Παντελής Παντελίδης: Ποιος και πότε αποζημιώνεται σε τροχαίο, σε περίπτωση μέθης του οδηγού
Όλα τα ερωτήματα και οι απαντήσεις όσον αφορά τις αποζημιώσεις σε τροχαίο με αφορμή το δυστύχημα που κόστισε τη ζωή στον Παντελή Παντελίδη
- 30 Μαρτίου 2016 07:06
Η είδηση του θανάτου του τραγουδιστή Παντελή Παντελίδη το πρωί της 18ης Φεβρουαρίου σκόρπισε θλίψη στο πανελλήνιο και στάθηκε τραγική αφορμή, να επανέλθουν στο προσκήνιο, όσα πρέπει γνωρίζουμε, σκεφτόμαστε, προσέχουμε, πριν μπούμε στο αυτοκίνητο. Ενάμιση περίπου μήνα μετά κι ενώ το πόρισμα δείχνει, ότι είχε καταναλώσει ποσότητα αλκοόλ μεγαλύτερη από το επιτρεπόμενο όριο, γεννώνται νέα ερωτήματα, σχετικά με την υπαιτιότητα ενός οδηγού, αλλά και των συνεπιβαινόντων, σε περίπτωση τροχαίου ατυχήματος, με τραυματισμό.
Το NEWS 247 με σεβασμό προς τις εμπλεκόμενες μεριές, μίλησε με ανθρώπους που δραστηριοποιούνται στην ασφαλιστική αγορά, οι οποίοι ξεκαθάρισαν τι ισχύει βάσει ασφαλιστηρίων αυτοκινήτου και τι προβλέπεται βάσει νομοθεσίας, για την περίπτωση κατά την οποία σημειώνεται τραυματισμός ή θάνατος σε τροχαίο και εξήγησαν, με ποια διαδικασία και πότε, μπορούν οι τρίτοι να αξιώσουν αποζημίωση από την ασφαλιστική εταιρεία ή τους κληρονόμους του οδηγού.
Τι συμβαίνει σε περίπτωση μέθης του οδηγού
Όσον αφορά στις αποζημιώσεις και ενδεχόμενες αξιώσεις που μπορεί, να προκύπτουν από το ασφαλιστήριο αυτοκινήτου:
Κάθε εταιρεία έχει διαφορετική ερμηνεία για την εκάστοτε περίπτωση, με την έννοια του ότι τα ζητήματα ασφάλισης του αυτοκινήτου προκύπτουν από το εκάστοτε ασφαλιστήριο.
Ωστόσο, αυτό που ισχύει γενικά και για όλες τις εταιρείες, είναι η παράμετρος της κατανάλωσης αλκοόλ από τον οδηγό, εάν και εφόσον (η μέθη) ήταν η αιτία πρόκλησης του τροχαίου ατυχήματος ή δυστυχήματος.
Εάν μάλιστα, ο ίδιος ο οδηγός χάσει τη ζωή του στο τροχαίο, οι δικαιούχοι του (τα μέλη της οικογενείας του) δεν μπορούν να ζητήσουν αποζημίωση για το προσωπικό ατύχημα (που είναι προαιρετική κάλυψη, μέσα στο ασφαλιστήριο αυτοκινήτου).
Επίσης, δεν μπορούν να ζητήσουν αποζημίωση, για τη ζημιά που έχει γίνει στο ίδιο το αυτοκίνητο.
Αν υπάρχει μικτή ασφάλιση και θέλει να αποζημιωθεί για τη ζημιά από την ασφαλιστική εταιρεία ο οδηγός ή ο ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου (η αποζημίωση πηγαίνει στον ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου, άσχετα αν το οδηγούσε κάποιος άλλος) δεν μπορεί να ζητήσει αποζημίωση, εάν αποδειχτεί ότι ήταν υπό την επήρεια αλκοόλ.
Σημειώνεται πάντως, πως εάν οι δύο μεριές προσφύγουν στα δικαστήρια και όλα αυτά ανατραπούν, ανάλογα θα αλλάξουν και οι αποφάσεις.
Αστική ευθύνη προς τρίτους
Όσον αφορά την αστική ευθύνη προς τρίτους (τρίτοι θεωρούνται και οι συνεπιβάτες) οι όροι του ασφαλιστηρίου προβλέπουν, ότι αν ο οδηγός βρίσκεται υπό την επήρεια αλκοόλ ή τοξικών ουσιών και εξαιτίας αυτού του γεγονότος έγινε το ατύχημα, δεν πληρώνονται.
Ωστόσο, πρόσφατη Κοινοτική Οδηγία για τροχαία ατυχήματα προβλέπει ρητά, ότι όταν οι τρίτοι υποστούν σωματικές βλάβες ή υλικές ζημιές από ανασφάλιστο ή μεθυσμένο οδηγό, η ασφαλιστική εταιρεία είναι υποχρεωμένη να τους πληρώσει (ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ήταν μεθυσμένος ο οδηγός). Στη συνέχεια η ασφαλιστική εταιρεία θα ζητήσει επανείσπραξη από τον οδηγό. Εάν ο οδηγός έχει αποβιώσει, θα αξιώσει τα χρήματα από τους κληρονόμους του.
Όταν ο συνεπιβάτης γνωρίζει, ότι ο οδηγός είχε πιει
Στο σημείο αυτό, πρέπει να αναφέρουμε, ότι απόφαση του Αρείου Πάγου προβλέπει, πως αν ο συνεπιβάτης γνώριζε ότι ο οδηγός είχε καταναλώσει αλκοόλ, ευθύνεται σε ποσοστό 30% και θεωρείται συνυπαίτιος, άρα δεν αποζημιώνεται πλήρως.
Η γενική αρχή πάντως είναι, ότι οι ζημιές που προκαλούνται σε τρίτους είτε σωματικές βλάβες είτε υλικές ζημιές από οδηγό υπό την επήρεια αλκοόλ, αποζημιώνονται από την ασφαλιστική εταιρεία και μετά γίνεται επανείσπραξη του ποσού.
Όσον αφορά το ύψος της αποζημίωσης και το εάν θα ακολουθηθεί αυτή η διαδικασία, απαιτείται τελεσίδικη δικαστική απόφαση, η οποία δεσμεύει την ασφαλιστική εταιρεία και ως προς τις ζημιές και ως προς το ύψος της αποζημίωσης. Αυτό δεν προκύπτει από τους όρους του συμβολαίου, αλλά από την Κοινοτική Οδηγία. Βασική προϋπόθεση φυσικά, είναι να θέλει είτε ο ίδιος ο τραυματίας είτε τα μέλη της οικογένειάς του να διεκδικήσουν το ποσό της αποζημίωσης.
Σημειώνεται δε, πως όταν υπάρχει θάνατος οδηγού, όποια απαίτηση προκύψει από τη δικαστική απόφαση, μπορεί να την καλύψει μεν η ασφαλιστική εταιρεία, αλλά ο τρίτος θα την αξιώσει μετά από τους κληρονόμους.
Διακανονιστής ασφαλιστικής εταιρείας ανέφερε πιο συγκεκριμένα στο NEWS 247, ότι παρότι στους όρους της ασφάλισης το αλκοόλ είναι εξαίρεση ως προς την αποζημίωση, η εταιρεία πληρώνει προκειμένου να προστατευτεί το θύμα, ωστόσο το ποσό δεν το βγάζει από τα χρήματά της, αφού το διεκδικεί από τον υπαίτιο. Η εταιρεία δεν υποχρεούται να πληρώσει, το κάνει για να διευκολύνει την υπόθεση και μετά τα αξιώνει από τους κληρονόμους του θανόντα.
Διαφορετικά, θα έπρεπε οι παθόντες να πάνε στα δικαστήρια (εφόσον κατά κανόνα η ασφαλιστική εταιρεία δεν πληρώνει γιατί ο οδηγός ήταν μεθυσμένος), να καταγγείλουν τον υπαίτιο και από εκεί και πέρα, θα ακολουθούσε, ό,τι προέκυπτε από την απόφαση. Με άλλα λόγια, με βάση τις διεκδικήσεις (πχ. οι τρίτοι ζητούν 100.000 και η ασφαλιστική εταιρεία δίνει 50.000 ευρώ), εάν δεν τα βρουν με συμβιβασμό εξωδικαστικά, αυτός που έχει τις απαιτήσεις θα πάει στο δικαστήριο και ό,τι αποφασιστεί εκεί.
Υπάρχει συνυπαιτιότητα όταν δεν φοράμε ζώνη;
Όσον αφορά στη ζώνη και το πώς επέδρασε το ότι φορούσε ή δεν φορούσε κανείς κατά το τροχαίο στον τραυματισμό του, επαφίεται στην απόφαση του δικαστηρίου. Ξεκαθαρίζουμε, ότι το να φοράει ζώνη ο επιβάτης ενός αυτοκινήτου προβλέπεται ρητά από τον νόμο και σε αντίθετη περίπτωση είναι τροχονομική παράβαση, που τιμωρείται με πρόστιμο.
Ωστόσο, σύμφωνα με τους ασφαλιστικούς συμβούλους, δεν πρέπει να συγχέουμε την τροχονομική παράβαση με την αιτία του τραυματισμού και το αποτέλεσμα του ατυχήματος. Το ερώτημα που προκύπτει σχετικά, είναι εάν φορώντας ή δεν φορώντας τη ζώνη, θα τραυματιζόταν, όπως και όσο τραυματίστηκε κι αυτό είναι που εξετάζει κατά περίπτωση το δικαστήριο.
Για παράδειγμα, φοράει κάποιος ζώνη και χάνει τη ζωή του στο τροχαίο, ενώ κάποιος άλλος δεν φοράει και δεν σκοτώνεται. Εάν για παράδειγμα, υπάρξει πρόσκρουση αυτοκινήτου σε δέντρο, με αποτέλεσμα να πάρει φωτιά κι επειδή κάποιος είναι δεμένος με τη ζώνη και δεν μπορεί να βγει ή το αντίθετο.
Ωστόσο, δεν συμβαίνει το ίδιο με έναν μοτοσικλετιστή, που δεν φοράει κράνος και τραυματίζεται στο κεφάλι. Εάν δεν φοράει κράνος και χτυπήσει στο χέρι, είναι διαφορετικό από το να χτυπήσει το κεφάλι του. Η μη ύπαρξη κράνους μπορεί να μειώσει την αποζημίωση σε συνυπαιτιότητα. Μπορεί ο οδηγός της μηχανής να μην πληρώσει τίποτα, μπορεί όμως να τα πληρώσει κι όλα, πράγμα που εξαρτάται από τη δικαστική απόφαση. Το ίδιο ισχύει και για τη ζώνη, με “χαμηλότερο” ενδιαφέρον, διότι το κεφάλι με το κράνος έχει άμεση σχέση, ενώ η ζώνη με το ατύχημα εξαρτάται, καθώς είναι πάντα ανάλογο με τις συνθήκες του ατυχήματος.
Πότε αποζημιώνονται οι δικαιούχοι σε ασφάλεια ζωής
Όσον αφορά στα ασφαλιστήρια ζωής που ενδεχομένως έχει συνάψει ο οδηγός αυτοκινήτου που ενεπλάκη σε τροχαίο με αποτέλεσμα τον θανάσιμο τραυματισμό του, διαχωρίζουμε περιπτώσεις και παραρτήματα, ανάλογα με το είδος του ασφαλιστηρίου.
Πιο συγκεκριμένα, εάν το ασφαλιστήριο είναι συνταξιοδοτικό, επιστρέφουν όλα τα ασφάλιστρα.
Εάν είναι με κεφάλαιο θανάτου, το κεφάλαιο θανάτου πληρώνει τους δικαιούχους που αναγράφονται στο συμβόλαιο, ακόμη κι αν ο θάνατός του έχει προέλθει από μέθη. Δηλαδή, δεν περιλαμβάνεται η μέθη ως εξαίρεση στον κορμό του ασφαλιστηρίου ζωής, που πληρώνει ασφαλιζόμενο κεφάλαιο θανάτου.
Ένα ασφαλιστήριο αποτελείται από τον κορμό του, που είναι το ασφαλιζόμενο κεφάλαιο, και από εκεί και πέρα, προσθέτονται διάφορα.
Σε κάθε περίπτωση, υπάρχουν κι άλλες καλύψεις, όπως το προσωπικό ατύχημα και ο θάνατος από ατύχημα, που είναι ξεχωριστές και άλλες εξαιρούνται λόγω μέθης και άλλες όχι. Αυτό όμως είναι κάτι συγκεκριμένο, που απορρέει από τους όρους του συμβολαίου και μόνο.
Αυτό που ισχύει ως εκ τούτου, είναι ότι με βάση τους όρους του συμβολαίου, σε κάποιες περιπτώσεις μπορούν να ικανοποιηθούν τα ποσά, έστω κι αν ήταν μεθυσμένος ο οδηγός και σε άλλες όχι, ανάλογα με το τι προβλέπεται στους όρους του συμβολαίου.