Βενιζέλος: Ο Διώτης δεν ήθελε να βλάψει το δημόσιο συμφέρον
Ξεκίνησε σήμερα η δίκη για τη μη αξιόποιηση της λίστας Λαγκάρντ, με κατηγορούμενο τον πρώην ειδικό γραμματέα ΣΔΟΕ, Ιωάννη Διώτη. Παρόντες στο δικαστήριο ο καταδικασθείς πρώην "τσάρος" της Οικονομίας, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, και ο προκάτοχός του, Ευάγγελος Βενιζέλος.
- 07 Απριλίου 2017 19:00
Απλές “ανακρίβειες” χωρίς κανένα δόλο -μόνο και μόνο επειδή υπήρχαν “πολιτικές και επικοινωνιακές σκοπιμότητες” για να πληγεί η τότε κυβέρνηση- ήταν το σκάνδαλο της λίστας Λαγκάρντ.
Ο πρώην αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος βρέθηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, προκειμένου να καταθέσει ως μάρτυρας στην πολύκροτη δίκη με κατηγορούμενο τον πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ, Ιωάννη Διώτη, όχι μόνο δεν είδε σκοπιμότητες από την πλευρά του “έγκριτου εισαγγελικού λειτουργού”, όπως τον χαρακτήρισε, αλλά επισταμένως απέκλεισε ότι ο τελευταίος στόχευε στο να βλάψει το δημόσιο συμφέρον με το να μην αξιοποιηθεί η λίστα. Άλλωστε -όπως είπε- τα χρήματα που ενδεχομένως να συγκεντρώνονταν από την “παρανόμως αποκτηθείσα” λίστα Λαγκάρντ θα ήταν κατά πολύ λιγότερα σε σχέση με τα όσα θα έλεγχαν από άλλες λίστες που είχαν στη διάθεσή τους…
Για περίπου τρεις ώρες, ο πρώην υπουργός Οικονομικών κατέθετε στο δικαστήριο, κάτω από το βλέμμα του Ιωάννη Διώτη, ενώ έξω από την αίθουσα παρέμεινε μέχρι τέλους ο πρώην “τσάρος” της Οικονομίας, Γιώργος Παπακωνσταντίνου. Λίγο νωρίτερα, το ελληνικό Δημόσιο είχε προχωρήσει στην παράσταση πολιτικής αγωγής, διεκδικώντας αποζημίωση 150.000 ευρώ με επιφύλαξη.
Το παράνομο αποκτηθέν υλικό
Ο μάρτυρας υποστήριξε πως ο Ιωάννης Διώτης υπέπεσε σε μια απλή “ανακρίβεια”, όταν -κατά την κατηγορία- απέκρυψε τον αρχικό αριθμό των αντιγράφων της λίστας Λαγκάρντ, ότι ο ίδιος έλαβε “ένα αντίγραφο του αντιγράφου” και ουδέποτε το αρχικό αποθηκευτικό μέσο που έφτασε στην Ελλάδα, ενώ στις ερωτήσεις της έδρας γύρω από τα αίτια της απόκρυψης του περιβόητου στικ – usb, που οδήγησε τον πρώην ειδικό γραμματέα ΣΔΟΕ στο εδώλιο για το κακούργημα της απιστίας στην υπηρεσία, μπόρεσε να διακρίνει δύο ουσιαστικά λόγους, έτσι ώστε να εξηγήσει γιατί δεν αξιοποιήθηκε η λίστα:
Μάρτυρας: Μπορώ να εκτιμήσω ότι δεν είχε σκοπό να βλάψει το δημόσιο συμφέρον. Σημασία για μένα έχει το ότι ο κ. Διώτης αποχώρησε από τη θέση του, δεν ενημέρωσε το διάδοχό του, ενώ ισχυρίστηκε ότι δεν κράτησε κανέναν αντίγραφο. Αυτό εκτιμώ οφείλεται σε δύο λόγους: “Δεν ήθελε να έχει εμπλοκή γιατί έκρινε πως η επεξεργασία των στοιχείων είναι παράνομη, αφού και το υλικό ήταν παρανόμως αποκτηθέν, και δεύτερον ήθελε να διαμαρτυρηθεί για τη λήξη της θητείας του και τη μη ανανέωσή της.
Πρόεδρος: Και μετά μου λέτε ότι δεν είχε δόλο;
Μάρτυρας: Λέω ότι δεν μπορώ να αντιληφθώ και να αποδεχθώ με βάση τη διαδρομή του ότι είχε δόλο να βοηθήσει τους καταγεγραμμένους στη λίστα.
Εισαγγελέας: Αφού το θεωρούσε παράνομο αποδεικτικό υλικό, τότε γιατί το κράτησε;
Μάρτυρας: Συμβαίνει αυτό. Αυτό γίνεται από κρατική σκοπιμότητα, όχι κρατική νομιμότητα όμως.
Εισαγγελέας: Σας εξήγησε γιατί το κράτησε, έστω εκ των υστέρων;
Μάρτυρας: Όχι. Παράνομο υλικό φτάνει κατά κόρον στο ΣΔΟΕ. Έχω την άποψη ότι δέχθηκα πολιτική επίθεση από την αντιπολίτευση, γιατί ειπώθηκαν ψευδείς ισχυρισμοί από τον κ. Διώτη. Πολιτικά και εγώ θέλω να μάθω γιατί με ενέπλεξε.. Ευθύνες απεδόθησαν στον Γ. Παπακωνσταντίνου και αυτό έγινε από το Ειδικό Δικαστήριο. Θέλω να καταλάβω τις πολιτικές ευθύνες…
Εισαγγελέας: δεν το καταλαβαίνω, τί σημαίνει πολιτικές ευθύνες;
Πρόεδρος: Ούτε κι εγώ το αντιλαμβάνομαι…
Μάρτυρας: ‘Οταν η κυβέρνηση Σαμαρά δεν ανανέωσε τη θητεία του κ. Διώτη υπήρξαν πολιτικές διαμαρτυρίες…
Πρόεδρος: Εδώ δικάζουμε ποινικές ευθύνες. Ο κ. Διώτης ήταν πολιτικός. Για εμένα ένα και ένα κάνουν δύο, για εσάς, τους πολιτικούς, μπορεί να κάνουν 2,5…
Μάρτυρας: Δεν μιλάτε σε έναν πολιτικό απλώς, αλλά σε έναν καθηγητή. Καταλαβαίνω τις έννοιες του ποινικού δικαίου. Δεν έχει νομική λογική το να θέλει να μετακυλίσει την ευθύνη σε υπουργό. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, ο κ. Διώτης δεν μπορούσε να προστατευθεί ποινικώς γιατί διαχωρίζεται η υπόθεση ως προς τα μη πολιτικά πρόσωπα λόγω του νόμου περί ευθύνης υπουργού.
“Βέλη” κατά Γ. Παπακωνσταντίνου
Σύμφωνα με τον Ευαγγ. Βενιζέλο, η λίστα Λαγκάρντ δεν ήταν η σημαντικότερη υπόθεση φοροδιαφυγής τέτοιου τύπου που απασχολούσε το ΣΔΟΕ το διάστημα εκείνο, καθώς υπήρχαν “πιο βαρβάτες” όπως είπε χαρακτηριστικά, εξηγώντας ότι αυτές ήταν “νόμιμα αποκτηθείσες” (σ.σ. ανέφερε ως παράδειγμα τη λίστα Λίχνενστάιν) και δεν θα έβαζαν φρένο στη συμφωνία Ελλάδας – Ελβετίας για τη λήψη στοιχείων Ελλήνων καταθετών, η οποία βρισκόταν υπό διαπραγμάτευση την επίμαχη περίοδο. Επίσης, δήλωσε ότι ο ίδιος όφειλε να έχει μόνο γενικές πληροφορίες γύρω από την εξέλιξη των ερευνών αλλιώς θα θεωρείτο ότι παρεμβαίνει, ενώ πρόσθεσε πως βοήθησε την υπόθεση, αφού ήταν ο μόνος που διέθετε το στικάκι όταν ξέσπασε η υπόθεση και έτσι εντοπίστηκε η διαφορά των ονομάτων από 2059 σε 2062.
Τέλος, έριξε τα “βέλη” του προς το διάδοχό του Γ. Παπακωνσταντίνου. Όπως είπε, ο διάδοχός του ότι δεν είχε ενημερώσει τον Ιωάννη Διώτη πως το υλικό είχε ληφθεί επίσημα από τις γαλλικές αρχές, με αποτέλεσμα ο κατηγορούμενος να θεωρεί ότι δεν μπορούσε να αξιοποιήσει με νόμιμο τρόπο το στικ -usb. “Ο ΓΙώργος Παπακωνσταντίνου δεν τα είχε πει όλα στον κ. Διώτη. Ο τελευταίος δεν είχε γνώση για τον τρόπο της ανταλλαγής. Είχε μόνο ενημερωθεί ότι υπήρχε αυτό το υλικό” ανέφερε.
Η υπόθεση αφορά στα μη πολιτικά πρόσωπα και συγκεκριμένα στον πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ και εισαγγελικό λειτουργό, ο οποίος αντιμετωπίζει το κακούργημα της απιστίας της υπηρεσίας. Πρόκειται για το τελευταίο σκέλος της πολύκροτης υπόθεσης για την μη αξιοποίηση της λίστας με τους δύο χιλιάδες Έλληνες καταθέτες του εξωτερικού, που παραμένει ανοιχτή στην τακτική Δικαιοσύνη. Οι δύο πρώην υπουργοί έχουν κληθεί ως μάρτυρες στην υπόθεση καθώς αποτέλεσαν τους πολιτικούς προϊσταμένους του Ιωάννη Διώτη. Όπως είναι γνωστό η υπόθεση οδηγήθηκε και στο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο καταδίκασε τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου για το πλημμέλημα της νόθευσης εγγράφου σε ποινή φυλάκισης ενός έτους, με αναστολή, ενώ αθωώθηκε για την αξιόποινη πράξη της απιστίας στην υπηρεσία.