Σε κοινή θέα η βασιλική άμαξα Θεσσαλίας

Σε κοινή θέα η βασιλική άμαξα Θεσσαλίας

Θα παρουσιαστεί από τον ΟΣΕ στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης

Του Δημήτρη Μπαλή

Η ιστορική μνήμη οφείλει να μην κάνει διακρίσεις σε καθεστώτα, τα οποία αποτελούν την ιστορία ενός τόπου. Με αυτό το δεδομένο, όσα κειμήλια προέρχονται από το παρελθόν, πρέπει να αξιολογούνται και τα σημαντικότερα εξ αυτών να παρουσιάζονται στο κοινό κατά καιρούς, προκειμένου η ευρεία μάζα να μαθαίνει τι γινόταν στο παρελθόν.

Ένα, λοιπόν, μοναδικό κειμήλιο μεγάλης ιστορικής σημασίας, η Βασιλική Άμαξα Σιδηροδρόμων Ασφαλείας ΑΑ1, πρόκειται να παρουσιάσει ο ΟΣΕ σε συνεργασία με την Ε.Ε.Σ.Σ.Τ.Υ στην 82η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.

Πέραν τούτου, στο περίπτερο 15, Stand 52 ο ΟΣΕ θα ενημερώνει και θα παρουσιάζει με σύγχρονα μέσα όλες τις αναπτυξιακές πρωτοβουλίες του, με κεντρικούς άξονες, την Ασφάλεια, την Ανάπτυξη και την Εξωστρέφεια.

Για να επιστρέψω στο θέμα, οι επισκέπτες θα έχουν την δυνατότητα να επισκεφτούν και να ξεναγηθούν στο βασιλικό βαγόνι που θα βρίσκεται στον εξωτερικό χώρο της ΔΕΘ, όπου οι λάτρεις του τρένου θα «βιώσουν» τη μοναδική  ιστορία του, αλλά και όσοι δεν την γνωρίζουν θα έχουν την ευκαιρία να τη λατρέψουν!

 

Η βασιλική άμαξα των τέως Σιδηροδρόμων Θεσσαλίας (Σ.Θ.), θα βρίσκεται στον εξωτερικό  χώρο της ΔΕΘ και θα είναι επισκέψιμη από το κοινό και όχι μόνο τους λάτρεις του τρένου. Με αυτόν τον τρόπο θα γυρίσουν, νοερά, 134 χρόνια πίσω.

Το όχημα αυτό, ανέλαβε τις σιδηροδρομικές μετακινήσεις της βασιλικής οικογένειας (ή κάποιου μέλους της) στις γραμμές Λάρισα – Βόλος και Βόλος – Καλαμπάκα από την εποχή του βασιλέα Γεωργίου Α’ και μετά.

Κατασκευάστηκε το 1883, από την βελγική εταιρία «La Metallurgique Ateliers de Nivelles Belgique», που ανέλαβε να προμηθεύσει το θεσσαλικό δίκτυο μετρικού εύρους (1000 mm) με το απαιτούμενο ελκόμενο τροχαίο υλικό (επιβατικά και εμπορικά βαγόνια). Μαζί με την άμαξα διοικήσεως απετέλεσαν τις δύο μοναδικές άμαξες πολυτελείας των θεσσαλικών σιδηροδρόμων. Αυτό το επίπεδο πολυτέλειας υποδηλώνουν και τα ψηφία «ΑΑ» του αριθμού της (ΑΑ 1), που αναγράφεται στο αριστερό τμήμα του πλαισίου (σασί).

Τον Αύγουστο του 2017 και με πρωτοβουλία του Ο.Σ.Ε., ανέλαβε την μουσειακή του αποκατάσταση η Ε.Ε.Σ.Σ.Τ.Υ. στο Εργοστάσιο Βόλου, προσθέτοντας έτσι, ένα σημαντικότατο κειμήλιο στην υπό ανάπτυξη συλλογή μουσειακού τροχαίου υλικού του Οργανισμού.

 

Η βασιλική άμαξα από τεχνικής άποψης

Από τεχνικής άποψης το βασιλικό όχημα ακολουθεί τα υπόλοιπα επιβατικά οχήματα των Σ.Θ.: Διαξονικό με έναν εξώστη σε κάθε άκρο. Το πλαίσιο είναι μεταλλικό, ενώ πάνω σε αυτό στηρίζεται το ξύλινο αμάξωμα με επένδυση μεταλλικών ελασμάτων (λαμαρινών). Η κύλιση των ακτινωτών τροχών του επιτυγχάνεται μέσω τριβέων ολίσθησης (κουζινέτων), ενώ το σύστημα αιώρησης (ανάρτησης), εκτός των φυλλοειδών ελατηρίων (σουστών), περιλαμβάνει και ένα είδος δευτερεύουσας αιώρησης που χρησιμοποιεί ελαστικούς δακτυλίους σε έξι σημεία του για την καλύτερη απόσβεση των κραδασμών.

Εσωτερικά, η βασιλική άμαξα χωρίζεται σε τρία διαμερίσματα. Το κυριότερο από αυτά είναι το Σαλόνι, κεντρικά του οχήματος για περισσότερη άνεση. Με τους υπερπολυτελείς καναπέδες και τις αντίστοιχες πολυθρόνες του, είναι αυτό που έχει τα μεγαλύτερα πλαϊνά παράθυρα. Στα δύο άκρα του αμαξώματος βρίσκονται αντίστοιχα το καπνιστήριο και το καλλωπιστήριο, σε ξεχωριστό διαμέρισμα του οποίου είναι το αποχωρητήριο. Τέλος, στα δύο άκρα του οχήματος βρίσκονται οι εξώστες – το ανοικτό πλην στεγασμένο κομμάτι που αποτελεί ουσιαστικά την είσοδο.

Όλοι αυτοί οι χώροι, φυσικά, αποτελούν σημείο αναφοράς και λόγω της πλούσιας καλλιτεχνικής διακόσμησής τους: από το ψηφιδωτό πάτωμα και τα ζωγραφιστά και σκαλιστά χωρίσματα των διαμερισμάτων, μέχρι τα πολυτελή έπιπλα και είδη υγιεινής, την δερμάτινη επένδυση του δαπέδου των εξωστών και τα περίτεχνα μεταλλικά κιγκλιδώματα με τους φανούς τους. Χαρακτηριστικότατη δε, είναι και η εξωτερική όψη του, με τον σκούρο μπλε χρωματισμό και το βασιλικό έμβλημα με τις φιγούρες του Ηρακλή, πλευρικά.

Το βασιλικό όχημα, μέχρι τον Ιανουάριο του 1936, επί βασιλείας Γεωργίου Β’, υπέστη μερική ανακαίνιση κατά την οποία προστέθηκε η δεξαμενή ύδατος στην στέγη του, ηλεκτρικός φωτισμός καθώς και σύστημα κοχλιοφόρου χειροτροχοπέδης (χειρόφρενο).

Παρ’ ότι η ημερομηνία του τελευταίου του δρομολογίου παραμένει ακόμα άγνωστη, φαίνεται πως με το πέρασμα του χρόνου έπαυσε να προτιμάται έναντι άλλων πιο σύγχρονων μέσων (σιδηροδρομικών ή οδικών), ειδικά από την κανονικοποίηση της γραμμής Βόλου-Λαρίσης το 1960. Σε κάθε περίπτωση πάντως, το όχημα παρέμεινε για δεκαετίες στον χώρο της αποθήκης ξυλείας του Εργοστασίου Βόλου των Σ.Ε.Κ./Ο.Σ.Ε. σε επιφυλακή για ενδεχόμενη χρήση. Αν και στην εξαιρετική κατάσταση στην οποία είχε διατηρηθεί, ήδη από την δεκαετία του 1960 ο τέως Αρχιμηχανικός Έλξης των Σ.Ε.Κ. και πρωτεργάτης του σιδηροδρομικού μουσείου του Οργανισμού, Χριστόδουλος Χριστοδούλου, το χαρακτήρισε ως «το πολυτιμότερον κειμήλιον των Σιδηροδρόμων», δυστυχώς η αναπαλαίωσή του για το μουσείο δεν προχώρησε.

Εν τέλει, τον Αύγουστο του 2017 και με πρωτοβουλία του Ο.Σ.Ε. την μουσειακή του αποκατάσταση ανέλαβε η Ε.Ε.Σ.Σ.Τ.Υ. στο Εργοστάσιο Βόλου, προσθέτοντας έτσι, ένα σημαντικότατο κειμήλιο στην υπό ανάπτυξη συλλογή μουσειακού τροχαίου υλικού του Οργανισμού.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα