Είναι Παράνομο το Μνημόνιο;
Το επιχείρημα της διαπραγματευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ περί παράβασης του ευρωπαϊκού Δικαίου κατά την εφαρμογή του Μνημονίου και η αλήθεια πίσω από αυτόν τον ισχυρισμό
- 13 Ιανουαρίου 2015 15:39
Οι τέσσερις εβδομάδες που θα ακολουθήσουν τις εκλογές θα είναι εξαιρετικά σημαντικές για το μέλλον της χώρας. Στις 28 Φεβρουαρίου λήγει η παράταση της δανειακής συμφωνίας με την ΕΕ (η κυβέρνηση Σαμαρά διεκδίκησε δίμηνη παράταση για επικοινωνιακούς λόγους, ενώ η ΕΕ προσέφερε εξάμηνη). Τότε λήγει κατ’ αρχήν και η στήριξη των ελληνικών τραπεζών με ρευστότητα από την ΕΚΤ. Για την εκκρεμότητα ευθύνονται οι τακτικισμοί του κ. Σαμαρά. Αφού η κυβέρνηση απέτυχε σε όλους τους φθινοπωρινούς σχεδιασμούς της και δεν έκλεισε την τελευταία αξιολόγηση, ούτε συμφώνησε ένα νέο σχέδιο στήριξης ή δανειοδότησης της Ελλάδας, σήμερα βρισκόμαστε με όλα τα θέματα ανοικτά.
Η πίεση χρόνου στη νέα κυβέρνηση θα είναι ασφυκτική. Είτε είναι συμμαχία Συριζα με ΚΚΕ, είτε Νέας Δημοκρατίας με Ποτάμι, είτε Σύριζα με Νέα Δημοκρατία και Ποτάμι, είτε κάποια άλλη, η κυβέρνηση θα πρέπει μέσα σε ένα μήνα να ξεκινήσει την διαπραγμάτευση για την επόμενη ημέρα αλλά και να εξασφαλίσει κάποιου είδους συμφωνημένη παράταση του προγράμματος.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο κ. Γιάννης Δραγασάκης δήλωσε ότι στη διαπραγμάτευση αυτή ο Σύριζα θα χρησιμοποιήσει το «ισχυρό» επιχείρημα ότι η δανειακή σύμβαση είναι «παράνομη». Τα λόγια του κ. Δραγασάκη ήταν ότι είναι «παράνομο το Μνημόνιο με βάση το Ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο καθώς παραβιάζει ιδρυτικές αρχές της Ε.Ε. και τα ανθρώπινα δικαιώματα».
Θα βοηθήσει καθόλου την διαπραγματευτική ομάδα του Σύριζα ο ισχυρισμός αυτός; Πράγματι αν το μνημόνιο ήταν αντίθετο στο δίκαιο της ΕΕ, αυτό θα ήταν κάτι εξαιρετικά σημαντικό. Δεν θα ήταν μόνο διαπραγματευτικό επιχείρημα. Θα ήταν και νομικό όπλο που θα μπορούσε η Ελλάδα – ή οποιοσδήποτε άλλη χώρα – να χρησιμοποιήσει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να ακυρώσει την παρανομία. Το Δικαστήριο υπάρχει ακριβώς στην Ευρωπαϊκή Ένωση για να επιβάλει το κράτος δικαίου έναντι οιουδήποτε κράτους ή της Επιτροπής ή άλλου οργάνου της ΕΕ.
Δυστυχώς η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική από τους ισχυρισμούς του κ. Δραγασάκη. Για την ακρίβεια ισχύει το ακριβώς αντίστροφο. Η συνέχιση του προγράμματος βοήθειας προς την Ελλάδα χωρίς τους αυστηρούς κανόνες δημοσιονομικής υπευθυνότητας που επιβάλουν οι σημερινές δανειακές συμφωνίες, θα ήταν αντίθετη στις καταστατικές αρχές της νομισματικής ένωσης. Οι Συνθήκες της ΕΕ επιβάλουν, για λόγους που έχουν να κάνουν με την έλλειψη κοινής δημοσιονομικής πολιτικής και την γενικά ελλιπή αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης, προληπτικά αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία από όλα τα κράτη μέλη της.
Στην υπόθεση Pringle, που αποφασίστηκε τον Νοέμβριο του 2012, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ρωτήθηκε – με αφορμή μια αίτηση ενός ανεξάρτητου Ιρλανδού βουλευτή που ήταν αντίθετος στην λιτότητα – για την νομιμότητα του μηχανισμού διάσωσης των κρατών μελών της Ευρωζώνης. Η υπόθεση αφορούσε τον μόνιμο Ευρωπαικό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜS) και όχι το EFSF, αλλά οι αρχές της Συνθήκης είναι κοινές και για το ελληνικό πρόγραμμα. Λόγω της μεγάλης σπουδαιότητας το δικαστήριο δίκασε σε πλήρη Ολομέλεια.
Το Δικαστήριο απέρριψε όλα τα επιχειρήματα του κ. Pringle. Είπε ότι η διάσωση είναι νόμιμη σύμφωνα με τις Συνθήκες, αλλά διατύπωσε και συγκεκριμένους όρους. Το άρθρο 125 της Συνθήκης για την Λειτουργία της ΕΕ απαγορεύει την διάσωση μελών της Ευρωζώνης από άλλα μέλη με την «ανάληψη των χρεών» τους. Σε άλλο σημείο η Συνθήκη απαγορεύει και στην ΕΚΤ να χρηματοδοτεί τα κράτη (θέμα για το οποίο εκκρεμεί νέα απόφαση του Δικαστηρίου, με παραπομπή από το Γερμανικό Συνταγματικό Δικστήριο). Το δικαστήριο, ευτυχώς για την Ελλάδα, αποφάσισε ότι η νέα δανειοδότηση από τa κράτη μέλη δεν είναι «ανάληψη των χρεών». Δημιουργεί νέα δάνεια, ανεξάρτητα των παλαιών και άρα δεν παραβιάζει το άρθρο 125.
Το Δικαστήριο πρόσθεσε όμως ότι αναγκαίος όρος για την διάσωση είναι η τήρηση αυστηρών όρων δημοσιονομικής υπευθυνότητας. Το δικαστήριο είπε:
«Συγκεκριμένα, η επιβαλλόμενη με το άρθρο 125 ΣΛΕΕ απαγόρευση διασφαλίζει ότι τα κράτη μέλη δανείζονται υπακούοντας στη λογική της αγοράς η οποία πρέπει να τα ωθεί στην τήρηση δημοσιονομικής πειθαρχίας. Η τήρηση μιας τέτοιας πειθαρχίας συμβάλλει, στο επίπεδο της Ένωσης, στην επίτευξη ενός υπέρτερου σκοπού, ήτοι στη διατήρηση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας της νομισματικής ένωσης».
Συνεπώς ακριβώς το αντίθετο ισχύει από αυτά που ισχυρίζεται ο κ. Δραγασάκης. Το μνημόνιο, δηλαδή οι αυστηροί όροι δημοσιονομικής προσαρμογής, ήταν ο νόμιμος όρος για την παροχή βοήθειας από ένα κράτος στο άλλο, όπως ακριβώς έγινε για την Ελλάδα (και την Ιρλανδία και την Πορτογαλία). Με τέτοιους όρους η Ελλάδα έχει προγραμματιστεί να λάβει 240 δισεκατομμύρια ευρώ βοήθεια. Το μόνο ζήτημα ήταν και παραμένει η ταχύτητα της δημοσιονομικής προσαρμογής, όχι η ανάγκη της.
Αντίθετα, το απλό κούρεμα 50% των διακρατικών δανείων προς τους εταίρους μας (το 80% του σημερινού χρέους) που προτείνει ο κ. Δραγασάκης δεν είναι σήμερα νόμιμο και απαιτεί αλλαγή των Συνθηκών, αφού θα είναι «ανάληψη χρεών» από άλλα κράτη μέλη των νέων χρεών που δημιουργήθηκαν το 2012. Αυτό, κατά την γνώμη μου ως δικηγόρου που ασκεί το δίκαιο της ΕΕ, απαγορεύεται από το άρθρο 125. Γι αυτό και η επιμήκυνση και η υιοθέτηση σταθερού επιτοκίου είναι πολύ προτιμότερες λύσεις.
Οι εκπρόσωποι του Σύριζα συνήθως απαντούν: «και τί θα γίνει με την λιτόττητα και την ανθρωπιστική κρίση;» Η απάντηση είναι δυστυχώς και εκεί πολύ δυσάρεστη για τη χώρα μας. Στην Ελλάδα το πρόβλημα είναι η ανισότητα, όχι μια δήθεν «ανθρωπιστική κρίση» που αγγίζει δήθεν όλους. Κάποιους η κρίση δεν τους αγγίζει καθόλου. Αυτοί δεν νοιάζονται για την ανάπτυξη, αλλά μόνο για την συντήρηση των προνομίων τους και του πελατειακού παρασιτισμού της μεταπολίτευσης.
Όλα όμως τα ευρωπαϊκά κράτη εκτός από την Ελλάδα έχουν θεσμούς ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και δημόσιας ασφάλισης υγείας, που προστατεύουν τους πάντες και ιδίως τους ανέργους και τα παιδιά. Είμαστε η μόνη χώρα της Ευρώπης που δεν έχει τέτοιους θεσμούς – και γι αυτό το Ποτάμι τους έχει κάνει προτεραιότητά του. Σε όλους τους πίνακες της ΕΕ είμαστε οι πρωταθλητές της αδιαφορίας για τους αδυνάτους.
Άρα η άνιση κατανομή των βαρών της δημοσιονομικής προσαρμογής δεν είναι έργο του «μνημονίου», αλλά απόφαση των ελληνικών κυβερνήσεων, οι οποίες επι σειρά ετών αρνούνται να στήσουν σωστό κοινωνικό κράτος. Για όλα αυτά δεν φταίνει οι Ευρωπαίοι, και κακώς τους κατηγορούν κάποιοι παλαιοκομματικοί λαϊκιστές. Φταίει το ελληνικό διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα. Το σύστημα αυτό την εποχή διακυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή παραβίασε τις υποχρεώσεις που είχαμε εκ των Συνθηκών και μετά εξαπάτησε τους επενδυτές με ψευδή στατιστικά στοιχεία (όπως είπε η Eurostat τον Ιανουάριο του 2010 και επιβεβαίωσε η έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Δεκεμβρίου 2013). Αυτά είναι γνωστά στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, αν και δεν συζητώνται στα ελληνικά τηλεπαράθυρα.
Αν λοιπόν ο κ. Δραγασάκης εγείρει θέμα «παρανομίας» του μνημονίου στους εταίρους μας, οι ευρωπαίοι διαπραγματευτές θα νομίσουν ότι τους κοροϊδεύει. Αντί να ενισχύσει, θα αδυνατίσει την διαπραγματευτική θέση της χώρας.
Σέβομαι τις προσπάθειες του κ. Δραγασάκη να απομακρύνει τον Σύριζα από τον λαϊκισμό. Του εύχομαι να βγεί βουλευτής στην Β’ Αθήνας και να μπορέσει να φέρει τις επίσημες θέσεις του κόμματός του σε μια φιλοευρωπαϊκή πορεία – και όχι προς το ΚΚΕ, την «Ανταρσύα» και την δραχμή. Αναγνωρίζω ότι είναι υποχρεωμένος να εξισορροπεί μεταξύ των διαφορετικών ομάδων μέσα στο κόμμα του. Αλλά όσο υιοθετεί τις απόψεις των αντιευρωπαϊστών, όσο δαιμονοποιεί την Ευρώπη και την κατηγορεί για όλα τα προβλήματα της χώρας μας, τόσο θα αδυνατίζει τα επιχειρήματα του κόμματός του, αλλά και τα επιχειρήματα της Ελλάδας.
* Ο Παύλος Ελευθεριάδης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Νομικής στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Είναι υποψήφιος βουλευτής Α’ Αθηνών με το Ποτάμι.