Δύο λάθη δεν κάνουν ένα σωστό

Διαβάζεται σε 4'
Δύο λάθη δεν κάνουν ένα σωστό
SOOC

Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι μόνο όπου γίνεται εις βάθος έρευνα και αναλαμβάνεται η ευθύνη, επιτυγχάνεται ουσιαστική βελτίωση.

Από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η τραγωδία στα Τέμπη, η επίσημη αφήγηση κινήθηκε γύρω από ένα «ανθρώπινο λάθος». Αυτή η προσέγγιση, παρότι διευκόλυνε τη γρήγορη απόδοση ευθυνών και απελευθέρωσε τους μηχανισμούς του κράτους από το βάσανο της βαθύτερης αυτοκριτικής, αντιμετωπίστηκε με έντονο σκεπτικισμό από την κοινωνία. Μέσα από μαζικές κινητοποιήσεις και δυναμικά αιτήματα λογοδοσίας, οι πολίτες, με πρωταγωνιστές τους συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών, κατέστησαν σαφές ότι πίσω από ένα λάθος βάρδιας κρύβονταν εκτεταμένες ανεπάρκειες: ξεπερασμένα συστήματα ασφαλείας, υπό-χρηματοδότηση του σιδηροδρόμου και διαχρονικές νοοτροπίες που ευνοούν την ελάχιστη πολιτική φθορά έναντι της πραγματικής πρόληψης.

Τώρα φαίνεται να διαμορφώνεται το δεύτερο λάθος. Η κυβέρνηση επιχειρεί να «μπαζώσει» επικοινωνιακά τις εντυπώσεις που δημιούργησαν οι μεγάλες κινητοποιήσεις της περασμένης Κυριακής. Η αναμενόμενη επάνοδος σε κανάλια και βήματα διαλόγου – με τον ίδιο τον Πρωθυπουργό να παραχωρεί τηλεοπτική συνεντεύξη και τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να εμφανίζεται εκτάκτως στη Βουλή– ερμηνεύεται ως προσπάθεια περιορισμού της πολιτικής ζημιάς στον απόηχο των μαζικών διαδηλώσεων. Κυβερνητικά στελέχη που δεν ανήκουν στον «στενό πυρήνα» του Μαξίμου δείχνουν διστακτικά να τοποθετηθούν, γεγονός που τροφοδοτεί την αίσθηση ότι η διαχείριση «γίνεται κεντρικά», στοχεύοντας να ελεγχθεί απολύτως η δημόσια ατζέντα.

Αυτές οι επικοινωνιακές τακτικές, ωστόσο, επιβεβαιώνουν τον κανόνα ότι δύο λάθη δεν κάνουν ένα σωστό. Το πρώτο λάθος ήταν η υπεραπλούστευση της ευθύνης, με όποιον τρόπο κι αν παρουσιάστηκε. Το δεύτερο λάθος εκτυλίσσεται τώρα, με την προσπάθεια μιας εσπευσμένης επικοινωνιακής πρωτοβουλίας που, αντί να ενθαρρύνει βαθύτερη αυτογνωσία και ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, επιδιώκει να αμβλύνει το ισχυρό πολιτικό αποτύπωμα των κινητοποιήσεων της κοινωνίας των πολιτών. Όσο κι αν επιλέξει η κυβέρνηση να κρατήσει κεντρικά τα νήματα, ο κίνδυνος είναι προφανής: να χαθεί πάλι η ουσία, να μην αντιμετωπιστούν ριζικά τα χρόνια δομικά προβλήματα του σιδηρόδρομου και, τελικά, να παραμείνουν οι μηχανισμοί της πολιτείας εκτεθειμένοι στον επόμενο «σπινθήρα» που θα μπορούσε να προκαλέσει μια νέα τραγωδία.

Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι μόνο όπου γίνεται εις βάθος έρευνα και αναλαμβάνεται η ευθύνη, επιτυγχάνεται ουσιαστική βελτίωση. Η εμπειρία της Ισπανίας, μετά το δυστύχημα στο Σαντιάγο ντε Κομποστέλα το 2013, διδάσκει πως η ανάληψη πολιτικού κόστους και η αποκάλυψη κάθε συστημικής δυσλειτουργίας είναι προτιμότερα από τις συνεχείς επικοινωνιακές αναδιπλώσεις. Ναι, οι πρώτες αντιδράσεις τότε εστίασαν στον οδηγό· εν συνεχεία, όμως, το ισπανικό κράτος αναγκάστηκε να ερευνήσει τις πιο βαθιές ρίζες του προβλήματος και να πάρει κάποια μέτρα βελτίωσης. Στην Ελλάδα, η ευκαιρία για ουσιαστική μεταρρύθμιση δεν θα κριθεί σε μια τηλεοπτική συνέντευξη ή σε μια καλά ενορχηστρωμένη κοινοβουλευτική παρέμβαση, αλλά στην αποφασιστικότητα να θεραπευτούν δεκαετίες πλημμελούς σχεδιασμού, πολιτικής ατολμίας και επί σειρά ετών αδράνειας γύρω από την ασφάλεια των υποδομών.

Πέρα από τα τεχνικά ζητήματα, η ηθική και πολιτική διάσταση του θέματος είναι ξεκάθαρη. Όταν ένα σοβαρό δυστύχημα αποδίδεται πρώτα σε «ανθρώπινο λάθος» και μετά από δύο χρόνια αποπειράται και πάλι να ξεπεραστεί μέσα από συντονισμένες επικοινωνιακές εμφανίσεις, ενισχύεται η πεποίθηση των πολιτών ότι το αποκλειστικό ζητούμενο για την κυβέρνηση δεν είναι η πρόληψη ή η αλήθεια, αλλά η περιστολή της πολιτικής φθοράς. Όμως, τα διαδοχικά λάθη δεν εξαλείφουν ποτέ το ένα το άλλο. Ίσως κερδίζουν λίγο χρόνο, αλλά δεν διορθώνουν τις βαθιές στρεβλώσεις που προκάλεσαν τον θάνατο 57 συνανθρώπων μας. Διότι, πράγματι, «δύο λάθη δεν κάνουν ένα σωστό» ούτε στην πολιτική ούτε στην ηθική τάξη πραγμάτων.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα