2021: Η χρονιά που το cancel culture έφτασε και στην Ελλάδα
Το 2021 μας έφερε το cancel culture ως επικράτηση λόγου στα social media. Ένα τσουνάμι που ορμά να καταστρέψει την καριέρα οποιουδήποτε τόλμησε να ξεπεράσει τα ηθικά όρια της κοινωνίας.
- 22 Δεκεμβρίου 2021 08:49
Ούτε άργησε να έρθει ούτε διαστρεβλώθηκε κατά τον ελληνικό τρόπο. Διατήρησε τα δυναμικά του χαρακτηριστικά, βρήκε απρόσμενους συμμάχους και μαζί τους εγκατέστησε για πρώτη φορά το πλαίσιο του επιτρεπτού και του αποδεκτού σε ένα ζήτημα, με το οποίο ο δημόσιος διάλογος δεν είχε καταδεχτεί ποτέ μέχρι τότε να καταπιαστεί.
Το #metoo και η απόλυτα συνδεδεμένη μαζί του, και επίσης εισαγόμενη, cancel culture, ήταν με διαφορά το δεύτερο πιο σημαντικό γεγονός της χρονιάς που πέρασε -με το πρώτο να μην ξέρουμε για πόσο καιρό ακόμη θα μας ταλαιπωρεί.
Οι περιπτώσεις των Ελλήνων ηθοποιών και σκηνοθετών αλλά και του προπονητή που προκάλεσε όλο αυτό το τσουνάμι αποκαλύψεων είναι γνωστές. Δύο απ’ αυτούς βρίσκονται προφυλακισμένοι, ενώ οι υπόλοιποι αν και ακόμη ποινικά δεν κινδυνεύουν, ωστόσο έχουν “ακυρωθεί” για τα καλά στη συνείδηση του κόσμου και κατ’ επέκταση και του επαγγελματικού τους χώρου.
Γιατί κακά τα ψέματα, στα επαγγέλματα του θεάματος, ο κόσμος είναι αυτός που καθορίζει τη θέση σου.
Έτσι, όταν βλέπεις γνωστούς ηθοποιούς να πέφτουν θύματα της cancel culture, ή comedians σαν τον Dave Chappelle, είναι σαν αυτός ο κόσμος, με μία φωνή, συλλογικά να λέει “εμείς ανεβάσαμε το κοινωνικό σου στάτους, εμείς σου δώσαμε αυτήν την οικονομική δύναμη, καιρός να στα πάρουμε όλα πίσω. Μπορεί να μην έχουμε τη δύναμη να σε βάλουμε στη φυλακή, έχουμε όμως τη δύναμη να σε αγνοήσουμε. Κι έτσι έχουμε τη δύναμη να σε κάνουμε να πάψεις να υπάρχεις και επαγγελματικά”.
Πρόκειται για ένα μποϊκοτάζ που δεν αφορά εταιρείες αυτήν τη φορά, αλλά ανθρώπους.
Η cancel culture μοιάζει ακριβώς με αυτό, τουλάχιστον σύμφωνα με τους υποστηρικτές της: σαν μια ασυγκράτητη δύναμη που ορμά να καταστρέψει την καριέρα οποιουδήποτε τόλμησε να ξεπεράσει τα ηθικά όρια της κοινωνίας.
Ένα εργαλείο κοινωνικής δικαιοσύνης. Μία αναγκαστική κλήτευση για λογοδοσία. Και πράγματι έτσι λειτούργησε και σε όσους μπήκαν φυλακή και σε όσους είναι ακόμη έξω. Οι περισσότεροι με το που ξεκίνησαν τα θέατρα, δεν μπόρεσαν να βρουν δουλειά ξανά. (Εδώ υπήρχαν ψίθυροι ακόμα και γι’ αυτούς που τους υποστήριξαν δημόσια, κι ας έπεσαν τελικά στα μαλακα).
Και αν κάτι ακόμα ξεχώρισε ιδιαίτερα, ήταν και η δική τους αμηχανία μπροστά σε αυτό το φαινόμενο.
Κάποιοι από τους θύτες βγήκαν να μιλήσουν δημόσια, και να ζητήσουν κάτι σαν “συγγνώμη”, πιστεύοντας ότι ο παραδοσιακός τρόπος απολογίας θα είχε και τα παραδοσιακά αποτελέσματα. Αλλά όχι, αυτήν τη φορά έπεσαν έξω. Αυτό που θα ήταν αρκετό κάποτε, δεν είχε καμία δύναμη πλέον και έμειναν μουδιασμένοι να αναρωτιούνται “τι άλλο πρέπει να κάνω;”.
Κάποιοι είπαν και δικαιολογίες όπως “είμαι αρσενικό παλιάς κοπής”, που πράγματι κάποτε μπορεί να “έπιανε”. Άλλοι ότι “έτσι είναι το θέατρο, είναι σκληρό, έτσι το παραλάβαμε”. Και αυτό μπορεί να έπιανε κάποτε.
Τώρα πια όμως με την επέλαση της cancel culture αυτή η κλασική προσέγγιση, του “πρώτα λέω συγγνώμη, μετά έρχεται η εξιλέωση και στο τέλος η συγχώρεση” δεν είναι πλέον αρκετή. Και αυτό τους προκάλεσε μεγάλη έκπληξη.
Υπήρξαν, βέβαια, και οι φωνές που προειδοποίησαν ότι αυτό το “εργαλείο κοινωνικής δικαιοσύνης”, μπορεί να εξελιχθεί σε πρόβλημα -πάντως σίγουρα μέχρι στιγμής απέχει πολύ από τα πραγματικά προβλήματα που όντως είναι εδώ και αντιμετωπίζουμε.
Μίλησαν για “νοοτροπία του όχλου” και όχι για έναν καθυστερημένο τρόπο για να λέμε την αλήθεια στην εξουσία -και εκείνη όντως να μας ακούει και να υφίσταται τις συνέπειες.
Άλλοι είπαν ότι απλά είναι ένας θυμός που προκαλεί μία βραχυπρόθεσμη κάθαρση και τίποτα περισσότερο. Ένας θυμός που μπορεί ακόμη και να “φιμώσει” όσους έχουν σκοπό να αντιπαρατεθούν στην “woke” κουλτούρα και στην πολιτική ορθότητα. Για το γεγονός ότι μπορεί να λειτουργήσει και αποτρεπτικά όμως, ούτε λόγος. Πόσες δυνητικά επικίνδυνες συμπεριφορές μπορούν άραγε να μην εκδηλωθούν καν εξαιτίας της ύπαρξης πια αυτού του τιμωρητικού μέσου;
Το θέμα είναι ότι η “cancel culture” έχει αρχίσει να σημαίνει διαφορετικά πράγματα, για τον καθένα, αναλόγως που στέκεται πολιτικά. Στην Αμερική, οι φιλελεύθεροι την αγκάλιασαν αμέσως, η alt-right, με πρώτο τον Τραμπ, την δαιμονοποίησε από την αρχή της. Και αυτό λέει πολλά από μόνο του.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις