Ερευνούσαν τη Novartis, χωρίς επαρκές προσωπικό
Η αλληλογραφία μεταξύ Τουλουπάκη - Παπαγγελόπουλου και τα ερωτήματα σχετικά με την ολοκλήρωση των ερευνών για το σκάνδαλο Novartis.
- 14 Ιανουαρίου 2020 14:02
Πολλά ερωτήματα αναφορικά με την εισαγγελία Διαφθοράς και τη λειτουργία της επί των ημερών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ εγείρει αλληλογραφία μεταξύ της εισαγγελέως Διαφθοράς Ελένης Τουλουπάκη και του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλου.
Σύμφωνα με το ereportaz, όπως προκύπτει από την αλληλογραφία που έχει διαβιβαστεί στη Βουλή, στο πλαίσιο αναζήτησης τυχόν ποινικών ευθυνών του Δ. Παπαγγελόπουλου, η Εισαγγελία Διαφθοράς λειτουργούσε χωρίς επαρκές προσωπικό και με αρκετά προβλήματα. Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση επιθυμούσε να πατάξει τη διαφθορά και οι εισαγγελείς ερευνούσαν το «μεγαλύτερο από συστάσεως ελληνικού κράτους σκάνδαλο της Novartis» εντούτοις το αρμόδιο υπουργείο δεν φρόντισε να βοηθήσει για την υλοποίηση των ερευνών, με αποτέλεσμα πολλές δικογραφίες να μείνουν πίσω.
Στις 3 Μαΐου 2018 η εισαγγελέας Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη απέστειλε επιστολή με την ένδειξη κατεπείγον προς τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο. Σε αυτή η Τουλουπάκη περιέγραφε με μελανά χρώματα τις συνθήκες λειτουργίας της εισαγγελίας Διαφθοράς, ενώ παράλληλα έκανε λόγο για «αυξημένες ανάγκες του γραφείου» και «μεγάλο όγκο δικογραφιών μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος και μείζονος δημοσίου συμφέροντος». Για τους λόγους αυτούς ζητούσε την απόσπαση ή τη διάθεση στο γραφείο της τουλάχιστον δύο δικαστικών γραμματέων και ενός επιμελητή δικαστηρίου, την οποία χαρακτήριζε «άκρως απαραίτητη και κατεπείγουσα». Όπως ανέφερε, μάλιστα, στο έγγραφο, η γραμματειακή υποστήριξη την περίοδο εκείνη της εισαγγελίας Διαφθοράς γινόταν από έναν μόνο δικαστικό υπάλληλο με απόσπαση και έναν ακόμη με διάθεση.
Μερικούς μήνες μετά και ειδικότερα στις 25 Οκτωβρίου 2018 η Ελένη Τουλουπάκη απέστειλε νέο έγγραφο, αυτή τη φορά προς το Πενταμελές Υπηρεσιακό Συμβούλιο του Εφετείου Αθηνών. Το έγγραφο κοινοποιούταν μεταξύ άλλων και στον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, την τότε ηγεσία του Αρείου Πάγου και στους προϊσταμένους της Εισαγγελίας Εφετών και Πρωτοδικών Αθηνών. Σε αυτό η Ελένη Τουλουπάκη περιέγραφε εκ νέου τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η λειτουργία της Εισαγγελίας Διαφθοράς. Παρέθετε μία σειρά από υποθέσεις τις οποίες χειριζόταν, όπως η Novartis, το ΚΕΕΛΠΝΟ, η Marfin, πιστοποιητικά αναπηρίας του ΚΕΠΑ κ.λπ., ενώ υποστήριζε ότι ο αριθμός που χειριζόταν το γραφείο ξεπερνούσαν τις 200. Στο έγγραφο η εισαγγελέας Διαφθοράς ανέλυε τα καθήκοντα των γραμματέων και το έργο με το οποίο ήταν επιφορτισμένοι, ενώ παράλληλα έκανε λόγο για «έλλειψη οποιουδήποτε υποτυπώδους έστω ηλεκτρονικού προγράμματος μηχανοργάνωσης». Υποστήριζε επίσης πως ειδικά για τις δικογραφίες που αφορούν πολιτικά πρόσωπα και διαβιβάζονται στη Βουλή απαιτείται η εξαγωγή φωτοαντιγράφων, η επικύρωση και η καταγραφή τους σε αύξοντα αριθμό, έργο το οποίο δυσχεραίνονταν από την έλλειψη γραμματέων στην υπηρεσία. Επίσης, στο ίδιο έγγραφο προειδοποιούσε πως «συντρέχει σοβαρός και συνεχής κίνδυνος να υποπέσουν οι δύο δικαστικοί υπάλληλοι σε τυχόν παραδρομής λάθη ή αθέλητες παραβλέψεις λόγω του τεράστιου όγκου δουλειάς που διαρκώς τους ανατίθεται». Για τους λόγους αυτούς ζητούσε ξανά δύο γραμματείς και έναν επιμελητή δικαστηρίων, προκειμένου να στελεχωθεί το γραφείο.
Τα καυτά ερωτήματα για την έρευνα
Την περίοδο εκείνη η υπόθεση Novartis βρισκόταν στην κορύφωσή της. Ψίθυροι έδιναν και έπαιρναν αναφορικά με τις έρευνες των εισαγγελέων Διαφθοράς σχετικά με την υπόθεση. Οι διαρροές στον Τύπο για επικείμενες διώξεις κάποιων από τα 10 πολιτικά πρόσωπα ήταν συχνές. Όπως και δημοσιεύματα σχετικά με ευρήματα της εισαγγελικής έρευνας συγγενικών προσώπων ακόμη και εισαγγελικών λειτουργών. Προκύπτει, λοιπόν, μία αντίφαση σχετικά με τη λειτουργία της εισαγγελίας Διαφθοράς. Πώς είναι δυνατόν εφόσον υπήρχε τόσο μεγάλος όγκος δουλειάς να μπορούσε να γίνει σοβαρή και ενδελεχή έρευνα για μία σειρά υποθέσεων μείζονος δημοσίου συμφέροντος, όπως για παράδειγμα η υπόθεση Novartis; Εφόσον η τότε κυβέρνηση ήθελε πράγματι να ερευνηθεί αυτή η υπόθεση σε βάθος και όχι απλά να χρησιμοποιηθεί για επικοινωνιακούς λόγους, κρατώντας σε ομηρία ερευνώμενα πολιτικά πρόσωπα, γιατί δεν απέστειλε προσωπικό να βοηθήσουν το έργο της εισαγγελίας Διαφθοράς; Ερωτήματα τα οποία αποκτούν μεγαλύτερα διάσταση μετά και τις καταγγελίες του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ιωάννη Αγγελή, σχετικά με την κατάσταση που επικρατούσε στην εισαγγελία Διαφθοράς την περίοδο που ο ίδιος ήταν επόπτης.