Είναι η Βίκυ που αγαπούσες

Είναι η Βίκυ που αγαπούσες

Ο Άκης με τα εκατομμύρια, η Βίκυ που έζησε σαν "μέση Ελληνίδα" και όλοι εμείς, που αν εξαιρέσεις τη φυλακή, θα θέλαμε να είμαστε στη θέση τους

”Η Βίκυ ήταν… όνομα ως σύζυγος υπουργού και άρα δικαιούτο να έχει και κάποια πραγματάκια”.

Τάδε έφη η μάνα Σταμάτη –κατά το μάνα raver για όσους είχαν την τύχη να δουν το θρυλικό εκείνο δελτίο ειδήσεων της δεκαετίας του 90’, τότε που το πρόβλημά μας ήταν τα Rave πάρτι και όχι τα Spread και τα μνημόνια.

Μια φράση ενδεικτική του πώς λειτούργησε ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου της χώρας, αλλά και ένα μεγάλο μέρος των εχόντων χρήμα, θράσος, γνωριμίες και ισχυρούς προστάτες.

Η Ελλάδα ως λάφυρο και η κλεψιά ως δικαίωμα του κάθε Άκη  και  της κάθε Βίκυς, με τις ψήφους  όμως των πελατών τους (ας μην το ξεχνάμε), που τώρα χαίρονται για τον εξευτελισμό των άλλοτε ειδώλων ή πατρόνων τους.

Το  ερωτικό ειδύλλιο Τσοχατζόπουλου-Σταμάτη, θα μπορούσε να είναι η ιστορία της μεταπολιτευτικής Ελλάδας.

Ένας άνδρας που ξεκινά Σοσιαλιστής και καταλήγει πάμπλουτος ληστής. Που ζει σε βάρος του λαού, με τη στήριξη του οποίου όμως, έκανε τις λαμογιές του.

Μια γυναίκα που από τα αλώνια έφτασε να δίνει  904 ευρώ για θεραπεία με φύκια, άνευ μεταξωτών κορδελών και να αγοράζει ένα ζευγάρι κάλτσες, πληρώνοντας όσα περίπου χρειάζεται μια οικογένεια για γάλα και ψωμί για περίπου ένα μήνα.

Παρά το ότι ελάχιστοι στενοχωριούνται βλέποντάς τον στη φυλακή, καλό είναι να παραδεχθούμε κάποια πράγματα.  Μεταξύ (χρεοκοπημένων) κατεργαρέων, ειλικρίνεια.

Ο Άκης Τσοχατζόπουλος, ήταν το πρότυπο για την πλειοψηφία των Ελλήνων.  Όσοι δεν ήθελαν να ζήσουν τη ζωή του, σίγουρα θα ήθελαν να τον έχουν φίλο, γείτονα, συγγενή.

«Ξέρω τον υπουργό» η μαγική φράση, στην Ελλάδα που η αξία κάποιου μετριόνταν ανάλογα με τις γνωριμίες του και το βόλεμα, που μπορούσαν να του εξασφαλίσουν και όχι με τις προσωπικές του ικανότητες, την ευφυΐα και τις αρχές του.

Πόσοι δεν ζήτησαν ρουσφέτι από αυτόν και τους ομοίους του τις τελευταίες 4 δεκαετίες; Πόσοι δεν τον ψήφισαν αυτόν και  τους ομοίους του ξανά και ξανά , γνωρίζοντας ότι βλάπτουν τη χώρα και ευελπιστώντας σε μια ακόμα χάρη, ένα ακόμα βόλεμα;

Η Βίκυ Σταμάτη από την πλευρά της μπορεί να μην έζησε σαν μια «μέση Ελληνίδα», όπως βλακωδώς δήλωσε,  έζησε όμως το χυδαίο όνειρο της μέσης Ελληνίδας.

Ένας πλούσιος γάμος-ξεπούλημα συναισθημάτων, μια ζωή στη χλιδή χωρίς περιττές ερωτήσεις (μωρό μου πόσα εκατομμύρια ευρώ το μήνα παίρνεις για να τσουγκρίζεις αυγά με φαντάρους το Πάσχα;), ακραία επίδειξη και άνετη ζωή.

Ποιος δεν θα το ήθελε για την κόρη του και πόσες κόρες θα επέλεγαν αντί για το παραμύθι (με κλεμμένα λεφτά) την σκληρή πραγματικότητα;

 Ο Άκης και η Βίκυ που όλοι (θέλουμε να ξεχάσουμε ότι) αγαπήσαμε, μπορεί να μπήκαν στη φυλακή, αλλά το σύστημα και η νοοτροπία που τους δημιούργησε ζει και βασιλεύει.

Το πελατειακό κράτος αντέχει, οι πελάτες, ακόμα πιο εξαθλιωμένοι, είναι έτοιμοι να πουλήσουν ψήφο και στήριξη και η λατρεία ενός life style καθ’ υπαγόρευση χρεοκοπημένων (πια) εκδοτών έχει μετατραπεί απλώς σε νοσταλγία μιας «παλιάς καλής εποχής».

Τότε που ο Άκης ήταν Θεός, η Βίκυ πήγαινε για αποτρίχωση και χαλάρωση στο MARBELLA CLUB THALASSO και η μεσαία τάξη της χώρας (οι νεόπτωχοι του σήμερα) ζούσε μια νύχτα γκλαμουριάς την εβδομάδα με το «ωχ αδερφέ» στο στόμα και χωρίς να νοιάζεται για τίποτα.

* Ο Μάνος Χωριανόπουλος είναι δημοσιογράφος. Σπούδασε Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Από τον Μάιο του 2007 βρίσκεται στην 24 Μedia και είναι Senior Editor του News247.gr.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα