Θετικά “σήματα” για την ηλεκτρική διασύνδεση της Ελλάδας με τη Γερμανία
Διαβάζεται σε 3'Στα μέσα Δεκεμβρίου θα γίνουν γνωστά τα τελικά αποτελέσματα της μελέτης της Grant Thornton, ωστόσο τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι το project μπορεί να είναι βιώσιμο.
- 08 Νοεμβρίου 2024 07:24
Βιώσιμο είναι, υπό συγκεκριμένες βεβαίως προϋποθέσεις, το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Γερμανίας όπως προκύπτει από ορισμένες πρώτες εκτιμήσεις της προκαταρκτικής μελέτης σκοπιμότητας (pre-feasibility study) που εκπονεί η Grant Thorton για λογαριασμό του ΑΔΜΗΕ.
Τα τελικά αποτελέσματα, όπως ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο Αντιπρόεδρος της Grant Thornton Νικόλαος Φρυδάς, μιλώντας χθές στο 28ο Ετήσιο Εθνικό Συνέδριο «Ενέργεια + Ανάπτυξη» του ΙΕΝΕ, αναμένεται να ανακοινωθούν περί τα μέσα Δεκεμβρίου από τον ΑΔΜΗΕ, όπου και θα αποτυπωθούν επακριβώς τα «νούμερα» του έργου ως προς την βιωσιμότητά του.
Σε κάθε περίπτωση, η μέχρι στιγμής αξιολόγηση του έργου επιδεικνύει υπό προϋποθέσεις θετικό πρόσημο για τους καταναλωτές των δύο χωρών, προσδιορίζοντας κατ’ ελάχιστον στα 3 GW την μεταφορική δυναμικότητα του καλωδίου και κατ’ ελάχιστον στα 8 δισεκατομμύρια ευρώ τον συνολικό προϋπολογισμό.
Ωστόσο, όπως επισήμανε ο κ. Φρυδάς, ο προϋπολογισμός αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω περί τα 12 δισεκατομμύρια ευρώ λόγω της αξιοποίησης ακριβότερου εξοπλισμού στη βάση διασφάλισης υψηλότερου βαθμού αξιοπιστίας και ασφάλειας για την υποδομή. Ως γνωστόν, το σχέδιο όδευσης του καλωδίου περιλαμβάνει υποθαλάσσια διέλευση από την Ελλάδα μέσω Αδριατικής έως τη Σλοβενία και στη συνέχεια μέσω χερσαίας διαδρομής προς Αυστρία και Νότια Γερμανία.
Σημειώνεται ότι η μελέτη εξετάζει εξίσου τα σενάρια η διασύνδεση να είναι point-to-point ή «multiterminal», δηλαδή με την δημιουργία σταθμών στις χώρες διέλευσης προκειμένου να προσδιορίσει επακριβώς το όφελος που προκύπτει κάθε φορά για την συνολική βιωσιμότητα του έργου. Μάλιστα, όπως διευκρίνισε ο κ. Φρυδάς, στα πλαίσια της μελέτης μελετώνται διάφορα σενάρια τόσο ως προς την χωρητικότητα της διασύνδεσης όσο και ως προς την όδευση και επομένως την κατασκευή του προκειμένου να αξιοποιηθούν στο μέγιστο τα εν δυνάμει συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει.
Η προσέγγιση της Grant Thornton κατά την εκπόνηση της προκαταρκτικής μελέτης σκοπιμότητας εστιάζει σε 4 βασικά κριτήρια επιδιώκοντας να αποτυπώσει σε «νούμερα» το όφελος που δύναται να προκύψει.
Η πρώτη παράμετρος αφορά την μείωση του λειτουργικού κόστους και την διακύμανση των τιμών ενέργειας με και χωρίς την διασύνδεση. Η δεύτερη παράμετρος αφορά το ποσοστό εξοικονόμησης CO2 από την υλοποίηση της διασύνδεσης και αναλόγως το τρίτο στοιχείο αφορά το ποσοστό μείωσης των περικοπών λόγω της διασύνδεσης. Το τελευταίο υπό εξέταση στοιχείο αφορά την μείωση του κόστους ανακατανομής, ιδίως στη Γερμανία χάρη στην έγχυση «πράσινης» ενέργειας με έμφαση στη Νότια Γερμανία.
Ως γνωστόν, η «φυσιογνωμία» του ηλεκτρικού συστήματος της Γερμανίας δυσχεραίνει τον εφοδιασμού του Νότου από τον Βορρά λόγω περιορισμών του δικτύου με αποτέλεσμα η Νότια Γερμανία να αναζητά εναλλακτικές λύσεις για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της. Σε αυτή την βάση εξετάζεται η «αναγκαιότητα» της εν λόγω διασύνδεσης ως «όχημα» προώθησης «πράσινης» ενέργειας που είτε θα παράγεται στην Ελλάδα και θα εξάγεται είτε θα διέρχεται του ελληνικού συστήματος προς εξαγωγή προς τον Βορρά και την ευρωπαϊκή αγορά ως την Κεντρική Ευρώπη.
Η αξιολόγηση του έργου γίνεται σε άμεση συνάρτηση με τα επιμέρους σενάρια που έχει καταλήξει ο ENTSO E για την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας με τα πρώτα συμπεράσματα να δείχνουν, όπως αναφέρθηκε, ότι σε ορισμένα σενάρια αποτυπώνεται ορατό όφελος από την υλοποίηση της διασύνδεσης ενώ σε άλλα τα «νούμερα» δεν επιβεβαιώνουν την βιωσιμότητα του έργου.