“Εγώ δεν έβλεπα Φιλαράκια”, αυτή η μάστιγα

Διαβάζεται σε 5'
Ο Matthew Perry το 2012
Ο Matthew Perry το 2012 Charles Sykes AP Photo

“The One Where We All Lost A Friend”. Ο θάνατος ενός διασήμου μπορεί να σε αφορά όταν “μιλάει” για σκληρές αποδοχές και αλήθειες.

Έγραψε κάποιος πως ο θάνατος του Μάθιου Πέρι είναι σοκαριστικός γιατί συνειδητοποιούμε πως μεγαλώνουμε. Ναι, εν μέρει είναι σωστό αυτό.

Γιατί τα Φιλαράκια μεγάλωσαν δύο γενιές ανθρώπων εκεί έξω, και είναι τόσο τεράστια σε φήμη και διείσδυση σε σπίτια και παρέες που ξεπερνούν τα στενά όρια μιας απλής, κωμικής σειράς μυθοπλασίας. Εν πολλοίς λειτούργησαν και λειτουργούν σαν ένα διαρκές αγχολυτικό, για όσους παρακολουθούσαν τη σειρά από τα 90s ως σήμερα, ως καταφύγιο απέναντι στην τρέλα της πραγματικής ζωής. Αλλά και ως ένας ρετρό “safe space” για όσους ξεκινούν τη σειρά σήμερα, αποτυπώνοντας μια παρέα που οι περισσότεροι θα θέλαμε να είχαμε στη ζωή μας, μέσα στην ουτοπικότητά της.

Από την άλλη, ο θάνατος του Πέρι είναι συγκλονιστικός λόγω της διάστασης του ίδιου του εκλιπόντος.

Από τη μια στέκεται η διαρκής προσωπική του μάχη μακριά από τις κάμερες. Από την άλλη έρχεται η γοητεία του ίδιου του ήρωα που ενσάρκωσε, ως ένα δίπολο διπλής – αλλά και τόσο ενιαίας ταυτότητας – που δεν υπήρξε ποτέ, “χάρτινη”. Αντιθέτως. Ο Πέρι ήταν ο πιο αληθινός από τους ήρωες στα Φιλαράκια. Ο πιο απτός. Ο πιο δικός μας. Με τα προβλήματα του, με την λεπτεπίλεπτη ειρωνία του που λειτουργούσε ως αντίδοτο απέναντι στην άβολη αλήθεια. Και με τη σχέση του με τη Μόνικα που οικοδομήθηκε πάνω σε πρότυπα αποδοχής και συμπληρωματικότητας, ως ένα μοντέλο που θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία.

Είναι μια σπουδαία παρακαταθήκη η παραπάνω, από μόνη της. Η σπουδαιότερη όμως βγαίνει μέσα από τα όσα είπε ο ίδιος ο Πέρι, μετά τους παραλίγο θανάτους του και λίγο καιρό πριν τον κανονικό. Είναι η δουλειά που έκανε με τον εαυτό του, αλλά και με όσους πήγαν σε εκείνον για βοήθεια. Απέναντι σε αυτό το σκέλος, το μόνο που μπορείς να κάνεις, είναι να σκύψεις το κεφάλι. Είτε σου άρεσε το χιούμορ της σειράς που τον έκανε διάσημο και (σίγουρα) πλούσιο, είτε όχι.

Στην πραγματικότητα ο Πέρι μας θύμισε πως όσο πλούσιος και διάσημος αν είσαι, όσο “πετυχημένος”, δεν σημαίνει πως δεν θα έχεις και ψυχικά προβλήματα. Το χρήμα μπορεί να σου κάνει διαθέσιμα περισσότερα Μέσα για να αντιμετωπίσεις το μέσα σου, δεν είναι όμως από μόνο του η λύση.

Ο “Τσάντλερ” πάλεψε, έπεσε, σηκώθηκε, ξανάπεσε, 14 φορές συνολικά σε κλινικές και αποτοξινώσεις, και τελικά νίκησε. Καθάρισε το μυαλό του. Ηρέμησε πριν πεθάνει. Αλλά και τον καιρό που δεν ήταν ήρεμος, αποφάσισε να αφιερώσει τον εαυτό του στο να βοηθήσει εκείνους που δεν μπορούν μόνοι.

Αυτό έγραφε στο βιβλίο του, αυτό μας άφησε ως ένα δικό του “θέλω” για να τον θυμόμαστε ως ύπαρξη στον χρόνο που του αναλογούσε. Σε αυτό βασιζόταν και η θεατρική παράσταση που προγραμμάτιζε.

Η προσπάθεια αυτή του Πέρι, να απευθυνθεί σε άντρες που δεν περιχαρακώθηκαν στη “ματσίλα” του ρόλου τους, να απευθυνθεί σε εκείνους που κοίταξαν στα μάτια τα προβλήματά τους και φοβήθηκαν, είναι υπερβατική. Ακριβώς επειδή ο ίδιος ένοιωθε πως δεν τα καταφέρνει. “Μπορεί εγώ να μην τα πάω καλά, αλλά ξέρω πώς να βοηθήσω”. Αυτό έγραφε. Αυτό έκανε.

Στην τελική, ο Πέρι μας έδειξε στο τέλος της ζωής του έναν δρόμο που εκκινούσε πίσω από μια μικρή πόρτα του ψυχισμού του, που άνοιξε δειλά προς το ευρύ κοινό. Ποτέ δεν μας αποκάλυψε τι δουλειά έκανε στη σειρά στην οποία έλαμψε, αλλά μας αποκάλυψε τι Δουλειά έκανε στην καθημερινή του ζωή, προσπαθώντας να ξεφύγει από το σκοτάδι.

Και διαβάζοντας αποσπάσματα από το βιβλίο του, αναλογίζομαι το πόσο σπουδαία είναι αυτή η στάση ζωής, και πόσο μικρές κάνει τις φωνές εκείνες που σπεύδουν να δηλώσουν πως “εγώ δεν έβλεπα Φιλαράκια, δεν με αφορά ο θάνατος ενός διασήμου, με αφορούν μόνο όσα γίνονται στην Παλαιστίνη”. Ή “εγώ δεν ξέρω ποιος ήταν ο Τσάντλερ, αλλά θα σας αποδείξω ότι είχα διαβάσει Κούντερα”.

Προσωπικά, ένοιωσα πως με αφορά αυτός ο θάνατος, για όλα τα παραπάνω. Και ως άνθρωπος που έχει προσφάτως ξεκινήσει την επίπονη προσπάθεια κατάδυσης στα μεγαλύτερα βάθη του εαυτού και των φόβων, χρωστάω στον Πέρι -και στον κάθε Πέρι που μίλησε ανοιχτά για τα τραυματά του- ένα μεγάλο “ευχαριστώ”. Γιατί ξέρετε, αν ο καθένας μας έβλεπε το μέσα του με λίγη περισσότερη ειλικρίνεια, αν προσπαθούσε να δει την αγωνία πίσω από το άβολο χαμόγελο του διπλανού του, αν εννοούσε αυτό το “τι κάνεις” που ξεστομίζουμε σχεδόν μηχανικά κάθε πρωί, τότε σίγουρα, θα μπορούσαμε όλοι μας να βάλουμε το “Εγώ” λίγο πιο κοντά στο συνολικό “Εμείς” των αδικημένων.

Υπό αυτό το πρίσμα, ναι, μπορούμε και πρέπει να στεναχωριόμαστε τόσο για έναν άνθρωπο σαν τον “δικό μας Τσάντλερ”, όπως τον μάθαμε από τα πεπραγμένα του, όσο και για τα παιδιά που σκοτώνονται στη Γάζα.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα