Ο Μιχάλης Ρέππας έχει γράψει και (έξι) αποτυχημένα σενάρια

Ο Μιχάλης Ρέππας έχει γράψει και (έξι) αποτυχημένα σενάρια

Μιλήσαμε με τον άνθρωπο που έβαλε στη ζωή μας τον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο και του ζητήσαμε λίγο πριν κάνουν πρεμιέρα και οι τρεις παραστάσεις του να μας φτιάξει το προφίλ του χώρου του.

Μία γραπτή συνέντευξη είναι σαν το safe sex. Ξέρεις ότι θα περάσεις καλά εάν ο παρτενέρ σου ‘το έχει’ και ταυτόχρονα, έχεις την ηρεμία ότι τίποτα αναπάντεχο δεν πρόκειται να συμβεί κατά τη διάρκεια αυτής. Ούτε καλό ούτε κακό. Ωστόσο όταν ο άνθρωπος που έχει γράψει (και) το Safe Sex σου δίνει την ευκαιρία να συνομιλήσεις μαζί του με αυτόν τον τρόπο, δεν έχεις κανένα λόγο να πεις όχι. Τουναντίον, λες ναι και σκας και ένα χαμόγελο αγωνίας και προσμονής αυτών που πρόκειται να διαβάσεις από αυτόν.

Η τηλεφωνική μας συζήτηση με το Μιχάλη Ρέππα, την περασμένη εβδομάδα πήγε κάπως έτσι: ‘ Καλησπέρα, τι ώρα θα θέλατε να συναντηθούμε για μία συνέντευξη;‘ – Παύση και ένα’ Τι θα λέγατε να την κάνουμε γραπτά; Αφού γράφω!‘ ήρθε από την άλλη μεριά της γραμμής. ‘ Δεν θα ήθελα να καθυστερήσουμε πολύ, ξέρετε‘ είπα με την ελπίδα ότι θα τον μεταπείσω. Καλέ τι να καθυστερήσουμε; Αμέσως θα τις έχεις‘. Και πράγματι, τις είχα. Το email εστάλη μεσημέρι και η απάντησή του ήρθε σχετικά νωρίς το βράδυ. Χωρίς καμία αίσθηση των χρόνων του, του στυλ του, της ζωής του, η εικόνα που έφτιαξα για όλη αυτή τη διαδικασία πήγε κάπως έτσι: Μισό ποτήρι νερό που πηγαινοέρχεται κάθε φορά που τα πλήκτρα δέχονται την πίεση των δαχτύλων. Ένα γραφείο και πόδια απλωμένα ευθεία κάτω από αυτό. Έχει σουρουπώσει και το φως στο δωμάτιο είναι το αρκούντως απαραίτητο. Παίζει να έχω πέσει και εντελώς, έξω.

Άνοιξα το απαντητικό doc με τίτλο ‘Interview Ρεππας’ (έτσι, άτονο) και το μάτι μου έπεσε πάνω στην απάντηση:

Είναι μια ιστορική αδικία αλλά η σκηνοθεσία και η μουσική σύνθεση δεν είναι ανάλογα πράγματα. Τόσο το σενάριο και ο στίχος, όσο και η μουσική είναι τρία είδη πρωτογενούς δημιουργίας. Ο σεναριογράφος, ο στιχουργός και ο συνθέτης φαντάζονται και δημιουργούν κάτι εκ του μηδενός. Ο σκηνοθέτης δημιουργεί πάνω σε ένα δεδομένο πλαίσιο που θέτει το σενάριο. Ο σκηνοθέτης δεν γεννάει κάτι εκ του μη όντος. Η σκηνοθεσία είναι ερμηνεία. Όπως η ενορχήστρωση ή η διεύθυνση ορχήστρας. Τώρα γιατί οι θεσμοί και οι δημοσιογράφοι προκρίνουν σαν δημιουργούς πρώτης γραμμής τον συνθέτη και τον σκηνοθέτη είναι μεγάλη κουβέντα“.

Η υπερεκτίμιση του ρόλου του σκηνοθέτη πολύ συχνά οδήγησε σε άδειες αίθουσες. Και στο σινεμά και στο θέατρο

Η ερώτηση που είχε διαβάσει λίγες ώρες νωρίτερα στο ίδιο doc ήταν το ‘Γιατί πιστεύετε ότι τόσο το σενάριο όσο και ο στίχος στην Ελλάδα δεν λαμβάνουν τέτοιες τιμές όσο η σκηνοθεσία και η μελοποίηση;’. 

‘Έχω δει και εγώ έργο του Ρέππα Παπαθανασίου’

Είναι η Ψαρούδα Μπενάκη, είναι ο Χατζηκυριάκος Γκίκας είναι και ο Ρέππας Παπαθανασίου. Εντάξει, ναι, και ο Ρήγας Αποστόλου. Όσο και αν το σφίξιμο του καθωσπρεπισμού δεν μας επιτρέπει να το παραδεχτούμε υπήρξαν στιγμές ειδικά στην αρχή της καριέρας τους που πιστέψαμε ότι μιλάμε για ένα πρόσωπο. Με το Μιχάλη Ρέππα να βρίσκεται σε απόσταση διαδικτυακής αναπνοής, δεν κρατήθηκα να μην τον ρωτήσω πόσες φορές τον έχουν φωνάξει Ρέππα Παπαθανασίου. ” Το ‘Ρέππας Παπαθανασίου’ το λένε απλώς μηχανικά. Ακούνε τα δυο ονόματα μαζί και τα επαναλαμβάνουν μαζί σαν να μιλάνε για έναν άνθρωπο με δυο επίθετα. Όπως λέμε Αβέρωφ Τοσίτσας. Ή όπως λέμε Ρίμσκι Κόρσακωφ“.

Διαβάζοντας την τελευταία εκείνη ατάκα γέλασα. Και σχεδόν τον άκουσα να μου τη λέει με φωνή Γιάννη από το Safe Sex. Η αμέσως επόμενη ερώτηση, ήταν ‘τι γεύση έχει ο χώρος του θεάματος’.

Όλες τις γεύσεις. Και την πικρή και την γλυκειά και την ξυνή και την αλμυρή. Όλη την γκάμα των αισθημάτων όπως και σε κάθε επαγγελματικό στίβο. Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος στο επάγγελμα μας όπως κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος στη ζωή“.

Πάντα ο χώρος της καλλιτεχνικής έκφρασης, ήταν, είναι και παραμένει άδικος. Γιατί όλοι αγαπάμε την δουλειά μας αλλά δεν διακρινόμαστε όλοι. Αλλά και όσοι από μας διακρίνονται, δεν μένουν για πάντα διακεκριμένοι. Ούτε που το καταλαβαίνεις πότε ο κόσμος σου γυρίζει την πλάτη γιατί σήμερα κάποιος άλλος τον εκφράζει περισσότερο από σένα. Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που χτες το κοινό προτίμησε εσένα και έτσι εκτόπισες κάποιους παλιότερους για να βγεις εσύ στο προσκήνιο“.

Την Τζίνα, την Τζέλλα, την Τζέσυ και τα σενάρια που ατύχησαν

 

Τις συνεργασίες μας δεν θα τις χαρακτήριζα κολλεκτίβες. Θα τις έλεγα συνεργασίες βασισμένες στις ελεύθερες επιλογές και το αμοιβαίο συμφέρον. Επίσης οι συνεργασίες μας δεν έχουν καμμιά πρόθεση συλλογικών αποφάσεων. Είναι συνεργασίες όπου οι ατομικές ευθύνες είναι ιεραρχικά μοιρασμένες και οι αποφάσεις παίρνονται από τον Θανάση και εμένα μόνο. Συζητάμε τα πάντα με όλους τους συνεργάτες μας αλλά δεν έχουμε καμμιά διάθεση να συναποφασίζουμε με κανέναν. Παίρνουμε την συνολική ευθύνη του κάθε έργου μας είτε επιτύχει, είτε αποτύχει, γιατί πιστεύουμε στην ατομική ευθύνη και δεν κρυβόμαστε πίσω από δήθεν συλλογικότητες“.

Το σινεμά μας έδιωξε σχεδόν οριστικά. Κανείς δεν μας εμπιστεύεται. Ούτε ο ιδιωτικός τομέας ούτε το κράτος. Προφανώς δεν ανήκουμε στην κατηγορία των καλλιτεχνών που το κράτος πιστεύει ότι αξίζει να επιχορηγηθούν. Οπότε το θέατρο είναι εδώ και χρόνια η πατρίδα μας. Και ελπίζουμε να μην μας διώξει ποτέ. Η τουλάχιστον όταν μας διώξει να είμαστε πολύ γέροι

Το σενάριο στο ‘κλάμα’ γράφτηκε όπως και τα άλλα τρία. Και στο πλατώ δεν έγινε ούτε ένας αυτοσχεδιασμός. Από το πρώτο επεισόδιο των ‘Τριών Χαρίτων’ μέχρι σήμερα πάντα οι ηθοποιοί είπαν με απόλυτη ακρίβεια αυτά ακριβώς που είχαμε γράψει. Και ποτέ δεν άλλαξε ούτε μια λέξη μας ούτε στην τηλεόραση, ούτε στο θέατρο, ούτε στο σινεμά. Γράφουμε ‘σιδερένια’ σενάρια από τα οποία ουδέποτε παρεκλίνουμε. Και φυσικά δεν γράφουμε ρεφενέ. Από τους ηθοποιούς ζητάμε το δυσκολότερο πράμα: να δώσουν ζωή στις νεκρές τυπωμένες λέξεις μας. Αυτή είναι η δουλειά τους. Όχι να λένε ατακούλες στο γύρισμα. Αγαπάμε τους ηθοποιούς και με πολλούς μας δένει μακρά και ειλικρινής φιλία αλλά στο πλατώ και στην πρόβα είμαστε αυστηρά επαγγελματίες. Αυτός ο αστικός μύθος όπου διάφοροι παρουσιάζουν έμας τους καλλιτέχνες σαν παρεούλες που κάνουν πλάκα στα πλατώ και στα θέατρα και βγάζουν λεφτά  μας εκνευρίζει. Εμείς σεβόμαστε τον θεατή και δεν κάνουμε ποτέ πλάκα. Το ζήτημα μας είναι να γελάσει ο θεατής. Όχι να καλοπερνάμε εμείς“.

Έχουμε γράψει συνολικά τέσσερα σενάρια που έγιναν ταινίες και άλλα έξι που ατύχησαν“.

Οι ‘Μπαμπάδες με Ρούμι’ μας έπεσαν βαρείς στην προφητεία

Το έργο μας ‘Μπαμπάδες με ρούμι’ ήταν μια προφητεία εκείνη την εποχή του εύκολου δανεισμού. Πέντε μικροαστοί και μια μετανάστις σε ένα παιχνίδι αλληλοεξόντωσης στο κυνήγι του χρήματος. Σήμερα μας κάνει ιδιέταιρα υπερήφανους το γεγονός ότι εκείνη της εποχή της ανεμελιάς εμείς γράψαμε μια τόσο σκοτεινή κωμωδία“.

Το ‘Βαφ’τα μαύρα’ είναι η προσπάθεια μας να φωτογραφίσουμε την στιγμή της πτώσης μιας συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης νεόπλουτων λόγω οικονομικής κρίσης. Φαίνεται ότι το εγχείρημα είχε επιτυχία γιατί επαναλαμβάνεται για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο Λαμπέτη. Επανάληψη είναι και ο ‘Αλέξης Ζορμπάς’ που ανέβηκε σε καλοκαιρινή περιοδεία σε όλη την Ελλάδα με τον Γρηγόρη Βαλτινό. Την περασμένη άνοιξη ο Σταμάτης Φασουλής μας ζήτησε να διασκευάσουμε το διασημότερο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη σε θεατρικό έργο. Με βάση τη διασκευή μας έφτιαξε μια υπέροχη παράσταση, που μετά από την θριαμβευτική της  πορεία στα μεγαλύτερα καλοκαιρινά θέατρα της Ελλάδας, τώρα τον Οκτώβρη θα στεγαστεί στο θέατρο Βέμπο. Και με την ευκαιρία επιτρέψτε μου να σας μιλήσω για το καινούργιο, ολοκαίνουργιο έργο μας, που το παρακολουθούμε να κάνει τις πρώτες του παραστάσεις με μεγάλη λαχτάρα. Πέρσι την άνοιξη παράλληλα με τον Ζορμπά γράψαμε το πρώτο αστυνομικό μας έργο. ‘Το παιχνίδι του δολοφόνου’ που ανέβηκε μόλις στο θέατρο ΗΒΗ με τους: Αλέξανδρο Αντωνόπουλο, Ελισάβετ Μουτάφη, Μιχάλη Μαρίνο, Ευαγγελία Συριοπούλου, Μάνο Ιωάννου, Σίλβια Δεληκούρα, Τόνυ Δημητρίου και Δημήτρη Κυρατσούδη. Αυτό είναι η πιο πρόσφατη δουλειά μας και έχουμε μια ειδική λαχτάρα γι αυτήν επειδή είναι η πρώτη μας απόπειρα στο αστυνομικό“.

Η επικαιρότητα είναι πιο πολύ δουλειά των επιθεωρησιογράφων γι αυτό και δεν έχουμε γράψει ποτέ το χαρακτήρα ενός ριάλιτι. Εμείς οι άνθρωποι της μυθοπλασίας δεν ασχολούμαστε τόσο με τα γεγονότα που διαμορφώνουν το πολιτικό και το κοινωνικό προσκήνιο της Ελλάδας, όσο με την καταγραφή του αισθήματος των Ελλήνων“.

Ανοίγει μικρή παρένθεση: Η ερώτηση ‘Ο χαρακτήρας ενός Χρυσαυγίτη σε ένα θεατρικό έργο ή μία τηλεοπτική σειρά πιστεύετε ότι κινδυνεύει να πάρει τις διαστάσεις που είχε κάποτε ο ρόλος του γκέι αντίστοιχα;’ πρέπει να τον θύμωσε τόσο σχεδόν ένιωσα τα γράμματα από το λευκό εικονικό χαρτί να ξεπηδούν και να ορμούν κατά πάνω μου. Κλείνει η παρένθεση.

Προς Θεού ! Τι παραλληλισμός είναι αυτός; Οι ομοφυλόφιλοι υπήρξαν και αρκετές φορές συνεχίζουν να είναι θύματα ενός κονωνικού ρατσισμού. Οι Χρυσαυγίτες είναι θύτες φυλετικού ρατσιμού  και μισαλλοδοξίας. Τι σχέση έχουν οι μεν με τους δε; Οι μεν είναι θύματα απανθρωπιάς και οι δε απάνθρωποι. Ούτε στην ζωή ούτε στο θέατρο μπορεί να έχουν σχέση αυτές οι δυο κατηγορίες ανθρώπων“.

Η Γιολάντα Ραγιά δεν είναι πια εδώ. Η τεχνολογία, μόλις έκανε check in

Η Γιολάντα είναι ένας αγαπημένος ρόλος απ τα παλιά. Δεν ξέρουμε σήμερα τι θα γράφαμε αλλά είναι πολύ πιθανό να την τοποθετούσαμε πάλι στο χώρο ενός καναλιού γιατί παρ όλο το internet η τηλεόραση συνεχίζει να έχει τον κεντρικό ρόλο στην ενημέρωση και την ψυχαγωγία“.

Η κατάσταση σε μια χώρα δεν χωράει σε ένα θεατρικό πρόσωπο ή σε ένα θεατρικό έργο γιατί η αλήθεια μιας χώρας δεν είναι μια. Δεν μπορώ επομένως να δώσω ένα χαρακτήρα που να την περιγράφει ή να την υποδυθεί“.

Δεν έχω Facebook, δεν έχω Instagram, δεν έχω Twitter και α προπό αν δείτε κάπου προφάιλ με το όνομα μου, είναι ψεύτικο. Δεν ασχολούμαι με το κινητό μου, παρά μόνο για να μιλάω και να ανταλλάσω γραπτά μηνύματα“.

Δυστυχώς μου είναι αδύνατον να συγκεντρωθώ στην τηλεόραση. Βλέπω μόνο ταινίες στο σινεμά. Πάω σινεμά δυο έως τέσσερεις φόρες τη βδομάδα. Οπότε δεν έχω δει καμμιά ξένη σειρά. Μου λένε ότι χάνω αλλά τι να κάνω; Δεν μπορώ να δω στην τηλεόραση μυθοπλασία. Βλέπω μόνο εκπομπές ενημέρωσης“.

Φοβού τους τηλεοπτικούς

Μία ακόμη παρένθεση: Στο Google search του ονόματός του, πέτυχα μία απάντησή του στο Ερωτηματολόγιο του Προυστ που έλεγε ότι κάποτε πήδηξε ανάμεσα σε δύο ταράτσες και ένα μετρό για να σώσει τη γάτα του. Μοιράστηκα μαζί του ότι λογικά, δεν θα έχει θέματα υψοφοβίας (γεγονός που δεν σχολίασε γραπτώς) και τον ρώτησα πώς αντέδρασαν οι αυτόπτεις μάρτυρες. Α! Και αν φοβήθηκε.

Όχι ήμουν μόνος και δεν φοβήθηκα. Τώρα που το θυμάμαι τρέμω“.

Φοβάμαι πολύ. Φοβάμαι τη φωτιά, τη θάλασσα, το σεισμό, το ύψος, το αεροπλάνο. Φοβάμαι σχεδόν τα πάντα. Μόνο τη δουλειά δεν φοβάμαι“.

Δεν έχω ένα μότο. Μότο έχουν κάποιοι θεατρικοί χαρακτήρες. Οι πραγματικοί άνθρωποι είναι πολύ πιο πολυεπίπεδοι για να χωρέσουν σε φράσεις κλισέ“.

*Ο Μιχάλης Ρέππας μαζί με το Θανάση Παπαθανασίου σκηνοθετούν την παράσταση ‘Ζορμπάς’ στο Θέατρο Βέμπο, την παράσταση ‘Το Παιχνίδι του Δολοφόνου’ στο Θέατρο Ήβη και την παράσταση ‘Βάφ’τα Μαύρα’ στο Θέατρο Λαμπέτη.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα