Τιμολόγια ρεύματος: Στο “πράσινο” το 80% των καταναλωτών – Τα ρίσκα και τα πέναλτι
Διαβάζεται σε 6'Τι πρέπει να ξέρουν οι πολίτες για τις διαφορές ανάμεσα στο πράσινο, το μπλε και το κίτρινο τιμολόγιο ρεύματος.
- 03 Ιανουαρίου 2024 06:26
Με προσιτές χρεώσεις έκαναν πρεμιέρα, κατά κανόνα, τα πράσινα τιμολόγια ρεύματος τον Ιανουάριο για τα νοικοκυριά, καθώς συνυπολογίζοντας τις εκπτώσεις, οι τιμές για ένα σημαντικό αριθμό προμηθευτών κινούνται σε παραπλήσια επίπεδα ή και χαμηλότερα από τις «καθαρές» χρεώσεις (αφαιρώντας δηλαδή την επιδότηση) που κατέβαλαν οι πελάτες τους τον Δεκέμβριο 2023 για ρεύμα. Υπενθυμίζεται ότι ο Δεκέμβριος ήταν ο τελευταίος μήνας κατά τον οποίο χορηγήθηκαν οριζόντιες επιδοτήσεις από την πολιτεία.
Δεδομένου ότι η μετάβαση στο πράσινο τιμολόγιο ήταν αυτόματη στην περίπτωση που ο καταναλωτής δεν έκανε δήλωση ένταξης σε κάποια άλλη κατηγορία τιμολογίου, η μεγάλη πλειοψηφία, στα επίπεδα του 80% σύμφωνα με τα στοιχεία των εταιρειών, πέρασε τελικά σε αυτόν τον τύπο τιμολογίου.
Με βάση τις αναρτήσεις των προμηθευτών στις ιστοσελίδες τους, τα πράσινα τιμολόγια για τους οικιακούς καταναλωτές ξεκινούν για τον πρώτο μήνα του 2024 από τα 13,6 και φτάνουν μέχρι τα 17,06 λεπτά του ευρώ ανά κιλοβατώρα. Έτσι, υπάρχει χρέωση η οποία κινείται κάτω από τα 14 λεπτά ανά κιλοβατώρα, ενώ αρκετές εταιρείες «τοποθετήθηκαν» κάτω από τα 14,5 λεπτά ανά κιλοβατώρα – όσο ήταν η «καθαρή» τιμή του τιμολογίου Γ1 της ΔΕΗ, τους περισσότερους μήνες που εφαρμόστηκε η οριζόντια κρατική ενίσχυση στους λογαριασμούς ρεύματος.
Από τις βασικές αιτίες των ανταγωνιστικών τιμών είναι το γεγονός ότι το χονδρεμπορικό κόστος όχι μόνο δεν αυξήθηκε τον Δεκέμβριο (όπως είναι η ιστορική τάση), αλλά μειώθηκε και κατά 3% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Επίσης, προς την ίδια κατεύθυνση συνέβαλε και η ενίσχυση του ανταγωνισμού, που έφερε η καθιέρωση από το ΥΠΕΝ του συγκεκριμένου υποχρεωτικού τιμολογίου για όλες τις εταιρείες.
Υπενθυμίζεται ότι τα νοικοκυριά που δεν προχώρησαν σε επιλογή προϊόντος έως τις 31 Δεκεμβρίου 2023, μετέπεσαν αυτόματα από την 1η Ιανουαρίου στο πράσινο τιμολόγιο του προμηθευτή τους. Εναλλακτικά, οι καταναλωτές είχαν τη δυνατότητα να συμβληθούν σε κάποιο άλλο κυμαινόμενο (κίτρινο) ή σταθερό (μπλέ) τιμολόγιο. Επίσης, παρά την αυτόματη μετάπτωση, ένας καταναλωτής μπορεί να αλλάξει οποιαδήποτε στιγμή προϊόν προμήθειας, χωρίς καμία δέσμευση – ώστε π.χ. να «μεταπηδήσει» είτε σε κάποιο κίτρινο ή μπλε πρόγραμμα, είτε να συμβληθεί στο πράσινο συμβόλαιο άλλης εταιρείας.
Τα πράσινα τιμολόγια
Στο πράσινο πρόγραμμα «κλειδώνει» η χρέωση την 1η κάθε μήνα εφαρμογής, επειδή αυτή εξαρτάται από τη χονδρεμπορική τιμή κατά τους δύο μήνες που προηγήθηκαν. Έτσι, π.χ. η χρέωση του Φεβρουαρίου, θα εξαρτηθεί από τη χονδρεμπορική τιμή του Ιανουαρίου και του Δεκεμβρίου. Η εξάρτηση αυτή καθορίζεται από τον μηχανισμό διακύμανσης, η φόρμουλα του οποίου είναι ενιαία για όλους τους προμηθευτές, καθώς έχει καθοριστεί από το ΥΠΕΝ. Κάθε εταιρεία επιλέγει ελεύθερα τις παραμέτρους αυτής της φόρμουλας.
Άλλη συνιστώσα της τελικής τιμής είναι η βασική χρέωση, η οποία πρέπει να παραμένει ίδια από τις εταιρείες για ένα 6μηνο τουλάχιστον. Αξίζει να σημειωθεί ότι η σύγκριση των πράσινων τιμολογίων μπορεί να γίνει μόνο στη βάση των τελικών τους τιμών (που ανακοινώνονται έως την 1η του μήνα) και όχι με κριτήριο τις βασικές τους χρεώσεις. Κι αυτό γιατί ένα πρόγραμμα με χαμηλή βασική χρέωση μπορεί να αποδειχθεί ακριβότερο από κάποιο άλλο με υψηλότερη, στην περίπτωση που στο πρώτο οι προσαυξήσεις από τον μηχανισμό διακύμανσης είναι μεγαλύτερες.
Η τελική τιμή «κουρεύεται» από τις εκπτώσεις που τυχόν παρέχει οι προμηθευτές, και οι οποίες εφαρμόζονται στη βασική χρέωση. Σημαντικό είναι πως οι εκπτώσεις μπορούν να αναπροσαρμόζονται κάθε μήνα. Επομένως, οι τιμές που ανακοινώθηκαν για τον Ιανουάριο αποτυπώνουν μόνο για τον συγκεκριμένο μήνα την εμπορική εταιρεία κάθε εταιρείας σε σχέση με το ειδικό προϊόν.
Αν αποφασίσει κάποια εταιρεία (ή εταιρείες) να αλλάξουν τις εκπτώσεις τους για τον Φεβρουάριο, τότε η κατάταξη των προμηθευτών στο πράσινο τιμολόγιο (από τη φθηνότερη, στην ακριβότερη) θα αλλάξει τον επόμενο μήνα.
Τα κίτρινα τιμολόγια
Τα κίτρινα προϊόντα προμήθειας είναι και αυτά κυμαινόμενα (όπως τα πράσινα), με τη διαφορά ότι στη συντριπτική τους πλειονότητα, η τελική τιμή «κλειδώνει» μετά τον μήνα εφαρμογής. Έτσι, οι χρεώσεις του Ιανουαρίου θα οριστικοποιηθούν για τα περισσότερα στις 31 Ιανουαρίου, και για τα υπόλοιπα στις 29 Φεβρουαρίου.
Ως συνέπεια, σε σχέση με τα πράσινα προϊόντα, ένα μειονέκτημα είναι πως τα νοικοκυριά δεν γνωρίζουν πόσο θα χρεωθούν για την τρέχουσα κατανάλωσή τους – κάτι που θα οριστικοποιηθεί το νωρίτερο στο τέλος του μήνα. Από την άλλη πλευρά, το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό «μεταφράζεται» σε μειωμένο ρίσκο για τον προμηθευτή, γεγονός το οποίο αναμένεται να οδηγήσει σε μειωμένες χρεώσεις, έναντι των συμβάσεων των υπόλοιπων «χρωμάτων».
Σε κάθε περίπτωση, τα πρώτα σαφή στοιχεία για να κάνει ένας καταναλωτής συγκριτική έρευνα, θα υπάρχουν μετά το τέλος Ιανουαρίου. Επίσης, στα κίτρινα προϊόντα (όπως και στα πράσινα) δεν υπάρχει κανενός είδους πέναλτι πρόωρης αποχώρησης.
Εξαίρεση στον παραπάνω κανόνα αποτελεί το myHome 4All της ΔΕΗ, το οποίο αν και κατατάσσεται στα κίτρινα τιμολόγια, ακολουθεί τη λογική των πράσινων προϊόντων. Επομένως, η τιμή του κλειδώνει την 1η ημέρα κάθε μήνα εφαρμογής, εξ ου και η επιχείρηση προχώρησε ήδη στην ανακοίνωση των επιβαρύνσεων για τον Ιανουάριο. Η χρέωση ημέρας στο συγκεκριμένο προϊόν είναι 12,653 λεπτά του ευρώ ανά κιλοβατώρα, για μηνιαίες καταναλώσεις έως 500 κιλοβατώρες.
Τα σταθερά (μπλε) τιμολόγια
Πρόκειται για συμβάσεις σταθερής χρέωσης για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα – συνήθως για 12 μήνες. Απευθύνονται σε καταναλωτές που θέλουν να αποφύγουν οποιοδήποτε ρίσκο αιφνίδιας αύξησης της χονδρεμπορικής (που θα αύξανε τα κυμαινόμενα τιμολόγια) και οι οποίοι για αυτό είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν το (αντίθετο) ρίσκο να μην εκμεταλλευθούν ενδεχόμενη πτώση των χονδρεμπορικών τιμών. Κι αυτό γιατί σε ένα τέτοιο σενάριο θα βρίσκονταν «κλειδωμένοι» σε σταθερή χρέωση, αφού στα μπλε τιμολόγια ισχύει πέναλτι πρόωρης αποχώρησης.
Επίσης, η αποφυγή του ρίσκου από τον καταναλωτή σημαίνει πως ο προμηθευτής αναλαμβάνει τον κίνδυνο να προβλέψει πού θα κινηθούν οι χονδρεμπορικές τιμές για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Κίνδυνος που, όπως είναι φυσικό, ενσωματώνεται στην τιμή των μπλε προϊόντων, με συνέπεια αυτά να έχουν πιο αυξημένες χρεώσεις σε σχέση με τα κυμαινόμενα τιμολόγια.
Πάντως, ήδη διατίθενται αρκετά προϊόντα σταθερής χρέωσης, με ελκυστικές χρεώσεις που ξεκινούν από τα 14,9 και φτάνουν μέχρι τα 17,9 λεπτά του ευρώ ανά κιλοβατώρα.
Ως αποτέλεσμα, παρά το γεγονός ότι οι εκτιμήσεις των ειδικών συγκλίνουν στην πτωτική τάση των χονδρεμπορικών τιμών ηλεκτρισμού μέσα στο 2024, οι πιο αυξημένες επιβαρύνσεις ενός μπλε τιμολογίου (σε σχέση με τα πράσινα και τα κίτρινα προϊόντα) «μεταφράζονται» σε ένα σχετικά περιορισμένο αντίτιμο -ειδικά για όσους έχουν μικρή κατανάλωση- για την αποφυγή του κινδύνου να υπάρξει κάποιο απρόοπτο στην πορεία και οι αγορές ηλεκτρισμού να ακολουθήσουν ανοδική πορεία.