Καμία “woke” κουλτούρα. Μόνο ανθρώπινα δικαιώματα
Διαβάζεται σε 6'Ο πολιτικός διάλογος παραμένει εκτροχιασμένος, μακριά από τα πραγματικά προβλήματα, την οικονομική κρίση, την κοινωνική ανισότητα, τη γενοκτονία στη Γάζα, και περιστρέφεται γύρω από την υποτιθέμενη “woke” ατζέντα.
- 02 Δεκεμβρίου 2024 13:03
Η ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή συχνά υποβάλλεται σε δοκιμασίες εξαιτίας ιδεολογικών φαινομένων που εξάγονται από τις ΗΠΑ. Οι τελευταίες εβδομάδες, μετά τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις 6 Νοεμβρίου 2024, έφεραν στο προσκήνιο την κατάχρηση της αποκαλούμενης “woke” αντζέντας – μιας νέας λεκτικής καραμέλας, της οποίας οι περισσότεροι χρήστες αδυνατούν να ορίσουν την ετυμολογία.
Η κανονικοποίησή της μας γυρίζει πίσω στην πρώτη θητεία του Τραμπ, όπου η συστηματική εκκόλαψη ρητορικής μίσους απέναντι σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες – ΛΟΑΤΚΙ+, πρόσφυγες ή μέλη εθνοτικών μειονοτήτων – κατέστη καθημερινότητα. Αυτή η εξτρεμιστική στρατηγική του Λευκού Οίκου αντλούσε έμπνευση από ακροδεξιά φόρα, όπως το νεοναζιστικό 4chan. Αναμενόμενα, ο όρος υιοθετήθηκε από ευρωπαϊκά ακροδεξιά κόμματα, στοχεύοντας στην καλλιέργεια ηθικού πανικού.
Τον Ιούνιο του 2024, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο ΕΤΕΡΟΝ, δημοσιεύσαμε έρευνα κοινής γνώμης για ζητήματα έμφυλων διακρίσεων με τίτλο Gender Divide. Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα, υπογράμμισα την ανάγκη να αντισταθούμε, ως κοινωνία, στον ηθικό πανικό και σε φαινόμενα που όχι μόνο στερούνται πραγματικής βάσης, αλλά αποτελούν προϊόντα συνωμοσιολογικής προπαγάνδας.
Τα γεγονότα είχαν ήδη προαναγγελθεί με την αξιοθρήνητη ομιλία του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, στις 15 Φεβρουαρίου στη Βουλή, με αφορμή το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Με ύφος πατριάρχη, παρέδωσε αποσπασματικό λόγο για τη “woke” κουλτούρα. Και όλα αυτά, κατά τη συζήτηση ενός νομοσχεδίου αυτονόητης σημασίας, όπου το ελάχιστο που θα μπορούσε να πράξει, ως πλήρης ενσάρκωση της θεσμικής παρακμής της ελληνικής πολιτικής, ήταν είτε να απουσιάσει εντελώς από τη συζήτηση.
Το χάος κορυφώθηκε πριν λίγες εβδομάδες, συγκεκριμένα στις 15 Νοεμβρίου, όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε δήθεν «ντιμπέιτ» για την “woke” ατζέντα με τον Γάλλο φιλόσοφο Πασκάλ Μπρυκνέρ, πρόσφερε θέαμα που θα ζήλευαν ακόμη και οι πιο σκοτεινές φαντασιώσεις ακροδεξιών ιδεολόγων. Μεταξύ άλλων ακούστηκαν μνημειώδεις ανοησίες περί «τυραννίας της μειοψηφίας», αφελείς υποτιμήσεις της σοβαρότητας της σεξουαλικής κακοποίησης, και μία γενικότερη στάση που θύμιζε περισσότερο μάτσο ρητορική παρά δομημένο λόγο ενός πρωθυπουργού.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, που λίγους μήνες πριν στήριζε το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, κατόρθωσε να ξεπεράσει ακόμη και την «αίγλη» του Σαμαρά. Με στρατηγική πολιτικού χαμαιλέοντα, προχώρησε σε ξεκάθαρο άνοιγμα προς την ακροδεξιά, ελπίζοντας (;), ίσως, να κερδίσει ψήφους μέσα από την παρωχημένη μόδα της ιδεολογικής παρακμής. Με αυτή την παράσταση, επιβεβαίωσε για ακόμη μια φορά τη διπροσωπία της πολιτικής του γραμμής, αναδεικνυόμενος σε μαέστρο του αποπροσανατολισμού.
Ο πολιτικός διάλογος παραμένει εκτροχιασμένος, μακριά από τα πραγματικά προβλήματα – την οικονομική κρίση, την κοινωνική ανισότητα, τη γενοκτονία στη Γάζα – και περιστρέφεται γύρω από την υποτιθέμενη “woke” ατζέντα, η οποία λειτουργεί ως σιωπηρό σύνθημα για την ακροδεξιά. Το θέαμα είναι θλιβερό: πρώην και νυν πρωθυπουργοί υιοθετούν εισαγόμενη ρητορική μίσους, ενώ ακροδεξιές καρικατούρες, όπως η Αφροδίτη Λατινοπούλου, αντιλαμβάνονται ότι πλέον κι άλλοι «παίζουν στο γήπεδό τους». Εικόνα πλήρους κενού: φιγούρες που οικοδομούν καριέρες πάνω στην έλλειψη ουσιαστικής ατζέντας, διεκδικώντας χώρο σε μια πολιτική σκηνή που μοιάζει με Ρωμαϊκή αρένα.
Το θέατρο του παραλόγου συνεχίζεται. Τα τελευταία περιστατικά περιλαμβάνουν τοποθετήσεις που προβάλλονται χωρίς φίλτρο σε mainstream μέσα ενημέρωσης, όπως η «Καθημερινή». Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι συγγραφέας με έδρα το Λονδίνο, που στο πρόσφατο άρθρο της – άλλη μια εκδήλωση συγκεχυμένων απόψεων – καλεί σε «αντίσταση στη woke κουλτούρα», αυτοπαρουσιαζόμενη ως εκπρόσωπος των κανονικών ανθρώπων. Το ύφος της ωστόσο ξεχειλίζει τρανσφοβικό δηλητήριο, ενώ φλερτάρει ανοιχτά με εξτρεμιστικές ιδεολογίες. Για να μην ξεχνιόμαστε, πρόκειται για την ίδια που, το 2020, ως «λευκή γυναίκα», αντίκρισε Μουσουλμάνο να προσεύχεται και τον εξέλαβε ως τρομοκράτη.
Παράλληλα, ακαδημαϊκοί που παρουσιάζονται ως ειδήμονες επί παντός επιστητού, μας ενημερώνουν για την ύπαρξη μιας αόρατης «επιβολής σκέψης», που, όπως υποστηρίζουν, καταπνίγει διαφορετικές φωνές – αν και σε ηπιότερο βαθμό απ’ ό,τι στις ΗΠΑ. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο η αοριστία των θέσεών τους, αλλά και το ότι ο δημοσιογραφικός κόσμος δεν τους ασκεί καν στοιχειώδη έλεγχο. Ποιες φωνές καταπνίγονται; Ποιοι είναι αυτοί που επιβάλλουν αυτή τη «σκέψη»; Και, τελικά, πώς πλήττονται οι ίδιοι; Αντί για απαντήσεις, ο μονότονος λόγος μεταφέρεται από την πολιτική στην ακαδημία και στη δημοσιογραφία, λειτουργώντας σαν ιός που βρίσκει νέους ξενιστές για να τραφεί και να εξαπλωθεί.
Αυτή η ρητορική αντιμετωπίζεται μόνο με ουσιαστική αντεπίθεση, όπως απέδειξε ο συνάδελφος Κωστής Καρπόζηλος στη συζήτησή του με τον Γιάννη Λοβέρδο σε γνωστή εκπομπή. Μέσα από ερωτήσεις-σφαίρες, έσυρε τον Λοβέρδο στον τοίχο, αναδεικνύοντας το απόλυτο ιδεολογικό κενό όσων μιλούν για “woke” ατζέντες. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι απαντήσεις που έλαβε ήταν μηδενικές – και αυτό από μόνο του λέει πολλά.
Η ιστορική συγκυρία μας δίνει μια μοναδική ευκαιρία. Να αποδομήσουμε αυτές τις φωνές που φλερτάρουν επικίνδυνα με τον νεοναζισμό, να αναστοχαστούμε ως κοινωνία και πολιτική κοινότητα για το τι πραγματικά πρεσβεύουμε απέναντι στο μίσος και τον φόβο. Η υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι διαπραγματεύσιμη και δεν πρόκειται να θυσιαστεί στον βωμό καμίας συνωμοσιολογίας ή εκστρατείας υποτίμησης του αγώνα για ισότητα και ελευθερία.
Η σημερινή πολιτική σκηνή διανύει μια περίοδο έντονης δοκιμασίας, όπου οι λέξεις-κλειδιά και οι ιδεολογικές καραμέλες, όπως το “woke”, μετατρέπονται σε όπλα μίσους και αποπροσανατολισμού. Η ανησυχητική εξοικείωση με ρητορικές που διαιρούν, φοβίζουν και ευνοούν την κοινωνική οπισθοδρόμηση είναι μια πραγματικότητα που απαιτεί άμεση και αποφασιστική απάντηση. Ωστόσο, το να αντιπαρατεθούμε με την παρωχημένη αυτή ρητορική δεν αρκεί.
Ο ρόλος μας, ως πολίτες και ως κοινωνία, δεν είναι μόνο να παρατηρούμε, αλλά να δρούμε ενεργά, προασπίζοντας τα δικαιώματα όλων, αδιακρίτως. Η υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της κοινωνικής δικαιοσύνης δεν είναι πολυτέλεια ούτε υπόθεση λίγων – είναι το θεμέλιο κάθε προοδευτικής κοινωνίας. Απέναντι στη λαίλαπα της παραπληροφόρησης και της ακροδεξιάς προπαγάνδας, η σιωπή δεν είναι επιλογή. Το μέλλον δεν ανήκει στους φοβισμένους, αλλά σε εκείνους που έχουν το θάρρος να υψώσουν τη φωνή τους για μια κοινωνία αλληλεγγύης, ελευθερίας και ισότητας.
*Ο Δρ. Γεώργιος Σαμαράς είναι Επίκουρος Καθηγητής Δημόσιας Πολιτικής, King’s College London. Μέλος του Advisory Board, ΕΤΕΡΟΝ