Εξωτερική πολιτική με το βλέμμα στο… εσωτερικό

Διαβάζεται σε 5'
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερνοτγάν
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερνοτγάν

Στα μέτωπα της Τουρκίας, της Βόρειας Μακεδονία και της Αλβανίας αναδεικνύεται το ίδιο μείζον πρόβλημα της εξωτερικής πολιτικής Μητσοτάκη.

Τουρκία, Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία. Τις τελευταίες μέρες τρία μέτωπα της εξωτερικής πολιτικής ήρθαν στο πολιτικό προσκήνιο. Καθένα από αυτά τα μέτωπα έχει τις ιδιαιτερότητές του και μάς απασχόλησε με διαφορετικό τρόπο. Ωστόσο, και στα τρία αναδεικνύεται το ίδιο μείζον πρόβλημα της εξωτερικής πολιτικής Μητσοτάκη.

Επίσκεψη Ερντογάν

Η παραδοσιακή κριτική της εκάστοτε αντιπολίτευσης στην εκάστοτε κυβέρνηση όταν κάνει διάλογο με την Τουρκία, είναι ότι δείχνει υποχωρητικότητα αν όχι εθνική μειοδοσία. Πρόκειται για μια λαϊκίστικη ψηφοθηρική προσέγγιση η οποία με τα χρόνια έχει γίνει μέρος της ταυτότητας του πολιτικού συστήματος. Προφανώς πρόκειται για κριτική που δεν έχει βάση γιατί αν όντως ίσχυαν οι κατηγορίες περί υποχωρητικότητας που έχουμε ακούσει τόσα χρόνια, οι Τούρκοι θα έπρεπε να έχουν στρατοπεδεύσει στη… Λαμία.

Καλά έκανε λοιπόν ο Μητσοτάκης και συνάντησε τον Ερντογάν γιατί ο δίαυλος με την Άγκυρα πρέπει να είναι ανοιχτός αν δεν θέλουμε κρίσεις μεταξύ των δύο χωρών. Καλό είναι επίσης το ότι οι συναντήσεις των δύο ηγετών έχουν γίνει συχνές και διεξάγονται σε ήπιο κλίμα. Το πιο καλό απ’ όλα είναι βέβαια ότι έχει πέσει η ένταση στο Αιγαίο.

Το ερώτημα όμως που τίθεται, αφορά στη στρατηγική της κυβέρνησης. Για την ακρίβεια, την απουσία συνολικής στρατηγικής για τα ελληνοτουρκικά. Ο Μητσοτάκης επιθυμεί τη μείωση της έντασης στο Αιγαίο και κάνει κινήσεις προσέγγισης μέσω των θεμάτων «χαμηλής πολιτικής». Προς το παρόν, ο Ερντογάν ανταποκρίνεται σε αυτές τις κινήσεις, θέλοντας να βελτιώσει τις σχέσεις του με τη Δύση.

Μεσοπρόθεσμα όμως η «στρατηγική» Μητσοτάκη είναι απλώς ότι κλοτσάει το ντενεκεδάκι πιο πέρα. Αυτή η τακτική του να αφήνουμε τον χρόνο να κυλάει όσο πιο ήρεμα γίνεται, η οποία έχει εφαρμοστεί επί δεκαετίες από διάφορες ελληνικές κυβερνήσεις, έχει αποδειχτεί ξανά και ξανά αδιέξοδη. Όσο δεν επιλύεται με οριστικό τρόπο η αντιπαράθεση με την Τουρκία, στο πρώτο γύρισμα της συγκυρίας η κρίση επιστρέφει στο Αιγαίο. Επιπλέον, συνεχίζεται η οικονομική αιμορραγία της κοινωνίας με τα θηριώδη εξοπλιστικά προγράμματα. Μόνο μια συγκροτημένη και αποφασιστική στρατηγική επίλυσης της αντιπαράθεσης με την Τουρκία στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και με κατάληξη το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, μπορεί να δώσει διέξοδο ειρήνης και σταθερότητας για τις δύο χώρες.

Ο Μητσοτάκη δεν έχει αυτή τη στρατηγική, παρόλο που κατά πάσα πιθανότητα την ασπάζεται -όπως άλλωστε έχουν κάνει πολλοί προκάτοχοί του. Και δεν την έχει λόγω του φόβου του πολιτικού κόστους. Όταν για δεκαετίες η εκάστοτε αντιπολίτευση τζογάρει με το εθνολαϊκισμό, όταν γίνεται κυβέρνηση βρίσκεται όμηρος της κοινωνικής συνείδησης που η ίδια δημιούργησε. Ο Μητσοτάκης δεν αποτελεί εξαίρεση.

Βόρεια Μακεδονία

Τα πράγματα είναι πιο άσχημα στο μέτωπο της Βόρειας Μακεδονίας. Τα καμώματα της νέας Προέδρου της χώρας Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα-Ντάβκοβα δείχνουν ότι η εκλογική νίκη του εθνικιστικού VMRO θα έχει αρνητικές συνέπειες όχι μόνο για τις σχέσεις με την Ελλάδα αλλά συνολικά για τη σταθερότητα στα Δυτικά Βαλκάνια. Από τη στιγμή που στην ορκωμοσία της η νέα Πρόεδρος αποκάλεσε τη χώρα Μακεδονία σκέτο, εύλογα γεννάται ο φόβος ότι η νέα ηγεσία της Βόρειας Μακεδονίας θα ξεκινήσει αντάρτικο υπονόμευσης της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Ο Μητσοτάκης έκανε το αυτονόητο, ζητώντας από τους γείτονες την πλήρη εφαρμογή της Συμφωνίας. Ωστόσο, πέντε χρόνια τώρα η κυβέρνηση Μητσοτάκη συμπεριφέρθηκε ως πολιτικός χορηγός του VMRO. Έκανε ό,τι μπορούσε για να ροκανίσει τη Συμφωνία των Πρεσπών και μαζί της την αξιοπιστία της απερχόμενης μετριοπαθούς κυβέρνησης της Βορείας Μακεδονίας. Εγκλωβισμένος στη λαϊκίστικη και εξτρεμιστική ρητορεία που είχε υιοθετήσει ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο πρωθυπουργός δεν έκανε τίποτα από όσα προβλέπονταν για την ολοκλήρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Τα τρία μνημόνια της Συμφωνίας δεν ήρθαν για κύρωση στη Βουλή υπό το φόβο του Σαμαρά και των γαλάζιων βουλευτών, δεν συνεδρίασαν οι επιτροπές για τα σχολικά βιβλία, δεν έγινε η διαδικασία για τη ρύθμιση των εμπορικών σημάτων.

Το ότι ο Μητσοτάκης ζητάει τώρα πλήρη εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών συνιστά έμμεση παραδοχή ότι αυτή δεν ήταν τελικά τόσο κακή -άλλωστε είναι προφανές ότι το Βόρεια Μακεδονία είναι καλύτερο από το Μακεδονία σκέτο. Αλλά η ζημιά πια έγινε. Ακόμα χειρότερο είναι το ότι ο τραγέλαφος συνεχίζεται στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Η Ντόρα Μπακογιάννη ζητάει το πολιτικά λογικό, δηλαδή την κύρωση των μνημονίων. Ο Βορίδης όμως της την επαναφέρει στην τάξη, αποκλείοντας το ενδεχόμενο. Οι ανάγκες της εξωτερικής πολιτικής θυσιάζονται στο βωμό των δεξιού εκλογικού ακροατηρίου της Νέας Δημοκρατίας.

Αλβανία

Με την Αλβανία οι σχέσεις της Ελλάδας έχουν φτάσει στο χειρότερο επίπεδο των τελευταίων ετών. Από την ελληνική πλευρά είναι εύκολη και ως ένα βαθμό δικαιολογημένη η κριτική στον Ράμα. Αλλά μπορεί να εξηγήσει κάποιος σε τι εξυπηρετεί η υποψηφιότητα Μπελέρητις ελληνοαλβανικές σχέσεις ή τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας; Η απάντηση είναι «σε τίποτα» γιατί ο Μπελέρης μπήκε στο ευρωψηφοδέλτιο για να μαζέψει η Νέα Δημοκρατία τις διαρροές της προς την Ακροδεξιά. Στην πραγματικότητα η υποψηφιότητα Μπελέρη περιπλέκει τις ελληνοαλβανικές σχέσεις και δυσχεραίνει την αποφυλάκισή του. Πρόκειται για ακραίο παράδειγμα υπαγωγής σοβαρού ζητήματος της εξωτερικής πολιτικής στο εσωτερικό εκλογικό παίγνιο.

Τουρκία, Βόρεια Μακεδονία, Αλβανία. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κάνει εξωτερική πολιτική με το βλέμμα στο εκλογικό ακροατήριό της. Εξωτερική πολιτική όμως με το βλέμμα στο εσωτερικό δεν γίνεται. Αργά ή γρήγορα το αδιέξοδο είναι αναπόφευκτο.

 

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα