Δημοκρατία χωρίς οξυγόνο: Τι συμβαίνει με το Κράτος Δικαίου στην Ελλάδα
Διαβάζεται σε 12'Τα ευρήματα της κοινής έκθεσης που κατατέθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την κατάσταση του Κράτους Δικαίου στην Ελλάδα για το 2024 και οι ανυπολόγιστες συνέπειες για τη δημοκρατία.
- 05 Φεβρουαρίου 2025 06:05
Η σχέση των Ελλήνων με τη Δικαιοσύνη και στους θεσμούς είναι χειρότερη από ποτέ. Το 70% των πολιτών εκφράζουν τη δυσπιστία τους και αυτό από μόνο του δείχνει πολλά. Οι αποφάσεις της Δικαιοσύνης εγείρουν ερωτήματα, οι καθυστερήσεις ενισχύουν την αίσθηση ατιμωρησίας, ενώ διαφαίνεται μια συνολική αδυναμία του θεσμού να ανταποκριθεί στον ρόλο του ως εγγυητής της ισονομίας.
Πλέον, δεν μιλάμε για μεμονωμένα περιστατικά, αλλά συστηματικές παραβιάσεις των θεμελιωδών αρχών του Κράτους Δικαίου.
Από το σκάνδαλο των υποκλοπών, τις παράνομες επαναπροωθήσεις προσφύγων και μεταναστών, το έγκλημα των Τεμπών, το ναυάγιο της Πύλου στην απουσία λογοδοσίας και απόδοσης της δικαιοσύνης, τη συρρίκνωση της ελευθερίας του Τύπου, τη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας των ΜΜΕ: Τα παραπάνω καταδεικνύονται στην κοινή έκθεση που κατατέθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το Κράτος Δικαίου στην Ελλάδα για το 2024.
Η έκθεση διενεργήθηκε για τρίτη χρονιά στο πλαίσιο του ετήσιου ελέγχου των εθνικών συστημάτων από τις ανεξάρτητες οργανώσεις Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ), Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕλΕΔΑ), HIAS Ελλάδος, Homo Digitalis, Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA), Reporters United, Solomon και Vouliwatch και τα ευρήματά τους είναι άκρως ανησυχητικά.
Ο Στέφανος Λυκόπουλος, πρόεδρος του Vouliwatch, μιλώντας κατά την παρουσίαση της έκθεσης σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε το πρωί της Τρίτης (04/02), στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, εξήγησε πως «όταν το ίδιο το κράτος δεν εφαρμόζει τους νόμους που ψηφίζει, όταν παρακάμπτει συστηματικά τις διατάξεις που διασφαλίζουν τη διαφάνεια και τη λογοδοσία, όταν το κοινοβούλιο μετατρέπεται από νομοθετικό και εποπτικό όργανο σε μηχανισμό επικύρωσης και προάσπισης της λογοδοσίας, όταν οι ανεξάρτητες αρχές υπολειτουργούν λόγω υποχρηματοδότησης και υπό έντονες πολιτικές πιέσεις, όταν η δικαιοσύνη εργαλειοποιείται, καθυστερεί ή εκδίδει αλλόκοτες αποφάσεις, ενώ παράλληλα οι ποινικοί κώδικες τροποποιούνται κατά το δοκούν για να ενισχύσουν πολιτικά αφηγήματα, όταν η διάκριση των εξουσιών θολώνει και τα θεσμικά αντίβαρα υπολειτουργούν και όταν όλα αυτά συμβαίνουν συγχρόνως, τότε το πρόβλημα δεν είναι απλώς συγκυριακό, είναι βαθιά συστημικό καθόλου συμπτωματικό και καταλυτικό για τη συνεχιζόμενη διάβρωση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Όλα αυτά δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται ως μεμονωμένα και ασύνδετα περιστατικά. Αποτελούν συμπτώματα μιας παρακμάζουσας δημοκρατίας».
Τα προβλήματα που ανέδειξαν οι οργανώσεις παρουσιάζονται αναλυτικά στην αναφορά που στάλθηκε στην Κομισιόν, από την οποία ζητούν την αλλαγή της προσέγγισής της και την ανάγκη να δώσει έμφαση όχι στις «δεσμεύσεις» ή «προθέσεις» του κράτους, αλλά στη ρεαλιστική αποτύπωση της κατάστασης στη χώρα.
Απουσία λογοδοσίας και απόδοσης ευθυνών σε κρατικά όργανα
Το σκάνδαλο των υποκλοπών
Ένα από τα ευρήματα της έκθεσης αφορά στο γεγονός ότι η Ελληνική Δικαιοσύνη αδυνατεί να ελέγξει την εκτελεστική εξουσία για παράνομες πράξεις και περιστατικά αυθαιρεσίας, καθώς και να αποδώσει ευθύνες για ποινικά αδικήματα που διαπράττονται από όργανα που υπηρετούν το κράτος.
Ενδεικτικά, αναφέρεται πως η ελληνική Δικαιοσύνη δεν βρήκε καμια ένδειξη παρανομίας της ΕΥΠ στο σκάνδαλο των υποκλοπών, θέτοντας την υπόθεση στο αρχείο, χωρίς να δοθεί καμία εξήγηση για τους κοινούς στόχους των παρακολουθήσεων από ΕΥΠ και Predator.
«Η υπόθεση των υποκλοπών έκλεισε δύο φορές, χωρίς καν να βρεθεί ούτε ένα ύποπτο πολιτικό πρόσωπο, σε μια υπόθεση που περιλάμβανε παρακολουθήσεις υπουργών, μελών της αντιπολίτευσης, μελών των ενόπλων δυνάμεων και δημοσιογράφων. Είναι το μεγαλύτερο σκάνδαλο στην πολιτική ιστορία της μεταπολίτευσης και δεν έχει ούτε ένα ύποπτο πολιτικό πρόσωπο» ανέφερε χαρακτηριστικά ο δημοσιογράφος των Reporters United Θοδωρής Χονδρόγιαννος και πρόσθεσε πως μέσα από το πόρισμα του Αρείου Πάγου, ήρθε η νομιμοποίηση των παρακολουθήσεων και της δράσης της ΕΥΠ. «Στις τελευταίες δύο εκθέσεις της ΑΔΑΕ, αναδεικνύεται πως ΕΥΠ και αντιτρομοκρατική συνεχίζουν να μην ενημερώνουν την ανεξάρτητη αρχή για κάθε άρση του απορρήτου που κάνουν. Και αυτό μετά το σκάνδαλο των υποκλοπών και των συνεχών παραβιάσεων».
Η καθυστέρηση της έρευνας για το έγκλημα των Τεμπών και το ναυάγιο της Πύλου
Στην έκθεση γίνεται αναφορά για την καθυστέρηση στην αναζήτηση κρίσιμων στοιχείων για τις συνθήκες του πολύνεκρου σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη. Συγκεκριμένα επισημαίνεται ότι άργησε σχεδόν δύο χρόνια η κατάσχεση των καταγραφών συνομιλιών καθώς και των αναφορών ότι από το οπτικό υλικό που κατατέθηκε στις αρχές έλειπε το βίντεο των καμερών ασφαλείας από τον σταθμό φόρτωσης της εμπορικής αμαξοστοιχίας, με σοβαρό κίνδυνο να καταστεί αδύνατη η συλλογή αποδείξεων και να διακυβευτεί η αποτελεσματικότητα της έρευνας.
«Υπάρχει ένα στοιχείο που συνδέει τα Τέμπη με το ναυάγιο της Πύλου, τις υποκλοπές σε βάρος πολιτικών και δημοσιογράφων, τη βίαιη εξαφάνιση προσφύγων από τον Έβρο και το Αιγαίο, την αστυνομική βία: Η αδυναμία της ελληνικής Δικαιοσύνης να εκπληρώσει το καθήκον της και να αποδώσει ευθύνες για αυθαιρεσίες και ποινικά αδικήματα που διαπράττει το κράτος» είπε χαρακτηριστικά ο Μίνως Μουζουράκης, δικηγόρος στην Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA).
Σε ότι αφορά στο ναυάγιο της Πύλου, γίνεται ιδιαίτερη αναφορά πως στην προκαταρκτική εξέταση δεν κλήθηκαν για εξηγήσεις οι υπάλληλοι του Ενιαίου Κέντρου Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης (ΕΚΣΕΔ) και του Κέντρου Επιχειρήσεων (ΚΕΠΙΧ) ή η ηγεσία του Λιμενικού Σώματος, παρότι από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν σαφώς ευθύνες.
«Σε μια περίοδο όπου η εμπιστοσύνη στους δημοκρατικούς θεσμούς κλονίζεται από υποθέσεις όπως τα Τέμπη και το Ναυάγιο της Πύλου, η ανεξέλεγκτη και παράνομη αστυνομική βία δεν απειλεί μόνο τις ατομικές ελευθερίες, αλλά υπονομεύει τη δημοκρατία, ενισχύοντας την αυταρχικοποίηση των κρατικών θεσμών» είπε στην παρέμβασή της η Κατερίνα Πουρναρά, Δικηγόρος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Η Ελλάδα έχει από τα πιο αργά δικαστήρια στην Ευρώπη
Εντύπωση προκαλεί η καθυστέρηση με την οποία εκδικάζονται οι δικαστικές υποθέσεις στην χώρα μας. Παρά το γεγονός ότι ο αριθμός των δικαστών στην Ελλάδα υπερβαίνει κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του Συμβουλίου της Ευρώπης, η Ελλάδα να κατατάσσεται τελευταία στην ΕΕ στην ταχύτητα επίλυσης αστικών υποθέσεων σε πρώτο βαθμό.
Την ίδια ώρα, το Συμβούλιο της Επικρατείας αποτελεί με διαφορά το πιο αργό ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της ΕΕ.
Παράλληλα, η αδικαιολόγητη τυπολατρία των ανώτατων δικαστηρίων, η οποία συχνά καταλήγει σε φαινόμενα αρνησιδικίας αντίθετα με την υποχρέωση διασφάλισης της πρόσβασης στη δικαστική προστασία, έχει οδηγήσει τη χώρα μας επανειλημμένα σε καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Η νομιμοποίηση των pushbacks
Σε ότι αφορά τις επαναπροωθήσεις προσφύγων και μεταναστών, τα επίσημα στοιχεία του κράτους δείχνουν πως έχουν μπει στο αρχείο πάνω από 200 υποθέσεις καταγγελιών που σημειώθηκαν στον Έβρο, στο Αιγαίο και άλλα σημεία της χώρας. Την τελευταία πενταετία δεν έχει ασκηθεί ούτε μια ποινική δίωξη κατά κρατικού υπαλλήλου για pushback.
«Πρόσφατα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου διαπίστωσε για πρώτη φορά την αναποτελεσματικότητα της ελληνικής ποινικής δικαιοσύνης να διερευνήσει υποθέσεις επαναπροώθησεων (A.R.E. κατά Ελλάδας, Απόφαση της 7ης Ιανουαρίου 2025), δηλαδή υποθέσεις που αφορούν την παράνομη δράση κρατικών οργάνων και υπό αυτήν την έννοια αφορούν τον πυρήνα του Κράτους Δικαίου. Η διαπίστωση αυτή του Δικαστηρίου έρχεται σε μια στιγμή που τα ζητήματα της διερεύνησης, λογοδοσίας και απόδοσης ευθυνών βρίσκονται στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης, και θα πρέπει να προβληματίσει σοβαρά όλα τα αρμόδια όργανα της ελληνικής Πολιτείας, συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής Δικαιοσύνης» επισημαίνει από την πλευρά του ο Αλέξανδρος Κωνσταντίνου, Δικηγόρος στο Ελληνικό Συμβούλιο για του Πρόσφυγες – GCR.
«Κακή» νομοθέτηση και παραβιάσεις
Την ίδια ώρα, προβληματικός κρίνεται ο τρόπος που ασκείται η νομοθετική διαδικασία. Τα στοιχεία του VouliWatch δείχνουν πως το 41,67% των σχεδίων νόμων που ψηφίστηκαν εντός του 2024 τέθηκαν σε δημόσια διαβούλευση για μικρότερο χρονικό διάστημα από 14 μέρες που προβλέπονται βάσει νόμου 4622/2019.
Μάλιστα, στα 46 από τα 48 νομοσχέδια οι υπουργικές τροπολογίες ήταν εκπρόθεσμες, ενώ το 96% από αυτές ήταν άσχετες με το νομοσχέδιο. Έτσι, παραπάνω από 300 άρθρα φαίνεται να ψηφίστηκαν χωρίς να έχουν περάσει από το στάδιο της δημόσιας διαβούλευσης.
Ενδεικτική της βιασύνης και προχειρότητας που χαρακτηρίζει την προετοιμασία και ψήφιση των νόμων, αλλά και της συχνής αδυναμίας εφαρμογής νέων διατάξεων, θεωρείται και η τροποποίηση νόμων ακόμη και σε σύντομο χρόνο από την ψήφισή τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι διατάξεις του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας τροποποιήθηκαν από έξι διαφορετικούς νόμους το 2024 και ξανά τον Ιανουάριο του 2025.
«Το πρόβλημα μας δεν είναι η έλλειψη νόμων και διαβουλεύσεων, αλλά η υπερπληθώρα νόμων και ρυθμίσεων για το ίδιο ζήτημα και η μη ορθή εφαρμογή τους. Όταν το κράτος υποβαθμίζει συστηματικά θεσμούς, διαδικασίες και θεσμικά αντίβαρα, λειτουργώντας στην ουσία με αυταρχισμό, τότε ενισχύει την απαξίωση των δημοκρατικών αξιών και του πολιτικού συστήματος στα μάτια των πολιτών. Αυτό οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην αυταρχικοποίηση της κοινωνίας, με ανυπολόγιστες συνέπειες για τη δημοκρατία» επισήμανε ο κ. Λυκόπουλος.
Το χάσμα ανάμεσα στην υπερψήφιση νόμων και τη μη εφαρμογή τους, καθώς και η χρόνια δυσκολία πρόσβασης των πολιτών στη δημόσια πληροφορία, είναι κάποιες βασικές προκλήσεις που οδηγούν στην έλλειψη τόσο της διαφάνειας όσο και της λογοδοσίας, που τελικά συνιστούν στο να μην καταπολεμάται η διαφθορά.
Ουραγός της ΕΕ για τρίτη χρονιά στην ελευθερία του Τύπου
Ένα μελανό σημείο που αναδεικνύεται στην έκθεση είναι η θέση της χώρας μας σε ότι αφορά την ελευθερία του Τύπου, όπου για τρίτη συνεχόμενη χρονιά η Ελλάδα παραμένει στην τελευταία θέση στην ΕΕ.
Η ανεξάρτητη και αδέσμευτη ενημέρωση εμποδίζεται συστηματικά και ο έλεγχος της πληροφορίας ενισχύεται από το μοτίβο που παρατηρείται στην ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης, δηλαδή το ότι οι μεγάλοι επιχειρηματίες συγκεντρώνουν στα χέρια τους τα ΜΜΕ σε συνδυασμό με τον έλεγχο αθλητικών ομάδων και της ναυτιλίας.
Την ίδια ώρα, σημαντικά στοιχεία για την ιδιοκτησία ΜΜΕ λείπουν από τη δημόσια βάση δεδομένων του ΕΣΡ, που είναι το μόνο όργανο που έχει το κράτος για να ελέγχει την λειτουργία των μέσων, αλλά παρατηρείται σοβαρή υποστελέχωση, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κάνει σωστά τη δουλειά του.
«Η υπερσυγκέντρωση μεγάλων μέσων ενημέρωσης σε λίγους και ισχυρούς επιχειρηματίες, η αλληλεξάρτηση των ΜΜΕ, του κράτους και των τραπεζών και η αδυναμία των εποπτικών Αρχών να εξασφαλίσουν το απαιτούμενο επίπεδο διαφάνειας δημιουργούν ένα ασφυκτικό πλαίσιο λειτουργίας που υποβαθμίζει όχι μόνο την πολυφωνία αλλά συνολικά τη δημοκρατία στη χώρα» επισήμανε σχετικά με το ζήτημα η Δανάη Μαραγκουδάκη, δημοσιογράφος στο Solomon.
Παράλληλα, εξακολουθούν να αναφέρονται περιστατικά κρατικής παρέμβασης ή έλλειψης αντικειμενικότητας στην ΕΡΤ -με τελευταίο πλήγμα την ελλιπή κάλυψη των μεγαλειωδών συγκεντρώσεων για το έγκλημα στα Τέμπη, καθώς και επιθέσεις και καταχρηστικές αγωγές (SLAPPs) κατά δημοσιογράφων.
Εμβληματικό παράδειγμα αποτελούν οι τουλάχιστον 16 αγωγές του ανιψιού και πρώην Γενικού Γραμματέα του Πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη, σε βάρος μέσων ενημέρωσης και δημοσιογράφων για την έρευνά τους σχετικά με το σκάνδαλο των υποκλοπών. Η πρώτη από αυτές απορρίφθηκε από το Πρωτοδικείο Αθηνών τον Οκτώβριο του 2024 και έχει ασκηθεί έφεση από τον κ. Δημητριάδη.
Τι επιφυλάσσει το μέλλον;
Μέσα από αυτή την την έκθεση που γίνεται για τρίτη φορά, προκύπτουν πολλά ερωτήματα αλλά και προβληματισμός για το ποια είναι η εξέλιξη της κατάστασης του δικαίου στην χώρα μας. Από τα χείλη όλων των συντελεστών της έρευνας, ένα από τα συμπεράσματα που ακούγεται είναι πως πρόκειται για μια «σταθερά άσχημη κατάσταση», για μια δημοκρατία που οδηγείται «σε έλλειψη οξυγόνου», με την επιδείνωση να οδηγεί τους πολίτες της να «ασφυκτιούν».
Στην τοποθέτησή της η δικηγόρος της HIAS Ελλάδος Έλλη Κριωνά-Σαράντη υπογράμμισε πως «Εμείς είμαστε έτοιμοι για τον διάλογο, αλλά ο διάλογος δεν ανοίγει. Υπάρχουν αυτές οι εκθέσεις, αναδεικνύονται αυτά τα φαινόμενα, όμως δεν είδαμε να ανοίγει κάποια συζήτηση από τις Αρχές, ούτε να αποτελούν αυτές οι εξελίξεις λόγο ανησυχίας για την κοινή γνώμη. Υπάρχουν τόσα σκάνδαλα, που η κυβέρνηση δεν χρειάζεται καν να εφεύρει κάποιο “fake” σκάνδαλο για να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη. Ο κόσμος φοβάμαι ότι έχει χαθεί σε όλα αυτά που βγαίνουν στην επικαιρότητα» κατέληξε.
Συνοψίζοντας, ο Αλέξανδρος Κωνσταντίνου είπε πως «το κοινό υπόβαθρο για τα ζητήματα που τίθενται στην παρούσα έκθεση έχει να κάνει με την μη αποτελεσματική λογοδοσία και μη αποτελεσματική αναζήτησή ευθυνών από την ελληνική δικαιοσύνη».