Η Σάττι, ο μισοτελειωμένος φραπές μας και η πλαστική καρέκλα του έθνους

Διαβάζεται σε 7'
Marina Satti - ZARI (Unplugged)
Marina Satti - ZARI (Unplugged) Eurovision Song Contest

Η σύγχρονη Ελλάδα του φραπέ και της πλαστικής καρέκλας αλλά και των lifestyle ευκολιών, της μεγαλομανίας και του στρουθοκαμηλισμού.

Αντίστροφα μετράμε για τη Eurovision στην οποία η χώρα θα εκπροσωπηθεί με το ZARI της Μαρίνας Σάττι, και με το εγχώριο κοινό να συνεχίζει να διχάζεται γύρω από το τραγούδι και το κλιπ του. Κατά την προσφιλή μας συνήθεια να διχαζόμαστε με το κάθε τι, δηλαδή.

Εν προκειμένω το βίντεο της Σάττι εγκόλπωσε εθνικά στερεότυπα, νεοελληνικές απεικονίσεις, αστικά και μικροαστικά πλάνα και εν γένει εκ του αποτελέσματός του δεν ήθελε και πολύ να θιχθούν τα αντανακλαστικά του μέσου Έλληνα αναλυτή των social media. Για κάποιους, το “Ζάρι” και η εικονοποίησή του εκπέμπει μια “εθνική μιζέρια”, για άλλους “δείχνει ακριβώς αυτό που είμαστε”, για κάποιους τρίτους αποπνέει μια παραφουσκωμένη, σύγχρονη “καλτίλα”.

Μιλώντας σε πρωινή εκπομπή η τραγουδίστρια που θα εκπροσωπήσει τη χώρα κλήθηκε να απαντήσει στα ανωτέρω σχόλια για το βίντεο κλιπ αλλά και την unplugged εκδοχή του κομματιού της, που συνοδευόταν από πλάνα σε αυλή ενός σπιτιού, ως “side” promo project της συμμετοχής.

Σχολιάζοντας τις εικόνες που είδαμε να “ντύνουν” την unplugged εκδοχή αλλά και το official clip, η Σάττι είπε ενδεικτικά:

“Δεν νομίζω ότι παραποιήσαμε ή αλλοιώσαμε κάτι από την πραγματικότητα”. “Εγώ πιστεύω ότι η Ελλάδα είναι αυτή, έτσι και αλλιώς δεν νομίζω ότι παραποιήσαμε ή αλλοιώσαμε κάτι από την πραγματικότητα. Αυτό το σπίτι είναι μιας κυρίας στο Περιστέρι, και έχει αυλή. Φέραμε κάποια πράγματα να φάμε και να πιούμε, και να παίξουμε με τους φίλους μας, τους μουσικούς. Δεν νομίζω ότι κάτι από αυτό που δείξαμε δεν είναι αληθινό, τουλάχιστον στη ζωή και το lifestyle που ζω εγώ”. Είπε δε πως όσα επέλεξε να δείξει είναι “ένα κομμάτι της Ελλάδας”, πράγμα που προφανώς παραποιήθηκε εν μέρει σε τίτλους ειδησεογραφικών καναλιών.

Ενώ μιλώντας στο κανάλι EurovisionFun στο YouTube, ανέφερε: “Ο στόχος για εμένα είναι να κάνω κάτι που δεν θα περάσει απαρατήρητο, να έχει στοιχεία που θυμίζουν την παράδοση της Ελλάδας μας, αλλά και την urban κουλτούρα, τους νέους και τον δυναμισμό μας”, προσθέτοντας πως “πολλές φορές, στον βωμό τού να μοιάσεις για να αρέσεις, σε κάνει να χάσεις την ταυτότητά σου”.

Κατά το socialmediακό debate που αναπτύχθηκε, μέσα από το ZARI η Ελλάδα έφτασε να μοιάζει με έναν “μισοτελειωμένο φραπέ” και μια πλαστική καρέκλα από εκείνες που συναντάμε εδώ και χρόνια σε σπίτια δικά μας και συγγενών, ως ένα λούμπεν αποτέλεσμα ή ως μια ρεαλιστική παραβολή.

Μετά τον όλο χαμό σχολιασμού και αντιπαραθέσεων, η Σάττι παρέθεσε στις σελίδες της στα κοινωνικά δίκτυα τη συνέντευξη που έδωσε στο Avopolis και την Εύη Χουρσανίδη όπου έλεγε μεταξύ άλλων: “Μα η Ελλάδα ήταν πάντα μία χώρα που ναι μεν ανήκει στη Δύση -όπως είπε και ένας φίλος μας!- αλλά πάντα ήταν επηρεασμένη και από την Ανατολή. Αυτό άλλωστε μας μάθαιναν και στην ιστορία στο σχολείο. Ότι η Ελλάδα είναι ένα γεωγραφικό και πολιτισμικό σταυροδρόμι. Κι αυτό βγαίνει και προς τα έξω”.

Στην ίδια συνέντευξη απέρριψε τον χαρακτηρισμό “καλτ” για τις εικόνες από την αυλή του unplugged, απαντώντας: “Μα καλτ, γιατί; Εσύ δηλαδή δεν μεγάλωσες με τέτοιες εικόνες; Λέγαμε για διασκευή και είπα τι να κάνω; Να πω το ZARI πιάνο-φωνή (που λογικά όλοι αυτό θα κάνουν) σε ένα στούντιο με ωραίο φωτισμό; Ή να δείξουμε και κάτι ακόμα που θα είναι καινούργιο για τους ανθρώπους έξω; Οπότε τι κάναμε; Πήγαμε σε ένα σπίτι με αυλή στο Περιστέρι μιας κυρίας που ήξερε ο Γιάννης ο Μιχαλόπουλος που τράβηξε το βίντεο. Καμία καλτίλα, reality! Με ρωτήσαν πριν γιατί δεν το γύρισες στην Κηφισιά. Εμ, γιατί δεν μένω εκεί και δεν μου λέει τίποτα; Εγώ ήθελα αυτό: Κυριακή μεσημέρι, μαζώξεις στο σπίτι ή στο χωριό με το σόι, γλέντι. Τι ακριβώς το μη ελληνικό έχει αυτή η εικόνα; Δηλαδή τι έπρεπε; Να φέρουμε ένα τσαρούχι; Μου λένε: Μπορεί να είναι αυτή η πραγματικότητα στην Ελλάδα, αλλά δεν είναι κάτι που θα μου άρεσε να δείξω. Μήπως εκεί χρειάζεται να γίνει μία δουλίτσα; Δηλαδή σαν παλιά εμένα που μου άρεσε ένας γκόμενος και για να του αρέσω έκανα κάτι άλλο και προσπαθούσα να αλλάξω και δεν ήξερα ποια έπρεπε να είμαι, απλά να του αρέσω! Ε όχι! Αυτοί είμαστε! Και γ*μάει!”.

Είναι to the point η Σάττι;

Πρακτικά η Σάττι έχει εν μέρει άδικο. Η εικόνα του φραπέ και της πλαστικής καρέκλας παραπέμπει στο “λαϊκό” – με την αγνή του έννοια, σε μια συμβολική μεταφορά της ζωής των μεσοαστών του παρελθόντος (μας). Η λαϊκότητα αυτή περνάει σε όλη την πρόσφατη δουλειά της Σάττι μέσα από τους πρωταγωνιστές που θέλει να αναδεικνύει στα βίντεό της: καθημερινούς ανθρώπους της βιοπάλης, εκπροσώπους περιθωριοποιημένων ομάδων, εκείνους που σε γενικές γραμμές “δεν φαίνονται”.

Μπορεί ενδεχομένως να το κάνει επιτηδευμένα, ωστόσο στοχεύει ξεκάθαρα στην ανάδειξη αυτής της λαϊκότητας, που είτε αρέσει σε κάποιους είτε όχι, αποτελεί τη μαγιά του τι σημαίνει “Ελλάδα” στο εδώ και τώρα. Και όντως, η λαϊκότητα αυτή έχει το ένα της πόδι στη Δύση και το άλλο στην Ανατολή, κάτι που προσπάθησε να μεταφέρει και στις μουσικές που χτίζουν το ZARI, η πορεία του οποίο ως τώρα κρίνεται ως απόλυτα επιτυχημένη (το κομμάτι δείχνει πως θα είναι τουλάχιστον στη δεκάδα του θεσμού βάσει προγνωστικών).

Από την άλλη, η μετα-εκσυγχρονιστική και μετα-μνημονιακή Ελλάδα δείχνει πως θέλει να αγνοεί τις καταβολές της. Ο φραπές δεν είναι πια το ίδιο δημοφιλής, ίσως να αποτελεί μια επιλογή για δεύτερο ή τρίτο καφέ της μέρας, ή μια λύση “έκτακτης ανάγκης” για το Σαββατοκύριακο και τις διακοπές. Ο νεοέλληνας αντικατέστησε τους φραπέδες με φρεντοτσίνο και την πλαστική καρέκλα με καρέκλες σκηνοθετικές. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά πως ανέβηκε κάποια “τάξη”. Αντιθέτως, ζορίζεται το ίδιο με τον πατέρα και τη μητέρα του, ίσως και περισσότερο, ωστόσο στο DNA έχει διαπεράσει η lifestyle “κανονικοποίηση” που μας ήθελε περισσότερο στη Δύση, παρά στην Ανατολή.

Πολιτιστικά θα το έλεγε κανείς και στενάχωρο αυτό, ιδίως ως προς τη μουσική, αφού μουσικά ό,τι “ελληνικό” θριάμβευσε σε επίπεδο διεθνούς αναγνώρισης – από τη Μεταπολίτευση και μετά – “πάντρευε” πάντα το “παραδοσιακό”, το ανατολίτικο με το δυτικό στοιχείο, μετουσιώνοντάς το σε αυτό που εντέλει είμαστε ως χώρα: Ένα αμάλγαμα τάσεων και πολιτιστικών αναφορών.

Ακόμη, η σύγχρονη Ελλάδα είναι και το “απολιτίκ” ακροατήριο που σπεύδει να στηρίξει το “μη χείρον βέλτιστο”, είναι η διαφθορά που κρύβεται πίσω από selfies με Aperol και ελληνικές σημαίες, η προχειρότητα και ο ωχαδερφισμός, και το ακροατήριο που προσβάλλεται από τα καρέ μιας τυπικής ημέρας στο Μοναστηράκι.

Το ZARI λοιπόν – μάλλον άθελά του – κατάφερε να απαντήσει σε όλα τα παραπάνω. Ταρακούνησε τις “υπερεθνικές συνειδήσεις”, “ξένισε” με την ποικιλομορφία του, έστρεψε τον καθρέφτη πάνω σε αυτά που κάνουμε πως δεν βλέπουμε και όρισε εκ νέου τη θέση μας στην παγκόσμια γεωγραφία.

Το τρομερό είναι πως όλα αυτά έγιναν αρκετά εύκολα, με ένα – δύο βίντεο των τριών λεπτών και με στυλιζαρισμένες εικόνες καθημερινής υπερβολής, χωρίς δηλαδή ιδιαίτερη εμβάθυνση και αναλύσεις. Κάτι που δείχνει πόσο γρήγορα μπορούμε να “σπάσουμε”, πως ακροβατούμε ομαδικά πάνω σε μια λεπτή επιφάνεια που ανά πάσα ώρα και στιγμή είναι έτοιμη να ραγίσει, στέλνοντάς μας εκεί ακριβώς που φοβόμαστε:

Στο κενό μεταξύ συλλογικής ένδειας και εθνικής μεγαλομανίας.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα