Σοφία Λύκου: Γιατί οι πόλεις μας είναι τόσο βρώμικες;

Σοφία Λύκου: Γιατί οι πόλεις μας είναι τόσο βρώμικες;
Σκουπίδια στην πόλη Konstantinos Tsakalidis / SOOC

Η νομικός Σοφία Λύκου εξηγεί όσα έχουν πάει λάθος με τη διαχείριση των απορριμάτων στην Ελλάδα.

Ταξιδεύοντας κανείς σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, αντιλαμβάνεται τις δυνατότητες που έχει ένας εύρωστος μηχανισμός καθαριότητας να αναβαθμίζει την καθημερινότητα των δημοτών. Η ευταξία στην εναπόθεση απορριμμάτων και η εύρυθμη λειτουργία του μηχανισμού αποκομιδής σκουπιδιών μπορούν να εξασφαλίσουν τη διατήρηση φιλικών, οργανωμένων και καλαίσθητων κοινόχρηστων χώρων. Τι συμβαίνει, όμως, στην Ελλάδα;

Είναι κοινός τόπος, πλέον, πως η διαχείριση των πάσης φύσεως απορριμμάτων από τους δήμους στερείται ουσιαστικού σχεδιασμού και πρόβλεψης, οδηγώντας σε αρρυθμίες και ελλείψεις. Δεν θα έπρεπε, όμως, να αναμένουμε να προκύπτουν μονίμως προβλήματα, ειδικά εάν σκεφτούμε πως η καθαριότητα ανήκει στις πρωταρχικές αρμοδιότητες των δημοτικών διοικήσεων και συγκαταλέγεται σε αυτές που έχουν σίγουρη χρηματοδότηση.

Πιο συγκεκριμένα, η λειτουργία των υπηρεσιών καθαριότητας εξασφαλίζεται από ανταποδοτικά τέλη, το ύψος των οποίων είναι ίσο με το κόστος των υπηρεσιών που χρειάζεται να παράσχουν. Υπο κανονικές συνθήκες, λοιπόν, οι υπηρεσίες καθαριότητας των δήμων θα έπρεπε να καλύπτονται από τα δημοτικά τέλη που πληρώνουμε όλοι μας, τα οποία θα μπορούσαν να εξασφαλίζουν την αποδοτικότητα τους.

Τα προβλήματα οφείλονται περισσότερο στην κακή διαχείριση των διοικήσεων παρά σε κάτι άλλο. Η απουσία μακρόπνοου και ορθολογικού σχεδιασμού στη βάση συνεχούς παρακολούθησης των ελλείψεων των δημοτικών τομέων καθαριότητας είναι ένα μόνο από τα συμπτώματα της διοικητικής κακοδιαχείρισης που έχει σημαντικό αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητα του μηχανισμού καθαριότητας.

Δεν θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε στα ποικίλα προβλήματα που συνδέονται με τους ανθρώπινους πόρους του συστήματος καθαριότητας.

Η κάλυψη πάγιων αναγκών από συμβασιούχους ορισμένου χρόνου είναι, αν μη τι άλλο, ένας παράγοντας που δρα ανασχετικά στη διασφάλιση της συνέπειας και συνέχειας των υπηρεσιών. Η δε υποστελέχωση των σχετικών υπηρεσιών είναι σύνηθες μοτίβο, αφού δεν τηρείται πάντα το 1:1 στην κάλυψη των θέσεων όσων υπαλλήλων αποχωρούν. Ομολογουμένως, οι δυνατότητες που έχουν στη διάθεση τους οι Ο.Τ.Α για απορρόφηση μόνιμου προσωπικού είναι ελάχιστες.

Μην ξεχνάμε ότι η τελευταία ευκαιρία που δόθηκε στους δήμους για μόνιμες προσλήψεις ήταν το 2019. Ωστόσο, είναι ευθύνη των διοικήσεων να αξιοποιούν ακόμη κι αυτές τις λίγες ευκαιρίες στελέχωσης που τους δίνονται, πράγμα που δεν συμβαίνει πάντα. Αντιθέτως, σε αρκετές περιπτώσεις έχουμε δει δήμους να κωλυσιεργούν επιλέγοντας να συντηρούν την αβεβαιότητα στη σχέση τους με τους υπαλλήλους.

Φυσικά, αυτό όχι μόνο επιτείνει την επισφάλεια στις ζωές των εργαζομένων αλλά στερεί, επίσης, από τον μηχανισμό καθαριότητας την ευκαιρία για την άρτια στελέχωση του από ανθρώπους που θα έχουν τον χρόνο και τη διάρκεια να καταρτιστούν σωστά, μαθαίνοντας καλύτερα την χρήση του εξοπλισμού και τη δουλειά τους.

Όσο για την εύκολη λύση της ανάθεσης υπηρεσιών στην ιδιωτική πρωτοβουλία, αυτή παρουσιάζει σημαντικές αδυναμίες αν σκεφτούμε πως οι περισσότεροι δήμοι δεν διαθέτουν τον εποπτικό μηχανισμό και τη δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου των ιδιωτών, πράγμα που δεν αποκλείει την αυθαίρετη διαχείριση από τη μεριά των τελευταίων.

Το δε σύνολο των υλικών πόρων καθαριότητας, στις περισσότερες περιπτώσεις, μόνο πλήρες και άρτιο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί· γερασμένος στόλος, οχήματα με βλάβες που εξακολουθούν να κυκλοφορούν στους δρόμους, λιγοστοί κάδοι και ακόμη λιγότεροι μπλε κάδοι, χαλασμένα πλυντήρια, ελλείψεις σε μικρά και ευέλικτα απορριμματοφόρα, κατάλληλα για στενότερους δρόμους και άλλα.

Τη δυσμενή αυτή κατάσταση, την οποία προκαλούν συνήθως η απουσία παρακολούθησης, ελέγχου, σχεδιασμού και οργάνωσης, έρχονται να επιβαρύνουν οι δυσκίνητες γραφειοκρατικές διαδικασίες και οι αδιαφανείς διαγωνισμοί. Tόσο η αντικατάσταση, όσο και η επισκευή του εξοπλισμού εντάσσονται σε μακρόσυρτες διαδικασίες με αμφίβολη έκβαση. Έτσι, ο στόλος απορριμματοφόρων καταλήγει να στερείται οργανωμένης και συστηματικής υποστήριξης σε θέματα επιδιορθώσεων και ανταλλακτικών.

Όσο για τις εγκαταστάσεις, αρκεί να πούμε πως σε ορισμένους δήμους δεν υφίστανται Σταθμοί Μεταφόρτωσης Απορριμμάτων (ΣΜΑ), ούτε λειτουργικοί και ασφαλείς χώροι που να εξυπηρετούν ικανοποιητικά τους τομείς καθαριότητας. Αντιθέτως, βλέπουμε γκαράζ να λειτουργούν ταυτόχρονα ως σταθμοί μεταφόρτωσης, ως χώροι στάθμευσης οχημάτων και αποθήκευσης εξοπλισμού, και το σημαντικότερο, ως χώροι συγκέντρωσης προσωπικού.

Μπορούμε να φανταστούμε, δηλαδή, σε πόσο ανθυγιεινά περιβάλλοντα καλούνται να εργαστούν οι υπάλληλοι καθαριότητας, πολλές φορές χωρίς την απαραίτητη προστασία. Δυστυχώς, ενδεικτικό παράδειγμα μιας τέτοιας κατάστασης είναι ο δήμος Δάφνης- Υμηττού, στον οποίο και κατοικώ.

Όταν σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις το διακύβευμα αφορά στη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος χάρη στην αξιοποίηση όσο γίνεται πιο σύγχρονων και εναλλακτικών μεθόδων διαχείρισης των σκουπιδιών, στην Ελλάδα, ακόμη, δεν έχουμε βρει τους τρόπους εξασφάλισης στοιχειώδους καθαριότητας. Θα μπορούσαμε με ορθολογικό, μακρόπνοο σχεδιασμό και μέριμνα να είχαμε πόλεις καθαρές, νοικοκυρεμένες και καλαίσθητες.

Έπειτα, έχοντας λύσει τα βασικά, θα βάζαμε πλώρη για πιο σύνθετες και αποτελεσματικές μορφές ανακύκλωσης, οι οποίες θα ελαχιστοποιούσαν τον όγκο απορριμμάτων που θα πήγαιναν για ταφή, περιορίζοντας τη ρύπανση του εδάφους. Για την επίτευξη των παραπάνω, η κομποστοποίηση αποτελεί την ενδεδειγμένη λύση. Η διαχείριση επιπλέον γραμμών ανακύκλωσης, όμως, όπως είναι φυσικό, απαιτεί αρτιο συντονισμό και οργάνωση.

Είναι καιρός, λοιπόν, να αναρωτηθούμε για πόσο ακόμη θα πληρώνουμε από το υστέρημα μας δυσλειτουργικές, δυσκίνητες και αναποτελεσματικές υπηρεσίες καθαριότητας που υποβαθμίζουν την ποιότητα ζωής μας, ενώ η πραγματικότητα θα μπορούσε να είναι πολύ διαφορετική.

*Η Σοφία Λύκου, είναι νομικός και ενεργός πολίτης Δάφνης – Υμηττου

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα