Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς: Θέσεις & προτάσεις περί διαφάνειας, ακεραιότητας και λογοδοσίας

Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς: Θέσεις & προτάσεις περί διαφάνειας, ακεραιότητας και λογοδοσίας

Οι παρατηρήσεις και προτάσεις της Διεθνούς Διαφάνειας-Ελλάδος σε άρθρα που αγγίζουν θέματα διαφάνειας, ακεραιότητας και λογοδοσίας

Η Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς (ΔΔ-Ε) με αφορμή τη δημοσίευση του Σχεδίου Νόμου για την αναμόρφωση και τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου των δημοσίων συμβάσεων, καθώς και την τροποποίηση του Νόμου 4412/2016, συμμετείχε στη δημόσια διαβούλευση και κατέθεσε παρατηρήσεις και προτάσεις και μέσω επιστολής προς τον αρμόδιο Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων, κ. Άδωνι Γεωργιάδη. Παρά την αναγνώριση της σημασίας μιας τέτοιας πρωτοβουλίας η ΔΔ-Ε εξέφρασε έντονο προβληματισμό για τον εξαιρετικά περιορισμένο χρόνο της δημόσιας διαβούλευσης (14 ημέρες) στην οποία τέθηκε το συγκεκριμένο Σχέδιο Νόμου (ΣχΝ) σε συνάρτηση με τη συνολική έκταση (192 άρθρα) και συνθετότητά του που αγγίζει ένα μεγάλης σπουδαιότητας αντικείμενο και επηρεάζει τη λειτουργία ολόκληρου του δημόσιου τομέα.

Οι επισημάνσεις της ΔΔ-Ε – ως φορέα της Κοινωνίας των Πολιτών με αντικείμενο την καταπολέμηση της διαφθοράς και την ενίσχυση της διαφάνειας και στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων μέσω του προγράμματος «Σύμφωνο Ακεραιότητας»- επικεντρώθηκαν στα σημεία του ΣχΝ που αφορούν ή συνδέονται στενά με τη διαφάνεια και τη λογοδοσία των εμπλεκόμενων μερών, δημόσιας διοίκησης και εταιρικού τομέα, προς όφελος των πολιτών. Βάση και άξονα των προτάσεων αποτελεί η ενίσχυση του υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων και η ορθή διαχείριση των δημόσιων οικονομικών πόρων σε συνδυασμό με την αναγκαιότητα και την καλή ποιότητα των παραδοτέων έργων, αγαθών ή υπηρεσιών προς την κοινωνία. Πρόσθετα, ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην ανάγκη δημοσιοποίησης όλων των δεδομένων – χωρίς εξαιρέσεις – γύρω από τις δημόσιες συμβάσεις με στόχο την ενίσχυση της πρόσβασης στην πληροφορία, που συνιστά μία από τις πλέον βασικές αρχές τήρησης της διαφάνειας.

Ενδεικτικά, τα βασικά σημεία σχολιασμού και οι προτάσεις της ΔΔ-Ε επί του προτεινόμενου ΣχΝ αφορούν στα άρθρα γύρω από την αύξηση του ορίου των απευθείας αναθέσεων (άρθρο 50), την ανάρτηση/δημοσιοποίηση δεδομένων για συμβάσεις αξίας μόνο άνω των 2.500 ευρώ (άρθρο 7) και τις ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές (άρθρο 33), μία χρόνια «πληγή» στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων που συχνά συνεπάγεται οικονομική, ποιοτική και χρονική «αφαίμαξη» για τα Έργα που υλοποιούνται με μοναδικό κριτήριο αξιολόγησης και ανάθεσης αυτό.

Πιο συγκεκριμένα, η προτεινόμενη μέσω του νέου ΣχΝ αύξηση του ορίου των δημοσίων συμβάσεων από 20.000 ευρώ σε 30.000 ευρώ για προμήθειες και 60.000 ευρώ για έργα αντίστοιχα χωρίς αιτιολόγηση της προτεινόμενης γεωμετρικής – στην περίπτωση των έργων – αύξησης προκαλεί εύλογο προβληματισμό για τη σκοπιμότητα της εισηγούμενης αλλαγής. Παράλληλα, η αύξηση του ορίου για δημόσιες συμβάσεις για τις οποίες δεν προβλέπεται δημοσίευση στοιχείων από 1000 σε 2.500 ευρώ (άρθρο 7) αντικρούει την αρχή της πρόσβασης στην πληροφορία που συνιστά θεμέλιο λίθο για την έμπρακτη τήρηση και λειτουργία της διαφάνειας. Ο αποκλεισμός μέρους των συμβάσεων δεν στοιχειοθετείται και δεν συνάδει με τη λειτουργία ενός εκσυγχρονισμένου ρυθμιστικού πλαισίου που οφείλει να υποστηρίζει τα ανοιχτά δεδομένα σε όλο το φάσμα των συμβάσεων προς ενίσχυση της διαφάνειας και της αξιοπιστίας του δημόσιου τομέα.

Ως προς την προτεινόμενη δέσμη μέτρων για την καταπολέμηση του φαινομένου των ιδιαίτερα χαμηλών προσφορών – που συνεπάγονται καθυστερήσεις, ποιοτικές αποκλίσεις και πρόσθετες κοστολογήσεις στην πορεία της εκτέλεσης ενός έργου με αποτέλεσμα ένα πολύ υψηλότερο κόστος σε σχέση με το αρχικό – η ΔΔ-Ε δεν θεωρεί ότι αποτελεί μια βιώσιμη λύση καθώς μετακυλύει εκ νέου την ευθύνη για την αποδοχή ή την απόρριψη μιας προσφοράς ως αδικαιολόγητα χαμηλής στην εκάστοτε Αναθέτουσα Αρχή χωρίς να καθορίζει σχετικά σαφή κριτήρια. Αντ’ αυτού προτείνει την εφαρμογή μαθηματικού τύπου – όπως προβλεπόταν σε παλιότερο Νόμο – ο οποίος απέκλειε απευθείας τις πολύ χαμηλές προσφορές από τη συμμετοχή στη διαγωνιστική διαδικασία χωρίς να αφήνει περιθώριο ενστάσεων και καθυστερήσεων του Έργου εφόσον το κριτήριο καθοριζόταν από τον Νόμο και δεν στηριζόταν στην κρίση της Αναθέτουσας Αρχής.

Τέλος σημειώνεται ότι ενώ τροποποιείται ένα από τα σημαντικότερα άρθρα για την προστασία της ακεραιότητας στη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων, εκφράζεται αμφιβολία ως προς την ουσιαστική εφαρμογή του. Πρόκειται για το άρθρο 73 του ν. 4412/2016 που τροποποιείται με το αρ. 23 του ΣχΝ και αφορά στις προϋποθέσεις αποκλεισμού οικονομικού φορέα (υποψήφιου αναδόχου) από τη συμμετοχή σε διαδικασία σύναψης σύμβασης για ιδιαιτέρως σημαντικά εγκλήματα, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η δωροδοκία και η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Βασικός όρος για την ενεργοποίηση του αποκλεισμού του οικονομικού φορέα είναι η ύπαρξη καταδικαστικής απόφασης εις βάρος του φορέα που με βάση το ισχύον ελληνικό δίκαιο νοείται μόνο για φυσικά και όχι για νομικά πρόσωπα στα οποία επιβάλλονται κυρώσεις αποκλειστικά από διοικητικά όργανα χωρίς να είναι καταδικαστικές. Για να προσπελαστεί ο συγκεκριμένος σκόπελος και προκειμένου να υπάρχει αποτελεσματική εφαρμογή του εν λόγω άρθρου η ΔΔ-Ε προχωρά σε δύο συγκεκριμένες προτάσεις ως προς την ευθύνη των νομικών προσώπων που έχουν εκδηλώσει σοβαρές παραβατικές συμπεριφορές, όπως η διαφθορά και η οικονομική εγκληματικότητα.

Δείτε αναλυτικά τις προτάσεις της ΔΔ-Ε, όπως αυτές κατατέθηκαν στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης και προς τον αρμόδιο Υπουργό Ανάπτυξης & Επενδύσεων εδώ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα