Τέμπη: Τα γεγονότα της τραγωδίας πριν το φιάσκο του ΕΟΔΑΣΑΑΜ
Διαβάζεται σε 11'
Την ώρα που η δικαστική διερεύνηση της τραγωδίας βρίσκεται σε κομβικό σημείο, καθώς στον ανακριτή πήγαν στελέχη του υπουργείου Μεταφορών, η δημόσια συζήτηση έχει μεταφερθεί στον ΕΟΔΑΣΑΑΜ, το πόρισμά του και τις πραγματογνωμοσύνες που αφορούν το φορτίο.
- 08 Απριλίου 2025 04:42
Δύο τρένα που κινούνταν για ώρα στην ίδια γραμμή, μη ολοκλήρωση της σύμβασης 717, κατεστραμμένη σηματοδότηση, ανύπαρκτη τηλεδιοίκηση, αλλοίωση του χώρου του δυστυχήματος, πλήρης εικόνα για την κατάσταση του σιδηροδρόμου στην κυβέρνηση, αποκλεισμός μαρτύρων από την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής. Όλα τα παραπάνω δεν είναι εκτιμήσεις ή υποθέσεις.
Είναι στοιχεία της δικαστικής διερεύνησης του φακέλου των Τεμπών. Γεγονότα που περιλαμβάνονται στη δικογραφία της υπόθεσης, την οποία επανειλημμένως έχει αναδείξει το NEWS 24/7, στο κατηγορητήριο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και τις καταθέσεις των εμπλεκομένων.
Η κυβέρνηση γνώριζε πέραν αμφιβολίας
Ξεκινώντας από τα πλέον πρόσφατα, η ανάκριση έχει φτάσει σε κρίσιμο σημείο και το κατώφλι του ανακριτή πέρασαν την προηγούμενη εβδομάδα, κατηγορούμενα στελέχη του υπουργείου Μεταφορών. Μόλις το Σάββατο, το NEWS 24/7 αποκάλυψε την απολογία της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Σιδηροδρομικών Μεταφορών, η οποία κατηγορείται σε βαθμό κακουργήματος για την υπόθεση. Μέχρι σήμερα παραμένει στην ίδια θέση στο υπουργείο. Με όσα ισχυρίστηκε για να υπερασπιστεί τον εαυτό της, παρουσίασε το υπουργείο ως αναρμόδιο για την ασφάλεια των τρένων και έριξε την ευθύνη για την κατάσταση των σιδηροδρόμων στη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων και τον ΟΣΕ.
Ωστόσο σε «επείγον» όπως είναι χαρακτηρισμένο, εσωτερικό έγγραφο της Διεύθυνσης Μεταφορών, που μεταξύ άλλων προσκόμισε η ίδια στην ανάκριση και φέρει ημερομηνία 10 Σεπτεμβρίου του 2021, δίνεται όλη η εικόνα των σιδηροδρόμων. Το έγγραφο που είδε το News 24/7 και είχε παραλήπτες τον τότε υπουργό, τον υφυπουργό και τον Γενικό Γραμματέα Μεταφορών αναφέρει: «Η ελλιπής συντήρηση του σιδηροδρομικού δικτύου υποβαθμίζει την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών αυξάνοντας τις πιθανότητες ατυχημάτων και συμβάντων, οδηγεί σε επιβολή βραδυποριών που αυξάνουν ιδιαίτερα τους χρόνους εκτέλεσης των δρομολογίων, δημιουργεί έκτακτες καθυστερήσεις ταλαιπωρώντας το επιβατικό κοινό και αυξάνει το τελικό κόστος συντήρησης».
Σε άλλο σημείο του εγγράφου, υπογραμμίζεται πως «Η μείωση των δαπανών μπορεί να συντελεστεί με μια σειρά παρεμβάσεων, όπως η πρόσληψη νέου προσωπικού σε κρίσιμες ειδικότητες του ΟΣΕ έτσι ώστε οι αναγκαίες εργασίες να εκτελούνται εντός ωραρίου εργασίας και όχι με την παροχή υπερωριακής εργασίας στο υφιστάμενο προσωπικό, το οποίο έχει μειωθεί δραματικά και δεν έχει ανανεωθεί».
Το γεγονός λοιπόν πως η κυβέρνηση είχε πλήρη εικόνα για την κατάσταση στον σιδηρόδρομο, δεν βασίζεται απλώς στις επανειλημμένες ανακοινώσεις και τις απεργίες των εργαζομένων πριν το δυστύχημα. Ούτε καν σε δηλώσεις, όπως αυτή του Άδωνι Γεωργιάδη: «Είσαι υπουργός Μεταφορών, μπορείς να πεις στη Βουλή ότι έχουν πρόβλημα τα τρένα; Αν το πεις δεν θα μπει αύριο άνθρωπος» (Bluesky 7/3/2023).
Η πλήρης εικόνα της κυβέρνησης για την πιθανότητα ατυχημάτων είναι κάτι που προκύπτει ακόμη και από εσωτερικά έγγραφα του ίδιου του γραφείου του αρμόδιου Υπουργού. Το ίδιο ισχύει και για το ελλιπές προσωπικό του υποστελεχωμένου σιδηροδρόμου.
«Αν η σύμβαση 717 είχε ολοκληρωθεί δεν θα είχαν συμβεί τα Τέμπη»
Η πολυσυζητημένη πλέον σύμβαση 717, δεν είχε ολοκληρωθεί την 28η Φεβρουαρίου 2023. Το δυστύχημα θα είχε αποτραπεί αν λειτουργούσε το σύστημα σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης σε όλο το μήκος του σιδηροδρομικού δικτύου. Και την έρευνα για αυτό την κάνει (και) η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία.
Το κατηγορητήριό της στρέφεται κατά στελεχών της ΕΡΓΟΣΕ που χειρίστηκαν τη Σύμβαση 717, το διάστημα 2016-2021 και στο πολυσέλιδο πόρισμά της, ανέφερε πως τα Τέμπη «Θα είχαν με βεβαιότητα αποφευχθεί εάν είχε ολοκληρωθεί το αντικείμενο της Σύμβασης 717 με το σύστημα ETCS σε λειτουργία».
Μάλιστα, στο ίδιο συμπέρασμα έχει καταλήξει και ο ανακριτής Σωτήρης Μπακαϊμης που χειρίζεται την υπόθεση των Τεμπών, ο οποίος, όπως είχε αποκαλύψει το News 24/7 τον Φεβρουάριο του 2024, είχε ζητήσει να συσχετιστεί η έρευνα που διεξάγει ο ίδιος με την δικογραφία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, απορρίπτοντας έτσι με τον πιο επίσημο τρόπο το διαδεδομένο κυβερνητικό επιχείρημα ότι κανένα σύστημα ασφαλείας δεν θα μπορούσε να αποτρέψει το ανθρώπινο λάθος. «Εάν η Σύμβαση 717/14 είχε εγκαίρως και στα αρχικά συμβατικά πλαίσια ολοκληρωθεί και είχαν παραδοθεί και λειτουργούσαν τα σχετικά συστήματα ασφαλείας-ελέγχου της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας, θα αποφευγόταν μετά βεβαιότητας η επέλευση του δυστυχήματος, λόγω της επέμβασης-επενέργειας στη σιδηροδρομική κυκλοφορία των συστημάτων αυτών κατά τη λειτουργίας τους», έγραφε τότε ο ανακριτής Λάρισας.
Μπαζώθηκε το σημείο εν γνώσει όλων
Από τις πρώτες ημέρες του δυστυχήματος άρχισε να γίνεται σαφές πως το σημείο της σύγκρουσης αλλοιώθηκε. Τόνοι χωμάτων και υλικών ξεμπαζώθηκαν και πετάχτηκαν μακριά και στη θέση τους μπήκε τσιμέντο. Η εντολή δόθηκε από τα ξημερώματα κιόλας της ίδιας ημέρας μετά από σύσκεψη του Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας (Σ.Ο.Π.Π.). Στη δικογραφία περιλαμβάνονται τα έγγραφα της μίσθωσης μηχανημάτων έργου, με την υπογραφή του περιφερειάρχη Θεσσαλίας, Κωνσταντίνου Αγοραστού.
Το γεγονός όμως πως το μπάζωμα του χώρου έγινε εν γνώσει και με την έγκριση της κυβέρνησης, επιβεβαιώθηκε από το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου. Όταν στις 7 Μαρτίου 2025, ο τότε υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργό, Χρήστος Τριαντόπουλος, είχε μπει στο στόχαστρο για το αν έδωσε εκείνος την εντολή, αποφάσισε να δημοσιοποιήσει ένα email που είχε στείλει στις 9/3/2023. Αυτό, αναφέρει πως έγινε σύσκεψη στην Περιφέρεια Θεσσαλίας με την παρουσία του τότε υπουργού Επικρατείας, Γ. Γεραπετρίτη για «την κάλυψη των εξόδων που έκανε η Περιφέρεια για την αποκατάσταση/διαμόρφωση του χώρου του δυστυχήματος». Το email ανέφερε μάλιστα ότι θα πρέπει «να δρομολογηθεί η κάλυψη του ποσού με γρήγορες διαδικασίες». Αποδέκτες ήταν μεταξύ άλλων οι Γιώργος Γεραπετρίτης (τότε υπουργός Επικρατείας), Άκης Σκέρτσος και Κώστας Αγοραστός.
Έτσι, εξαφανίστηκαν οποιεσδήποτε αμφιβολίες υπήρχαν για το αν η κυβέρνηση και ο ίδιος ο πρωθυπουργός γνώριζαν για το μπάζωμα του χώρου και η μόνη ερώτηση που μέχρι σήμερα δεν έχει απαντηθεί είναι το γιατί έγινε.
Αποκλείστηκαν από την Εξεταστική αυτοί που μίλησαν για ποινικές ευθύνες πολιτικών
Ενώ όμως η δικαστική έρευνα προχωρούσε, η κυβέρνησης δυσκόλεψε την προσπάθειά της να εντοπιστούν ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό ALPHA, είχε χαρακτηρίσει την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής ως «όχι την καλύτερη στιγμή του κοινοβουλίου» παρά το γεγονός πως η πλειοψηφία της επιτροπής ήταν κυβερνητικοί βουλευτές που ορίστηκαν με την δική του έγκριση. Όμως δεν είναι η δήλωση του πρωθυπουργού η μόνη απόδειξη. Μια σειρά μαρτύρων που ο ανακριτής Λάρισας έκρινε απαραίτητο να κληθούν για κατάθεση, αποκλείστηκαν με απόφαση της κυβερνητικής πλειοψηφίας από την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής που θα διερευνούσε τις ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων και πρωτίστως των πρώην υπουργών, Κώστα Καραμανλή και Χρήστου Σπίρτζη. Μάλιστα τους κρίσιμους αυτούς μάρτυρες, η Επιτροπή τους απέκλεισε, παρότι είχε στα χέρια της τις καταθέσεις τους στον ανακριτή, γνωρίζοντας τι είχαν πει, αφού η δικογραφία είχε διαβιβαστεί στη Βουλή.
Μεταξύ αυτών, ο Φίλιππος Τσαλίδης, διευθύνων σύμβουλος της ΤΡΑΙΝΟΣΕ το διάστημα 2016-2021 ο οποίος στην κατάθεσή του που είχε αποκαλύψει το NEWS 24/7, περιέγραψε ότι ο πρώην Υπουργός Μεταφορών, Κώστας Αχ. Καραμανλής, ήταν ενήμερος για την κατάσταση στον σιδηρόδρομο. Ο Τσαλίδης, λίγες ημέρες πριν παραιτηθεί από τη διοίκηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, τον Σεπτέμβριο του 2021, είχε στείλει επιστολή στο Υπουργείο Μεταφορών για την κατάσταση του δικτύου. Ρωτήθηκε από τον ανακριτή αν είχε κάνει νωρίτερα αντίστοιχες ενημερώσεις προς το Υπουργείο, δηλαδή τον Κώστα Αχ. Καραμανλή. «Ναι, είχα κάνει ενημερώσεις, οι περισσότερες εκ των οποίων αφορούσαν την υποδομή. Οι ενημερώσεις γίνονταν είτε μέσω αλληλογραφίας είτε προφορικά», απάντησε.
Ανακριτής: Έχετε αποστείλει και άλλες τέτοιες επιστολές στον κ. Υπουργό, τους Γενικούς Γραμματείς του Υπουργείου;
Φιλ. Τσαλίδης: Απ’ όσο θυμάμαι είχα ξαναστείλει αντιστοίχου περιεχομένου επιστολές.
Ανακριτής: Λάβατε απαντήσεις σε αυτές τις επιστολές σας;
Φιλ. Τσαλίδης: Στις περισσότερες από αυτές δεν είχα λάβει απάντηση.
Ο δεύτερος κρίσιμος μάρτυρας που η κυβέρνηση –δια της πλειοψηφίας της στην εξεταστική επιτροπή- απέκλεισε, ήταν ο Κώστας Γενιδούνιας, μηχανοδηγός και πρώην πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Προσωπικού Έλξης (ΠΕΠΕ). Ο διευθυντής του γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού, Δημήτρης Τσιόδρας είχε δηλώσει πως η Εξεταστική δεν κάλεσε τον κ. Γενιδούνια επειδή ήταν μέλος της Κ. Ε. του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, ο εφέτης ανακριτής τον επέλεξε ως έναν από τους πρώτους μάρτυρες και τον εξέτασε στη Λάρισα, στις 23 Μαρτίου 2023.
«Μετά την ολοκλήρωση των έργων υποδομής και ηλεκτροκίνησης τον Φλεβάρη του 2019 στο τμήμα Αθήνα-Θεσσαλονίκη, οπότε μειώθηκε ο χρόνος διαδρομής λόγω της αύξησης της ταχύτητας σε πολλά σημεία του δικτύου, βλέπαμε ότι δεν ολοκληρώνονται και τα αντίστοιχα συστήματα ασφάλειας», κατέθεσε ο Κ. Γενιδούνιας. Ο ίδιος είπε στον ανακριτή ότι το σωματείο των μηχανοδηγών είχε στείλει τρία εξώδικα στη διοίκηση του σιδηρόδρομου και το Υπουργείο, μετά το 2021.
Ο ανακριτής ρώτησε τον Κ. Γενιδούνια, τι απαντήσεις έλαβαν σε όλα τα παραπάνω. «Στο τελευταίο εξώδικο που στείλαμε τον Οκτώβριο του 2022, ο ΟΣΕ μας απάντησε με εξώδικο, αναφέροντας στο τέλος ότι εκτοξεύουμε αυθαίρετες εκτιμήσεις, ότι λέμε ανακρίβειες και ότι όσα αναφέρουμε είναι αβάσιμα και γίνονται για τη δημιουργία εντυπώσεων και για λόγους σκοπιμότητας», σημείωσε ο συνδικαλιστής μηχανοδηγός.
Ο τρίτος κρίσιμος μάρτυρας που είχε αποκλειστεί από την εξεταστική, ήταν ο ο Χρήστος Κατσιούλης, ηλεκτρολόγος μηχανικός της ΕΡΓΟΣΕ, στέλεχος στη Διεύθυνση Έργων. Θεωρείτο κρίσιμος μάρτυρας, καθώς διετέλεσε βοηθός επιβλέποντος στην περίφημη Σύμβαση 717/14 (από το 2014 ως το 2017) και αργότερα υπεύθυνος για τη σύμβαση 10005 για το σύστημα ETCS.
Ο Χρ. Κατσιούλης παραιτήθηκε το 2022, καταγγέλλοντας τον τρόπο με τον οποίο προχωρούσε το έργο. Στον ανακριτή είχε καταθέσει μια σειρά προβληματικών χειρισμών στην υπόθεση της σύμβασης, μεταξύ άλλων ότι ο ανάδοχος, η κοινοπραξία των εταιρειών ΤΟΜΗ (θυγατρική του ΑΚΤΩΡΑ) και της γαλλικής Alstom, είχαν αναθέσει υποτμήματα του έργου σε μικρότερες εταιρείες και εργολάβους, που δεν είχαν εμπειρία σε έργα σιδηροδρόμου κι επιπλέον με κάποιους εξ αυτών στη συνέχεια κατέληξαν στα δικαστήρια. Τέλος ρωτήθηκε από τον ανακριτή ειδικά για τις συνεχείς παρατάσεις που είχαν δοθεί στο έργο με αποφάσεις των διοικήσεων της ΕΡΓΟΣΕ, από το 2016 έως το 2021. Απάντησε ότι σε κάποιες περιπτώσεις οι ανάδοχοι δεν είχαν υποβάλει καν μελέτες.
Η συζήτηση για την πυρόσφαιρα και η αιτία της
Όλα τα παραπάνω, το τελευταίο διάστημα έχουν υποβαθμιστεί και μάλλον υποχωρήσει στη δημόσια συζήτηση. Βασικό αντικείμενο έχει γίνει το αν και τι φορτίο είχε το εμπορικό τρένο, ώστε να προκλήθηκε η πυρόσφαιρα που έδειξαν οι κάμερες ασφαλείας μετά τη σύγκρουση.
Το φιάσκο του ΕΟΔΑΣΑΑΜ που σύστησε και στελέχωσε η τωρινή κυβέρνηση, με τον πρόεδρο του σιδηροδρομικού τομέα, Χρήστο Παπαδημητρίου, να ανακαλεί όσα παρουσίασε πριν από ένα μήνα για το θέμα της πυρόσφαιρας, μονοπωλεί το ενδιαφέρον.
Αυτό όμως συμβαίνει για έναν λόγο. Γιατί μέχρι σήμερα δεν έχουν δοθεί οι απαραίτητες απαντήσεις για το τι συνέβη. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, τις πρώτες ημέρες σε συνέντευξή του στον Σταύρο Θεοδωράκη, έλεγε πως έχει αποκλειστεί το ενδεχόμενο η πυρόσφαιρα να δημιουργήθηκε από κάποιο παράνομο φορτίο. Ωστόσο, στις αρχές του χρόνου που διανύουμε, σε συνέντευξή του στον ALPHA, δήλωσε πως «Το τότε απίθανο σενάριο για παράνομο φορτίο, ίσως είναι πιθανό».
Στο πεδίο της δικαστικής διερεύνησης, όσα κατέγραψαν οι κάμερες που βρίσκονταν στο σημείο της φόρτωσης του εμπορικού τρένου στη Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με την εταιρεία σεκιούριτι, έχουν διαγραφεί και έτσι όταν ο ανακριτής ζήτησε το υλικό έλαβε σκληρούς δίσκους με μεταγενέστερα αρχεία.
Ο πλέον επίσημος φορέας για την διερεύνηση του δυστυχήματος, παρότι είχε συσταθεί ένα μήνα πριν τη σύγκρουση των τρένων από την κυβέρνηση, στελεχώθηκε και άρχισε τις έρευνες έξι μήνες αργότερα με αποτέλεσμα να μην έχει πρόσβαση σε πρωτογενή στοιχεία από το πεδίο. Το Χημείο του Κράτους με επίσημα έγγραφα του, έχει επιβεβαιώσει προς τον ανακριτή τα ευρήματά του και η κατασκευάστρια εταιρεία Siemens, με έγγραφό της στον ανακριτή στις 12 Δεκεμβρίου 2023, αναφέρει πως τα έλαια σιλικόνης, τα οποία διερευνήθηκαν ως αιτία της έκρηξης, έχουν εξαιρετικά χαμηλό βαθμό ανάφλεξης.
Το βιντεοληπτικό υλικό που παρέδωσε η εταιρεία σεκιούριτι στον ανακριτή, στις αρχές του 2025, δύο χρόνια μετά τη σύγκρουση, εξετάστηκε και επιβεβαιώθηκε από τις αρμόδιες υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ. ότι είναι γνήσιο. Σε αυτό φαίνεται το εμπορικό τρένο χωρίς κάποια δεξαμενή -όπως ήταν η θεωρία που είχε κυκλοφορήσει- σε εμφανές σημείο των ανοιχτών πλατφορμών-βαγονιών. Ο χώρος του δυστυχήματος αλλοιώθηκε και τα φορτηγά με τα χώματα ξεφόρτωναν κρίσιμα πειστήρια εκατοντάδες μέτρα μακριά. Έτσι το θέμα της πυρόσφαιρας και του τι την προκάλεσε, που αποτελεί μόλις το ένα από τα πολλά σκέλη της τραγωδίας των Τεμπών, για την ώρα δεν έχει βρει απάντηση.