κατά κανόνα εκπονηθεί από το Δήµο και όχι από κάποιον επιστημονικό φορέα. Ακόμη, 18% των Δήµων απάντησε ότι δεν έχει αντιπυρικό σχεδιασµό πρόληψης. Σύμφωνα με την έρευνα, στον σχεδιασµό απουσιάζουν σηµαντικά στοιχεία. Περίπου το 16% των Δήµων δεν έχει καταγράψει τα σηµεία υδροληψίας και το 22% το οδικό δίκτυο. Παράλληλα, σε ποσοστό περίπου 38% δεν διαθέτουν τοπογραφικούς χάρτες και δεν έχουν καταγράψει τις θέσεις των πυροφυλακίων.
Εντυπωσιακό ήταν το ποσοστό των δήμων (11%) που δήλωσαν πως δεν έχουν συνεργασία με την Περιφέρειά τους. Ποσοστό 27% δήλωσε πως δεν συνεργάζεται με την Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας και τη Δασική Υπηρεσία, ενώ το 3% δήλωσε πως δεν συνεργάζεται με την Πυροσβεστική. Παράλληλα, το 112, ο ευρωπαϊκός αριθμός έκτακτης ανάγκης απαντήθηκε ότι είναι γνωστός τόσο στους υπαλλήλους όσο και στο κοινό, μόνο σε ποσοστό 15,5%, ενώ το ήμισυ των δήμων δεν πραγματοποιεί καμία καμπάνια ενημέρωσης για την πρόληψη δασικών πυρκαγιών.
Ακόμη, οι υπεύθυνοι Πολιτικής Προστασίας είναι σχεδόν κατά το ήµισυ µόνιµοι (48.7%) και κατά το ήµισυ αιρετοί (51.3%). Όπως υπογραμμίζεται στην έρευνα, «το γεγονός αυτό οδηγεί στο συµπέρασµα ότι δεν εξασφαλίζεται η συνέχεια των δράσεων πρόληψης και µεταφορά τεχνογνωσίας µε την πάροδο των ετών καθώς οι αιρετοί είθισται να αλλάζουν σε σύντοµα χρονικά διαστήµατα».
Οι δήμοι, σε σχετικό ερώτημα, απάντησαν, πως σε ποσοστό 87.1% οι υπεύθυνοι Πολιτικής Προστασίας είναι επιφορτισμένοι και µε άλλα καθήκοντα, γεγονός που περιορίζει την αποτελεσματικότητα τους. Οι διορισμένοι υπεύθυνοι πολιτικοί Προστασίας που ήταν γεωεπιστήμονες ή μηχανικοί φτάνουν σε ποσοστό μόλις το 28%, ενώ το 36,6%, των υπευθύνων Πολιτικής Προστασίας δεν έχει εκπαιδευτεί κατάλληλα σε θέματα φυσικών καταστροφών.
Σε άλλα συμπεράσματα της έρευνας, μόλις ένα ποσοστό της τάξης του 16,7% των δήμων απάντησε ότι χρησιμοποιεί σύστηµα Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών, γεγονός καθοριστικό για την κατάρτιση των σχεδίων δράσης, που υποδηλώνει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Δήµων δεν έχει τη δυνατότητα να παρουσιάσει και να επεξεργαστεί χωρικά ψηφιακά δεδομένα που αποτελούν τη βάση ενός αξιόπιστου σχεδίου δράσης.
Το επόμενο ερώτημα προκύπτει αυτονόητα. Υπάρχουν οι κατάλληλες υποδομές ώστε να διατίθενται οι απαραίτητες πληροφορίες σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης;
Οι υποδομές ως λεπτομέρεια
Όταν τα ξημερώματα της 15ης Νοεμβρίου του 2017, η Ελλάδα ξυπνούσε βλέποντας στις οθόνες της τους δρόμους της Μάνδρας να έχουν μετατραπεί σε ορμητικούς χειμάρρους που παρέσυραν στον θάνατο 24 ανθρώπους, ο μετεωρολογικός σταθμός της Ελευσίνας δεν είχε προβλέψει βροχόπτωση. Στο όρος Πατέρας ωστόσο, με βάση όλες τις μετρήσεις έπεσαν περίπου 20 χιλιοστά βροχής. Τι πήγε λάθος; «Δεν έχουμε μετωρολογικούς σταθμούς εκεί που πρέπει» λέει ο κ. Παπανικολάου «Ο σταθμός της Φιλαδέλφειας δεν μπορεί να προβλέπει για την Πάρνηθα. Δεν υπάρχει τέτοιο δίκτυο, που να καταγράφει το θερμοκρασιακό εύρος ή τη βροχή. Αν για παράδειγμα, μας ενδιαφέρει να προβλέψουμε τις πλημμύρες, στην Ανατολική Αττική, δεν μπορούμε να κοιτάμε τη βροχόπτωση στη Ραφήνα. Μας ενδιαφέρει η βροχόπτωση στο ανώτερο κομμάτι του Πεντελικού και τους γύρω ορεινούς όγκους», συμπληρώνει, υπογραμμίζοντας πως οι κυβερνήσεις δεν έχουν αντιληφθεί τη σημασία των τεχνικών υποδομών.
Το κτηματολόγιο, το οποίο από μόνο του είναι αιτία για πυρκαγιές αλλά και καταπατήσεις, δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι σήμερα. Η μοναδική περιοχή που είχε κτηματολόγιο, ήταν τα Δωδεκάνησα, καθώς οι Ιταλοί ήδη από τη δεκαετία του 1930 που τα είχαν υπό την κυριαρχία τους, είχαν κάνει πλήρη καταγραφή.
Οι δασικοί χάρτες μόλις πρόσφατα προχώρησαν, ενώ οι γεωλογικοί χάρτες, εξαιτίας του γεγονότος πως τους χρειαζόταν ο στρατός, είναι σε αρκετά καλό επίπεδο. Ωστόσο, οι τεκτονικοί χάρτες και τα ενεργά ρήγματα σε λίγα μόλις σημεία έχουν καταγραφεί. Χαρακτηριστικό παραμένει το παράδειγμα του 1984, όταν διαπιστώθηκε πως πάνω στο γνωστό ρήγμα της Αταλάντης είχε χτιστεί το Κέντρο Υγείας της περιοχής.
«Αν σε όλα τα παραπάνω προσθέσετε και την κλιματική αλλαγή και το γεγονός πως δεν έχει γίνει συστηματική μελέτη των τελευταίων τριάντα χρόνων για τις αλλαγές στο κλίμα της Ελλάδας, θα έχετε την πλήρη εικόνα» εξηγεί ο Ομότιμος καθηγητής Γεωολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Τα αυθαίρετα και η έλλειψη αποφασιστικότητας
Επιστρέφοντας στο Μάτι, το παραλιακό μέτωπο της Ανατολικής Αττικής, ειδικά βόρεια της Ραφήνας, είναι ανυψωμένο σε ύψος 15-20 μέτρων από τη θάλασσα. Οι ακτές έχουν διαβρώσει το μέτωπο και έχουν δημιουργήσει βραχώδεις γκρεμούς. Μόνο σε ελάχιστα μέρη, όπως στην Αργυρά Ακτή έχουν δημιουργηθεί μικρές παραλίες. Το υπόλοιπο κομμάτι όμως δεν είναι προσβάσιμο. Παράλληλα, δεν έχει δημιουργηθεί κάποιο παραλιακό μονοπάτι πρόσβασης στην ακτή με αποτέλεσμα ο μόνος τρόπος διαφυγή να γίνεται από τα στενά δρομάκια ανάμεσα στα κτίρια.
Η έλλειψη πρόσβασης κόστισε ζωές. Ανάμεσα σε άλλους ανθρώπους που χάθηκαν ήταν και η 13χρονη Εβίτα Φύτρου, που έπεσε στο κενό, αλλά αντί για τη θάλασσα βρέθηκε σε βράχια αφήνοντας εκεί την τελευταία της πνοή. Λίγα μέτρα πιο δίπλα, βρίσκεται το οικόπεδο στο οποίο έχασαν τη ζωή τους 26 άνθρωποι και το οποίο σύμφωνα με το πόρισμα των επιθεωρητών δόμησης είναι χτισμένο αυθαίρετα.
Η ιστορία των αυθαιρέτων ξεκινά πολλές δεκαετίες πίσω, ωστόσο η πρώτη φορά που επιχειρήθηκε μια ουσιαστική αντιμετώπιση ήταν το 1983 επί υπουργίας ΑντώνηΤρίτση. Τότε επιχειρήθηκε η εισφορά σε γη, εκτός από χρηματικό πρόστιμο για όσους είχαν χτίσει αυθαίρετα. Όπως λέει ο κ. Παπανικολάου «Γινόταν μια πρώτη μελέτη από γεωλόγους, μηχανικούς, δασολόγους και άλλους επιστήμονες, στην εξής βάση: Αν αυτή η περιοχή, δεν είχε κανένα χτισμένο σπίτι, πώς θα την πολεοδομούσαμε; Με ποιούς δρόμους, ποιά διάταξη κλπ. Στη συνέχεια προσπαθούσαν να το προσαρμόσουν στην υφιστάμενη κατάσταση ώστε να γκρεμιστούν τα ελάχιστα δυνατά σπίτια, να μεγαλώσουν οι δρόμοι, και στη συνέχεια να εξεταστούν τα δασικά, τα ρέματα, οι αποχετεύσεις, οι συγκοινωνίες, οι χώροι άθλησης, αναψυχής και άλλοι ενδιάμεσοι χώροι, οι οποίοι στην έκτακτη ανάγκη είναι και αυτή που θα βοηθήσουν». Η διαδικασία, μετά από σειρά αντιδράσεων δεν προχώρησε. Κατέληξε από εισφορά σε γη, να γίνεται μόνο εισφορά σε χρήμα, δηλαδή ένα είδος φορολόγησης για την αυθαίρετη δόμηση και σπάνια υπήρξαν μικρές παρεμβάσεις ώστε να ενωθούν αδιέξοδοι δρόμοι με άλλους.
Σύμφωνα με τον καθηγητή «Τα αυθαίρετα προέκυψαν γιατί το ελληνικό κράτος δεν μπόρεσε ποτέ να προλάβει τις ανάγκες των πολιτών του. Όταν από ένα εκατομμύριο κατοίκους στην Αθήνα φτάσαμε στα τέσσερα, έπρεπε το κράτος να αντιληφθεί πως οι άνθρωποι αυτοί χρειάζονται να μείνουν, να αναπτυχθούν, να έχουν δραστηριότητες. Επιπλέον χρειάζεται να βγουν και από το κέντρο της πόλης. Όλα αυτά οδήγησαν τους Αθηναίους να προσπαθούν να βρουν κοντινές περιοχές ώστε να χτίσουν ένα σπίτι. πολιτεία δεν το δέχτηκε ποτέ σαν μια ουσιαστική ανάγκη και δεν έθεσε κανόνες. Έτσι έφτασαν περιοχές να είναι εξολοκλήρου χτισμένες αυθαίρετα και να εντάσσονται μόλις πρόσφατα, ενώ έπρεπε να έχουν ενταχθεί δεκαετίες πριν».
Η Ανατολική Αττική ωστόσο, κάθε άλλο παρά μοναδική περίπτωση είναι αναφορικά με τα αυθαίρετα. Όπως τονίζει ο κ. Παπανικολάου πρόκειται για συνευθύνη της οργανωμένης Πολιτείας και των κατοίκων. «Όταν κάποιος δεν επιτρέπει να φαρδύνει ο δρόμος ώστε να μπορούν να περάσουν δύο αυτοκίνητα παράλληλα, ο ίδιος και τα παιδιά του και οι γείτονές του κινδυνεύουν. Αν δεν μπορεί να αντιληφθεί μόνος του τα στοιχειώδη, πρέπει το κράτος με σωστές και γρήγορες διαδικασίες να επιβάλει την πολεοδομική τάξη. Κάτω από το πολιτικό κόστος, τοπικών και κεντρικών αρχόντων δεν έγινε ούτε γίνεται αυτό. Είδαμε λοιπόν τις φρικτές εικόνες μποτιλιαρισμένων αυτοκινήτων σε δρόμους που δεν είχαν τη στοιχειώδη διάταξη. Από τις χιλιάδες των περιπτώσεων των αυθαιρεσιών, την ώρα της έκτακτης ανάγκης κάποιες αφαιρούν ζωές». Όπως λέει, έτυχε αυτή τη φορά να είναι το Μάτι καθώς το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί σε περιοχές προς το Σούνιο, προς τους Αγίους Αποστόλους ή τον Ωρωπό.
Ριζική αλλαγή αντιμετώπισης ή στο ίδιο έργο θεατές
Στις 9 Αυγούστου, ανακοινώθηκε η κατάργηση της γενικής γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και η αντικατάστασή της από την αυτοτελή Εθνική Υπηρεσία Διαχείρισης Εκτάκτων Αναγκών. Για τον σκοπό αυτό, ζητήθηκε από τον διακεκριμένο καθηγητή, Γιόχαν Γκέοργκ Γκόλνταμερ, αφού μαζί με μια ομάδα ειδικών, διερευνήσει τα αίτια της καταστροφής στο Μάτι, να προτείνει αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για την αποφυγή παρόμοιων καταστροφών στο μέλλον. Καλά πληροφορημένες πηγές κάνουν λόγο για αρκετά μονομερή σύνθεση της επιτροπής των συνεργατών του κ. Γκολντάμερ, η οποία θα οδηγήσει σε μονόπλευρα συμπεράσματα, καθώς αποτελείται κατά κύριο λόγο από δασολόγους, ενώ έχουν παραγκωνιστεί Πυροσβέστες, Γεωλόγοι, εθελοντές κ.α. Το αν για ακόμη μια φορά θα οδηγηθούμε σε μια αλλαγή αντιμετώπισης που δεν θα είναι ολιστική και σε στέρεες βάσεις μένει να φανεί.
Πάντως, αν το ερώτημα είναι το κατά πόσο μια καταστροφή μπορεί να βελτιώσει τα σχέδια για μια ενδεχόμενη νέα που θα προκύψει, η απάντηση πως το 37% των δήμων που απάντησαν στην έρευνα για την τοπική αυτοδιοίκηση, είπαν ότι δεν κατέγραψαν τα προβλήματα σχεδιασμού μετά από ένα σημαντικό γεγονός, ώστε να ληφθούν υπόψη σε μεταγενέστερα σχέδια, είναι μάλλον ενδεικτική. Πλέον, αναμένονται οι πράξεις που θα δείξουν αν οι 100 νεκροί στο Μάτι αποτέλεσαν πειστικό επιχείρημα για να αλλάξει η αντιμετώπιση.