Δυο επέτειοι, ένας νικητής, ένα αουτσάιντερ…
Ο Γιώργος Καρελιάς γράφει για δύο σημαντικές ημερομηνίες της μεταπολίτευσης που αφορούν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, ενώ αναρωτιέται αν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να γίνει η δεύτερη μεγάλη σταθερά του πολιτικού μας συστήματος.
- 05 Οκτωβρίου 2020 06:12
Η χτεσινή ημέρα, 4η Οκτωβρίου, είναι η ημερομηνία δύο επετείων στην ιστορία της Μεταπολίτευσης. Στις 4 Οκτωβρίου 1974 ιδρύθηκε το ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας, η ΝΔ, που πρωταγωνιστεί μέχρι και σήμερα. Στις 4 Οκτωβρίου 2009 πέτυχε την τελευταία μεγάλη εκλογική νίκη του το άλλο μεγάλο-μέχρι τότε- κόμμα εξουσίας, το ΠΑΣΟΚ, το οποίο έκτοτε αποδυναμώθηκε, κινδύνεψε με εξαφάνιση και σήμερα «καταφέρνει» να είναι απλώς ένα μικρό κόμμα.
Κάπου ανάμεσα έχει μπει σφήνα εδώ και οκτώ χρόνια ένα άλλοτε μικρό κόμμα της παραδοσιακής Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, που σαν κομήτης κέρδισε εκλογές, έγινε κυβέρνηση, ηττήθηκε και σήμερα προσπαθεί να βρει τα πατήματά του.
Εδώ θα μπορούσε να τελειώσει αυτή η επετειακή αναφορά, αν δεν υπήρχαν μια βεβαιότητα και μια εκκρεμότητα.
Η βεβαιότητα: Η ΝΔ αποτελεί τη βασικότερη σταθερά του πολιτικού μας συστήματος. Μέχρι το 2009 μοιραζόταν αυτόν το ρόλο με το ΠΑΣΟΚ. Το 2012 κινδύνεψε να πάθει ό,τι και το ΠΑΣΟΚ, αλλά άντεξε. Και μετά την περσινή οριστική επανάκαμψή της σε «κανονικά» εκλογικά ποσοστά (περί το 40%) επιβεβαιώνει ότι αποτελεί οριστικά τον ένα πόλο του ελληνικού πολιτικοκομματικού συστήματος.
Η εκκρεμότητα: Ποιος θα αποτελέσει τον άλλο πόλο, αυτόν που μέχρι το 2009 είχε καταλάβει το κραταιό ΠΑΣΟΚ πρώτα του Ανδρέα και μετά του Σημίτη; Η προφανής απάντηση είναι: ο ΣΥΡΙΖΑ. Πράγματι, το άλλοτε μικρό αυτό κόμμα έχει όλα τα φόντα για να το πετύχει αυτό. Μέσα σε λίγα χρόνια εκτοξεύθηκε από το 4% στο 18% και έγινε αξιωματική αντιπολίτευση και χρειάστηκε άλλα δυόμιση χρόνια για να γίνει κυβέρνηση. Ακόμα και στην ήττα του, πέρσι τον Ιούλιο, κράτησε ένα 32%, το υψηλότερο ποσοστό που έχει πάρει μέχρι στιγμής ηττηθέν κυβερνητικό κόμμα στη μνημονιακή περίοδο.
Ωστόσο, υπάρχει ένα-ακόμα αναπάντητο- ερώτημα με δύο σκέλη. Θα γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ η δεύτερη μεγάλη σταθερά του πολιτικού μας συστήματος, όπως ήταν επί τρείς δεκαετίες το ΠΑΣΟΚ; Αν η απάντηση είναι καταφατική, είναι θέμα χρόνου να έχουμε ξανά εναλλαγή στην κυβέρνηση. Ή, αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι μεν το δεύτερο κόμμα(είναι απίθανο να απειληθεί στο προβλεπτό μέλλον), αλλά με ποσοστά τέτοια(περί το 30%) που δεν θα του επιτρέπουν να φτάσει ξανά στην κυβερνητική εξουσία; Αν και αυτή η απάντηση είναι καταφατική, τότε το αποτέλεσμα θα είναι ένα: η κυβερνητική εξουσία θα μονοπωληθεί από τον ένα πόλο, τον συντηρητικό, για άγνωστο χρονικό διάστημα. Η άλλη πλευρά του πολιτικού φάσματος( είτε αποκαλείται Προοδευτική Παράταξη, είτε Κεντροαριστερά είτε όπως αλλιώς) θα αδυνατεί να βρει τα στοιχεία εκείνα που βρήκαν στη δεκαετία του ’70 ο Ανδρέας Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ και τους κατέστησαν ισότιμο-και ενίοτε ισχυρότερο- πολιτικό, κομματικό και εκλογικό πόλο με την παραδοσιακή Δεξιά.
Τι θα συμβεί, τελικά; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται από πολλές παραμέτρους και από δύο πρόσωπα. Τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Αλέξη Τσίπρα. Ο πρώτος θα κληθεί να αποδείξει ότι μπορεί να ξεφύγει από την τύχη του πατέρα του, ο οποίος επιβίωσε σε μια μόνο κυβερνητική θητεία. Και ο δεύτερος, ο Τσίπρας, να αποδείξει ότι μπορεί και πέρα από την ευνοϊκή συγκυρία, όπως ήταν γι’ αυτόν η περίοδος 2010-2014. Μια πρώτη απάντηση είναι ότι ο υιός Μητσοτάκης έχει ευκολότερο έργο, επειδή σήμερα δεν υπάρχει Ανδρέας Παπανδρέου, όπως το 1993. Όμως, από την άλλη, το μέγεθος των προβλημάτων είναι τέτοιο και οι εξελίξεις τόσο απρόβλεπτες που μπορούν να οδηγήσουν μια κυβέρνηση σε κατάρρευση και την αντιπολίτευση ξανά, ανέλπιστα, σε πρώτο ρόλο.
Η περίοδος είναι τόσο ρευστή που και τους δύο -Μητσοτάκη και Τσίπρα – αφορά αυτή η ατάκα του παλιού Αμερικανού ηθοποιού Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ: «Τα πράγματα δεν είναι ποτέ τόσο άσχημα, ώστε να μη μπορούν να χειροτερέψουν».