Γάμος για όλ@: Η ιστορική δικαίωση της ριζοσπαστικής Αριστεράς και ένα μάθημα για το μέλλον
Διαβάζεται σε 4'Η ριζοσπαστική Αριστερά μίλησε πρώτη απ’ όλους για την ανάγκη της καθιέρωσης του γάμου των ομόφυλων και εν τέλει δικαιώθηκε για την επιμονή της.
- 05 Φεβρουαρίου 2024 06:33
Μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου, σύμφωνα με τον κυβερνητικό προγραμματισμό, η Βουλή αναμένεται να υπερψηφίσει το νομοσχέδιο που καθιερώνει την ισότητα στο γάμο για όλ@, ένα νομοσχέδιο το οποίο εκπονήθηκε και κατατέθηκε από μία δεξιά κυβέρνηση.
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η ελληνική Δεξιά εκσυγχρονίστηκε και ωρίμασε έτσι ώστε να κάνει δεκτό ένα πάγιο, διαχρονικό αίτημα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας της χώρας, ωστόσο θα έλεγε τη μισή αλήθεια.
Η άλλη μισή, που δεν πρόκειται ποτέ φυσικά να παραδεχτούν δημοσίως, οι πάσης φύσεως ταγοί της ελληνικής Δεξιάς, είναι ότι στο κομμάτι των δικαιωμάτων η Αριστερά κατάφερε τα τελευταία 40 και πλέον χρόνια να επιβάλλει πλήρως την ατζέντα της.
Η ανανεωτική, ριζοσπαστική Αριστερά (όχι η κοινωνικά συντηρητική του “ορθόδοξου” κομμουνισμού, να εξηγούμαστε από την αρχή) μίλησε από νωρίς για τα ζητήματα που αφορούσαν τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα στη χώρα. Εδωσε βήμα στους ανθρώπους της, στήριξε τα δίκαια αιτήματά της, ανέδειξε ζητήματα που για τους άλλους πόλους του πολιτικού σκηνικού, λογίζονταν ως “απαγορευμένα” ή και “βλάσφημα” ακόμα.
Άνθρωποι της ριζοσπαστικής Αριστεράς, μαζί με τους ΛΟΑΤΚΙ ακτιβιστές, βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή των αγώνων. Προς τα τέλη της δεκαετίας του 2000 μάλιστα πρωταγωνίστησαν στο ριψοκίνδυνο εγχείρημα της τέλεσης γάμων μεταξύ ανθρώπων του ίδιου φύλου στην Τήλο, από τον εμβληματικό δήμαρχο του νησιού, τον αείμνηστο Τάσο Αλιφέρη.
Και όταν το εγχείρημα δεν κατέστη δυνατό, συνέχισαν να προσπαθούν, να αγωνίζονται, να διαδηλώνουν, να μιλούν ανοιχτά, χωρίς προκαταλήψεις. Και λίγο-λίγο, χρόνο με το χρόνο, κατέστησαν τα ζητήματα αυτά μέρος του δημόσιου διαλόγου, τα κανονικοποίησαν στα μάτια των Ελλήνων και των Ελληνίδων πολιτών οι οποίο εν έτη 2024 πια στηρίζουν πλειοψηφικά το γάμο μεταξύ όλων των ανθρώπων, ανεξάρτητα από το σεξουαλικό τους προσανατολισμό.
Η Δεξιά, αλλά και εν μέρει και η σοσιαλδημοκρατία, άρχισαν να μπουν στο παιχνίδι. Θυμίζουμε εδώ ότι η Νέα Δημοκρατία καταψήφισε το 1982 τα μέτρα εκσυγχρονισμού του οικογενειακού δικαίου που έφερε η πρώτη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου και συντάχθηκε πίσω από την (και τότε) έξαλλη Εκκλησία, ακόμα στο ζήτημα της καθιέρωσης του πολιτικού γάμου για τους ετερόφυλους.
Βασικά, δε, στελέχη της σημερινής κυβέρνησης Μητσοτάκη, που καμώνονται τους προοδευτικούς μεταρρυθμιστές, διακρίθηκαν στο στίβο ακόμα και του αντισημιτισμού, πριν δουν το φως το αληθινόν, πάντα από την ωραία θέα που τους προσφέρει η υπουργική καρέκλα.
Οι ερωτήσεις του τρίου Γεωργιάδη-Πλεύρη-Βορίδη από την εποχή που οι τρεις ήταν βουλευτές του ΛΑΟΣ έχουν γράψει ιστορία για την αντιΛΟΑΤΚΙ ρητορική τους. Τα γραπτά έτσι και αλλιώς μένουν και μία καταβύθιση στα πρακτικά της Βουλής αποκαλύπτει λαβράκια.
Όπως και να έχει όμως, η ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς στα δικαιωματικά θέματα επηρέασε σχεδόν το σύνολο του πολιτικού φάσματος εξαιρουμένης της ακροδεξιάς. Έσυρε τη δεξιά στις θέσεις της, ανάγκασε εκλεγμένο πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας (και μετέπειτα Πρωθυπουργό) να ψηφίσει ακόμα και από τα έδρανα της αντιπολίτευσης νομοσχέδια όπως αυτό της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που καθιέρωνε το Σύμφωνο Συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια.
Ανεξάρτητα, λοιπόν, από την ειλικρίνεια των προθέσεων των νυν κυβερνώντων, η Αριστερά μπορεί να ισχυριστεί ότι η ατζέντα που η ίδια προώθησε και στήριξε τα προηγούμενα χρόνια, κατέστη πλέον πρώτη επιλογή για την ελληνική κοινωνία.
Και αυτό με τη σειρά του μάς δείχνει ότι όταν η Αριστερά κατορθώνει να γίνεται agenda setter στο δημόσιο διάλογο, μπορεί να πετυχαίνει μικρές ή και μεγάλες νίκες επί των πολιτικών της αντιπάλων αναγκάζοντάς τους να υιοθετούν τα δικά της επιχειρήματα.
Διαχρονικά, η Αριστερά κατορθώνει να ανιχνεύει έγκαιρα τις υπόγειες μεταστροφές της κοινωνίας και να αναδεικνύει τις νέες προτεραιότητές της. Η Δεξιά συχνά σέρνεται πίσω από τις εξελίξεις και οι πολιτικές της αντιδράσεις μοιάζουν μεταχρονολογημένες. Δεν πρόκειται όμως για κανόνα. Τα τελευταία χρόνια, την ατζέντα τη θέτει στην πλειοψηφία των ζητημάτων η Δεξιά (βοηθούμενη και από την τεράστια μιντιακή της υπεροπλία) και η Αριστερά ακολουθεί ασθμαίνοντας.
Άρα στην ερώτηση “τι να κάνουμε” που συχνά η Αριστερά θέτει στον εαυτό της, η απάντηση είναι απλή (αν και όχι εύκολα εφαρμόσιμη). Δουλεύουμε με συνέπεια, αναδεικνύουμε ζητήματα, βάζουμε την ατζέντα, προωθούμε προοδευτικά αιτήματα που ωριμάζουν σιγά-σιγά και κυρίως μένουμε πιστοί στο δικό μας πολιτικό πλάνο, άσχετα με τις κατά καιρούς μετατοπίσεις του εκλογικού σώματος που έχουν συγκυριακά, έτσι και αλλιώς, χαρακτηριστικά.
Στο ζήτημα του γάμου για όλ@ η θέση της Αριστεράς δικαιώθηκε. Ήταν όμως μία θέση που δεν κλονίστηκε από τις κατά καιρούς πλειοψηφικές τάσεις και την συντηρητικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας. Και εν τέλει νίκησε ακριβώς γι’ αυτό.
Ιδού, λοιπόν, πεδίο δόξης λαμπρόν για την Αριστερά που θέλει να συγκροτήσει μία νέα πλειοψηφία…