Κασσελάκης – Ανδρουλάκης σώζουν τον Μητσοτάκη
Διαβάζεται σε 6'Όσοι νομίζουν ότι αυτά που “εκτιμούν” σήμερα οι δημοσκόποι είναι ασφαλή, ας αλλάξουν πλευρό. Οι δύο στόχοι της ΝΔ και τα προβλήματα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ.
- 23 Μαρτίου 2024 07:00
Η ΝΔ (41% στις βουλευτικές εκλογές του 2023 και 33% στις ευρωεκλογές του 2019) «βουτάει» συνεχώς. Και θα αγωνιά έως το τέλος μπας και το ποσοστό της στις επικείμενες ευρωεκλογές πέσει από το 30%, οπότε θα έχουμε μικρά δράματα στο Μαξίμου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ (18% και 24% αντίστοιχα) παλεύει με τη δεύτερη θέση και με ποσοστά μεταξύ του 11% και του 15%, ανάλογα με το αν οι δημοσκόποι καταγράφουν ή «εκτιμούν».
Και το ΠΑΣΟΚ (12% και 8%), εκεί που είχε «σίγουρη» τη δεύτερη θέση, κυνηγάει το «φάντασμα» του Ανδρέα Λοβέρδου. Αυτή είναι η σημερινή εικόνα. Θα είναι η ίδια και το βράδυ των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου; Καθόλου βέβαιο. Οι εκπλήξεις παραμονεύουν και περισσότερο τις φοβούνται ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι δικοί του.
Η βεβαιότητα ότι θα συνεχίζεται ακώλυτα η κυριαρχία τους έχει γίνει άγχος. Το άγχος της αβεβαιότητας. Το οποίο, όμως, μετριάζεται από την απουσία ισχυρού αντιπάλου. Αυτό είναι το μεγάλο ατού της ΝΔ. Το δικό της ποσοστό ενδέχεται να κατρακυλήσει μέχρι εκεί που δεν υπολογίζει κανείς.
Και αν πέσει κάτω από το 30% (33% ήταν στις προηγούμενες ευρωεκλογές), θα κλάψουνε μανούλες. Όσοι νομίζουν ότι αυτά που «εκτιμούν» σήμερα οι δημοσκόποι είναι ασφαλή, ας αλλάξουν πλευρό. Και με μερικά «κλικ» ας αναζητήσουν τι «εκτιμούσαν» οι δημοσκοπήσεις για το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ τον Μάιο του 2023, λίγες μέρες πριν από τις εκλογές. Το έδειχναν-όλες- μεταξύ 26% και 32%. Η κάλπη έβγαλε 18%.
Ο κ. Μητσοτάκης και οι συν αυτώ δεν περιμένουν ανάλογο στραπάτσο, αλλά φοβούνται τη μεγάλη πτώση. Κι αν δεν έχουν τρόπο να την φρενάρουν, έχουν ένα αντίβαρο: η κάλπη να μην βγάλει δεύτερο κόμμα με ισχυρό ποσοστό περί το 20%. Αν το βγάλει, τότε όλα αλλάζουν. Διότι ο ισχυρός δεύτερος αυτομάτως θα γίνει επικίνδυνος αντίπαλος της ΝΔ για τις επόμενες βουλευτικές εκλογές.
Αυτή είναι, λοιπόν, η δεύτερη βασική επιδίωξη της ΝΔ του Μητσοτάκη. Να κρατήσει καθηλωμένους τους αντιπάλους της σε μικρομεσαία ποσοστά μεταξύ 10% και 15%. Και φαίνεται ότι μπορεί να το πετύχει.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί πλέον, έτσι κι αλλιώς, ισχυρό αντίπαλο. Η ιδιότητα του κόμματος εξουσίας χάθηκε στις περσινές εκλογές με το συντριπτικό 18%.Σήμερα βολοδέρνει(δημοσκοπικά) μεταξύ 11% και 15%. Και όμως υπάρχουν στελέχη του που κρατιούνται για να μην πανηγυρίσουν, επειδή φαίνεται ότι «ανακτούν»(στις δημοσκοπήσεις) τη δεύτερη θέση.
Το κόμμα τους μετριέται τρεις έως εφτά μονάδες κάτω από το 18% του περασμένου Ιουνίου. Και όμως: όσοι εξέλεξαν τον Στέφανο Κασσελάκη για «να νικήσει τον Μητσοτάκη» βλέπουν «άνοδο». Η ευήθεια στο αποκορύφωμά της.
Κι αν από το σκορποχώρι του Κασσελάκη ουδείς περίμενε κάτι περισσότερο, εκεί που τα πράγματα φαίνεται να πηγαίνουν χειρότερα είναι στο ΠΑΣΟΚ.
Μετά την εκλογική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ είναι το μόνο κόμμα που διατηρούσε ελπίδες όχι μόνον ανάκαμψης, αλλά κι ενός μικρού άλματος, που θα το καθιστούσε μοναδικό αντίπαλο της ΝΔ. Η ανάκαμψη, όμως, δεν αρκεί. Την πέτυχε και στις περσινές εκλογές, όταν από το 8% του 2019 πήγε στο 12%.
Τώρα, στις ευρωεκλογές, τού παρουσιάζεται μια μεγάλη ευκαιρία. Διότι οι δύο βασικοί αντίπαλοί του, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα πάνε καλά. Η ΝΔ λόγω κυβερνητικής φθοράς και ο ΣΥΡΙΖΑ λόγω «κασσελακειάδας».
Το ΠΑΣΟΚ θα μπορούσε να αποσπάσει ψηφοφόρους και από τους δύο, να κάνει το άλμα, ίσως και τη μεγάλη έκπληξη. Όχι απλώς να γίνει δεύτερο κόμμα. Αλλά να εκτιναχθεί και το ποσοστό του. Αν το βράδυ των ευρωεκλογών η ΝΔ κατρακυλήσει περί το 30% και το ΠΑΣΟΚ κατάφερνε να αντιστρέψει την εικόνα των περσινών εκλογών στη σχέση του με τον ΣΥΡΙΖΑ (18% και 12%), το πολιτικό σκηνικό θα άλλαζε άρδην. Φαίνεται, όμως, ότι η εικόνα αυτή θα μείνει φανταστική και το ΠΑΣΟΚ χάνει τη μεγάλη ευκαιρία. Μπορεί να χάσει ακόμα και τη δεύτερη θέση.
Το κόμμα του Νίκου Ανδρουλάκη δεν εκπέμπει συνέπεια, σταθερότητα και σοβαρότητα. Φάνηκε σε δυο-τρεις περιπτώσεις το τελευταίο διάστημα.
Η μισή κοινοβουλευτική του ομάδα δεν ψήφισε το νομοσχέδιο για το γάμο των ομοφύλων, τη μοναδική προοδευτική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Και το γεγονός ότι κάτι ανάλογο έγινε και με τους βουλευτές της ΝΔ δεν αποτελεί παρηγοριά για το ΠΑΣΟΚ. Η ΝΔ είναι συντηρητικό κόμμα και αυτό που έκανε ο κ. Μητσοτάκης ήταν –για τα μέτρα του- προχωρημένο. Επομένως, οι αντιδράσεις ήταν αναμενόμενες.
Το ΠΑΣΟΚ δεν έχει τέτοια δικαιολογία. Είναι προοδευτικό κόμμα, έχει ιστορικό κυβερνητικών μεταρρυθμίσεων(η δική του κυβέρνηση το 1982 πρωτοπόρησε με τη μεταρρύθμιση του Οικογενειακού Δικαίου) και είναι αδιανόητο να επιτρέπεται σε βουλευτές-ακόμα και στην επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας- να τρέχουν πίσω από ρασοφόρους-ταλιμπάν. Ο κ. Ανδρουλάκης έχασε τον έλεγχο, δεν εξέπεμψε αποφασιστικότητα και ηγετικότητα.
Κατάλαβε το λάθος του και το διόρθωσε λίγες μέρες αργότερα, όταν επέβαλε κομματική πειθαρχία κατά τη(μη) ψήφιση του νομοσχεδίου για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Μόνο που η ζημιά-και σ’ αυτό-είχε γίνει. Παλινδρομώντας μεταξύ του αρχικού «ναι» και του τελικού «όχι», το ΠΑΣΟΚ εξέπεμψε σύγχυση, αναποφασιστικότητα και εντέλει μπέρδεψε τους ψηφοφόρους του. Ο κ. Ανδρουλάκης έχασε ξανά πόντους στο παιχνίδι της ηγετικότητας.
Κάπως έτσι φτάνουμε στο τίτλο του σημερινού μας άρθρου: «Κασσελάκης και Ανδρουλάκης σώζουν τον Μητσοτάκη». Μήπως είναι υπερβολικός ο ισχυρισμός; Μήπως η ΝΔ του Μητσοτάκη δεν μπορεί να απειληθεί, έτσι κι αλλιώς, από τα αριστερά της(ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ), παρά μόνο από τα δεξιά της, από τους Βελόπουλους;
Η ακροδεξιά απειλή είναι υπαρκτή για τη ΝΔ στις ευρωεκλογές, αλλά μέχρι εκεί. Η Ελλάδα δεν έχει παράδοση ισχυρής ακροδεξιάς, που μπορεί να αποτελέσει κυβερνητική δύναμη. Οι (πολύ) δεξιοί ψηφοφόροι μπορεί να στείλουν ένα μήνυμα στον κ. Μητσοτάκη στις ευρωεκλογές, αλλά όταν θα κρίνεται η εξουσία θα επιστρέψουν στο μεγάλο κόμμα τους. Ποιος θα διανοηθεί να χρίσει κυβερνήτη τον Βελόπουλο με τις κηραλοιφές;
Αντίθετα, ο κ. Μητσοτάκης θα μπορούσε να απειληθεί από την προοδευτική παράταξη. Η οποία και κυβερνητική ιστορία έχει (ΠΑΣΟΚ 1981-2009 και ΣΥΡΙΖΑ (2015-2019) και αποτέλεσε το μόνο εναλλακτικό πόλο εξουσίας. Αποτέλεσε, αλλά δεν αποτελεί πια. Είναι διασπασμένη, τα κομμάτια της «σκοτώνονται» για ένα πουκάμισο αδειανό (μια δεύτερη θέση με μικρομεσαία ποσοστά) και δεν εκπέμπουν σοβαρότητα και εμπιστοσύνη.
Γι’ αυτό είναι οι καλύτεροι χορηγοί του κ. Μητσοτάκη και της ΝΔ. Τους οποίους μπορεί οι ψηφοφόροι να «χαστουκίσουν» στις 9 Ιουνίου, αλλά θα τους έχουν σώσει ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη και, κυρίως, το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη, που φαίνεται ότι αδυνατούν πετύχουν το στοιχειωδώς αυτονόητο: να αναδειχτούν, επιτέλους, στη θέση της ισχυρής αντιπολίτευσης.