Βαρθολομαίος: “Η πανδημία του κορονοϊού απέδειξε πόσο εύθραυστος είναι ο άνθρωπος”
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος έστειλε το δικό του μήνυμα και τις δικές του ευχές λίγες ώρες πριν από την Ανάσταση.
- 18 Απριλίου 2020 22:28
Το δικό του μήνυμα και τις ευχές για την Ανάσταση έστειλε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται στην εύθραυστη φύση του ανθρώπου, στην αδυναμία της γνώσης και της αυτοπεποίθησης, όπως αποδείχτηκε αυτή την περίοδο, στην πανδημία του κορονοϊού.
Αναλυτικά το μήνυμα του Βαρθολομαίου:
“Προσφιλέστατοι αδελφοί Ιεράρχαι και τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Φθάσαντες το Άγιον Πάσχα και γινόμενοι κοινωνοί της χαράς της Αναστά-σεως, υμνούμεν τον πατήσαντα θανάτω τον θάνατον Κύριον της δόξης, τον συνα-ναστήσαντα μεθ᾿ εαυτού παγγενή τον Αδάμ και ανοίξαντα πάσιν ημίν παραδείσου τας πύλας.
Η λαμπροφόρος Έγερσις του Χριστού είναι η διαβεβαίωσις ότι κυρίαρχος εις την ζωήν του κόσμου δεν είναι ο θάνατος, αλλά ο καταργήσας το κράτος του θανάτου Σωτήρ, ο γνωριζόμενος το πρότερον ως άσαρκος Λόγος, ύστερον δε ως ο δι᾿ ημάς, φιλανθρωπίας ένεκεν, σεσαρκωμένος, νεκρωθείς δε ως άνθρωπος και αναστάς κατ᾿ εξουσίαν ως Θεός, ως ο πάλιν Ερχόμενος μετά δόξης προς πλήρωσιν της Θείας Οικονομίας.
Το μυστήριον και το βίωμα της Αναστάσεως αποτελεί τον πυρήνα της εκκλησιαστικής ζωής. Η ολόφωτος λατρεία, τα ιερά μυστήρια, η ζωή της προσ-ευχής, η νηστεία και η άσκησις, η ποιμαντική διακονία και η καλή μαρτυρία εν τω κόσμω, όλα αναδίδουν το άρωμα της Πασχαλίου ευφροσύνης. Η ζωή των πιστών εν Εκκλησία είναι καθημερινόν Πάσχα, είναι «άνωθεν χαρά», η «χαρά της σωτηρίας», αλλά και η σωτηρία ως χαρά.
Ούτω, αι ακολουθίαι της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος δεν είναι καταθλι-πτικαί, αλλά πλήρεις της νικητηρίου δυνάμεως της Αναστάσεως. Εις αυτάς αποκα-λύπτεται ότι ο Σταυρός δεν έχει τον τελευταίον λόγον εις το σχέδιον της σωτηρίας του άνθρώπου και του κόσμου. Αυτό προαναγγέλλεται ήδη κατά το Σάββατον του Λαζάρου. Η εκ νεκρών έγερσις του επιστηθίου φίλου του Χριστού είναι προτύπωσις της «κοινής αναστάσεως». Το «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου» κορυφούται με την επίκλησιν «Δείξον ημίν και την ένδοξόν Σου Ανάστασιν». Ενώπιον του Επιταφίου ψάλλομεν το «Μεγαλύνω τα Πάθη σου, υμνολογώ και την Ταφήν Σου, συν τη Αναστάσει». Και, γεγονυία τη φωνή, διακηρύσσομεν εις την Πασχάλιον ακολουθίαν το αληθές νόημα του Σταυρού: «Ιδού γαρ ήλθε διά του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω».
Η «κλητή και αγία ημέρα» του Πάσχα είναι η ανατολή της «ογδόης ημέρας», η απαρχή της «καινής κτίσεως», η βίωσις της ιδικής μας αναστάσεως, το μέγα «θαύμα της εμής σωτηρίας» . Είναι η βιωματική βεβαιότης ότι ο Κύριος έπαθε και ήχθη εις θάνατον δι᾿ ημάς και ανέστη δι᾿ ημάς «προοικονομών ημίν την εις απείρους αιώνας ανάστασιν» . Καθ᾿ όλην την Πασχάλιον περίοδον υμνολογείται με απαράμιλλον ποιητικότητα το ανθρωπολογικόν νόημα της λαμπροφόρου Αναστάσεως του Χριστού, η διάβασις του ανθρώπου από της δουλείας εις την αληθή ελευθερίαν, «η εκ των κάτω προς τα άνω και την γην της επαγγελίας πρόοδος και ανάβασις» . Αυτή η σωτηριώδης εν Χριστώ ανακαίνισις ενεργείται εν τη Εκκλησία ως δυναμική προέκτασις του ήθους της Ευχαριστίας εν τω κόσμω, ως «αληθεύειν εν αγάπη», ως συνέργεια μετά του Θεού διά την μεταμόρφωσιν του κόσμου, διά να καταστή ούτος εικών της πληρότητος της τελικής επιφανείας της θείας αγάπης εν τη Βασιλεία των Εσχάτων. Ζην εν Χριστώ αναστάντι σημαίνει εξαγγέλλειν το Ευαγγέλιον «έως εσχάτου της γης», κατά το υπόδειγμα των Αποστόλων, είναι έμπρακτος μαρτυρία περί της ελθούσης χάριτος και της προσδοκίας της «καινής κτίσεως», όπου «ο θάνατος ουκ έσται έτι, ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος ουκ έσται έτι» .
Η πίστις εις την Ανάστασιν του Χριστού και εις την ιδικήν μας συνανά-στασιν δεν αρνείται την επώδυνον παρουσίαν του θανάτου, του πόνου και του σταυρού εις την ζωήν του κόσμου. Δεν απωθούμεν την σκληράν πραγματικότητα, ούτε εξασφαλίζομεν εις τον εαυτόν μας, διά της πίστεως, ψυχολογικήν κάλυψιν απέναντι εις τον θάνατον. Γνωρίζομεν όμως ότι ο παρών βίος δεν είναι ολόκληρος η ζωή, ότι εδώ είμεθα «οδίται»˙ ότι ανήκομεν εις τον Χριστόν και ότι πορευόμεθα προς την αιώνιον Αυτού Βασιλείαν. Η παρουσία του πόνου και του θανάτου, όσον απτή και αν είναι, δεν αποτελεί την εσχάτην πραγματικότητα. Αυτή είναι η οριστική κατάργησις του θανάτου. Εις την Βασιλείαν του Θεού δεν υπάρχει πόνος και θάνατος, αλλά ατελεύτητος ζωή. «Προ του Τιμίου Σταυρού Σου», ψάλλομεν, «φοβερός ο θάνατος τοις ανθρώποις˙ μετά το ένδοξον πάθος, φοβερός ο άνθρωπος τω θανάτω» . Η πίστις εις Χριστόν δίδει δύναμιν, καρτερίαν και υπομονήν διά να αντέχωμεν τας δοκιμασίας. Ο Χριστός είναι «ο πάσαν νόσον ιώμενος και εκ του θανάτου λυτρούμενος». Είναι ο παθών δι᾿ ημάς, ο αποκαλύψας τοις ανθρώποις ότι ο Θεός είναι ο «αεί υπέρ ημών», ότι εις την Αλήθειαν του Θεού ανήκει ουσιωδώς η φιλανθρωπία Του. Αυτή η ευκταία φωνή της θείας αγάπης αντηχεί εις το «θάρσει, τέκνον» του Χριστού προς τον παραλυτικόν και το «θάρσει, θύγατερ» προς την αιμορροούσαν, εις το «θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον» προ του Πάθους και εις το «θάρσει, Παύλε» προς τον εν φυλακή και απειλή θανάτου Απόστολον των Εθνών.
Η σοβούσα πανδημία του νέου κορωνοιού απέδειξε πόσον εύθραστος είναι ο άνθρωπος, πόσον ευκόλως τον κυριεύει ο φόβος και η απόγνωσις, πόσον αδύναμοι αποδεικνύονται αι γνώσεις και η αυτοπεποίθησίς του, πόσον έωλος είναι η άποψις ότι ο θάνατος αποτελεί εν γεγονός εις το τέλος της ζωής και ότι η λήθη ή η απώθησις του θανάτου είναι η ορθή αντιμετώπισίς του. Αι οριακαί καταστάσεις αποδεικνύουν ότι ο άνθρωπος είναι ανίκανος να διαχειρισθή σθεναρώς την ύπαρξίν του, όταν πιστεύη ότι ο θάνατος είναι η ανίκητος πραγματικότης και το ανυπέρβλητον όριον. Είναι δύσκολον να παραμείνωμεν ανθρώπινοι άνευ της ελπίδος της αιωνιότητος. Αυτή η ελπίς ζη εις την καρδίαν όλων των ιατρών, των νοσηλευτών, των εθελοντών, των δωρητών και όλων των γενναιοφρόνως συμπαρισταμένων εις τους πάσχοντας αδελφούς, με θυσιαστικόν πνεύμα, αυτοπροσφοράν και αγάπην. Μέσα εις την ανείπωτον κρίσιν, αυτοί ευωδιάζουν ανάστασιν και ελπίδα. Είναι οι «Καλοί Σαμαρείται», οι επιχέοντες, με κίνδυνον της ζωής των, έλαιον και οίνον επί τας πληγάς, είναι οι σύγχρονοι «Κυρηναίοι» εις τον Γολγοθάν των εν ασθενείαις κατακειμένων.
Με αυτάς τας σκέψεις, τιμιώτατοι αδελφοί και προσφιλέστατα τέκνα εν Κυρίω, δοξάζομεν το υπέρ παν όνομα του Αναστάντος Κυρίου, του πηγάζοντος ζωήν εξ οικείου φωτός και φαιδρύνοντος τω φωτί της Αναστάσεως τα σύμπαντα, δεόμενοι Αυτού, του ιατρού των ψυχών και των σωμάτων, του παρέχοντος ζωήν και ανάστασιν, όπως συγκαταβαίνων, εν τη αφάτω Αυτού φιλανθρωπία, τω γένει των ανθρώπων, χαρίζηται ημίν το πολύτιμον δώρον της υγείας και κατευθύνη τα διαβήματα ημών εις οδούς ευθείας, διά να καταξιωθή η θεοδώρητος ελευθερία ημών εν τω κόσμω, προτυπούσα την τελείωσιν αυτής εν τη επουρανίω Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Χριστός Ανέστη!”.