Μπορούν οι πράσινες ενεργειακές επενδύσεις να αυξήσουν την τοπική απασχόληση;

Διαβάζεται σε 5'
Αιολικά πάρκα
Αιολικά πάρκα istock

Χωρίς επιπλέον στρατηγική, τα έργα ΑΠΕ δεν παρέχουν την οικονομική αναζωογόνηση που έχουν ανάγκη οι τοπικές κοινότητες.

Η ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στην Ελλάδα είναι ραγδαία. Το 2023, οι ΑΠΕ κάλυψαν το 57% της ενεργειακής ζήτησης, από 50% το 2022, ενισχύοντας τον εθνικό στόχο για το 2030, όπου οι ΑΠΕ προβλέπεται να καλύπτουν το 35% της συνολικής τελικής κατανάλωσης ενέργειας. Οι ιδιωτικές επενδύσεις που ξεπέρασαν τα 1,8 δισεκατομμύρια δολάρια το 2022 επιβεβαιώνουν την αυξανόμενη δυναμική του κλάδου.

Ωστόσο, όπως και σε άλλες χώρες, οι θέσεις εργασίας στην Ελλάδα επικεντρώνονται στη φάση κατασκευής. Αμέσως μετά, οι ανάγκες σε προσωπικό μειώνονται σημαντικά, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με τη δυνατότητα των ΑΠΕ να υποστηρίξουν μακροπρόθεσμα την τοπική απασχόληση. Η ελληνική οικονομία, ειδικά σε αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές, θα μπορούσε να επωφεληθεί από σταθερές, διαρκείς θέσεις εργασίας· όμως, τα στοιχεία δείχνουν ότι τα έργα ΑΠΕ στη σημερινή τους μορφή ίσως δεν ανταποκρίνονται σε αυτή την ανάγκη.

Η περίπτωση της Ισπανίας

Μια πρόσφατη μελέτη στο Journal of Public Economics ανέλυσε την επίδραση των ΑΠΕ σε πάνω από 3.900 δήμους της Ισπανίας από το 2017 έως το 2021. Παρά την ενίσχυση της τοπικής απασχόλησης, τα οφέλη σε μόνιμες θέσεις εργασίας ήταν περιορισμένα. Ηλιακά πάρκα στην Ισπανία δημιούργησαν 0,55 θέσεις εργασίας ανά MW κατά την κατασκευή. Για ένα ηλιακό πάρκο 15 MW, αυτό αντιστοιχεί σε περίπου 10 θέσεις, οι οποίες όμως διαρκούν μόνο κατά τη φάση κατασκευής, καθώς η συντήρηση απαιτεί ελάχιστο προσωπικό.

Ακόμα πιο περιορισμένα ήταν τα αποτελέσματα στα αιολικά πάρκα, όπου η κατασκευή δημιούργησε μόλις 0,16 θέσεις εργασίας ανά MW. Η τεχνολογική εξειδίκευση απαιτεί συνήθως εξωτερικό εργατικό δυναμικό, και μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής, παραμένουν μόνο λίγες, ειδικευμένες θέσεις συντήρησης, οι οποίες συχνά καλύπτονται από μη ντόπιους εργαζόμενους. Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι, χωρίς επιπλέον στρατηγική, τα έργα ΑΠΕ δεν παρέχουν την οικονομική αναζωογόνηση που έχουν ανάγκη οι τοπικές κοινότητες.

Μαθήματα από τη Γερμανία και τη Δανία

Η συζήτηση γύρω από τις «πράσινες» θέσεις εργασίας συχνά παραβλέπει την ποιότητα της απασχόλησης. Πολλές θέσεις εργασίας στις ΑΠΕ, κυρίως κατά την κατασκευή, είναι προσωρινές και με χαμηλότερους μισθούς από τους παραδοσιακούς ενεργειακούς τομείς.

Η Γερμανία προσφέρει ένα χρήσιμο παράδειγμα. Εκεί, η κυβέρνηση έχει θεσπίσει ελάχιστους μισθούς και παροχές στον τομέα των ΑΠΕ, καθιστώντας τις θέσεις εργασίας πιο ελκυστικές και ανταγωνιστικές. Για την Ελλάδα, η υιοθέτηση παρόμοιων προτύπων θα μπορούσε να ενισχύσει τη σταθερότητα και την ποιότητα της απασχόλησης, ιδιαίτερα στις περιοχές που φιλοξενούσαν τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ.

Η περίπτωση της Δανίας τονίζει μια άλλη διάσταση: την ενίσχυση της τοπικής εξειδίκευσης. Η χώρα έχει συνδυάσει την ανάπτυξη των ΑΠΕ με στοχευμένα προγράμματα κατάρτισης, δημιουργώντας διαρκείς θέσεις εργασίας για τις τοπικές κοινότητες. Αντίστοιχα, η Ελλάδα θα μπορούσε να επενδύσει σε προγράμματα κατάρτισης προσαρμοσμένα στις τεχνολογίες των ΑΠΕ, διασφαλίζοντας ότι οι τοπικές κοινωνίες έχουν τις απαραίτητες δεξιότητες για να καλύψουν τις νέες θέσεις εργασίας.

Τοπική αποδοχή και μακροπρόθεσμα οφέλη

Τα έργα ΑΠΕ συχνά αντιμετωπίζουν τοπικές αντιδράσεις, όπως στην Ισπανία, όπου πολλοί κάτοικοι θεωρούν ότι οι ΑΠΕ δεν προσφέρουν ουσιαστικά οφέλη. Στην Ελλάδα, αντίστοιχες προκλήσεις εμφανίζονται, ιδιαίτερα σε τουριστικές περιοχές όπου οι ΑΠΕ ενδέχεται να ανταγωνίζονται άλλες χρήσεις γης. Για την ενίσχυση της τοπικής υποστήριξης, η Ελλάδα μπορεί να εξετάσει πολιτικές που θα επιφέρουν άμεσα και απτά οφέλη στις τοπικές κοινωνίες. Σχέδια για κατανομή εσόδων ή επενδύσεις σε τοπικές υποδομές, που χρηματοδοτούνται από τα έσοδα των έργων ΑΠΕ, μπορούν να λειτουργήσουν ως κίνητρο για τους κατοίκους.

Μετατρέποντας τους περιορισμούς σε ευκαιρίες ανάπτυξης

Η πράσινη μετάβαση δεν αφορά μόνο την ενεργειακή αυτάρκεια και την περιβαλλοντική προστασία· πρέπει να αποτελεί έναν ολοκληρωμένο οικονομικό και κοινωνικό μετασχηματισμό που ενδυναμώνει τις τοπικές κοινότητες. Μια στρατηγική για βιώσιμη ανάπτυξη της πράσινης οικονομίας θα μπορούσε να περιλαμβάνει:

– Επένδυση σε τοπικά προγράμματα κατάρτισης: Προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης μπορούν να εξοπλίσουν τις τοπικές κοινωνίες με τις δεξιότητες που απαιτούν οι τεχνολογίες ΑΠΕ, καλύπτοντας τις θέσεις με ντόπιους και όχι με εξωτερικούς συνεργάτες. Αυτό ενισχύει την απασχόληση και ταυτόχρονα καλλιεργεί κουλτούρα καινοτομίας σε τοπικό επίπεδο.

– Θέσπιση κινήτρων για ποιοτικές θέσεις εργασίας: Θέτοντας πρότυπα για μισθούς και παροχές, η Ελλάδα μπορεί να διασφαλίσει ελκυστικές συνθήκες εργασίας στις ΑΠΕ, αυξάνοντας τη σταθερότητα και την αξιοπρέπεια στην απασχόληση.

– Υποστήριξη τοπικών έργων ΑΠΕ: Μικρότερα έργα έχουν περισσότερες πιθανότητες να στηριχθούν στις τοπικές υπηρεσίες και να διατηρήσουν την αξία τους στις τοπικές κοινότητες. Με κίνητρα όπως χαμηλότοκα δάνεια και επιδοτήσεις για κοινοτικά έργα, η Ελλάδα μπορεί να δώσει στις τοπικές κοινωνίες την ευκαιρία να επωφεληθούν απευθείας από την πράσινη μετάβαση.

– Εμπιστοσύνη μέσω άμεσων οφελών: Σχέδια κατανομής εσόδων και επενδύσεις σε τοπικά έργα υποδομής συνδέουν την ευημερία της κοινότητας με τις επενδύσεις ΑΠΕ, ενισχύοντας τη μακροχρόνια στήριξη των κατοίκων.

Με μια τέτοια προσέγγιση, η Ελλάδα θα μπορούσε να εξασφαλίσει ότι οι επενδύσεις στις ΑΠΕ δεν εξυπηρετούν απλώς ένα μακρινό και απρόσωπο πράσινο στόχο, αλλά αποτελούν κινητήριο μοχλό βιώσιμης απασχόλησης και ανάπτυξης στις τοπικές κοινότητες.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα