Από ανανεώσιμες πηγές το 50% της κατανάλωσης ρεύματος
Διαβάζεται σε 3'![Ηλεκτρική ενέργεια](https://www.news247.gr/wp-content/uploads/2023/11/dei-1-640x426.jpg)
Η μεγάλη «πράσινη» παραγωγή κάνει τη χώρα μας καθαρό εξαγωγέα, δηλαδή παράγει περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια από όση καταναλώνει και εξάγει το πλεόνασμα.
- 10 Φεβρουαρίου 2025 06:57
Το 2024, η καθαρή ενέργεια (ΑΠΕ και μεγάλα υδροηλεκτρικά) κάλυψε λίγο περισσότερο από τη μισή ζήτηση στην επικράτεια (50,5%), όπως σημειώνει σε ανάλυσή του το Green Tank.
Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε κατά 5.5% σε σχέση με το 2023, έπειτα από 2 συναπτά έτη μείωσης. Την αύξηση της ζήτησης κάλυψε κυρίως το ορυκτό αέριο, το οποίο αυξήθηκε περισσότερο από τις ΑΠΕ μεταξύ 2023-2024.
Παράλληλα, όπως σημειώνεται στην ανάλυση, το 2024, για δεύτερη φορά από το 1990, η Ελλάδα υπήρξε καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας.
Το μερίδιο των ΑΠΕ ενισχύθηκε κατά 19,8% σε ετήσια βάση. Από την άλλη πλευρά, το ορυκτό αέριο με 21,343 Γιγαβατώρες βρέθηκε στη δεύτερη θέση, απέχοντας μόλις 623 Γιγαβατώρες από το ιστορικό υψηλό του 2021. Αυξήθηκε κατά 35.9% σε σχέση με το 2023, μια πολύ ισχυρότερη αυξητική τάση σε σχέση με την αντίστοιχη των ΑΠΕ (+19.8%). Μάλιστα, η αύξηση αυτή ήρθε έπειτα από 2 έτη συνεχόμενης μείωσης.
Με 3,860 Γιγαβατώρες, το πετρέλαιο στα μη διασυνδεδεμένα νησιά κατατάχθηκε στην τρίτη θέση, με οριακή άνοδο κατά 5,5%. Το πετρέλαιο είχε μικρή σχετικά διαφορά από τα μεγάλα υδροηλεκτρικά (3,482 GWh) που βρέθηκαν στην τέταρτη θέση, καταγράφοντας μείωση κατά 14% σε ετήσια βάση. Στην πέμπτη θέση με 3,236 GWh ακολούθησε ο λιγνίτης, σημειώνοντας ιστορικό χαμηλό το 2024, με «βουτιά» κατά 28.3%.
Το 2024 οι καθαρές εξαγωγές έφτασαν τις 307 Γιγαβατώρες. Από το 1990 που υπάρχουν σχετικά δεδομένα της Eurostat, αυτό συνέβη μόνο μια φορά ακόμα, το 2000 με μόλις 11 GWh.
Αυτό σημαίνει ότι η χώρα μας παράγει περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια από όση καταναλώνει και εξάγει το πλεόνασμα, πράγμα που σημαίνει ότι έχει λιγότερη εξάρτηση από τις εισαγωγές ενέργειας, μεγαλύτερη ενεργειακή ασφάλεια και οικονομικό όφελος.
Το ότι πήγαμε από το μείον 18% στο (οριακό) συν μέσα σε πέντε χρόνια αντανακλά το συγκριτικό πλεονέκτημα που έχει η χώρα μας στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, και αποτελεί καλό οιωνό για το μέλλον, αναφέρει ο σύμβουλος του πρωθυπουργού Νίκος Τσάφος, εξηγώντας ωστόσο ότι
Το γεγονός ότι είμαστε εξαγωγείς δεν εξασφαλίζει φθηνές τιμές, τουλάχιστον όχι σε ένα διασυνδεδεμένο σύστημα όπως το Ευρωπαϊκό. Αυτός που εξάγει, όμως, έχει φθηνότερες τιμές από τους γείτονές του. Το 2023, για παράδειγμα, οι τιμές στην Ελλάδα ήταν +15 €/MWh σε σχέση με την Βουλγαρία – αυτό πληρώναμε για να «τραβήξουμε» ενέργεια. Το 2024, σε αντίθεση, είχαμε οριακά πιο χαμηλή τιμή από τη Βουλγαρία (-2€). Το όφελος, δηλαδή, έγκειται στο γεγονός ότι αν είμαστε ακόμα εισαγωγικοί, οι τιμές μας θα ήταν αρκετά ψηλότερες.
Αναφέρει επίσης: Οι εξαγωγές είναι δύσκολο να ταυτοποιηθούν με ένα καύσιμο ή μια τεχνολογία. Σε ημερήσια βάση, υπάρχει ένας (μερικός) συσχετισμός μεταξύ της παραγωγής από άνεμο και των εξαγωγών: εξάγουμε όταν φυσάει στην Ελλάδα και εισάγουμε ότι ισχύει το αντίθετο. Αυτό σημαίνει, επίσης, ότι το διασυνοριακό εμπόριο βοηθάει στην εξισορρόπηση των ΑΠΕ (ειδικά του ανέμου). Τέλος, οι εξαγωγές αντανακλούν το γεγονός ότι έχουμε πολύ μεγαλύτερη διείσδυση ΑΠΕ από τους γείτονές μας.