Το ΕΣΥ, οι νεοτσιφλικάδες και το Κιλελέρ
Στο ΕΣΥ που ορματίστηκε ο Γιώργος Γεννηματάς, δεν υπήρχαν ασθενείς business class, ασθενείς economy, "ασθενείς και οδοιπόροι". Αυτό το ΕΣΥ διαλύει η κυβέρνηση και το έγκλημα είναι προμελετημένο.
- 03 Δεκεμβρίου 2022 07:18
Πολιτισμός είναι η Υγεία.
Πολιτισμός είναι η Παιδεία.
Σε αυτή τη χώρα, με αυτούς τους κυβερνήτες ούτε Υγεία έχεις ούτε Παιδεία.
Ήταν φάρος ο Γιώργος ο Γεννηματάς.
Φάρος που φώτιζε στα χρόνια του λυκόφωτος μια χώρα που μπουσούλαγε ψάχνοντας τον βηματισμό της. Τα ξέρω από πρώτο χέρι. Η Σύλβα Ακρίτα συνεργάστηκε μαζί του ως υφυπουργός στο Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και από το πόστο της, συνέβαλε στη χάραξη αυτής της οραματικής πολιτικής.
Ήταν φάρος ο Γιώργος ο Γεννηματάς.
Το ΕΣΥ ήταν παιδί του. Το ΕΣΥ – αυτή η μεταπολιτευτική κοσμογονία όπου όλοι είχαν πρόσβαση στη δημόσια υγεία.
Όλοι Έλληνες και ξενοι.
Όλοι, ανεξάρτητα από εισόδημα, φύλο, φυλή, ηλικία.
Όλοι δικαιούνται ένα κρεββάτι νοσοκομείου. Ένα γιατρό. Έναν νοσηλευτή. Μια εξέταση. Ένα φάρμακο.
Δεν υπήρχαν ασθενείς business class, ασθενείς economy, “ασθενείς και οδοιπόροι”. Αν κάποιοι είχαν να πληρώσουν τις σουίτες των ιδιωτικών θεραπευτηρίων, με γεια τους με χαρά τους. Κανείς όμως δεν έμενε χωρίς περίθαλψη, όταν την είχε ανάγκη.
Και κακά τα ψέματα. Όταν η υγεία μας έπασχε σοβαρά και μας έζωναν τα φίδια, στα κρατικά νοσοκομεία τρέχαμε όλοι και τα κρατικά νοσοκομεία έσωζαν τις ζωές μας.
Θυμάμαι όταν μικρούλης ακόμα ο γιος μου κατάπιε ένα κουτί παναντόλ – πως σκαρφάλωσε σε ένα δευτερόλεπτο (τα είχα πάντα ψηλά τα φάρμακα για να μην τα φτάνει) πως άπλωσε το χεράκι του, πως τα βούτηξε και τα κατάπιε, ακόμα απορώ.
Όταν τρελαμένη τηλεφώνησα στο Κεντρο Δηλητηριάσεων με παρότρυναν να πάω κατευθείαν στο Παίδων. Μα, διαμαρτυρήθηκα, είναι μακριά, ενώ το τάδε ιδιωτικό είναι δίπλα μας. Επέμεναν, πηγαμε στα Επείγοντα, άρπαξαν το παιδί, του έκαναν πλύση στομάχου και να μην τα πολυλογώ, αφού περάσαμε μια νύχτα σε θαλάμους γεμάτους κατσαρίδες, το πρωί ο Παύλος ήταν περδίκι.
Αυτό που συμβαίνει σήμερα μας γυρίζει πίσω στα χρόνια του βαθέος ερέβους. Οι Νεοτσιφλικάδες που μας κυβερνούν, επαναφέρουν μια κοινωνική νόρμα σύμφωνα με την οποία οι κολήγοι του 21ου αιώνα δεν έχουν δικαιώματα, δεν έχουν ψωμί, δεν έχουν ζωή, δεν έχουν αξιοπρέπεια.
Γεννιούνται, δουλεύουν, πεθαίνουν. Αυτό. Κι αν μείνουν άνεργοι το κράτος τους στέλνει να “ψοφολογήσουν” πάνω σε ένα παγκάκι, εκεί στον φοίνικα της πλατείας Συντάγματος.
Εκεί.
Ένας, ένας.
Κι ακόμα ένας.
Κι άλλος ένας.
Μέχρι να μη μείνει κανείς.
Το θυμάστε το ποίημα που έλεγε στο περίπου «πρώτα ήρθαν και πήραν τον Τάδε, μετά πήραν τον Δείνα, κι όταν ήρθαν να πάρουν εσένα, δεν έμεινε κανείς να σε υπερασπιστεί»;
Αυτό ζούμε.
Το ίδιο.
Το ολοίδιο.
Πρώτα έδιωξαν από το ΕΣΥ τον αλλοδαπό. Τον λαθρό τον αλλόθρησκο, το όξω από μας. Και χάρηκες, κυρπαντελή μου γιατί εσύ ήσουν Ελλην με περικεφαλαία από τα τζάμπο.
Μετά διώξαν τον άνεργο: εκείνον ντε που τον έλεγες αχαϊρευτο γιατί δεν ερχόταν στο μαγαζάκι σου να εργάζεται 15 ώρες το 24ωρο για τρία κατοστάρικο και να του πιάνεις και τον κώλο.
Πάλι χάρηκες, κυρπαντελή. Γιατί εσύ είχες δουλειά και αυθαίρετο στη Λούτσα κι ένα εκτός σχεδίου στο νησί κι ήσουν άρχοντας.
Τώρα διώχνουν εσένα. Τον νοικοκύρη.
Και κανείς μας χαίρεται.
Αλλά και κανείς μας δεν είναι εδώ να σε υπερασπιστεί.
«Ωωωω, ήρθαν τα εδέσματα»!
Μόλις με είχε γεννήσει η μάνα μου στο μαιευτήριο, όταν ο γιατρός που την εξέταζε αναφώνησε με ενθουσιασμό τη ιστορική φράση που έμεινε ως οικογενειακό μας αστείο.
«Ωωωω, ήρθαν τα εδέσματα»!
Τώρα όταν λέμε “γιατρός”, μη φανταστείς.
“Γιατρουδάκος” πες καλύτερα. Ένα νέο παιδί από χωριό που δούλευε γκαρσονάκι για να τελειώσει τις σπουδές του. Και όταν επιτέλους έπιασε δουλειά στο νοσοκομείο, τον είχαν οι μεγαλογιατροί και οι καθηγητάδες σε βάρδιες εξοντωτικές, με τρεις και εξήντα.
Και πείναγε.
Το παλικάρι πείναγε.
Όχι μεταφορικά.
Κυριολεκτικά.
Πείναγε.
Όταν λοιπόν έφεραν στη μητέρα μου το δίσκο με κάτι αηδίες πάνω, ένα στήθος κοτόπουλου με αυτοκτονικό ιδεασμό κι ένα εξουθενωμένο ζελέ που έπνεε τα λοίσθια – το είδε ο γιατρός και έτρεχαν τα σάλια του.
Όπως τώρα.
Όπως σήμερα.
Τώρα, σήμερα που οι μισθοί γιατρών και νοσηλευτών είναι καθηλωμένοι στην αναπηρική καρέκλα της οικονομικής δυσπραγίας. Και με τίποτα δεν σηκώνονται να πάρουν μια ανάσα – μία – βρε αδελφέ, μία!
Λέει ο Κώστας Γιαννούλας στο άρθρο του «Τα τσιφλίκια της Θεσσαλίας πριν και μετά την προσάρτησή τους» (05/04/2015).
«Για όσους δεν το γνωρίζουν, τα τσιφλίκια, οι τσιφλικάδες και οι κολίγοι θεωρούνταν “ξένο σώμα” σε σχέση με την παραδοσιακή ελληνική μεταπελευθερωτική κοινωνία. Γι’ αυτό και δεν ευδοκίμησε το σχήμα “αφέντης” και “δουλικές τάξεις “στη νοτιότερη Ελλάδα, τη λεγόμενη και παλαιά Ελλάδα. […]
Η πολιτική αυτή είχε ως αποτέλεσμα κατά την περίοδο 1881-1896 όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις να εργασθούν με πρόγραμμα κατάπνιξης των δικαιωμάτων των κολίγων της μετατροπής τους σε δούλους και της ενίσχυσης της απολύτου κυριότητας των τσιφλικιών.
[…] Η ζωή των κολίγων εξ αιτίας του αυταρχισμού και της αυθαιρεσίας των τσιφλικάδων, μεταβλήθηκε κυριολεκτικά σε κόλαση.
Έτσι εξηγείται ο θεσσαλικός αγροτικός ξεσηκωμός εναντίον των τσιφλικάδων για μοιρασιά των τσιφλικιών στους ακτήμονες κολίγους στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20αι. με αποκορύφωμα το Κιλελέρ στις 6 Μαρτίου 1910».
Αυτό που συμβαίνει με το ΕΣΥ, είναι έγκλημα. Οργανωμένο. Προμελετημένο. Μαζικό. Μέχρι κι ο Πατούλης ως πρόεδρος του ΙΣΑ άδραξε το φλάμπουρο της επανάστασης και κατέβηκε στο δρόμους.
Σκέψου πόσο χάλια είναι δηλαδή το νομοσχέδιο.
Σκέψου πόσο ανάλγητη είναι η πολιτική τους.
Σκέψου.
Και ξαναψήφισε τους.
Κι έλα μετά να μου θυμώσεις που σε αποκαλώ κυρπαντελή.
Κυρπαντελής γεννήθηκες, κυρπαντελής θα πεθάνεις.
Κάτω από έναν μαραμένο φοίνικα.
Εκεί στην πλατεία Συντάγματος.
Γιατί πια κανείς μας δεν είναι εδώ για να σε υπερασπιστεί.