Δημοκρατικό Μέτωπο: Ισως να μην υπάρχει άλλη λύση
Διαβάζεται σε 5'Η ανάγκη για συνεννόηση των προοδευτικών δυνάμεων και για τη συγκρότηση ενός δημοκρατικου μετώπου, αρχίζει και γίνεται επιτακτική.
- 19 Ιανουαρίου 2024 10:20
Οι επόμενες εκλογές στη χώρα θα διεξαχθούν, εφόσον η κυβέρνηση εξαντλήσει την τετραετή θητεία της, στα μέσα του 2027. Απομένουν, δηλαδή, στο κοντέρ περίπου 3,5 χρόνια, χρονική περίοδος κατά την οποία θεωρητικά μπορεί να συμβούν τα πάντα, ακόμα και να χάσει την πολιτική ηγεμονία η Νέα Δημοκρατία.
Ωστόσο, αν δούμε τα πράγματα υπό ένα ρεαλιστικότερο πρίσμα, φαντάζει μάλλον αδύνατον το κυβερνών κόμμα να απωλέσει ακόμα και μέρος της κυριαρχίας του αφού η παρούσα κοινοβουλευτική περίοδος εκτυλίσσεται σε μία βουλή στην οποία η αντιπολίτευση είναι πιο αδύναμη από ποτέ στα μεταπολιτευτικά χρόνια.
Η αξιωματική αντιπολίτευση, σκεφτείτε, διαθέτει μόλις 37 βουλευτές και δεν μπορεί να υποβάλλει καν πρόταση μομφής (πέρα από το γεγονός ότι σπαράσσεται από εσωκομματικές έριδες).
Με αυτό ως δεδομένο, η κατάσταση στο προοδευτικό μέτωπο, σ’ αυτό που οι παλαιότεροι ονόμαζαν “δημοκρατική παράταξη”, φαντάζει μάλλον ζοφερή. Υπάρχει φως στο τούνελ ή η νεοσυντηρητική, με πολλά ορμπανικά χαρακτηριστικά, δεξιά του Κυριάκου Μητσοτάκη θα παραμείνει άτρωτη;
Πρόβλεψη: Θα παραμείνει άτρωτη αν τα κόμματα που απαρτίζουν το προοδευτικό μέτωπο (εξαιρουμένου του ΚΚΕ που αναμένεται να επιμείνει στην παραδοσιακά σεχταριστική πολιτική του) δεν βρουν τον τρόπο να συνεννοηθούν στοιχειωδώς (αρχικά) και να συνεργαστούν (εν συνεχεία) με ένα κοινό στόχο: Να ανατρέψουν τη δεξιά ηγεμονία και τις ακροδεξιές παραφυάδες της.
Εξηγούμαστε: Δεν είναι απαραίτητο τα κόμματα αυτά να χάσουν την πολιτική τους αυτοτέλεια και το διακριτό τους στίγμα στην κοινωνία. Επίσης, δεν είναι απαραίτητο να προχωρήσουν σε μεγάλους συμβιβασμούς που δεν συμβαδίζουν με τον ιδεολογικό πυρήνα τους και τις αξίες που υπηρετούν. Χρειάζεται όμως να γίνουν μικρά βήματα αμοιβαίων υποχωρήσεων για να βρεθούν κοινοί τόποι και συγκλήσεις στα βασικά.
Το γνωρίζουμε, η ελληνική πολιτική σκηνή δεν αρέσκεται σε παρόμοιες πολιτικές κινήσεις ούτε και διαθέτει κουλτούρα συνεργασιών. Και δυστυχώς αυτό ισχύει και για την Αριστερά η οποία, αν και στην κυβερνητική θητεία της έκανε νόμο του κράτους την απλή αναλογική, δεν έψαξε ποτέ ουσιαστικά και με συνέπεια συνεργασίες με συγγενείς πολιτικές δυνάμεις (και αυτός ήταν ένας από τους λόγους της συντριβής της το 2023).
Ομως, ακόμα και στην πολιτική οι παραδόσεις, ιδιαίτερα οι αρνητικές, υπάρχουν για να σπάνε. Οι συνθήκες άλλωστε είναι ιδιάζουσες και πρωτοφανέρωτες. Ποιες είναι αυτές; Μία πανίσχυρη, ανεξέλεγκτη και συχνά αδίστακτη κυβέρνηση, μία αποδυναμωμένη και κατακερματισμένη δημοκρατική αντιπολίτευση και μερικοί ακροδεξιοί δορυφόροι που-ας μην υπάρχουν αυταπάτες- θα βάλουν πλάτη αν χρειαστεί για να διασώσουν την κυρίαρχη θέση της δεξιάς στο πολιτικό σκηνικό.
Κοντολογίς, τα γεγονότα φωνάζουν και καλούν σε συστράτευση τις προοδευτικές δυνάμεις της χώρας. Το κατά τη γνώμη μου του γράφοντος ιδιαίτερα ενδιαφέρον κείμενο θέσεων του Διονύση Τεμπονέρα που κατατέθηκε και δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα στο πλαίσιο του εσωκομματικού διαλόγου του ΣΥΡΙΖΑ για το επικείμενο συνέδριο του κόμματος, έθεσε τα πράγματα στη σωστή βάση τους και μίλησε για ανάγκη σύμπτυξης Μετώπου Δημοκρατίας (ειρήσθω εν παρόδω, ωραίος τίτλος).
Λέει, μεταξύ άλλων, ο Αχαιός πολιτικός: “Το «Μέτωπο Δημοκρατίας» απευθύνεται σε όλους τους πολίτες ανεξάρτητα από την κομματική τους ένταξη, στους κοινωνικούς φορείς, σε συλλογικότητες αλλά και στους υφιστάμενους, πολιτικούς σχηματισμούς του προοδευτικού χώρου, που συνεργάζονται με ενότητα στη δράση, σεβόμενοι την πολιτική αυτοτέλεια και αυτονομία των υπολοίπων”.
Και συνεχίζει: “Οφείλουμε πρωτίστως ως πολίτες και μετά ως στελέχη των κομμάτων που αυτοπροσδιορίζονται στον προοδευτικό χώρο, να αναλάβουμε κοινωνικοπολιτικές πρωτοβουλίες”.
Η ισχύς εν τη ενώσει, ίσως να μην υπάρχει άλλος δρόμος στην παρούσα φάση για την Κεντροαριστερά και την Αριστερά. Κόντρα σ’ ένα καθεστώς (γιατί, ας μην κρυβόμαστε, χαρακτηριστικά καθεστώτος έχει πάρει η κυβέρνηση Μητσοτάκη) είναι μάλλον απαραίτητη η μέγιστη δυνατή δημοκρατική συσπείρωση. Οχι στα λόγια αλλά ναι, σ’ ένα Μέτωπο, το οποίο θα κατέβει μ’ ένα ενιαίο ψηφοδέλτιο στις επόμενες βουλευτικές εκλογές.
Για να λάβει σάρκα και οστά ωστόσο ένα τέτοιο εγχείρημα, θα πρέπει τα μεγάλα εγώ και οι αχρείαστοι ναρκισσισμοί να μπουν στην άκρη. Και εδώ μάλλον αρχίζουν τα μεγάλα προβλήματα διότι, όπως έχετε κατανοήσει εσχάτως, στην ευρύτερη κεντροαριστερά ανθούν…οι αιθεροβάμονες.
Ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ έθεσε ως στόχο τη νίκη του κόμματός στις ευρωεκλογές! Στο ΠΑΣΟΚ έχουν την αίσθηση ότι επειδή πέρασαν στη δεύτερη θέση-δημοσκοπικά- θα ζήσουν με μαθηματική βεβαιότητα ένα νέο 1981. Στην πραγματικότητα τα δύο μεγάλα κόμματα, οι δύο μεγάλοι πόλοι του χώρου, παραμένουν καθηλωμένοι σε απογοητευτικά ποσοστά.
Εκ των πραγμάτων δεν απομένουν πολλές επιλογές. Υπάρχει και ένα ιστορικό παράδειγμα από το (μακρινό πλέον) παρελθόν που μπορεί να εμπνεύσει. Το 1956 η Κεντροαριστερά επέλεξε να αντιμετωπίσει την ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή ενωμένη κατω από τη σημαία της Δημοκρατικής Ενωσης. Τα πήγε περίφημα, συγκέντρωσε 48,15% αλλά… έχασε.
Γιατί; Διότι η εξουσιολαγνεία της ελληνικής δεξιάς έφτασε σε τέτοια σημεία που ο εκλογικός νόμος έγινε… λάστιχο με συνέπεια η ΕΡΕ με μικρότερο ποσοστό (47,38%), ηττημένη ουσιαστικά, να λάβει 165 έδρες, 33 περισσότερες από το κόμμα που έλαβε τις περισσότερες ψήφους.
Ευτυχώς, οι επόμενες βουλευτικές εκλογές στη χώρα δεν θα διεξαχθούν με το λεγόμενο τριφασικό…