Έρευνα και καινοτομία: Ο νέος χάρτης προτεραιοτήτων στην Ευρώπη και η θέση της Ελλάδας
Διαβάζεται σε 4'Τα ευρήματα της ετήσιας έκθεσης απολογισμού για το 2024 που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ανησυχητική θέση της Ελλάδας.
- 03 Ιουλίου 2024 07:08
Η Ευρώπη χρειάζεται τώρα, περισσότερο από ποτέ, μια ισχυρή ώθηση στο οικοσύστημα έρευνας και καινοτομίας. Αυτό είναι το κύριο μήνυμα της ετήσιας έκθεσης απολογισμού για το 2024 που δημοσίευσε πριν μερικές ημέρες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Οι προκλήσεις για την Ευρώπη
Τα ευρήματα της έκθεσης ρίχνουν φως στην πρόσφατη οικονομική αναφορά της Επιτροπής που απέδωσε τη στασιμότητα της οικονομίας της Ε.Ε. στις χαμηλές επενδύσεις στην έρευνα και την καινοτομία. Πράγματι, η ένταση χρηματοδότησης της Ε.Ε. για έρευνα και ανάπτυξη ανέρχεται σήμερα στο 2,2% του ΑΕΠ της, ποσοστό χαμηλότερο από αυτό στις ΗΠΑ, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την Κίνα.
Η έκθεση αναφέρει τέσσερεις βασικούς παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη και τη διεθνή ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού οικοσυστήματος έρευνας και καινοτομίας.
Ο πρώτος αφορά τις ποιοτικές διαφορές που εντοπίζονται στην τομεακή σύνθεση των επενδύσεων για έρευνα και ανάπτυξη μεταξύ Ε.Ε. και των παγκόσμιων ανταγωνιστών της. Η χρηματοδότηση του δημόσιου τομέα στην Ε.Ε. είναι υψηλότερη από ό,τι στην Κίνα, τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία. Περίπου το 30% της χρηματοδότησης για έρευνα και ανάπτυξη στην ΕΕ προέρχεται από τις κυβερνήσεις, σε σύγκριση με το 20% στις ΗΠΑ και την Κίνα και το 16% στην Ιαπωνία. Στον ιδιωτικό τομέα, αντίθετα, οι ΗΠΑ και οι ασιατικές οικονομίες ηγούνται, με τη χρηματοδότηση να είναι σημαντικά υψηλότερη από ό,τι στην Ε.Ε.
Δεύτερον, οι ιδιωτικές επενδύσεις στην έρευνα και την καινοτομία στην Ε.Ε. οδηγούνται κυρίως από μεσαίας τεχνολογίας τομείς, ειδικά τη βιομηχανία αυτοκινήτων, σε αντίθεση, για παράδειγμα, με τις ΗΠΑ, όπου κυριαρχούν οι τομείς υψηλής τεχνολογίας. Στην Ε.Ε., οι τομείς μεσαίας τεχνολογίας αντιπροσωπεύουν το 43% των ιδιωτικών επενδύσεων, ενώ οι τομείς υψηλής τεχνολογίας το 46%. Συγκριτικά, οι τομείς υψηλής τεχνολογίας αντιπροσωπεύουν περίπου το 85% των ιδιωτικών επενδύσεων στις ΗΠΑ.
Τρίτον, η τρέχουσα γεωπολιτική αστάθεια έχει δημιουργήσει την ανάγκη για περισσότερη έρευνα και ανάπτυξη στην άμυνα. Σήμερα, οι ευρωπαϊκές αμυντικές επενδύσεις τείνουν να δίνουν προτεραιότητα στην αγορά αμυντικού εξοπλισμού, στην ανάπτυξη τεχνολογίας και στην παραγωγή. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί την Ευρώπη να εκμεταλλευτεί τις διασυνδέσεις με κονδύλια έρευνας, όπως τα ερευνητικά προγράμματα της Ε.Ε., για να υποστηρίξει την ανάπτυξη τεχνολογιών διπλής χρήσης.
Τέλος, οι δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης εντός της Ε.Ε. είναι συγκεντρωμένες σε λίγα κράτη-μέλη, με τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία να αντιπροσωπεύουν σημαντικό μερίδιο των συνολικών δαπανών, αναδεικνύοντας μια συνεχιζόμενη διαίρεση σε ολόκληρη την Ε.Ε.
Η θέση της Ελλάδας
Η Ελλάδα καταλαμβάνει μια ανησυχητική 24η θέση ανάμεσα στις 25 χώρες της Ε.Ε. στο Δείκτη Οικονομικής Ανθεκτικότητας, αντικατοπτρίζοντας τις δυσκολίες της χώρας στην απορρόφηση, ανάκαμψη και προσαρμογή σε μελλοντικά οικονομικά σοκ. Ιδιαίτερα ανησυχητικές είναι οι υστερήσεις της Ελλάδας στους υπο-δείκτες που σχετίζονται με την “Εκπαίδευση και Δεξιότητες “και την “Οικονομική Ανθεκτικότητα”.
Η Ελλάδα παρουσιάζει, όπως και άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, σημαντικές περιφερειακές ανισότητες στο χάρτη έρευνας και καινοτομίας. Ορισμένες περιοχές, ιδιαίτερα αυτές με ισχυρά ακαδημαϊκά ιδρύματα και βιομηχανικούς κόμβους, υπερέχουν έναντι άλλων. Η αντιμετώπιση αυτών των ανισοτήτων απαιτεί στοχευμένες πολιτικές, όπως την υποστήριξη τοπικών οικοσυστημάτων καινοτομίας και την εξασφάλιση ισότιμης πρόσβασης σε χρηματοδότηση για έρευνα και καινοτομία. Φωτεινό παράδειγμα αποτελεί η Πάτρα, η οποία, όπως υπογραμμίζει η σχετική έκθεση απολογισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διαθέτει σημαντικό δυναμικό καινοτομίας. Η έμφαση στις πράσινες τεχνολογίες και τα μέτρα προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή καθιστά την Πάτρα μια υποσχόμενη περιοχή για μελλοντικές τεχνολογικές καινοτομίες.
Τέλος, σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η δημόσια χρηματοδότηση της έρευνας στην Ελλάδα κατανέμεται εξίσου μεταξύ των ερευνητικών κέντρων και των πανεπιστημίων. Αυτή η ισορροπημένη προσέγγιση υποστηρίζει τόσο τη βασική όσο και την εφαρμοσμένη έρευνα. Ωστόσο, παρόλη την πρόοδο που έχει σημειωθεί, τα συνολικό επίπεδο χρηματοδότησης –και συγκεκριμένα το ποσοστό ιδιωτικής χρηματοδότησης– παραμένει χαμηλό, περιορίζοντας την ικανότητα της χώρας για μια βιώσιμη και μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της έρευνας και της καινοτομίας· ας μην ξεχνάμε ότι ένα μεγάλο μέρος αυτής της χρηματοδότησης προέρχεται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο δεν προβλέπεται να συνεχίσει μετά το 2026. Η διασφάλιση ότι αυτοί οι χρηματοδοτικοί πόροι κατευθύνονται, με διαφάνεια και ορθολογισμό, σε στρατηγικά στοχευμένους τομείς υψηλής οικονομικής και κοινωνικής αξίας είναι ζωτικής σημασίας για την περαιτέρω ενίσχυση του ελληνικού οικοσυστήματος έρευνας και καινοτομίας – βασικού πυλώνα για την αύξηση της απασχόλησης και της αναπτυξιακής προοπτικής της χώρας.