Όταν το σεξ συναντά το πένθος
Διαβάζεται σε 8'Η ψυχολόγος, Ζωή Κρυώνη μιλά στο NEWS 24/7 για τη σύνδεση του πένθους με το σεξ και την ερωτική ζωή. Πώς αλληλοεπηρεάζονται αυτές οι πτυχές. Τα ταμπού, οι κοινωνικές προσδοκίες και η αναζήτηση βοήθειας.
- 09 Ιουλίου 2024 10:25
Το πένθος που συνοδεύει την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, επηρεάζει κάθε πτυχή της ζωής μας. Μέσα σε αυτό το συναισθηματικά δύσκολο και επίπονο ταξίδι, μια πτυχή που συχνά παραμένει στη σκιά είναι το πώς επηρεάζεται η σεξουαλική ζωή των ανθρώπων.
Πώς επηρεάζεται η σεξουαλική ζωή όταν κάποιος βιώνει ένα προσωπικό πένθος; Πώς μπορούν τα συναισθήματα θλίψης, μοναξιάς και άγχους να μεταμορφώσουν τις αντιλήψεις μας για το σεξ και τα συναισθήματα γύρω από αυτό;
Η ψυχολόγος, Ζωή Κρυώνη δίνει τις απαντήσεις για τους τρόπους με τους οποίους το πένθος επηρεάζει τη σεξουαλική ζωή των ανθρώπων.
Μιλώντας στο NEWS 24/7, η ειδικός αναλύει τους σύνθετους μηχανισμούς που συνδέουν αυτές τις δύο πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης, αναδεικνύοντας τους προβληματισμούς και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν αρκετά άτομα κατά τη διάρκεια αυτής της δύσκολης περιόδου.
Η κα Κρυώνη στέκεται στη σύνδεση μεταξύ του πένθους και της σεξουαλικής ζωής, αναλύοντας πώς η διαδικασία της απώλειας μπορεί να επηρεάσει τη σεξουαλική επιθυμία και δραστηριότητα ενός ατόμου. Ακόμη, εξετάζονται διάφορες πτυχές αυτής της σύνδεσης, όπως η μείωση ή αύξηση της σεξουαλικής διάθεσης, οι συναισθηματικές επιπτώσεις και οι κοινωνικές αντιλήψεις που περιβάλλουν το ζήτημα.
Τέλος, η ψυχολόγος υπογραμμίζει την ανάγκη για απομυθοποίηση των στερεοτύπων και την κατανόηση της ποικιλίας των αντιδράσεων που μπορούν να εκδηλωθούν όταν βιώνουμε πένθος, προτείνοντας μια πιο ανοιχτή και κατανοητική προσέγγιση απέναντι στις σεξουαλικές ανάγκες και τις συναισθηματικές προκλήσεις που προκύπτουν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Ζωή Κρυώνη: “Ας δώσουμε χώρο και χρόνο στα συναισθήματα”
Το πένθος είναι η διαδικασία εκείνη μέσω της οποίας το άτομο αντιμετωπίζει την πάντοτε βίαιη και αναπόφευκτη συνθήκη της απώλειας. Η βίωση του πένθους είναι μοναδική για κάθε άτομο, όπως το δαχτυλικό μας αποτύπωμα. Επομένως είναι τουλάχιστον ανούσιο να αναφερόμαστε σε «σωστά» και «λάθη» όσον αφορά στο βίωμα αυτό.
Εκείνο όμως στο οποίο έχει νόημα να αναφερθούμε είναι η απομυθοποίηση ορισμένων στερεότυπων αντιλήψεων και θεμάτων ταμπού, ειδικά σε μία κοινωνία, όπως η ελληνική, στην οποία ο συντηρητισμός σε συνδυασμό με την ελλιπή πληροφόρηση οδηγεί στη διατήρηση και διαιώνισή τους.
Όταν το άτομο πενθεί βρίσκεται σε διαδικασία αλλαγής τόσο του εαυτού όσο και του κόσμου του, μεταβολής και πολλές φορές ανατροπής των άλλοτε θεωρούμενων δεδομένων. Η απώλεια και κυρίως η σημασία που το άτομο προσδίδει σε αυτή είναι ο παρονομαστής που θα καθορίσει το μέγεθος της συντελούμενης αλλαγής όσο και των επιπτώσεών της στο άτομο. Οι επιπτώσεις αυτές συνήθως αφορούν στη διάθεση, την κοινωνική ζωή του ατόμου, τη δραστηριοποίηση, το κίνητρο και τη σεξουαλική ζωή.
Η τελευταία έχει φανεί ότι επηρεάζεται δραστικά. Πώς όμως επηρεάζεται; Πόσο διαρκεί αυτή η αλλαγή και ποιες είναι οι προεκτάσεις της;
Εξετάζοντας τη σχέση του πένθους και της σεξουαλικής επιθυμίας και πράξης ενδεχομένως να ξαφνιαστούμε από το βαθμό συσχέτισης των δύο αλλά και την πορεία αυτής, η οποία είναι αμφίδρομη, καθώς το πένθος δεν επηρεάζει μόνο τη σεξουαλική ζωή του ατόμου, αντίθετα φαίνεται να επηρεάζεται κι από αυτή. Σε αυτό το σημείο να διευκρινίσουμε ότι, όταν αναφερόμαστε σε σεξουαλική ζωή και επιθυμία, αναφερόμαστε σε όλες εκείνες τις εκφάνσεις της, δηλαδή το σεξ ως κομμάτι μιας συντροφικής σχέσης, το περιστασιακό σεξ, αλλά και την αυτοϊκανοποίηση.
Πώς το πένθος επηρεάζει τη σεξουαλική ζωή;
Πρωταρχικά διαπιστώνουμε ότι το πένθος επηρεάζει τη σεξουαλική ζωή του ατόμου συχνά με μείωση της διάθεσης για σεξ, καθώς η λίμπιντο επηρεάζεται μαζί με τη γενικότερη διάθεση και κινητοποίηση του ατόμου. Το σεξ και η επαφή αφορά στη σύνδεση, ενώ το πένθος αφορά στην αποσύνδεση και, για την ακρίβεια, στην απώλεια της σύνδεσης που κάποτε υπήρξε.
Το άτομο μπορεί να βιώνει την απώλεια με διακοπή της ανθρώπινης σύνδεσης που έρχεται ως οδυνηρή υπενθύμιση γι’ αυτό που πλέον δεν υπάρχει. Τέλος έχει φανεί ότι οι τραυματικές και ξαφνικές απώλειες, το βίωμα των οποίων μπορεί να περιλαμβάνει συμπτώματα μετατραυματικού στρες και κατάθλιψης, έχουν συνδεθεί ακόμα και με το αίσθημα αποστροφής για το άγγιγμα ή την επαφή (Strauss κ.ά., 2019).
Σε πολλές περιπτώσεις όμως αναφέρεται είτε σταθερή σεξουαλική διάθεση, είτε αύξησή της. Η σεξουαλική επαφή, τότε, λειτουργεί ως μία ενεργός και αναγκαία για το άτομο υπενθύμιση της ζωής και της ύπαρξης. Αρχικά, είναι ένας τρόπος πρακτικά το άτομο να αισθανθεί τη φυσική εγγύτητα, οικειότητα και επαφή, που τόσο έχει ανάγκη. Έπειτα, ενυπάρχει η υπαρξιακή διάσταση της σύνδεσης αυτής.
Το άτομο βιώνοντας τον θάνατο των άλλων έρχεται εμμέσως σε επαφή με το δικό του αναπόφευκτο τέλος και, ενώ το άγχος θανάτου ελλοχεύει στην καθημερινότητά μας σαν υπόηχος, εκείνες τις στιγμές γίνεται εντονότερο. Το άτομο μέσω του σεξ αναζητά την επιβεβαίωση της ύπαρξης. Άλλωστε ποια μεγαλύτερη επιβεβαίωση του υπάρχειν από την επαφή με τη θεμελιώδη αναπαραγωγική διαδικασία; Το σεξ εδώ έρχεται ως απάντηση στο τέλος, στον θάνατο δηλώνοντας την παρουσία του ατόμου στη ζωή, στην αίσθηση της πραγματικότητας, στο παρόν.
Πώς το πένθος επηρεάζεται από τη σεξουαλική ζωή;
Το σεξ και η σεξουαλική δραστηριότητα μπορεί να επηρεάσει το βίωμα του πένθους, καθώς συμβάλλει στην αντιμετώπιση του πόνου και των συναισθημάτων θλίψης και φόβου. Λειτουργεί έτσι ως ένας μηχανισμός άμυνας απέναντι στο άγχος και βοηθά το άτομο να λάβει έμπρακτα την οικειότητα και την- έστω προσωρινή- ανακούφιση και ευχαρίστηση. Ταυτόχρονα, φαίνεται ότι ενισχύει τη συντροφική σχέση, παρέχοντας στο άτομο που πενθεί ένα καταφύγιο οικειότητας και συμβάλλοντας στην ατομική ευεξία εν μέσω μιας δύσκολης περιόδου (Yoo κ.ά., 2014).
Ωστόσο, είναι καλό σε αυτό το σημείο να κανονικοποιήσουμε και τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες το σεξ και η σεξουαλική δραστηριότητα μειώνονται ή κάποιες φορές εκλείπουν από τη ζωή του ατόμου για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Αν το άτομο νιώσει ότι δυσλειτουργεί τότε θα είναι ωφέλιμο να απευθυνθεί σε έναν ειδικό αναζητώντας τη βοήθεια εκείνη και τις πληροφορίες που έχει ανάγκη. Εδώ υπάρχει και το φαινόμενο της δευτερογενούς απώλειας, κατά την οποία η απώλεια της σύνδεσης και της σεξουαλικής οικειότητας που πολλές φορές υπάρχει σε μία σχέση γίνεται μία επιπλέον πηγή πένθους και θλίψης. Το άτομο βιώνει και την απώλεια της σεξουαλικής σύνδεσης και συνεπώς πενθεί και γι’ αυτή.
Τέλος, φαίνεται ότι η διατήρηση της σεξουαλικής δραστηριότητας την περίοδο του πένθους συνδέεται πολλές φορές με αισθήματα ντροπής, τύψεων και ενοχών. Εδώ επιδρά η κοινωνική αντίληψη που έρχεται από το παρελθόν και ίσως να έχει μία θρησκευτική βάση, εκείνη της «αμαρτίας», που κάνει το άτομο να ερμηνεύει τη σεξουαλική επιθυμία και δραστηριότητα ως «μεμπτή», «λάθος» και εν ολίγοις ως «μη φυσιολογική» απόκριση στο πένθος.
Ταυτόχρονα, τα «θολά νερά», η ελλιπής πληροφόρηση και η αντιμετώπιση του θέματος ως ταμπού, γεγονός που αντικατοπτρίζεται και στη βιβλιογραφία- η οποία είναι μικρή- κάνει το άτομο να αποφεύγει την επικοινωνία σχετικά με το θέμα. Μάλιστα λίγοι είναι εκείνοι που θα μιλήσουν για σεξουαλικές δυσλειτουργίες και δυσκολίες τόσο στους θεραπευτές/ -τριές τους όσο και σε φίλους ή οικογένεια (Dyregrov & Dyregrov, 2008).
Οι κοινωνικές προσδοκίες για το πώς πρέπει να είναι το άτομο που πενθεί ή για το πόσο πρέπει να διαρκεί το πένθος αλλά και η αποφυγή τέτοιων συζητήσεων που αναφέρονται στο σεξ κατά τη διάρκεια του πένθους καθιστώντας το θέμα ταμπού, οδηγούν στην απομόνωση και την αποφυγή αναζήτησης βοήθειας όταν τα άτομα την έχουν ανάγκη.
Η σεξουαλική επιθυμία και δραστηριότητα αποτελούν βασική ανθρώπινη ανάγκη και, ταυτόχρονα, είναι σημαντικό να αναγνωρίζεται ότι οι αντιδράσεις των ατόμων στο πένθος ποικίλλουν αναφορικά με τη διατήρηση της σεξουαλικής δραστηριότητας κατά τη διάρκειά του. Ας δώσουμε στα άτομα τον χρόνο και τον χώρο να βιώσουν τα συναισθήματά τους, να κάνουν το μακρύ ταξίδι του πένθους με τον δικό τους μοναδικό τρόπο, απαλλαγμένα από επιπλέον επιβαρυντικές σκέψεις που προκαλούν άγχος, ενοχές και δυσφορία.
* Η Ζωή Κρυώνη είναι απόφοιτος του τμήματος Ψυχολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ειδικευόμενη στην Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Ψυχοθεραπεία στην Εταιρεία Γνωσιακών Συμπεριφοριστικών Σπουδών.