Ο Τραμπ, το είδωλο του McKinley και η λογική της κυριαρχίας

Διαβάζεται σε 8'
Ο Τραμπ, το είδωλο του McKinley και η λογική της κυριαρχίας
Ο Ντόναλντ Τραμπ υπογράφει τα νέα διατάγματα AP Photo Evan Vucci

O Ντόναλντ Τραμπ, που θεωρείται από πολλές αναλύσεις ως επιτομή του λαϊκισμού, φαίνεται να έχει επιλέξει ως πρότυπο του το αρχέτυπο του αντιλαϊκιστή προέδρου στην ιστορία των ΗΠΑ William McKinley.

O πρόεδρος Trump αμέσως μετά την ορκωμοσία του ως 47ος πρόεδρος των Η.Π.Α. προχώρησε στην υπογραφή δεκάδων προεδρικών διαταγμάτων. Ορισμένες από αυτές τις αποφάσεις αφορούσαν την κήρυξη έκτακτης ανάγκης στα σύνορα της χώρας με το Μεξικό, την αποχώρηση των Η.Π.Α. από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα καθώς και την απελευθέρωση περίπου 1.500 καταδικασμένων για την εισβολή στο Καπιτώλιο το 2021. Ένα εκτελεστικό διάταγμα που δεν συγκέντρωσε ιδιαίτερη προσοχή είναι αυτό που, εκτός από τη μετονομασία του Κόλπου του Μεξικό σε Κόλπο της Αμερικής, διατάσσει και την αλλαγή της ονομασίας του βουνού Denali στην Αλάσκα σε βουνό McKinley.

Την ίδια ώρα που οι ιθαγενείς πληθυσμοί της περιοχής αναφέρονταν πάντοτε στο βουνό αυτό ως Denali, ένας χρυσοθήρας πίσω στο 1896 έδωσε αυθαίρετα το όνομα αυτό στο βουνό καθώς υποστήριζε φανατικά τον υποψήφιο πρόεδρο των Η.Π.Α. William McKinley. Από το 1917 και ως το 2015, το ομοσπονδιακό κράτος χρησιμοποιούσε αυτό το όνομα κόντρα στους πληθυσμούς της περιοχής. Σαράντα χρόνια νωρίτερα, το 1975 η πολιτεία της Αλάσκα είχε επαναφέρει το όνομα Denali αλλά η επαναφορά μπλόκαρε σε ομοσπονδιακό επίπεδο, παρά το αίτημα της Πολιτείας, από τον Γερουσιαστή της περιφέρειας από την οποία καταγόταν ο McKinley.

Μας λέει, άραγε, κάτι σημαντικό αυτή η απόφαση του Trump να αλλάξει ξανά την ονομασία του βουνού σε McKinley; Η ίδια η πράξη θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι απλώς ενδεικτική της αδιαφορίας του προέδρου Trump για τις ευαισθησίες του τοπικού πληθυσμού και τις αποφάσεις της πολιτείας της Αλάσκα. Η επιθυμία αποκατάστασης και σύνδεσης του Trump με την προεδρία McKinley, όμως, μας λέει περισσότερα. Η επιλογή αυτή δεν φαίνεται να είναι άσχετη από τις κυνικές και επιθετικές δηλώσεις του Donald Trump για την προσάρτηση του Καναδά, την επανάκτηση του ελέγχου της Διώρυγας του Παναμά και την εξαγορά της Γροιλανδίας. Η επεκτατική πολιτική που περιγράφει ο πρόεδρος Trump με στόχο να μεγαλώσει τις Η.Π.Α. στο όνομα της εθνικής ασφάλειας συναντά ιστορικά τον McKinley, καθώς η τελευταία μεγάλη επέκταση των Αμερικανικών εδαφών πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της προεδρίας του. Η Διώρυγα του Παναμά είναι το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων για τη δημιουργία ενός καναλιού στην Κεντρική Αμερική, μετά την αναθεώρηση μιας συμφωνίας μεταξύ Η.Π.Α. και Βρετανίας. Οι διαπραγματεύσεις για το γενικό πλαίσιο του αναθεωρημένου συμφώνου πραγματοποιούνται επί προεδρίας McKinley. Ο ίδιος ο McKinley ήταν επίσης γνωστός για την υποστήριξη της πολιτικής των δασμών. Χαρακτηριστικά, ο Αμερικανός ιστορικός Thomas Frank έχει υποστηρίξει ότι «ο ενθουσιασμός του Trump με τους δασμούς είναι απλώς μια επιστροφή στις συνήθειες του William McKinley, ο οποίος ήταν γνωστός ως ο ‘Ναπολέων του Προστατευτισμού’» (σ. 282).*

Ιστορικά, ο McKinley παραμένει ένας από τους σημαντικότερους και επιδραστικότερους προέδρους των Ρεπουμπλικάνων. Επομένως, η επιθυμία ενός προέδρου από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα να επιχειρήσει να συνδεθεί με την κληρονομιά του McKinley είναι σχεδόν εύλογη. Ιδίως αν δούμε αυτή την επιθυμία στο πλαίσιο στον διακηρύξεων του Trump για τη νέα «χρυσή εποχή» των Η.Π.Α.: μια φαντασίωση μεγαλείου που θέλει τον εαυτό του να γίνεται ένας δεύτερος McKinley που θα επεκτείνει τα εδάφη και την ισχύ της χώρας.

Υπάρχει, όμως, και μια άλλη ιστορία που συνδέει τα δύο πρόσωπα και μπορεί να αναδείξει κάπως πιο σκοτεινές όψεις της πολιτικής των δυο προέδρων και των συνεργατών τους. Τα κομμάτια αυτής της ιστορίας τα εντοπίζουμε στο βιβλίο Λαός δίχως Εξουσία. Μια σύντομη ιστορία του αντιλαϊκισμού του Thomas Frank. Το βιβλίο διατρέχει σχεδόν 130 χρόνια ιστορίας με βασικούς άξονες τις προεδρικές εκλογές των Η.Π.Α. και την πάλη λαϊκισμού-αντιλαϊκισμού. Αφετηρία του βιβλίου είναι οι προεδρικές εκλογές του 1896, αυτές που κερδίζει ο William McKinley.

Ο Αμερικανός ιστορικός και πολιτικός αναλυτής περιγράφει την εκστρατεία του McKinley ως μια στρατιωτικού τύπου πολιτική, «μια ψυχρά αποτελεσματική εκλογική σφαγή που οργανώθηκε από τον William McKinley και τον Mark Hanna, μεγιστάνα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος» (σ. 63). Εδώ συναντούμε όχι μόνο μια αναλογία μεταξύ Trump και McKinley αλλά ενδεχομένως και μια αναλογία μεταξύ Mark Hanna και Elon Musk.  O Frank εξηγεί ότι βασικό στοιχείο αυτής της εκστρατείας ήταν το γεγονός ότι υπήρξε εξαιρετικά ακριβή. Οι καιροί έχουν αλλάξει, το Δημοκρατικό Κόμμα έχει αλλάξει βαθιά και είναι εδώ και χρόνια σε θέση να κάνει εξίσου -ή και περισσότερο- δαπανηρές εκλογικές εκστρατείες με τους αντιπάλους του. Ο Hanna συγκέντρωνε και ξόδευε τεράστια ποσά για να στηρίξει την προσπάθεια του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Ακριβώς όπως ο Elon Musk, ο οποίος αναδείχθηκε στον μεγαλύτερο χρηματοδότη των τελευταίων Αμερικανικών εκλογών, ξοδεύοντας περίπου 270 εκ. δολάρια για την υποστήριξη του Donald Trump και άλλων Ρεπουμπλικάνων υποψηφίων.

Ο κομβικός ρόλος του Mark Hanna, όπως και του Elon Musk, δεν περιοριζόταν στην προσωπική οικονομική στήριξη. Ήταν και οι δυο τα πρόσωπα που οργάνωναν και σηματοδοτούσαν τη συμμαχία του ολιγαρχικού κεφαλαίου με την πολιτική εξουσία. Στα παρασκήνια της εκστρατείας του McKinley, o Hanna στρατολογούσε τις αμερικανικές επιχειρήσεις και οργάνωνε μια άγρια επίθεση για τη μεγάλη ταξική αναμέτρηση (σ. 88). Ιστορικοί είχαν περιγράψει αυτή τη στρατηγική συγκέντρωσης πόρων ως πολιτική αποζημίωση επί του εταιρικού πλούτου. Η συγκέντρωση των χρημάτων συνεχίζεται στις μέρες μας ακόμα και μετά την προεκλογική εκστρατεία. Ο Donald Trump συγκέντρωσε περί τα 250 εκ. δολάρια σε δωρεές για την ορκωμοσία του, με τη συμμετοχή όλων των τεχνολογικών κολοσσών. Μια ημέρα αφού ανέλαβε την προεδρία, ο Trump απέσυρε τις ΗΠΑ από μια συμφωνία παγκόσμιας φορολογίας και εξετάζει τη λήψη αντιμέτρων για τις χώρες που φορολογούν υπέρμετρα τις Αμερικανικές πολυεθνικές εταιρείες. Παράλληλα, ο Musk διακήρυσσε προεκλογικά τον στόχο περικοπής των δαπανών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης κατά 2 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Είναι άγνωστο ακόμα το αν ο Donald Trump θα καταφέρει να μείνει στην ιστορία ως ο William McKinley του 21ου αιώνα. Αυτό, όμως, που φαίνεται να ισχύει και στις δυο περιπτώσεις είναι η επικράτηση μιας πολιτικής λογικής ιεραρχίας και κυριαρχίας. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο Donald Trump, που θεωρείται από πολλές αναλύσεις ως επιτομή του λαϊκισμού, φαίνεται να έχει επιλέξει ως πρότυπο του το αρχέτυπο του αντιλαϊκιστή προέδρου στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Όπως σημείωνε χαρακτηριστικά ο Frank για την προηγούμενη θητεία του προέδρου Trump, «ο ήρωας της εργατικής τάξης στο Οβάλ γραφείο έφερε μια εμβληματική μείωση φόρου για τους πλούσιους (…), έβαλε το λιθαράκι του για να κάνει το καπιταλιστικό μας σύστημα λίγο πιο βάναυσο και δαρβινικό για τους απλούς ανθρώπους. (…) Διοίκησε την κυβέρνηση των Η.Π.Α. με ένα τρόπο σχεδιασμένο ώστε να πλουτίζει και να ενδυναμώνει τον ίδιο» (σ. 281-282). Και για αυτό ο Αμερικανός συγγραφέας περιέγραψε τον Τραμπισμό ως ένα ψευδολαϊκιστικό εγχείρημα, που αξιοποίησε βασικά ρητορικά σχήματα και διάχυτα στοιχεία της πολιτικής κουλτούρας της χώρας, απέναντι στον ελιτισμό που απέπνεε το Δημοκρατικό Κόμμα, για να συνδεθεί με τον λαό και τα απογοητευμένα στρώματα της κοινωνίας.

Ζητούμενο παραμένει το πως οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις μπορούν να συνδεθούν με τις πολιτικά αποξενωμένες κοινωνικές μερίδες του πληθυσμού, όχι απλώς για να δημιουργηθούν αναχώματα στην αυταρχική στροφή που παρατηρείται διεθνώς αλλά για να αναζητηθούν τρόποι οικοδόμησης μιας πλειοψηφικής προοδευτικής συλλογικής βούλησης. Αυτή είναι η πολιτική πρόκληση του καιρού μας στις Η.Π.Α., την Ευρώπη και την Ελλάδα.

*Όλα τα αποσπάσματα που χρησιμοποιούνται στο κείμενο προέρχονται από το βιβλίο του Αμερικανού ιστορικού και πολιτικού αναλυτή Thomas Frank Λαός δίχως Εξουσία. Μια σύντομη ιστορία του αντιλαϊκισμού, που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Εκκρεμές. Εντός του κειμένου παρατίθενται οι σελίδες της ελληνικής έκδοσης.

**Ο Αντώνης Γαλανόπουλος είναι Συντονιστής Project στο ETERON – Ινστιτούτο για την Έρευνα & την Κοινωνική Αλλαγή. Είναι διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ. Έχει σπουδάσει Ψυχολογία και είναι κάτοχος μεταπτυχιακού Πολιτικής Θεωρίας και Φιλοσοφίας. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν τη θεωρία του λόγου, τις ψυχοκοινωνικές σπουδές, τον (αντι)λαϊκισμό, τον εθνικισμό και τη δημοκρατία. Έχει εργαστεί σε ερευνητικά προγράμματα και μεταφράζει βιβλία πολιτικής θεωρίας και ιστορίας.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα