Διεθνής η δράση του “φαντομά” κλέφτη κοσμημάτων στην Αθήνα, με τη μέθοδο “Rip-Deal”
Διαβάζεται σε 7'Νέα στοιχεία έρχονται στο φως για τη δράση του 43χρονου, μέλους εγκληματικής οργάνωσης που έκλεβε ακριβά ρολόγια και κοσμήματα με τη μέθοδο «Rip-Deal».
- 10 Ιανουαρίου 2025 12:07
Ξεπερνά τις 243.000 ευρώ η αξία των κοσμημάτων που κατάφερε στις 23 Αυγούστου του 2023 να κλέψει ο 43χρονος Ρουμάνος «φαντομάς» και μέλος συμμορίας ομοεθνών του που δρουν διεθνώς με τη μέθοδο «RIP-DEAL».
Πείθουν πωλητές κοσμημάτων που «ψαρεύουν» μέσω εξειδικευμένης πλατφόρμας του διαδικτύου, τους κλείνουν ραντεβού ως δήθεν επιχειρηματίες και υποψήφιοι αγοραστές των πολυτελών ειδών που πραγματεύονται τα θύματα και αλλάζοντας εντέχνως τα πακέτα, καταφέρνουν να αρπάξουν τη λεία τους.
Από την έρευνα του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος αλλά και την ανταλλαγή πληροφοριών με τις Διεθνείς Διωκτικές Αρχές, διαπιστώθηκε τουλάχιστον από το καλοκαίρι του 2023, η δράση της μετακινούμενης συμμορίας, τα μέλη της οποίας είναι Ρουμάνοι, οι οποίοι προέβαιναν σε κλοπές πολυτελών ρολογιών και κοσμημάτων με τη μέθοδο “RIP-DEAL”. Τέτοιας μεθοδολογίας κλοπές έλαβαν χώρα σε διάφορα κράτη της Ευρώπης μεταξύ των οποίων και στη χώρα μας.
Ως προς τον τρόπο δράσης, διαπιστώθηκε ότι οι δράστες αρχικά εντόπιζαν σε εξειδικευμένες ιστοσελίδες, τα αντικείμενα τα οποία τους ενδιέφεραν. Στη συνέχεια, προσέγγιζαν τους πωλητές και ακολούθως επιδίωκαν συνεχή επικοινωνία μαζί τους αποσκοπώντας με αυτό τον τρόπο να κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους.
Μάλιστα, τα μέλη της εγκληματικής ομάδας για να γίνουν ακόμη πιο πειστικά στα υποψήφια θύματά τους, δεν εμφανίζονταν ως απλοί εργαζόμενοι αλλά ως επιχειρηματίες με υψηλό κοινωνικό και επαγγελματικό «status».
Χαρακτηριστικό της προσήλωσης και της έρευνας που είχαν κάνει, αποτελεί το γεγονός ότι χρησιμοποιούσαν προσωπικά στοιχεία αλλά και επωνυμίες εταιρειών, τα οποία σε περίπτωση που κάποιος πωλητής αναζητούσε στο διαδίκτυο, θα επιβεβαίωνε την ύπαρξή τους, κερδίζοντας με αυτό τον τρόπο περαιτέρω την εμπιστοσύνη τους.
Ακολούθως, αφού οι δράστες κατέληγαν σε μια αρχική συμφωνία με τους πωλητές, κανόνιζαν μια δια ζώσης συνάντηση με σκοπό να ελέγξουν τα προς πώληση αντικείμενα, πλην όμως ο έλεγχος αυτός δεν πραγματοποιούνταν από τους ίδιους που είχαν επωμιστεί τη διαδικασία προσέγγισης και επικοινωνίας με τον πωλητή αλλά από δήθεν «εξειδικευμένους» εκτιμητές που ήταν μέλη της οργάνωσης, δίνοντας με αυτό τον τρόπο έναν τυπικό και επίσημο χαρακτήρα στην όλη διαδικασία. Η συνάντηση, λάμβανε χώρα σε κεντρικά ξενοδοχεία της εκάστοτε πόλης που επιλεγόταν διεθνώς.
Κατά τη διαδικασία επίδειξης των πολυτελών αντικειμένων και, αφού είχε προηγηθεί η προφορική συμφωνία, ο «εκτιμητής – αγοραστής» έπειθε τον πωλητή να του παραδώσει τα αντικείμενα για να τα συσκευάσει κατάλληλα μπροστά του και να τα τοποθετήσει προσωρινά στο χρηματοκιβώτιο του ξενοδοχείου, λέγοντάς του ότι θα μεταβεί στην κοντινότερη τράπεζα για να κάνει ανάληψη χρημάτων και θα επιστρέψει με το χρηματικό ποσό που ήταν το αντίτιμο της συναλλαγής.
Ωστόσο, κατά τη διαδικασία παράδοσης της συσκευασίας με τα αντικείμενα, ο «εκτιμητής» δεν παρέδιδε τα πρόσφατα συσκευασμένα αντικείμενα αλλά διαφορετικά – ψεύτικα, τα οποία είχε συσκευάσει πριν από τη συνάντησή του με τον πωλητή, με αποτέλεσμα να προβαίνει χωρίς να γίνει αντιληπτός στην ολική αφαίρεση των ρολογιών – κοσμημάτων, αφού οι συσκευασίες έμοιαζαν τόσο, ώστε ο πωλητής να μην μπορεί να αντιληφθεί ότι πρόκειται για σακούλα κλώνο (μέθοδος RIP-DEAL).
Τέλος, αποχωρούσε από το ξενοδοχείο με τη δικαιολογία ότι θα έφερνε εντός ολίγου χρόνου το συμφωνηθέν χρηματικό ποσό ωστόσο δεν επανερχόταν ποτέ.
Ως προς τις μετακινήσεις τους, εξακριβώθηκε ότι οι δράστες μετακινούνταν άλλοτε αεροπορικώς και άλλοτε οδικώς. Μάλιστα, χρησιμοποιούσαν πολυτελή οχήματα, ενώ συνήθιζαν αμέσως μετά την κλοπή να αποχωρούν από την εκάστοτε χώρα, ελαχιστοποιώντας με αυτό τον τρόπο τις πιθανότητες να εγκλωβιστούν και να συλληφθούν από τις τοπικές αστυνομικές αρχές.
Η κλοπή στο κέντρο της Αθήνας
Από την έρευνα της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, την ανάλυση του βιντεοληπτικού υλικού, την εξέταση των κατασχεθέντων πειστηρίων και την ανταλλαγή πληροφοριών και βιομετρικών δεδομένων με τις Διεθνείς Διωκτικές Αρχές προέκυψε ότι τα μέλη της ομάδας έχουν διαπράξει στην Ελλάδα, την αναφερόμενη αξιόποινη πράξη.
Ο 43χρονος το πρωί της 23ης Αυγούστου του 2023, εισήλθε σε γνωστό ξενοδοχείο, επί της οδού Αθηνάς στο κέντρο της Αθήνας, προκειμένου να συναντήσει έναν 59χρονο Έλληνα κοσμηματοπώλη και ιδιοκτήτη ενεχυροδανειστηρίου. Ακολούθησε μεταξύ τους κατ’ ιδίαν συνάντηση σε χώρο του ξενοδοχείου κατά την οποία εκτέθηκαν τα προς πώληση αντικείμενα και συγκεκριμένα δύο επώνυμα γυναικεία κολιέ, τέσσερα επώνυμα ανδρικά ρολόγια και ένα χρυσό δαχτυλίδι.
Ο 43χρονος Ρουμάνος, κατά τη συνάντηση, συστήθηκε ως εκτιμητής και όχι ως ο απ’ ευθείας αγοραστής. Αφού υπήρξε συμφωνία μεταξύ τους, ο «Φαντομάς» προέβη στην τοποθέτηση όλων των αντικειμένων εντός χάρτινης συσκευασίας με σκοπό να τα αποθέσει σε θυρίδα που υπήρχε στη ρεσεψιόν του ξενοδοχείου.
Στη συνέχεια, ο δράστης αποχώρησε προσωρινά, με το πρόσχημα ότι θα επανέλθει εντός ολίγου χρόνου φέρνοντας το ποσό που είχε συμφωνηθεί για την αγοραπωλησία των κοσμημάτων.
Με την παρέλευση αρκετής ώρας και δεδομένου ότι ο «αγοραστής – εκτιμητής» δεν επέστρεψε, όπως είχε συμφωνηθεί, ο παθόντας άρχισε να υποπτεύεται ότι κάτι δεν πάει καλά και για το λόγο αυτό αποφάσισε να ανοίξει το πακέτο που είχαν τοποθετήσει εντός της θυρίδας.
Μετά το άνοιγμα της συσκευασίας, το θύμα διαπίστωσε πως δεν υπήρχε κανένα από τα δικά του κοσμήματα, ενώ στο φάκελο βρέθηκαν άλλα ψευδοκοσμήματα μικρής αξίας. Κατόπιν τούτων, ο παθόντας διαπίστωσε πως η συσκευασία με τα δικά του κοσμήματα αντικαταστάθηκε με ταχυδακτυλουργικό τρόπο από τον δράστη, χωρίς ωστόσο να γίνει αντιληπτός από τον παθόντα. Όπως φαίνεται, ο δράστης είχε έτοιμο το ίδιο πακέτο στην τσάντα του και όταν του έδωσε το πακέτο το θύμα για να το πάει στο χρηματοκιβώτιο, παρέδωσε αυτό που είχε ετοιμάσει από πριν.
Από το Τμήμα Εγκλημάτων Κατά Ιδιοκτησίας, συστάθηκε ειδική ομάδα προς ανεύρεση των δραστών αλλά και των αφαιρεθέντων αντικειμένων, ενώ μέσω των αστυνομικών διαύλων επικοινωνίας της EUROPOL και της INTERPOL πραγματοποιήθηκε επαφή με τις διεθνείς και ευρωπαϊκές διωκτικές και αστυνομικές Αρχές και υπήρξε η σχετική ανταλλαγή πληροφοριών.
Σύμφωνα με αυτές, διακριβώθηκαν τα πλήρη στοιχεία του 43χρονου Ρουμάνου, έγινε ταύτιση των αποτυπωμάτων του, ενώ πραγματοποιήθηκε και σύγκριση των παρεχόμενων από τα ξένα κράτη φωτογραφιών με τα σχετικά στιγμιότυπα που εξήχθησαν από το κλειστό κύκλωμα ασφαλείας του ξενοδοχείου, όπου έλαβε χώρα η κλοπή, οδηγώντας με απόλυτη βεβαιότητα στην ταύτισή του.
Σύμφωνα με την έρευνα, την ημέρα της κλοπής φαίνεται να εξήλθε της χώρας μας μέσω συνοριακού σταθμού της Βόρειας Ελλάδας. Συγκεκριμένα, απογευματινές ώρες της ίδιας ημέρας κατά την οποία έλαβε χώρα η κλοπή, ελέγχθηκε κατά την έξοδό του από την Ελλάδα, στο Τμήμα Διαβατηριακού Ελέγχου Ευζώνων οδηγώντας ένα πολυτελές Ι.Χ. αυτοκίνητο, μάρκας BMW.
Ως προς τη δράση του στο εξωτερικό, προέκυψε ότι έχει απασχολήσει τις αστυνομικές και δικαστικές Αρχές αρκετών χωρών, ενώ η εγκληματική του δράση καταγράφεται για πρώτη φορά πριν από αρκετά χρόνια. Ειδικότερα, έχει συλληφθεί και καταδικαστεί από τις Αρχές της Γαλλίας το 2003 και το 2014, της Ιταλίας το 2010, της Ολλανδίας το 2015 και της Γερμανίας ομοίως το 2015.
Από το Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας, σχηματίσθηκε και υπεβλήθη, σχετική δικογραφία στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών και εκδόθηκε εις βάρος του Διεθνές Ένταλμα Σύλληψης.