Πόρισμα για το Μάτι: Τα τραγικά λάθη που οδήγησαν στο θάνατο 100 πολιτών
Οι πλημμέλειες των αρμόδιων υπηρεσιών καταγράφονται στην εισαγγελίκη διάταξη για τη φωτιά που άφησε πίσω της 100 νεκρούς. Τραγικές ενέργειες και παραλείψεις από Πυροσβεστική Υπηρεσία και Ελληνική Αστυνομία.
- 06 Μαρτίου 2019 18:25
Ευθύνες για τις ενέργειες και τις παραλείψεις των αρμόδιων φορέων, οι οποίες είτε στο στάδιο της πρόληψης είτε κατά την ημέρα της φονικής φωτιάς της Ανατολικής Αττικής, συνέβαλαν στο θάνατο των 100 ανθρώπων, αποδίδει η εισαγγελική διάταξη για την τραγωδία που έλαβε χώρα την 23η Ιουλίου.
Όπως περιγράφεται από τους εισαγγελικούς λειτουργούς, τα τραγικά λάθη που προέκυψαν από τη διενέργεια της προκαταρκτικής εξέτασης, αφορούν κυρίως το Πυροσβεστικό Σώμα, την Ελληνική Αστυνομία, την Περιφέρεια Αττικής, τους εμπλεκόμενους Δήμους Ραφήνας και Μαραθώνα και τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, η οποία είχε και το γενικό πρόσταγμα. Στις 300 σελίδες του εγγράφου απαριθμόνται αναλυτικά όλες οι ενέργειες κι οι παραλείψεις που οδήγησαν στην άσκηση ποινικής δίωξης και στην παραπομπή στον ανακριτή συνολικά 20 προσώπων.
Αναφορικά με τις ευθύνες των αρμόδιων υπηρεσιών προκύπτει, σύμφωνα με τη διάταξη των εισαγγελέων, Νικ. Φιστόπουλου και Κ. Σπυρόπουλου:
Περιφέρεια Αττικής
Οι συμβάσεις που είχαν υπογραφεί με ανάδοχες εταιρίες και αφορούσαν εργασίες συντήρησης και καθαρισμού φαίνεται να μην σχετίζονται στις περισσότερες περιπτώσεις με τις περιοχές που εκδηλώθηκε η φονική φωτιά. Μάλιστα, μία σύμβαση φαίνεται να έληξε σε χρόνο που απέχει τουλάχιστον 18 μήνες από το συμβάν. «Ακόμη και αν αφορούσε τις κρίσιμες περιοχές και το αντικείμενο της σχετιζόταν με τις υποχρεώσεις που έπρεπε να τηρηθούν από την Περιφέρεια Αττικής η πάροδος τόσου χρόνου από την ολοκλήρωση της δεν μπορεί να στηρίξει πραγματικά ισχυρισμό περί τήρησης της σχετικής υποχρέωσης» αναφέρεται.
Το σχέδιο απομάκρυνσης
Ωστόσο, αναφορικά με την οργανωμένη απομάκρυνση πολιτών, για την οποία -κατά τη δίαταξη- δεν μπορεί να τεθεί ζήτημα στην προκείμενη περίπτωση, υπογραμμίζεται πως η λήψη της απόφασης αποτελεί ευθύνη των κατά τόπους δημάρχων οι οποίοι έχουν τον συντονισμό του έργου πολιτικής προστασίας, ενώ «όταν η εξελισσόμενη ή επικείμενη καταστροφή μπορεί να επηρεάσει πάνω από ένα δήμο η απόφαση λαμβάνεται από το αρμόδιο Περιφεριάρχη ο οποίος μπορεί να εξουσιοδοτήσει σχετικώς τον οικείο αντιπεριφερειάρχη».
Τέλος, επισημαίνεται ότι «μόνος αρμόδιος για την εισήγηση του μέτρου της οργανωμένης προληπτικής απομάκρυνσης των πολιτών ειναι ο εκάστοτε επικεφαλής αξιωματικός του Πυροσβεστικού Σώματος».
Δήμοι Μαραθώνα και Ραφήνας
Δεν προέβησαν ως όφειλαν στην αρχή της αντιπυρικής περιόδου στην εκτέλεση προγραμμάτων μείωσης του κινδύνου από την εξέλιξη της πυρκαγιάς με την προληπτική απομάκρυσνη μέρους της βλάστησης σε περιοχές της εδαφικής τους αρμοδιότητας. Αντίστοιχα, δεν προέβησαν κατά την εκδήλωση της πυρκαγιάς στην ενεργοποίησης μνημονίου ενεργειών για την εφαρμογή του Γενικού Σχεδίου Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών.
Χωρίς ενημέρωση
Ούτε όμως, ενεργοποίησαν -όπως είχαν υποχρέωση- τα Συντονιστικά Τοπικά τους Όργανα τόσο προληπτικά όσο και την ημέρα εκδήλωσης και εξέλιξης της πυρκαγιάς, ώστε να παρασχεθούν στοιχεία για την πορεία εξέλιξης του καταστροφικού φαινομένου, καθώς για τις συνέπειές του, να υπάρξει αμοιβαία ενημέρωση για τη διαθεσιμότητα δυναμικού και για την υποστήριξη του έργου του Πυροσβεστικού Σώματος για τον έλεγχο και την καταστολή της πυρκαγιάς, να διατεθούν μέσα και προσωπικό με βάση την ιεράρχηση για την υποστήριξη του έργου της Πυροσβεστικής.
Επίσης, δεν λειτουργούσαν την ημέρα εκείνη τα προβλεπόμενα γραφεία πολιτικής προστασίας σε κάθε Δήμο, προκειμένου να δρομολογήσουν δράσεις που συνδέονται με την εξασφάλιση της εποικοινωνίας με τους λοιπούς επιχειρησιακά εμπλεκόμενους φορείς.
Πυροσβεστικό Σώμα
Προέκυψε, κατά τους εισαγγελείς, ότι η όλη διαχείριση των μέσων για την αντιμετώπιση της πυρκαγιάς «κυριαρχείται από τη μη επιβεβαίωση της πραγματικής εκτέλεσης των ενεργειών ή επιχειρησιακών σχεδίων όχι μόνο από τους αξιωματικούς του πυροσβεστικού σώματος, αλλά από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, υπό την έννοια, ότι σχεδόν όλοι οι υπεύθυνοι και αρμόδιοι αρκούνται στο να δίνεται η εντολή ή να συντάσσεται το έγγραφο, χωρίς όμως κάποιος να ελέγχει αν πράγματι η ενέργεια εκτελέστηκε ή ποτέ εκτελέστηκε». Ουσιαστικά δηλαδή, διαπιστώθηκε «μια τυπική και γραφειοκρατική λειτουργία των φορέων, η οποία δεν αποτυπώνει την πραγματικότητα, όπως αυτή εκδηλώνεται και εκφράζεται από την εκτέλεση των ενεργειών και των αποτελέσματων αυτών».
Παράλληλα, όπως αναφέρεται, από το υλικό της δικογραφίας προέκυψε ότι ηγεσία του Πυροσβεστικού Σώματος δεν χρησιμοποίησε επιχειρησιακά, παρόλο που είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς τούτο, και τα δύο εκ των τριών πυροσβεστικών πλοίων, που εδρεύουν στο 5ο λιμενικό πυροσβεστικό σταθμό στον Πειραιά, τα οποία θα μπορούσαν να συνδράμουν τη λιμενική αρχή Ραφήνας και να βοηθήσουν μαζί με τα υπόλοιπα πλωτά μέσα στη δια θαλάσσης διάσωση ατόμων από την θαλάσσια περιοχή στο Μάτι και το Κόκκινο Λιμανάκι, όπου είχαν καταφύγει κάτοικοι για να προφυλαχθούν από την πυρκαγιά. «Η συνδρομή των ως άνω πλοίων στην διάσωση ατόμων από τη θάλασσα, με δεδομένα τα ανωτέρω τεχνικά χαρακτηριστικά, αλλά και την μεταφορική ικανότητα τους, θα ήταν πολύ σημαντική και ουσιαστική στη διάσωση ατόμων που κινδύνεψαν και τελικά πνίγηκαν» αναφέρεται, ενώ σε άλλο σημείο σημειώνεται πως η ηγεσία του Πυροσβεστικού Σώματος και η διοίκηση του ΕΣΚΕ δεν κινητοποίησαν, ως όφειλαν εκ της αποστολής της την Ειδική μονάδα Αντιμετώπισης Καταστροφών (ΕΜΑΚ).
Ελληνική Αστυνομία
Οπως προέκυψε, η κατάσταση ετοιμότητας ήταν «μόνο σε επίπεδο προβλέψεων και εγγράφων, χωρίς στην πραγματικότητα να εκτελεστεί, ήτοι και πάλι διαπιστώνεται η τυπική μόνο συμμόρφωση στις νομοθετικές προβλέψεις- επιταγές με την έκδοση των σχετικών εγγράφων χωρίς όμως να υλοποιούνται οι εντολές και παραπέρα να ελέγχεται η υλοποίηση τους».
Ο εγκλωβισμός των οχημάτων
Ειδικότερα, ο μη αποκλεισμός της εισόδου των οχημάτων στο Μάτι από κάθετες οδούς, που διασταυρώνονταν με την λεωφόρο Μαραθώνος καθόλη τη διάρκεια από την εκδήλωση της πυρκαγιάς στην Νταού Πεντέλης, την εξάπλωση της στον οικισμό του Νέου Βουτζά και στη συνέχεια στο Μάτι, «αποτέλεσε κομβική παράλειψη των αρμοδίων αξιωματικών της ελληνικής αστυνομίας». Επίσης, κατά τη διάταξη, δεν υπήρχε επαρκής αριθμός αστυνομικών οργάνων κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, δηλαδή πριν περάσει το μέτωπο της πυρκαγιάς σε κάποιο σημείο την λεωφόρο Μαραθώνος, ώρα 18.20 μμ, και κατευθυνθεί προς το Μάτι, προκειμένου να βοηθήσει στην εκτροπή των μεταφορικών μέσων και την οδήγηση τους προς ασφαλή από την πυρκαγιά περιοχή.
«Οι υπεύθυνοι αξιωματικοί της ελληνικής αστυνομίας αρκέστηκαν στην γραμματική διατύπωση των εντολών, οι οποίες δεν προέκυψε ότι εκτελέστηκαν-υλοποιήθηκαν σε πραγματικό επίπεδο» σημειώνουν οι εισαγγελείς, προσθέτοντας πως η αποστολή περισσότερων δυνάμεων προκειμένου να παράσχουν συνδρομή ήταν αρμόδιότητα του γενικού αστυνομικού διευθυντή της Ελληνικής Αστυνομίας.
Αναφορικά με τις κυκλοφοριακές εκτροπές που έγιναν μέσα στο Μάτι, οι οποίες καταγγέλθηκαν ως εγκληματικές, αναφέρεται πως οδήγησαν σε μπλοκάρισμα «καθώς ξαφνικά η διακοπή της κίνησης δημιούργησε συμφόρηση εσωτερικά στην περιοχή και έτσι δεν μπορούσαν να απεγκλωβιστούν τα οχήματα και να διαφύγουν από την περιοχή. Αποτέλεσμα ήταν τελικά να εισέλθει μεγάλος αριθμός οχήματος στο Μάτι πλέον αυτών που ήδη υπήρχαν εκεί και κινούνταν ή ήταν σταθμευμένα και κινήθηκαν στη συνέχεια, όταν οι κάτοικοι άρχισαν να κινούνται πανικόβλητοι για να απομακρυνθούν από την περιοχή. Έτσι η κίνηση των οχημάτων γινόταν άτακτα με συνέπεια να δημιουργηθεί συμφόρηση στους στενούς δρόμους και τελικά να εγκλωβιστούν».
Ο ρόλος του Λιμενικού και η απόβαση των τουριστών
Ειδική αναφορά γίνεται στο ότι η κατάσταση με την κίνηση των οχημάτων επιβαρύνθηκε επιπλέον από την μη λήψη μέτρων από την αρμόδια λιμενική αρχή Ραφήνας.
«Παρά το γεγονός ότι η κατάσταση στην περιοχή, ήτοι η ύπαρξη φωτιάς, ορατή ήδη από την ώρα εκδηλώσης της, η πορεία της προς το θαλάσσιο μέτωπο, η ύπαρξη πυκνού καπνού, ήταν αντιληπτή από τα στελέχη του λιμενικού σώματος, και αποτελούσε δίδαγμα κοινής πείρας ότι θα δημιουργούνταν προβλήματα από την άτακτη κίνηση των οχημάτων στην προσπάθειά τους να βρουν οδούς διαφυγής από την καιόμενη περιοχή, επέτρεψε τον λιμενισμό δυο επιβατηγών – οχηματαγωγών πλοίων στο λιμάνι της Ραφήνας και την αποβίβαση επιβατών και οχημάτων, τα οποία κινήθηκαν στη συνέχεια είτε επί της οδού Φλέμινγκ προς λεωφόρο Μαραθώνος και Αθήνα είτε επί της παραλιακής στο Μάτι προς Νέα Μάκρη. Αποτέλεσμα ήταν να επιβαρυνθεί επιπλέον η κυκλοφορία και να μειωθεί καταλυτικά η δυνατότητα διαφυγής των οχημάτων», καταλήγει.